Η σκοτεινή ιστορία πίσω από το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι»
«Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» του Μπερνάντο Μπερτολούτσι μπορεί να θεωρείται για ορισμένους μια από τις πιο ερωτικές ταινίες όλων των εποχών, όμως υπήρξε ένας πραγματικός εφιάλτης για την πρωταγωνίστρια Μαρία Σνάιντερ.
Κι αν όλοι θυμούνται την περιβόητη σκηνή του βιασμού της νεαρής ηρωίδας από τον μεσήλικα Πολ (Μάρλον Μπράντο) για το βούτυρο, η ίδια η ηθοποιός δεν μπόρεσε ποτέ να ξεχάσει την ταπείνωση, που αισθάνθηκε τη μέρα του γυρίσματος.
Σε μια συνέντευξή της το 2007 στη Daily Mail, η Σνάιντερ είπε ότι η σκηνή δεν ήταν στο αρχικό σενάριο και πως ο Μπράντο και ο Μπερτολούτσι της την είχαν ανακοινώσει λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Ο σκηνοθέτης κατά τη διάρκεια ενός masterclass, που παρέδωσε στο Cinemathèque Francaise, το οποίο έγινε viral, αποκάλυψε πώς του ήρθε η ιδέα να χρησιμοποιήσει το βούτυρο ως λιπαντικό.
«Στο σενάριο, ο Πολ έπρεπε να τη βιάσει με κάποιο τρόπο. Σκεφτήκαμε τη σκηνή εκείνο το πρωί, λίγες ώρες πριν από το γύρισμα. Τρώγαμε με τον Μάρλον πρωινό στο πάτωμα του διαμερίσματος, όπου κάναμε τα γυρίσματα και υπήρχε μια μπαγκέτα και βούτυρο. Κοιταχτήκαμε και χωρίς να πούμε τίποτα, ξέραμε τι θέλαμε», είχε πει χαρακτηριστικά, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις.
Ο ίδιος παραδέχτηκε πως ήθελε να φτάσει την νεαρή του ηθοποιό στα όριά της, λέγοντας στόχος του ήταν να την κάνει να βιώσει την εμπειρία της ταπείνωσης κι όχι να την υποδυθεί. Ίσως αυτού του είδους οι πρακτικές και οι κακοποιήσεις προς χάρη ενός καλλιτεχνικού έργου να θεωρούνταν κάποτε αποδέκτες, σήμερα όμως πλέον όλοι έχουμε πειστεί πως μια δημιουργία δεν προϋποθέτει σε καμία περίπτωση την κακοποίηση ενός πλάσματος.
Δείτε το τρέιλερ του «Last Tango in Paris»:
Ο Μπράντο πάντως τη μέρα του γυρίσματος προσπάθησε να παρηγορήσει την συμπρωταγωνίστριά του, λέγοντάς της ότι είναι απλώς μια ταινία. Η Σνάιντερ, η οποία διατηρούσε και μετά από τα γυρίσματα φιλικές σχέσεις μαζί του, είχε αποκαλύψει πως δεν ήταν πραγματικός ο βιασμός της και πως δεν έγινε καμία διείσδυση, σε αντίθεση με τις φήμες που κυκλοφορούσαν τότε.
Αυτό που τη σόκαρε και της δημιούργησε τραύμα, ένα τραύμα που την ακολουθούσε για χρόνια, οδηγώντας την σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές -ναρκωτικά κι απόπειρες αυτοκτονίας- ήταν ο τρόπος που την αντιμετώπιζαν. Ανέφερε πως ήταν λάθος της που δεν κάλεσε τον ατζέντη και τον δικηγόρο της στο σετ, αφού της ζητήθηκε να κάνει κάτι το οποίο δεν υπήρχε στο σενάριο και δεν το είχε συμφωνήσει από πριν.
Καθώς όμως ήταν άπειρη και πολύ νέα- ήταν μόλις 19 χρόνων- δεν μπόρεσε αντιδράσει άμεσα και έτσι με δάκρυα στα μάτια αναγκάστηκε να υπομείνει το μαρτύριο στο οποίο την υπέβαλλαν. Από την πλευρά του, ο Μπερτολούτσι με μια δήλωση το 2016 υποστήριξε ότι η ηθοποιός γνώριζε πλήρως ότι η σκηνή περιλάμβανε βιασμό. «Η μόνη καινοτομία ήταν η ιδέα του βουτύρου», είπε τότε προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη θέση του.
Φαίνεται πάντως πως ο Ιταλός σκηνοθέτης πέτυχε τον σκοπό του, αφού η Σνάιντερ όντως αισθάνθηκε απαίσια. «Ο Μάρλον μου έλεγε να μην ανησυχώ και πως είναι απλά μια ταινία. Αλλά κατά τη διάρκεια της σκηνής και ακόμη κι αν αυτό που έκανε ο Μάρλον δεν ήταν αληθινό, έκλαιγα στ’ αλήθεια. Ενιωθα ταπεινωμένη και για να είμαι ειλικρινής, λίγο σαν να με βίαζαν μαζί ο Μάρλον και ο Μπερτολούτσι. Μετά από τη σκηνή ο Μάρλον δεν με παρηγόρησε ούτε απολογήθηκε. Ευτυχώς ήταν μόνο μια λήψη», θα έλεγε αργότερα εκείνη, κάνοντάς μας να αναρωτιόμαστε για τα όρια της τέχνης.
Στο ντοκιμαντέρ «Tango», που επιχειρεί να ρίξει φως στο παρασκήνιο της ταινίας και της συγκεκριμένης σκηνής, η σκηνοθέτης Λίζα Μπρίχλμαν καταγράφει όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια 18 μηνών, από όταν δηλαδή ο Μπερτολούτσι πήγε να βρει τον χρεωκοπημένο Μπράντο και να του προτείνει μια συνεργασία, αλλά και όσα έγιναν πριν, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αλλά και μετά από την ολοκλήρωση της ταινίας, παραθέτοντας τα γεγονότα σύμφωνα με την εκδοχή των τριών «εμπλεκομένων».
Δυο χρόνια μετά από τον θάνατο της Σνάιντερ, η οποία ουσιαστικά στιγματίστηκε από αυτό τον ρόλο, ο Μπερτολούτσι παραδέχτηκε και δημόσια ότι υπήρξε σκληρός απέναντί της, αλλά κυνικά υποστήριξε πως δεν μετάνιωσε για τη συμπεριφορά του, καθώς ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι ελεύθερος να εκφραστεί. Φυσικά αυτό ίσχυε μόνο για τον ίδιο, αφού την ανάγκη της ηθοποιού του δεν την άφησε ποτέ να ακουστεί.
Πολλές διάσημες σταρ έχουν πάρει το μέρος της Σνάιντερ, όπως για παράδειγμα η Τζέσικα Τσαστέϊν, η οποία δήλωσε στο Twitter: «Για όλους όσοι αγαπούν αυτήν την ταινία – παρακολουθείτε μια 19χρονη κοπέλα να βιάζεται από έναν 48χρονο άνδρα. Ο σκηνοθέτης σχεδίασε τον βιασμό. Νιώθω αηδιασμένη».
Κι αν η Σνάιντερ τελικά δικαιώθηκε μετά από πενήντα χρόνια, γεγονός παραμένει ότι αυτή η εμπειρία καθόρισε τη ζωή της. Μετά από το «Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι», συνέχισε την καριέρα της, χωρίς μεγάλη επιτυχία, με την ίδια να αρνείται να συμμετέχει σε ερωτικές σκηνές οποιασδήποτε φύσης. Στην προσωπική της ζωή, βασανίστηκε και έπαιρνε αντικαταθλιπτικά μέχρι τέλους, μην μπορώντας να ξεπεράσει όσα της είχαν συμβεί.
Αν όμως κάτι έχει μείνει από αυτή την ιστορία, είναι πως τελικά η «πιο ερωτική ταινία όλων των εποχών» είναι απλώς η αρρωστημένη φαντασίωση ενός άνδρα -μπορεί και δυο- που καμία σχέση δεν έχει ούτε με τον έρωτα ούτε με τη σεξουαλική επιθυμία.