Τζούλη Αγοράκη

Η Τζούλη Αγοράκη για τον άθλο του να είσαι 24 ώρες το 24ωρο σπίτι με τα παιδιά

Ας επινοήσουμε μια καλύτερη πραγματικότητα.

Ο Κωνσταντίνος είναι ο γιος μου, εννέα χρονών και δεν την παλεύει πλέον στο σπίτι.

Τις προάλλες μετά από μια έξοδο στο γειτονικό Σούπερ Μάρκετ πέταξε τη μάσκα του επιδεικτικά και είπε: «τον σιχαίνομαι τον Κορωνοϊό, κουράστηκα πια, ήρθε ο καιρός να φύγει»

«Από μικρό και από τρελό»… Συμφώνησα με κατανόηση, του είπα ότι όλοι νιώθουμε κούραση, άλλα δεν το βοήθησε η παραδοχή ότι είμαστε όλοι κουρασμένοι. Τα λόγια μου έπεσαν στο κενό, χτύπησε επιδεικτικά δυνατά την πόρτα του (σε μια πρόβα εφηβείας ) και κλείστηκε στο δωμάτιο του με δραματικότητα. Μπήκα κάθισα διακριτικά στην άκρη του κρεβατιού του με κατανόηση και του είπα ότι όταν η πραγματικότητα μας απογοητεύει πρέπει να επινοούμε μια άλλη πραγματικότητα πιο βολική για εμάς.

Με κοίταξε με έκπληξη σαν να είχε τσιμπήσει στο φτηνό μου δόλωμα.

Του μίλησα για τα φανταστικά ταξίδια. Για το μυαλό μας, που έχει τη δυνατότητα του διακτινισμού, ότι μπορούμε να προσποιηθούμε ότι είμαστε μέλη μιας μυστικής αποστολής και, όταν περάσει όλο αυτό, θα είμαστε έτοιμοι για ένα πιο προχωρημένο επίπεδο.

Τον κέρδισα. Μπήκε με ενθουσιασμό στο παιχνίδι. «Τότε μαμά μπορούμε να κάνουμε μέσα στο σπίτι όλα αυτά που μας λείπουν» είπε και ξεκινήσαμε τον αυτοσχεδιασμό.

Τοποθετήσαμε μια πετσέτα θαλάσσης στο παρκέ, φτιάξαμε χυμούς και κάναμε ότι είμαστε ξαπλωμένοι σε μια ειδυλλιακή παραλία.

«Το ακούς το κύμα;» του έλεγα σαν να παίζαμε στο θέατρο του παραλόγου, και εκείνος απαντούσε καταφατικά και έκανε ότι παίζει με τα κύματα σαν να σερφάρει.

Έτσι ξεκίνησαν τα φανταστικά μας ταξίδια.

Η Τζούλη Αγοράκη

Την επόμενη μέρα υποδυθήκαμε ότι είμαστε μαγαζί με αυτοκινητάκια. Εκείνος πελάτης εγώ η πωλήτρια. Την μεθεπόμενη ήμασταν μέλη μιας συμμορίας που αποσκοπούσε να πατήσει την αδικία.

Είναι τελικά εύκολο να τροφοδοτήσεις την παιδική φαντασία. Μέσα και από τη δική του αθώα ματιά, κάνει πιο ανάλαφρο και το δικό μου επιβαρυμένο παρόν. Η αλήθεια είναι ότι όταν έχεις ένα μαντρωμένο λιονταράκι στο σπίτι οφείλεις τουλάχιστον να ταΐζεις τη φαντασία του.

Βέβαια αυτό το διάλειμμα δημιουργικής έκφρασης διαρκεί μόνο μισή ώρα τη μέρα. Τις υπόλοιπες ώρες τι γίνεται;

Τι κάνεις όταν ξέρεις ότι στερείται φυσιολογικής ροής η καθημερινότητα του;

Του λείπουν οι φίλοι του, οι εξωσχολικές δραστηριότητες, οι συνήθειες του.

Του λείπει ακόμα και το ίδιο το σχολείο και -άκουσον άκουσον- η δασκάλα του.

Όταν ακούς ένα παιδί να δηλώνει ότι του λείπει το σχολείο τα πράγματα είναι σοβαρά.

Είναι που τον δυσκολεύει εξαιρετικά το διαδικτυακό μάθημα.

Πως μπορώ και εγώ να έχω απαίτηση από ένα εννιάχρονο παιδάκι της τρίτης δημοτικού να καταφέρει να καθίσει συγκεντρωμένο μπροστά στην οθόνη. Αμφιβάλλω αν θα μπορούσα να μείνω και εγώ για τόσες ώρες συγκεντρωμένη.

Από την άλλη πώς να κάνεις τα στραβά μάτια όταν η δασκάλα τους παραδίδει διαδικτυακά μάθημα και αυτός παίζει με το κινητό του ή σέρνεται στο πάτωμα; Για να τον επαναφέρω στην πραγματικότητα που ο ίδιος αποφεύγει, πρέπει να αρχίσω τις φωνές.

Μια μέρα μέτρησα ότι στρίγκλισα «Κωνσταντίνε έχεις μάθημα» δεκαεφτά φορές. Δεκαεφτά. Ούτε μια ούτε δυο.

Τέλειωσε το μάθημα και έβγαζε άναρθρες κραυγές. Σκέφτηκα αυτό αυτό ήταν πάει το παιδάκι τρελάθηκε. Τον ρώτησα με απορία γιατί κάνει έτσι; Και μου απάντησε αφοπλιστικά «Κάτσε και εσύ μαμά να κάνεις πέντε ώρες μάθημα».

Δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Σκέφτηκα να του πάρω ένα σάκο μποξ.

Στον ύπνο μου είδα τις προάλλες ότι άνοιξαν τα σχολεία. Ξύπνησα με τεράστια ανακούφιση. Η ζωή με ένα παιδί στο σπίτι εικοσιτέσερις ώρες εφτά μέρες τη βδομάδα είναι κάτι που ξεπερνάει τα όρια της αντοχής. Μοιάζει με επικίνδυνη αποστολή ή σαν να φοράς ήδη κατάσαρκα την τρέλα.

Σκέφτομαι ότι το τέλος πλησιάζει, ότι οι εμβολιασμοί συνεχίζονται γοργά και ότι αργά η γρήγορα θα γυρίσουν πίσω στα θρανία.

Επαναλαμβάνω στον εαυτό μου, ξανά και ξανά τη λέξη υπομονή άλλα ξέρω ότι δεν υπάρχουν πλέον αποθέματα.

Ότι τώρα εύχομαι και περιμένω είναι να γίνει ένα θαύμα και να γυρίσουν πίσω στα σχολεία μια ώρα αρχύτερα.

Για τα παιδιά η επιστροφή θα ναι χαρά και εκτόνωση για μας τους γονείς σαν να μας δίνουν πάλι πίσω το οξυγόνο μας.