Το Χαλιφάτο

«Χαλιφάτο»: Πώς καταλήγουν γυναίκες από την Ευρώπη, νύφες του ISIS -Ο ωμός ρεαλισμός της συγκλονιστικής σειράς του Netflix

Μια διαφορετική σουηδική σειρά του Netflix, που εστιάζει στο θέμα του φονταμενταλισμού μέσα από τις ιστορίες τριών διαφορετικών γυναικών.

Το «Χαλιφάτο» βασίστηκε σε μια ιδέα του Wilhelm Behrman, που δημιούργησε τη σειρά μαζί με τον Nikolas Rockström, εμπνευσμένος από την πραγματική ιστορία τριών γυναικών από τη Μεγάλη Βρετανία που το έσκασαν από τις οικογένειές τους και στρατολογήθηκαν από τον ISIS. Θεωρώντας ότι μια τρομοκρατική υπόθεση θα εξαντλούνταν γρήγορα, αποφάσισε να ακολουθήσει τις πορείες τριών γυναικών και μέσα από αυτές να προσεγγίσει το περίπλοκο θέμα του θρησκευτικού φανατισμού.

Η Πέρβιν λοιπόν, είναι μια νεαρή μουσουλμάνα, που έχει μεγαλώσει στη Σουηδία, όμως έχει παντρευτεί έναν τζιχαντιστή και πλέον βρίσκεται εγκλωβισμένη στην πόλη Ράκα της Συρίας, της πρωτεύουσας του ISIS. Η Φατίμα είναι αστυνομικός, ζει στη Σουηδία και προσπαθεί να αποτρέψει μια επίθεση στη χώρα. Έτσι έρχεται σε επαφή με την Πέρβιν -μέσω ενός απαγορευμένου κινητού τηλεφώνου- από την οποία συλλέγει πληροφορίες για τα σχέδια της οργάνωσης. Στον αντίποδα η Σούλε, μια έφηβη μουσουλμάνα γεννημένη στην Σουηδία, γοητεύεται από έναν νεαρό βοηθό καθηγητή και τζιχαντιστή, που την πείθει πως θα βρει τον Θεό στην Ράκα.

Στον πρώτο κύκλο που αποτελείται από οκτώ επεισόδια, μαθαίνουμε όλες τις συνθήκες που επικρατούν στην πρωτεύουσα του ισλαμικού κράτους, ειδικά για τις γυναίκες- χαρακτηριστική η σκηνή όπου άνδρες μπαίνουν στο σπίτι της Πέρβιν μετά από έναν βομβαρδισμό με drone φωνάζοντάς της να καλυφθεί, όχι όμως για να προστατευτεί, αλλά για να μην δείξει το πρόσωπό της- αλλά και τον τρόπο που γίνεται ο προσηλυτισμός νεαρών κυρίως ατόμων από την Ευρώπη.

Με όχημα μια ενδιαφέρουσα αστυνομική πλοκή και τις ιδιαίτερες σχέσεις που αναπτύσσουν αυτές οι τρεις γυναίκες μεταξύ τους αλλά και με τον περίγυρό τους, το «Χαλιφάτο» που δεν παίζει με τους όρους μιας εντυπωσιακής παραγωγής, με ωμό ρεαλισμό, συχνά αρκετά σκληρό, καταφέρνει να δημιουργεί σασπένς και να καθηλώνει τον θεατή από το πρώτο επεισόδιο. Αν και σταδιακά το σενάριο εμφανίζει μικρές τρύπες και κενά, οι εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών της -ειδικά της Γκιζέμ Ερντογάν (που δεν έχει σχέση με τον συνονόματο Τούρκο σουλτάνο)- συμβάλλουν καταλυτικά στο να δημιουργηθεί η ατμόσφαιρα ενός πυκνού και στιβαρού θρίλερ, που τολμάει να μιλήσει για ένα καυτό ζήτημα, όπου οι ισορροπίες είναι δύσκολο να κρατηθούν.

H  Γκιζέμ Ερντογάν

Κι όμως η οπτική του «Χαλιφάτου» δεν εξισώνει και δεν δαιμονοποιεί το διαφορετικό, αντίθετα εκφράζει και την μετριοπαθή πλευρά του ισλαμικού κόσμου, ενώ ταυτόχρονα δεν φοβάται να καταγράψει και τα τρωτά σημεία της Δύσης. Η Σουηδία εδώ λοιπόν δεν μοιάζει με επίγειο παράδεισο, και οι αστυνομικές αρχές δεν παρουσιάζονται παντοδύναμοι και αλάνθαστοι σωτήρες, αλλά όλοι –αν και όχι εξίσου- μοιράζονται τις ευθύνες αυτής της άκρατης βίας. Η δραματική ιστορία της Πέρβιν και του συζύγου της που βασανίζεται από τις ενοχές του, οι συνεχείς ανατροπές που δεν περιορίζονται μονό στη δράση, αλλά επηρεάζουν τελικά και την ψυχοσύνθεση των ηρώων, καθώς κι ο έξυπνος τρόπος που συνδέονται τα όσα συμβαίνουν στη Ράκα με τα γεγονότα στη Σουηδία κάνουν το «Χαλιφάτο» μια αξιοπρόσεχτη περίπτωση, που ελπίζουμε στον δεύτερο κύκλο να μην διαψεύσει τις προσδοκίες μας.