Είναι το «The Morning Show» με την Τζένιφερ Άνιστον τόσο κακό όσο λένε οι κριτικοί;
Τι κάνεις όταν δεν βρίσκεις ούτε ένα κείμενο για το με το οποίο να συμφωνείς απόλυτα και νιώθεις ένα περίεργο συναίσθημα pop culture δικαίου να σε κατακλύζει; Μα φυσικά γράφεις το δικό σου και αποκαθιστάς την αδικία!
Γράφει ο δημοσιογράφος Μιχάλης Προβατάς
Όλα ξεκίνησαν πριν από λίγες εβδομάδες όταν η Apple TV+, η νέα streaming υπηρεσία του τεχνολογικού κολοσσού, αποφάσισε να κάνει πρεμιέρα με «βιτρίνα» τη σειρά «The Morning Show». Η αναμονή ήταν τεράστια και δικαίως. Κάτι οι συζητήσεις για το αν μπορεί μία νέα πλατφόρμα να κοντράρει το κυρίαρχο Netflix, κάτι η επιστροφή της Aniston στη μικρή οθόνη μετά από 15 χρόνια, κάτι το ιλιγγιώδες budget της πρώτης σεζόν (150 εκατομμύρια δολάρια, σαν να μιλάμε για μία σεζόν του “Game Of Thrones”), το hype είχε χτυπήσει κόκκινο.
Παρόλα αυτά το πρώτο κύμα κριτικών ήταν κάτι παραπάνω από αρνητικό. Είναι ενδεικτικό πως μετά την πρεμιέρα του πρώτου επεισοδίου, οι γνώμες των κριτικών άγγιζαν μετά βίας το 59% στο Rotten Tomatoes. Τι συμβαίνει τελικά; Είναι καθόλου καλή η σειρά;
Η απάντηση είναι ένα μεγάλο ναι. Για την ακρίβεια, είναι κάτι παραπάνω από καλή, είναι μία σειρά που τα έχει όλα.
Ξεκινάμε από το all star cast: Jennifer Aniston, Reese Witherspoon, Steve Carell – όλοι σε εξαιρετική φόρμα, πειστικοί και πολυδιάστατοι. Ειδική μνεία, όμως, στην πρώτη. H Jennifer Aniston κλείνει στόματα σε όσους έλεγαν πως το μόνο που κάνει στην καριέρα της είναι να επαναλαμβάνει την ηρωίδα Rachel από τα “Φιλαράκια” και ασυζητητί βρίσκεται στην καλύτερη στιγμή της ερμηνευτικά (μακράν καλύτερη από την υποτιθέμενη «Οσκαρική» ερμηνεία της στην ταινία “Cake” η οποία κατά 80% ήταν αμήχανη και… δεν. Αλήθεια δεν.) Ευχάριστη έκπληξη αποτελεί και ο Mark Duplass.
Η υπόθεση, επίσης, δελεαστική και επίκαιρη, καθώς περιγράφει τι πραγματικά συμβαίνει πίσω από τις κάμερες στους ανθρώπους που εργάζονται σε μία από τις πιο δημοφιλείς πρωινές εκπομπές της Αμερικής. Η φαινομενικά “τακτοποιημένη” καθημερινότητα τους διαταράσσεται όταν ξαφνικά ξεσπάει ένα σεξουαλικό σκάνδαλο με κατηγορούμενο τον κεντρικό παρουσιαστή της εκπομπής. Μία εξέλιξη με ανυπολόγιστες συνέπειες για όλους.
Πρόκειται για μία dramedy σειρά με ειλικρινείς προθέσεις όπου όλοι οι συντελεστές -και αυτό είναι ίσως το σημαντικότερο για εμένα- δείχνουν να σέβονται τους ανθρώπους στους οποίους απευθύνονται. Έτσι, το τελικό αποτέλεσμα που προκύπτει πληρεί κάποιες προϋποθέσεις ποιότητας, ιδιαίτερα αυστηρές και αυτό είναι αν μη τι άλλο απολαυστικό. Φωτογραφία, σκηνοθεσία, μοντάζ, όλα στον υπερθετικό. Σύντομη κατάθεση ψυχής: Αν είμαστε ειλικρινείς σπανίως νιώθεις ότι συμβαίνει κάτι αντίστοιχο σε ελληνικές σειρές, όχι επειδή δεν έχουμε ηθοποιούς, σκηνοθέτες και σεναριογράφους με ταλέντο που περισσεύει αλλά κυρίως επειδή τα budget είναι πάντα τόσο περιορισμένα που είναι αδύνατο να μη δίνεται μία συνολικότερη αίσθηση προχειρότητας και μη ρεαλισμού στο τελικό αποτέλεσμα.
Επιστρέφοντας στο «The Morning Show», δεν ξέρω τι είδαν οι περισσότεροι κριτικοί στην Αμερική και ήταν τόσο ισοπεδωτικοί. Ίσως το ότι στα πρώτα τρία επεισόδια, η σειρά δεν παίρνει ξεκάθαρη θέση στο ευαίσθητο θέμα του πότε το φλερτ είναι φλερτ και όχι σεξουαλική παρενόχληση να είναι ένα σημείο προς συζήτηση. Πιθανότατα να γίνεται σκόπιμα και στη συνέχεια να ξεκαθαρίζει το τοπίο. Ίσως, για αυτό και ο άμεσα συμπαθής Steve Carell να είναι ο ηθοποιός που υποδύεται τον ήρωα που κατηγορείται. Πάντως, η όλη αίσθηση που δίνει η σειρά είναι πως στη ζωή τίποτα δεν είναι μόνο άσπρο ή μαύρο, υπάρχει και μία γκρίζα περιοχή η οποία εμπεριέχει χρήσιμες απαντήσεις και αυτή ακριβώς η περιοχή εξερευνάται σε όλα τα επίπεδα.
Είναι νωρίς για να διακρίνουμε αν το «The Morning Show» θα αποδειχθεί επιτυχία ή αν έστω θα μπορέσει να αποκτήσει ένα φανατικό κοινό αντίστοιχο με αυτό που έχουν οι uber εμπορικές σειρές του Netflix. Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, όμως, πως είναι μία καλογυρισμένη και εθιστική σειρά που αξίζει να έχεις παρακολουθήσει στη ζωή σου.