Η ζοφερή πραγματικότητα για τις γυναίκες στο Αφγανιστάν
Συγκλονισμένος ο πλανήτης παρακολουθεί πώς οι Ταλιμπάν πήραν την κυριαρχία στην πόλη της Καμπούλ, ενώ οι Αφγανοί πολίτες προσπαθούν να διαφύγουν από τη χώρα με κάθε τρόπο, καθώς γνωρίζουν πως το αύριο προμηνύεται δυσοίωνο, ειδικά για τις γυναίκες και τις κόρες τους.
Σύμφωνα με άρθρο της «Guardian», ο γυναικείος πληθυσμός τρομοκρατημένος ανασύρει ξεχασμένες μπούργκες από τις ντουλάπες ή σπεύδει να αγοράσει καινούργιες σε αστρονομικές τιμές, καθώς όλοι γνωρίζουν πως όποια τολμήσει να κυκλοφορήσει στους δρόμους χωρίς αυτό το καταπιεστικό ένδυμα κιδυνεύει να λιθοβοληθεί ή να υποστεί σοβαρή σωματική βία. Στη βρετανική εφημερίδα μια εξηντάχρονη γυναίκα, η Fawzia, που έχει ζήσει την προηγούμενη κατοχή της πόλης της από τους Ταλιμπάν, αναφέρει: «Όλες εμείς οι μεγαλύτερες γυναίκες μιλάμε για το πόσο δύσκολα ήταν για μια γυναίκα στο παρελθόν. Τότε ζούσα στην Καμπούλ και θυμάμαι να δέρνουν τις γυναίκες και τα κορίτσια που έβγαιναν από το σπίτι χωρίς μπούργκα».
Τις ίδιες ανησυχίες φαίνεται να μοιράζεται και η Amul, μοντέλο και σχεδιάστρια, που διατηρούσε μέχρι χτες τη δική της επιχείρηση. «Σε όλη μου τη ζωή προσπαθώ να δείξω την ομορφιά, την ποικιλομορφία και τη δημιουργικότητα των γυναικών του Αφγανιστάν. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα φορούσα μπούργκα, αλλά τώρα δεν ξέρω τι θα κάνω. Είναι σαν να διαγράφεται η ταυτότητά μου», λέει χαρακτηριστικά, δίνοντας την εικόνα που επικρατεί.
Πριν από το 2002, όταν οι Ταλιμπάν είχαν τον πλήρη έλεγχο της χώρας, εφάρμοζαν τον Ισλαμικό νόμο της Σαρίας στην πιο αυστηρή μορφή του. Δηλαδή, λιθοβολούσαν όποιον διέπραττε μοιχεία, ειδικά τις γυναίκες, ενώ όσα κορίτσια ήταν άνω των δώδεκα ετών τους απαγόρευαν να πηγαίνουν σχολείο. Πλέον, οι ηγέτες των Ταλιμπάν υπόσχονται ειρήνη και διαβεβαιώνουν πως θα προστατεύσουν τα δικαιώματα των γυναικών, ενώ αξιωματούχος τους είπε πως θα αποφασιστεί από τα δικαστήρια αν θα εφαρμοστεί ξανά ο νόμος της Σαρίας. Όμως οι πράξεις τους, που ήδη έχουν σκορπίσει τον πανικό, μαρτυρούν τις πραγματικές τους προθέσεις.
Από τις αρχές Ιουλίου, αφού ανέλαβαν τον έλεγχο των επαρχιών Μπανταχσάν και Ταχάρ, έδωσαν εντολή στους τοπικούς θρησκευτικούς ηγέτες να τους δώσουν λίστες με κορίτσια άνω των δεκαπέντε ετών και χήρες κάτω των σαράντα πέντε, οι οποίες προορίζονται για σύζυγοι των «μαχητών» τους. Η «προσφορά συζύγων» αποσκοπεί στο να ενταχθούν περισσότεροι άνδρες στα στρατεύματά τους, παρόλο που βάσει της Σύμβασης της Γενεύης (άρθρο 27), αυτή η τακτική θεωρείται έγκλημα πολέμου και σεξουαλική υποδούλωση.
Πολλές γυναίκες περιγράφουν πως οι Ταλιμπάν μπήκαν από τις πρώτες μέρες στις υπηρεσίες όπου εργάζονταν, υποχρεώνοντάς τες να επιστρέψουν στα σπίτια τους, ενώ φώναζαν πως θα τις παντρεύονται ανά τέσσερις την ίδια μέρα, είτε το θέλουν είτε όχι. Επίσης, τον περασμένο μήνα, εισέβαλλαν στα γραφεία της τράπεζας Azizi Bank στην πόλη Κανταχάρ και διέταξαν εννέα εργαζόμενες να φύγουν, εξηγώντας ότι οι άνδρες συγγενείς θα μπορούσαν να πάρουν τη θέση τους. Στην περιοχή του Faryab, μάλιστα απαγόρευσαν την πώληση προϊόντων σε ασυνόδευτες γυναίκες. Οι νέοι ηγέτες σε διάφορες περιοχές αναρτούν τους κανόνες ένδυσης και συμπεριφοράς που πρέπει να ακολουθούν οι γυναίκες, ενώ έχουν καλύψει κάθε διαφήμιση με μοντέλα.
Η μαρτυρία μιας φοιτήτριας που την ανάγκασαν να φύγει από το πανεπιστήμιο την ώρα που έκανε μάθημα για να γλιτώσει την οργή των Ταλιμπάν, δείχνει ξεκάθαρα το μέλλον των γυναικών στη χώρα. Η ίδια εξομολογήθηκε πως ξέσπασε σε κλάματα, όταν είδε πως το μαγαζί όπου πήγαινε για να φτιάξει τα νύχτα της κάποτε, πλέον έχει ασβεστωθεί και έχει κατεβάσει ρολά.
Για την εικοσαεξάχρονη Ζahra, που δούλευε για έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό για τα δικαιώματα των γυναικών, η ζωή της ανατράπηκε μέσα σε ένα λεπτό. Μιλώντας στο «Τhe Associated Press» χωρίς να αποκαλύψει το πλήρες όνομά της, εξομολογήθηκε πως βρίσκεται σε κατάσταση σοκ, καθώς από τη μέρα που οι Ταλιμπάν μπήκαν στην πόλη της, έχει κλειστεί στο σπίτι μαζί με τα πέντε αδέρφια της. «Έχω δουλέψει σκληρά για να σπουδάσω και να εξελιχθώ, τώρα όμως πρέπει να κρύβομαι» αναφέρει.
Η Σαρία για τις γυναίκες είναι ένας νόμος απάνθρωπος, καθώς τους απαγορεύει να δουλέψουν και να σπουδάσουν, ενώ ακόμα και το να κυκλοφορήσουν στον δρόμο είναι δύσκολο, αν δεν συνοδεύονται από κάποιον άνδρα. Επίση, υπό αυτό το καθεστώς καμία γυναίκα δεν μπορεί να εξεταστεί από γιατρό οποιουδήποτε φύλου, οπότε σε περίπτωση που αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας κινδυνεύει να πεθάνει, λόγω ελλείψης περίθαλψης. Αν τώρα μια γυναίκα βρεθεί σεξουαλικά με έναν άνδρα ενώ δεν είναι παντρεμένη, μαστιγώνεται 100 φορές δημοσίως. Οι παντρεμένες που θα διαπράξουν ή κατηγορηθούν ότι έχουν διαπράξει μοιχεία, τιμωρούνται με θάνατο, ενώ οι εκδιδόμενες δολοφονούνται διά του δημόσιου απαγχονισμού. Τέλος, μια γυναίκα που θα αποκαλύψει κάποιο σημείο του σώματός της θα υποστεί βαριές σωματικές βλάβες, ενώ όποια διδάσκει εθελοντικά σε νεαρά κορίτσια δολοφονείται ενώπιον της οικογένειάς της.
Η ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών, Zarmina Kakar περιγράφει την όλη κατάσταση, λέγοντας: «Αισθάνομαι σαν ένα πουλί που καταστρέφεται η φωλιά του και δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να βλέπει την καταστροφή και να κλαίει. Πούλησαν τη χώρα μας. Και στέλνουν τις Αφγανές πίσω στο σκοτάδι και το αβέβαιο μέλλον».
Μιλώντας στο BBC, η Αφγανή δημοσιογράφος Anisa δηλώνει αποφασισμένη να μην υποστεί τη σκλαβιά που τους επιφυλάσσουν οι Ταλιμπάν. «Πρέπει να προσέχω πολύ τι τηλεφωνήματα κάνω και δέχομαι και πού πηγαίνω. Αλλά ο μεγαλύτερος φόβος μου δεν είναι για τη ζωή μου. Φοβάμαι ότι η σκληρή δουλειά των τελευταίων είκοσι ετών από τους Αφγανούς, που η μεγαλύτερη κατάκτησή τους είναι η ελευθερία του λόγου, θα χαθεί», εξομολογείται.
Σε πολλά σπίτια, οι νεότερες γυναίκες αντιδρούν στις παραινέσεις των μανάδων τους και αρνούνται κατηγορηματικά να βάλουν την μπούργκα για να προστατεύουν. Μάλιστα, δεν είναι λίγες εκείνες που ομολογούν πως προτιμούν να αυτοκτονήσουν, παρά να υποστούν τον εξευτελισμό και τη στέρηση της ελευθερίας τους. «Δεν έχουμε μπούργκα στο σπίτι μας και δεν σκοπεύω να αγοράσω. Δεν θέλω να κρυφτώ πίσω από ένα ύφασμα σαν κουρτίνα. Αν φορέσω μπούργκα, αυτό θα σημαίνει ότι έχω αποδεχτεί την κυβέρνηση των Ταλιμπάν, ότι τους έδωσα το δικαίωμα να με ελέγχουν. Είναι η αρχή της καταδίκης μου σε φυλάκιση μέσα στο σπίτι. Φοβάμαι ότι θα χάσω όλα όσα κέρδισα αγωνιζόμενη τόσο σκληρά», λέει η Habiba, που είναι φοιτήτρια στο πανεπιστήμιο.
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε «βαθύτατα ταραγμένος» για την όλη κατάσταση. «Με ανησυχούν βαθύτατα οι πρώτες πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες οι Ταλιμπάν επιβάλλουν αυστηρούς περιορισμούς στα ανθρώπινα δικαιώματα στις περιοχές που ελέγχουν. Είναι ιδιαίτερα εξοργιστικό και αποκαρδιωτικό να βλέπεις τα δικαιώματα των Αφγανών κοριτσιών και γυναικών που αποκτήθηκαν με σκληρούς αγώνες, να τους αφαιρούνται» είπε στους δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη.
Όμως αυτή η δήλωση δεν αρκεί για τις γυναίκες εκεί που βλέπουν τις ζωές τους να καταστρέφονται. «Με κάθε πόλη που καταρρέει, οι άνθρωποι καταρρέουν, τα όνειρα καταρρέουν, η ιστορία και το μέλλον το ίδιο, η τέχνη και ο πολιτισμός επίσης καταρρέουν, ομοίως η ζωή και η ομορφιά, όλος ο κόσμος μας καταρρέει. Σας παρακαλώ κάποιος να το σταματήσει» γράφει μέσω Twitter η καλλιτέχνις Rada Akbar, στέλνοντας το μήνυμά της στη Δύση και στις ανθρωπιστικές οργανώσεις προκειμένου να αναλάβουν δράση.
Και αν σήμερα το φεμινιστικό κίνημα έχει πετύχει σημαντικές κατακτήσεις, η τραγική θέση των γυναικών στο Αφγανιστάν διαψεύδει τις προσδοκίες μας για ένα πιο δίκαιο αύριο. Γι΄ αυτό, η αποτυχία να τις προστατεύσουμε, προοιωνίζει με έναν τρόπο και τη δική μας μοίρα.