Δημήτρης Πλειώνης

Δημήτρης Πλειώνης; «Το ταξίδι με τον εαυτό μας είναι το πιο συναρπαστικό»

Ο Δημήτρης Πλειώνης στις «Μέλισσες» παίζει τον Άλκη Σαραντόπουλο, έναν γοητευτικό επιχειρηματία από τη Λάρισα, ενώ στο θέατρο σκηνοθετεί και παίζει το «Nα σου πω μια ιστορία» του Χόρχε Μπουκάι.

Τον Δημήτρη Πλειώνη τον γνώρισα στη Δονούσα και ήταν απόλυτα ενταγμένος στο καλοκαιρινό σκηνικό ευδαιμονίας. Μιλώντας μαζί του, διαπίστωσα ότι έχει πολλά κοινά με το νησί. Είναι και εκείνος ανεπιτήδευτος, έχει έναν «αγριορομαντισμό» και μια ελευθερία που τον συνοδεύει σε κάθε του επιλογή.

Ο Δημήτρης είναι ευγενικός και μετρημένος στον λόγο του και δείχνει να ξέρει καλά τα καλλιτεχνικά που πατήματα. Τι θέλει να κάνει και πώς να το κάνει. Είναι από εκείνους τους άντρες που κρατάνε τον λόγο τους και στηρίζουν τις επιλογές τους μέχρι τέλος. Ο ρόλος του γοητευτικού επιχειρηματία από τη Λάρισα στις επιτυχημένες «Μέλισσες» τον έκανε ακόμα πιο γνωστό στο ευρύ κοινό.

Τον ρόλο του τον έχει αγαπήσει, όμως το μεγάλο στοίχημα της σεζόν είναι η παράταση «Να σου πω μια ιστορία» που διασκεύασε, σκηνοθετεί και παίζει στο θέατρο Studio Μαυρομιχάλη. Το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι αποκτά πλοκή και οι σελίδες του θα ζωντανέψουν μπροστά στα μάτια μας σε ένα φιλόδοξο εγχείρημα.

Πώς προέκυψε η επιθυμία να ανεβάσεις το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι «Να σου πω μια Ιστορία»; Το βιβλίο αναφέρεται σε έναν άνθρωπο που για πρώτη φορά πάει ψυχοθεραπεία και τη συνάντησή του με έναν πολύ ιδιαίτερο θεραπευτή, τον Χόρχε, ο οποίος, αντί για ψυχαναλυτικές αναλύσεις τού διηγείται παραμύθια, μύθους, ανέκδοτα. Μέσα από αυτές τις αφηγήσεις εκείνος βρίσκει τις λύσεις και τον δρόμο προς την αυτογνωσία. Προσεγγίσαμε το έργο σαν μια παράσταση-συνεδρία, όπου ο θεατής είναι μέρος της. Μια παράσταση εμπειρία.

Μπορεί κάποιος, δηλαδή, να δει την παράσταση και να νιώσει μετά την ανάγκη να αρχίσει ψυχοθεραπεία;Την ψυχοθεραπεία την ξεκινάς όταν ο ίδιος νιώσεις ότι θες να αλλάξεις κάτι μέσα σου και στη ζωή σου ή βρίσκεσαι σε ένα προσωπικό αδιέξοδο. Αυτό το έργο το προετοιμάζω δυο χρόνια και είναι ένα δικό μου στοίχημα, το οποίο ελπίζω να αγαπήσει το κοινό ανεξάρτητα αν έκαναν, κάνουν ή θα κάνουν στο μέλλον ψυχοθεραπεία.

Εσύ ο ίδιος έχεις κάνει ψυχοθεραπεία; Ξεκίνησα πριν δυο χρόνια και ήταν αποκαλυπτική εμπειρία. Μια εβδομαδιαία εμπειρία που συνεχίζω μέχρι και τώρα. Η αναζήτηση του εαυτού μας είναι το πιο συναρπαστικό ταξίδι που μπορούμε να κάνουμε.

Η ψυχοθεραπεία για πολλές δεκαετίες ήταν ταμπού στην Ελλάδα. Σου έλεγαν «Τι είμαι για να πάω για θεραπεία; Τρελός;». Πιστεύεις ότι πλέον αυτό έχει αλλάξει;Η εποχή μας είναι δύσκολη και γεμάτη στρες, τρέξιμο, μοναξιά, απομόνωση, φόβους, απώλειες. Είναι μια δύσκολη εποχή, όπου οι άνθρωποι έχουν αποξενωθεί, η ψυχοθεραπεία είναι ένα μέρος συνάντησης, εξομολογήσεων, αλλά και προσωπικής αναζήτησης με κάποιον ειδικό, που εσύ επιλέγεις.

Ο Δημήτρης Πλεώνης με την θεατρική ομάδα Τόπι.

Είσαι δημιουργός της θεατρικής ομάδας «Τόπι», με την οποία έχετε κάνει πολύ ξεχωριστές παραστάσεις, κυρίως για παιδιά. Γιατί επικεντρωθήκατε στο παιδικό θέατρο;Δημιουργήθηκε η ανάγκη κάποια στιγμή να κάνω παιδικό θέατρο όπως θα ήθελα να το έβλεπα εγώ σαν παιδί… Ψάξαμε άλλες παραμέτρους, νέα έργα και διαφορετικές προσεγγίσεις, έτσι ώστε να έρθουμε πιο κοντά στο παιδικό κοινό. Διάδραση, ανατροπές, χιούμορ, ήχους, σωματοκινητικές δράσεις, όπου τα παιδιά συμμετέχουν ενεργά. Οι παραστάσεις μας δουλεύονται για πάνω από ένα χρόνο πριν τις ανεβάσουμε στο θέατρο. Ανεβάσαμε Τζιάνι Ροντάρι, το «Παραμύθια για να σπάτε κέφι», μια σουρεαλιστική παράσταση που άνοιγε στα παιδιά ένα παράθυρο σε έναν κόσμο πολύχρωμο και διαφορετικό. Ανεβάσαμε πάλι Χόρχε Μπουκάι, το «Ο Τρομερός εχθρός και ο αλυσοδεμένος ελέφαντας», μια παράσταση που διαδραματιζόταν σε ένα τσίρκο.

Πως είναι τα παιδιά σαν κοινό; Τα παιδιά είναι το πιο ειλικρινές κοινό. Όταν κάτι δεν τους αρέσει, τα έχασες αμέσως. Πρέπει να τα κρατάς συνέχεια σε μια εγρήγορση. Να τα αιφνιδιάζεις, να τα προκαλείς. Είναι σαν σφουγγάρια, ρουφάνε και αφομοιώνουν τα πάντα. Έρχονται κάθε πρωί σαν ένα πολύχρωμο μελίσσι και η συναναστροφή μαζί τους, τελικά, αλλάζει και εμάς προς το καλύτερο.

Μίλησέ μου και για τη συμμετοχή σου στις «Μέλισσες». Υποδύεσαι τον γοητευτικό επιχειρηματία. Και έχεις κάψει καρδιές.Έχω; Σας ευχαριστώ πολύ! Στις «Μέλισσες» υποδύομαι τον Άλκη Σαραντόπουλος, έναν εύπορο επιχειρηματία αυτοδημιούργητο. Έφτιαξε τα δικά του μαγαζιά με ρούχα και είναι από τα δυνατά ονόματα στη Λάρισα. Αυτός ο δυνατός οικονομικά άντρας ερωτεύεται ένα κορίτσι με το οποίο συνεργάζεται και γίνεται η μούσα του. Για κακή του τύχη, όμως, είναι παντρεμένη, οπότε παραμένει ένας ανεκπλήρωτος έρωτας. Σε αυτόν τον κύκλο, ο ρόλος μου αντιτίθεται στο καθεστώς και πληρώνει το τίμημα. Όμως, οι εξελίξεις είναι ραγδαίες!

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Η τηλεόραση είναι κάτι που αγαπάς; Λόγω θεάτρου δεν είχα κάνει τηλεόραση για καιρό. Όταν ήρθε η συγκεκριμένη πρόταση και πέρασα το δοκιμαστικό χάρηκα, γιατί ήρθε σε μια εξαιρετική συγκυρία που και εγώ ήθελα να επιστρέψω. Όλη η ομάδα, από τον σκηνοθέτη, τους συγγραφείς, τους συνάδελφους ηθοποιούς μέχρι και τον τελευταίο τεχνικό είναι κομμάτια μιας καλοκουρδισμένης μηχανής, μια εξαιρετική ομάδα που σε κάνει να χαίρεσαι που είσαι εκεί.

Σε αναγνωρίζουν πλέον από τη σειρά στον δρόμο; Ναι, είναι απίστευτη η αγάπη, αναπάντεχη και καλοδεχούμενη.

Σε ρωτάνε όταν σε συναντούν να τους πεις για τη συνέχεια; Ναι, με ρωτάνε. Και αυτό δείχνει τη μεγάλη επιτυχία. Ο κόσμος αδημονεί για τη συνέχεια.

Σήριαλ και θέατρο... Ακούγεται γεμάτη η σεζόν. Είναι μια δημιουργική περίοδος μετά από μια μεγάλη περίοδο απραξίας και αποχής. Είναι σαν να μαζεύουμε όλοι τα κομμάτια μας και να μπαίνουμε πάλι σε έναν χορό που κανείς δεν ξέρει, αν θα είναι χαρούμενος ή λυπητερός.

Τις καραντίνες τις πέρασες ασφυκτικά; Έφυγα από την Αθήνα. Μια πόλη που στην καραντίνα, χωρίς θέατρο, σινεμά, πολιτισμό ήταν ασφυκτική, χωρίς καθόλου πράσινο και φύση. Είχα πάντα όνειρο να ζήσω χειμώνα σε νησί. Έμεινα Δονούσα πέντε μήνες και μετά πήγα Σύρο και ήταν, νομίζω, ό,τι καλύτερο θα μπορούσα να κάνω. Συνέχισα τα μπάνια και τον χειμώνα απολαμβάνοντας τη φύση και τη θάλασσα.

Πιστεύεις ο κόσμος έχει πάλι όρεξη για θέατρο; Ο πολιτισμός είτε αυτό λέγεται θέατρο, χορός, μουσεία, τέχνες, είναι ένα απαραίτητο εφόδιο που μας βοηθάει να ονειρευόμαστε, να χανόμαστε, να φεύγουμε από αυτήν τη ζοφερή πραγματικότητα. Ναι, πιστεύω ότι έχει όρεξη και αυτή η όρεξη θα υπερνικήσει τους όποιους φόβους...

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης

Λίγο πριν φύγω του κάνω μερικές γρήγορες μου ερωτήσεις:

Αγαπημένο χρώμα: Μπλού κουακά

Αγαπημένη εποχή: Άνοιξη

Αγαπημένο νησί: Δονούσα

Αγαπημένη παράλια: Κατσούνι, στην Ανάφη

Αγαπημένο τραγούδι: I can’t take my eyes off you, Frank Valley

Αγαπημένο βιβλίο: Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα, του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ

Αγαπημένος συγγραφέας: Αλμπέρ Καμί

Αγαπημένη παράσταση: Η Γκόλφω του Καραθάνου

Αγαπημένη ταινία: Τα καλύτερά μας χρόνια, του Σίντνει Πόλακ

Αγαπημένος θεατρικός συγγραφέας: Τσέχοφ. Κλασικός, όμως πάντα υπέροχος.

Αγαπημένη συνθήκη τελειότητας:Εγώ, αυτή και τα μυστήρια

Το μεγαλύτερο ελάττωμα που σου προσάπτουν οι άλλοι: Ότι είμαι παρορμητικός

Το μεγαλύτερο ελάττωμα που εσύ αναγνωρίζεις στον εαυτό σου: Δεν ποτίζω τα λουλούδια μου τακτικά

Ένα προτέρημα σου: Πανέμορφος

Η μεγαλύτερή σου φοβία: Να αρχίσω να παίρνω τη ζωή σοβαρά

Ποιος ήταν ο ήρωάς σου στη ζωή: Ο πατέρας μου

Ένα όνειρο: Ακόμη μια μέρα.

Με τον χρόνο τι σχέση έχεις: Δεν μιλιόμαστε…

Info: «Να σου πω μια ιστορία». Δευτέρα και Τρίτη στο Studio Μαυροιχάλη. Πρεμιέρα: 18/10.