Χρήστος Χωμενίδης: «Όλο αυτό μοιάζει με μπουλβάρ»
Με την διπλή ιδιότητα του πατέρα και του συγγραφέα ο Χρήστος Χωμενίδης ξεδιπλώνει τις σκέψεις του στον καιρό του κορωνοϊού. Μένει σπίτι, παρέα με την κόρη του, αρθρογραφεί, γράφει στο facebook και περιμένει. Όταν η ζωή επιστρέψει στους συνήθεις ρυθμούς της, το καινούργιο του βιβλίο («Ο βασιλιάς της») θα βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία.
Διανύουμε, για πρώτη φορά, την Μεγάλη Εβδομάδα, με κλειστές εκκλησίες. Τι σκέφτεστε;
«Το ζήτημα το έχει λύσει ο Χριστός στην Επί του Όρους Ομιλία. ”Oταν προσεύχεσθε” λέει σε σημερινά ελληνικά “να μη μιμείστε τους υποκριτές που επιδεικνύουν την ευσέβειά τους στις συναγωγές και στις πλατείες. Καλύτερα μες στο δωμάτιό σας, με την πόρτα κλειστή, να απευθύνεστε στον Ουράνιο Πατέρα, προστατευμένοι όπως κι Εκείνος από τα αδιάκριτα βλέμματα. Ο Ουράνιος Πατέρας θα σάς ακούσει κρυφά και θα σάς ανταμείψει φανερά για την πίστη σας”»…
Αλήθεια κύριε Χωμενίδη, πώς μιλάει ένας μπαμπάς στην κόρη του για τον κορωνοϊό;
«Νομίζω ότι ένα παιδί στην ηλικία της κόρης μου, που θα γίνει δέκα το καλοκαίρι, αλλά και γενικότερα τα παιδιά του δημοτικού, έχουν πλήρη δυνατότητα να αντιληφθούν περί τίνος πρόκειται. Μπορεί να ξέρουν καλύτερα κι από εμάς –αν κι αυτό μπορεί να είναι υπερβολή, αλλά σίγουρα προσαρμόζονται καλύτερα από εμάς στις νέες συνθήκες. Κοινωνοικοποιούνται μέσω διαδικτύου, κάνουν μάθημα ή μιλάνε με τους φίλους τους μέσω Skype. Κι έχουν απόλυτη αντίληψη ότι είναι ένα ζόρι που θα περάσει. Δεν είδα ούτε την κόρη μου ούτε τις φίλες της ιδιαιτέρως ζορισμένες. Πώς να μιλήσεις στο παιδί σου για κάτι που ούτε εσύ ξέρεις ακριβώς;»
Πιστεύετε ότι τα παιδιά βρίσκουν θετικά στοιχεία σ΄αυτό τον εγκλεισμό-αποκλεισμό;
«Ναι, βέβαια. Γιατί κανένα παιδί που είναι στα καλά του δεν γουστάρει το σχολείο. Ας πούμε κάποτε και μερικές αλήθειες. Φυσικά και λείπουν από τα παιδιά οι φίλοι τους. Αυτό ωστόσο που διαπιστώνω είναι ότι έχουν την μαγική και μαγευτική ταυτόχρονα δυνατότητα, να μετατρέπουν, να μεταμορφώνουν, την ταλαιπωρία και το δυσάρεστο σε μια περιπέτεια που έχει και ευχάριστες όψεις».
Κάτι σαν την ταινία του Μπενίνι «Η ζωή είναι ωραία»;
«Τηρουμένων των αναλογιών, φυσικά, βλέποντας τα παιδιά μας ο Μπενίνι θα μπορούσε να αισθανθεί περήφανος. Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, η ταλαιπωρία που περνάμε εμείς στο πετσί μας –όχι η χώρα και όσοι αρρωσταίνουν ή είναι στα νοσοκομεία- αλλά εμείς, οι φαινομενικά απρόσβλητοι, είναι μια ταλαιπωρία οικονομική και νοιώθουμε σαν τα λιοντάρια στα κλουβιά. Δεν συγκρίνεται όμως με αυτά που περνούν οι πρόσφυγες ούτε φυσικά με αυτά που δείχνει ο Μπενίνι στην ταινία.
Πιστεύω ότι ο πιο ανθρώπινος άνθρωπος είναι τα παιδιά, όχι με την έννοια ότι τα παιδιά είναι αγγελούδια, γιατί είναι και αγγελούδια και διαβολούδια. Αλλά με την έννοια ότι είναι το αυθεντικό, η αυθεντική ανθρώπινη ουσία, που με την πάροδο των χρόνων, δυστυχώς πάλι για λόγους προσαρμοστικότητας, λίγο διαστρέφεται και μετριάζεται».
Επειδή τα παιδιά δεν έχουν δεύτερες σκέψεις ούτε κάνουν ίντριγκες;
«Νομίζω πως έχουν δεύτερες σκέψεις τα παιδιά, αλλά παράλληλα έχουν την δυνατότητα να καβαλάνε την ζωή και να καλπάζουν. Κι όπου τους πάει. Το μεγαλύτερο χάρισμα, πλεονέκτημα των ανθρώπων είναι η απίθανη προσαρμοστικότητά τους. Αν ένα χαρακτηριστικό μας έκανε κυρίαρχους στον πλανήτη είναι αυτό».
Ισως τα παιδιά να μην έχουν και την αίσθηση του φόβου;
«Ναι και ούτε την αίσθηση κάποιων κεκτημένων που αν τα χάσουν θα διαλυθεί ο κόσμος τους. Είναι πιο εντάξει τύποι από εμάς τα παιδιά. Και τελικά νομίζω ότι η ερώτηση θα έπρεπε να αντιστραφεί: Πώς μιλάει ένα παιδί στους γονείς του για τον Κορωνοϊό».
Τι κάνει ένας συγγραφέας αυτή την εποχή; Γράφει;
«Ενας συγγραφέας οφείλει να περιμένει. Ένα από τα απαιτούμενα της συγγραφικής τέχνης είναι να μπορείς να περιμένεις, να μην βγάζεις εύκολα συμπεράσματα, ταυτόχρονα να είσαι συναισθηματικά κοντά αλλά και διανοητικά σε μια απόσταση, για να μπορείς να κοιτάς. Και κάτι επιπλέον, σαν συμβουλή και προς νεώτερους ομότεχνους: Μην αρχίσετε να γράφετε σπαραξικάρδια για εγκλεισμούς, καραντίνα κλπ. Γράψτε κωμωδίες, γράψτε περιπέτειες. Γιατί αυτό που θα έχει ανάγκη ο κόσμος μετά θα είναι ξανασυστηθεί με την χαρά της ζωής -και λόγω οικονομικών.
Το να μεταβολίσουμε βεβιασμένα όσα συμβαίνουν τώρα και να τα κάνουμε βιβλίο, δεν βλέπω τον λόγο. Εκτός αν έχει κάποιος μια τρομερή ιδέα και μάλιστα ιδέα κωμωδίας. Να δείξεις την κατάσταση ανάποδα, απροσδόκητα. Και η κατάσταση έχει πολλά κλισέ κωμωδίας… Όπως το γεγονός ότι οι άνθρωποι, οι ίδιες οι οικογένειες πρέπει να ξανασυστηθούν και να μπουν στην διαδικασία να συμβιώσουν πραγματικά».
Πόσο η νέα κατάσταση επηρεάζει την οικογένεια;
«Όλο αυτό μοιάζει με μπουλβάρ. Με χαρά θα έβλεπα ένα μπουλβάρ… Ξαφνικά τα ενήλικα μέλη της οικογένειας που ήταν συνέχεια εκτός γιατί δούλευαν ή υποδύονταν πως δούλευαν και τα παιδιά που ήταν στο σχολείο, βρίσκονται τώρα στον ίδιο χώρο. Να δούμε πόσο θα αντέξουν οι προφάσεις και το συμβόλαιο που έχουμε υπογράψει, χωρίς να χρειαστεί να δείξουμε ότι το τηρούμε».
Και μαζί η αντοχή μας στις συμβάσεις…
«Ναι, πράγματι, θα έχει πολλή πλάκα. Το αποτέλεσμα θα το δούμε στον δείκτη των γεννήσεων και των διαζυγίων. Να προσθέσω κάτι; Παρατηρώ ότι τα αστυνομικού ενδιαφέροντος περιστατικά έχουν λιγοστέψει πάρα πολύ μαζί με τα εμφράγματα. Δεν ξέρω γιατί. Υποθέτω ότι τελικά οι άνθρωποι βρίσκουν τρόπο να συμβιώσουν».
Λέτε να επιστρέψουμε σε παραδοσιακές δομές;
«Κοιτάξτε, οι άνθρωποι άρχισαν να μαγειρεύουν σπίτι και ανακάλυψαν εκ νέου τις παραδοσιακές γεύσεις. Όχι μόνον ντελίβερι, αλλά και μαγείρεμα. Ακόμα συζητάνε τα προβλήματά τους, τσακώνονται, τα βρίσκουν, έρχονται κοντά. Είναι πολύ γόνιμο όλο αυτό και θα αποδειχθεί και κοινωνικά και μεταφορικά γόνιμο».
Θα κρατήσει και μετά;
«Η σημερινή κατάσταση έχει το εξής χαρακτηριστικό: Είναι ένα κακό, ένα μεγάλο κακό, αλλά δεν έχει διχασμό, μέχρι στιγμής. Δεν είναι οι μεν εναντίον των δε. Δεν χωρίστηκαν οι άνθρωποι σε δύο στρατόπεδα ούτε διεθνώς ούτε εσωτερικά, δεν παλεύει το ένα με το άλλο. Είμαστε ενωμένοι εναντίον του κοινού εχθρού, παγκοσμίως. Μόλις κάποιος προσπαθεί να υπονομεύσει την ενότητα είτε τον απαξιώνουμε είτε τον λοιδορούμε. Όλες τις εναλλακτικές απόψεις που ακούγαμε από την αρχή, τις θεωρούμε γραφικές. Και να θυμίσω ότι πριν από όλο αυτό, το εναλλακτικό ήταν της μόδας. Τώρα, έχουμε ομονοήσει στην παραδοχή της πραγματικότητας και στον αγώνα εναντίον του κακού.
Ας μην έχουμε όμως αυταπάτες. Με το που θα λήξει αυτό, πάλι θα αρχίσουμε να τρωγόμαστε».
Τίποτε δεν θα αλλάξει;
«Θα ήλπιζα όμως, για όσο περισσότερο μπορούμε -γιατί ο άνθρωπος είναι το ζώο που ξεχνάει, να θυμόμαστε ότι υπήρξαν άνθρωποι που πέθαναν, εφόσον την βγάλουμε καθαρή, γιατί ποτέ δεν ξέρει κανείς. Να έχουμε λοιπόν συναίσθηση της μεγάλης μας τύχης και το ότι την ζωή μας, μετά από αυτό, την χρωστάμε ο ένας στον άλλον. Να το καταλάβουμε αυτό, να το εμπεδώσουμε. Είναι πολύ συγκινητικό.
Προβλέψεις ότι θα αλλάξει η κοινωνία και δεν θα είναι ποτέ όπως πριν εγώ τις ακούω βερεσέ, διότι οι άνθρωποι που τις λένε με τόση εμβρίθεια και συχνά με στόμφο, στις αρχές Μαρτίου ήταν ανίκανοι να δουν τι θα έχει συμβεί ως την 1η Απριλίου».
Έχετε κι εσείς την αίσθηση ότι ζούμε την Ιστορία;
«Συνέχεια ζούμε την ιστορία, απλώς τώρα ζούμε μια μεγάλη ιστορική περιπέτεια. Εγώ το καλοκαίρι του ΄15 ήμουν πολύ πιο ταραγμένος και φορτισμένος ψυχικά, από ό,τι τώρα. Κι αυτό το αποδίδω στο γεγονός ότι τώρα το πρόβλημα επιμερίζεται, είναι παγκόσμιο και ότι δεν υπάρχει διχασμός. Τότε, νοιώθαμε μόνοι απέναντι σε όλο αυτό».
Ο κορωνοϊός φέρνει τους ανθρώπους σε μια κοινή αφετηρία;
«Κοιτάξτε, υπάρχουν πολύ ταξικές όψεις σ΄αυτή την ιστορία. Άλλο να ζουν πέντε άτομα σε πενήντα τετραγωνικά και άλλο σε διακόσια. Άλλο να μετράς πόσα λεφτά δίνεις την ημέρα για φαγητό και άλλο να παραγγέλνεις από ένα πανάκριβο εστιατόριο που τώρα κάνει ντελίβερι. Απλώς άμα αρρωστήσεις, είτε είσαι φτωχός είτε πλούσιος, είναι το ίδιο. Τα νοσοκομεία αναφοράς είναι τα εξής συγκεκριμένα και είναι για όλους».
Εχει μια μοναξιά και μια απομόνωση αυτή η αρρώστια. Κανείς δεν πρέπει να έρθει να σε δει…
«Η γιαγιά μου, η μαμά της μαμάς μου, ήταν από ένα χωριό στον μεσσηνιακό κάμπο, το Λουτρό. Μου διηγόταν λοιπόν η γιαγιά μου ότι υπήρχε ελονοσία τότε, γύρω στο 1915. Αυτούς που πάθαιναν ελονοσία, μαλάρια, τους απομόνωναν, τους στέλναν στα χωράφια μακριά και τους έδιναν φαΐ με ένα μεγάλο καλάμι, για να μην τους αγγίξουν. Και δεν υπήρχαν και φάρμακα τότε…. Πράγματι έχει κάτι το τελείως απάνθρωπο όλο αυτό.
Αλλά, χωρίς να μιλάω από καθέδρας, θέλω να τονίσω ότι η ματιά μου είναι αισιόδοξη. Και ο ρόλος των ανθρώπων που έχουν δημόσιο λόγο σήμερα είναι να δίνουν ένα θετικό μήνυμα».
Το καινούργιο σας βιβλίο, «Ο βασιλιάς της», ήταν να κυκλοφορήσει, αλλά το πρόλαβε ο κορωνοϊός…
«Είναι σαν να ντύνεσαι, να στολίζεσαι και την τελευταία στιγμή να μαθαίνεις ότι το πάρτι αναβάλλεται… Αλλά επειδή πρόκειται για μια αναβολή και όχι για ματαίωση, το αντιμετωπίζω ξέροντας ότι το πάρτι θα είναι εκεί. Το βιβλίο ήταν να βγει στις 22 Μαρτίου. Θα περιμένει όμως τους αναγνώστες στα βιβλιοπωλεία την πρώτη μέρα που θα ανοίξουν.
Εάν για κάτι χαίρομαι είναι ότι το είχα τελειώσει. Αν όλο αυτό με είχε βρει στην μέση, θα αποσυντονιζόμουν. Θα συνέχιζα τελικά, αλλά θα ήταν πιο δύσκολο».
Τι σας ενέπνευσε και γράψατε για τον Μενέλαο και την Ωραία Ελένη;
«Δεν ξέρω, ειλικρινά. Είχε βγει ο “Φοίνικας”, αισθανόμουν ότι είχα πει το άπαν και δεν ήξερα τι άλλο θα κάνω -μέχρι και να αλλάξω επάγγελμα σκεφτόμουν.
Ανήμερα των γενεθλίων μου, τον Αύγουστο του 2018, καθόμουν με μια παρέα σε μια ταβέρνα στο Ρέθυμνο, μεταμεσονύκτια και ενώ συζητούσαμε διάφορα άσχετα πράγματα, εγώ λέω, σαν επιφοίτηση εξ ουρανού: Και που το ξέρουμε ότι ο Μενέλαος στεναχωρήθηκε που έφυγε η Ελένη; Αυτό ήταν -σαν να γύρισε ένα κλειδί».
Υποθέτω ότι έχετε διαβάσει και ξαναδιαβάσει Όμηρο, την Ιλιάδα;
«Οι παλιότεροι έλεγαν ότι έχουν στο μαξιλάρι τους την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Έτσι κι εγώ. Τα έχω πάντα κοντά μου και ανατρέχω. Θεωρώ ότι η Ιλιάδα, η Οδύσσεια και η Αγία Γραφή είναι οι πυλώνες του πολιτισμού μας. Ο Όμηρος είναι ο παππούς μας, η μεγάλη πηγή από την οποία πίνουμε».
Σας είχε απασχολήσει ιδιαίτερα το ζεύγος;
«Όχι, δεν θα το έλεγα. Όλα τα πρόσωπα έχουν εμπνεύσει ιστορίες, όπερες, τραγούδια. Όλα, εκτός από τον Μενέλαο. Ο Μενέλαος ήταν πάντα δευτεραγωνιστής, δεύτερο, τρίτο πρόσωπο και είχε την ρετσινιά του κερατά, του μαλάκα, του γελοίου τύπου και κατώτερου της συζύγου του. Ήταν λοιπόν το κατεξοχήν πρόσωπο που μπορούσε να πιάσει κανείς για να το αποκαταστήσει. Βέβαια η σκέψη μου δεν ήταν να τον αποκαταστήσω. Απλώς μου ήρθε η ιδέα.
Σε όλη την λογοτεχνία, ο απατημένος σύζυγος είναι το θύμα της ιστορίας. Αυτό που προσπαθώ να φτιάξω στο βιβλίο είναι ένας άνθρωπος που αντιλαμβάνεται και αντιδρά διαφορετικά σ΄αυτό το γεγονός. Με δεδομένο ότι η Ελένη είναι η χαρισματικότερη γυναίκα που υπάρχει, λέω ότι δεν μπορεί να έμεινε με τον Μενέλαο εννέα χρόνια, και ο Μενέλαος να ήταν τελείως μαλάκας. Δεν μπορεί να ήταν ένας ασήμαντος. Γιατί να μείνει μαζί του;»
«Ο Βασιλιάς της» θα έλεγα πως είναι μια ιστορία έρωτα, αγάπης και εξουσίας μαζί, με φόντο το ομηρικό έπος….
«Πιστεύω ότι είναι το πιο φεμινιστικό μου μυθιστόρημα. Νομίζω ότι δικαιώνεται η γυναίκα σε όλες της τις εκφάνσεις και ότι δικαιώνεται ο έρωτας, ο οποίος γίνεται αγάπη. Ο Μενέλαος έχει ως πυξίδα του την αγάπη για την Ελένη, και η αγάπη δεν σημαίνει κτητικότητα.
Μια άλλη παράμετρος του βιβλίου είναι πως ένας έρωτας, η πιο ωραία συνωμοσία μεταξύ δύο ανθρώπων -γιατί τι άλλο είναι ο έρωτας, μπορεί να διαλυθεί από την εξουσία, από την πολιτική εξουσία. Λέγεται ότι η εξουσία είναι τρομερό αφροδισιακό. Εγώ πιστεύω ότι δεν υπάρχει λιγότερο αφροδισιακό από την εξουσία κι ότι οι άνθρωποι της εξουσίας είναι οι λιγότερο σεξουαλικοί άνθρωποι του κόσμου, ανέραστοι.
Επίσης ήθελα να αφηγηθώ τον Τρωικό Πόλεμο από την πλευρά του Μενέλαου, ο οποίος δεν τον γουστάρει καθόλου. Προσπάθησα να δείξω πόσο φρικτό πράγμα ήταν. Όπως όλοι οι πόλεμοι».
«Ο Βασιλιάς της» του Χρήστου Χωμενίδη (εκδόσεις Πατάκη) θα κυκλοφορήσει στα βιβλιοπωλεία, μόλις ανοίξουν