Φωτογραφία: Getty Images-Ideal Image

Κάπρι: Το νησί της γλυκιάς απραξίας υπήρξε τόπος απαγορευμένων ηδονών -Σαγήνευσε σταρ, συγγραφείς και κροίσους

Ο καλοκαιρινός γάμος της Χάιντι Κλουμ και του Τομ Κάουλιτζ, στο Κάπρι, πάνω στο «Christina O», την ιστορική θαλαμηγό του Αριστοτέλη Ωνάση, είχε μια παράξενη «ποιητική δικαιοσύνη». Και μια μελαγχολική πλευρά -ο Ελληνας Κροίσος ήταν ένας από τους πιο τακτικούς επισκέπτες αυτού του μικρού, «μαγικού βράχου» της Μεσογείου…

Στον «Λωτοφάγο», μια από τις γοητευτικές μικρές ιστορίες του Σόμερσετ Μομ, ο ήρωας -ένας πρώην τραπεζίτης ονόματι Τόμας Γουίλσον- εγκαταλείπει τη ζωή του στο Λονδίνο για να ζήσει σε ένα μικρό σπιτάκι στο Κάπρι. Θα μπορούσε να είναι μια πραγματική ιστορία ίσως να είναι κιόλας. «Το Κάπρι σε κάνει να ξεχνάς τα πάντα», παρατήρησε ο Λένιν, όταν το επισκέφθηκε το 1910, καλεσμένος του Μαξίμ Γκόρκι, που με τη σειρά του, επιστράτευσε ωραίες λέξεις και μπόλικη λυρική διάθεση για να περιγράψει αυτή την αίσθηση μη-πραγματικότητας, που κρέμεται πάνω από το νησί, σα λεπτή, καλοκαιρινή ομίχλη. «Εδώ η ζωή δεν είναι πραγματική. Είναι μια όπερα. Εδώ οι άνθρωποι δεν σκέφτονται -τραγουδούν».

Αυτή θα μπορούσε να είναι και μια ασαφής αναφορά στις ομηρικές Σειρήνες. Οι τρομερές θεότητες, που γοήτευαν με το τραγούδι τους τους ναυτικούς, οδηγώντας τους στο χαμό, κατοικούσαν, λένε, σε τούτα εδώ τα μέρη…

Το πιο ονομαστό από τα νησιά του κόλπου της Νάπολης, μοιάζει στ’αλήθεια σαν σκηνικό, σαν ψευδαίσθηση αληθινής ζωής: άγριοι, απόκρημνοι ασβεστολιθικοί βράχοι που ορθώνονται μέσα από τη θάλασσα (σ.σ. τα περίφημα faraglioni), μικρά, χρωματιστά σπιτάκια και ρωμαϊκές επαύλεις, σπηλιές με τυρκουάζ νερά, και ρωμαϊκά υδραγωγεία, ψαρόβαρκες και πανάκριβα γιοτ, μπουτίκ, εκκλησίες, πλατείες, στενές μεσαιωνικές αλέες πνιγμένες στις μπουκαμβίλιες και ελικοειδή δρομάκια που σκαρφαλώνουν στο βουνό, κήποι με αγάλματα και exclusive resorts, που αιωρούνται, σχεδόν στο κενό -όλα συνυπάρχουν γλυκά, χαμένα μέσα σε μια βλάστηση μεσογειακή, οργιώδη.

H περίφημη Villa Jovis του Τιβέριου / Φωτογραφία: Getty Images-Ideal Image

Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ήταν οι πρώτοι που υπέκυψαν στην μυστική γοητεία του νησιού. Ο Αύγουστος, το αποκαλούσε «γη της γλυκιάς απραξίας». Αργότερα, το 27 π.Χ. ο γιος του ο Τιβέριος, μετακόμισε μόνιμα εδώ, μεταφέροντας στο Κάπρι το κέντρο της αυτοκρατορίας επί μία δεκαετία. Σοβαροί ιστορικοί gossip columnists, όπως ο Σουητώνιος και ο Τάκιτος, ορκίζονται πως η βίλα του, η περίφημη Villa Jovis, ήταν τόπος βασανιστηρίων και ρωμαϊκών οργίων με νεαρά αγόρια, και πως από το περίφημο Salto di Tiberio, (ένα μικρό πλάτωμα, σε έναν απότομο, ψηλό βράχο) o σκληρός αυτοκράτορας συνήθιζε να γκρεμίζει στο κενό τους εχθρούς του, τους κακούς υπηρέτες και τους προδότες εραστές. Αλήθεια ή ψέματα, η ιστορία, προσέδωσε εξαρχής στο νησί έναν αέρα τρυφηλότητας και άγριου, ριψοκίνδυνου ηδονισμού.

O Ζαν Πολ Σαρτρ στο Κάπρι / Φωτογραφία: AP

Ήδη, με το γύρισμα του 19ου αιώνα, στο μαγικό Κάπρι, άρχισαν να συρρέουν οι «καταραμένοι»: μελαγχολικοί ή εκκεντρικοί Αμερικανοί, Γερμανοί καλλιτέχνες, ξεπεσμένοι αριστοκράτες, ποιητές, στοχαστές, ελεύθερα πνεύματα, αμφισβητίες, Ρώσοι αυτοεξόριστοι πολιτικοί και συγγραφείς: ο Σόμερσετ Μομ, ο Μάξιμ Γκόρκι και ο Λένιν (που κατέφυγαν στον «παράδεισο» της Μεσογείου κυνηγημένοι από τις τσαρικές αρχές), ο Ζαν Πολ Σαρτρ, η Γιουρσενάρ, αργότερα ο Μοράβια, ο Κοκτό και ο Καμύ. Ο Γκράχαμ Γκριν, ανάμεσα στα ταξίδια του, επέστρεφε πάντα στη βίλα Ροζάιο, το σπίτι που διατηρούσε στο Ανακάπρι. Οι παλιότεροι, τον θυμούνταν να κάθεται στο Γκραν Καφέ, στην πλατεία, και να λύνει σταυρόλεξα των Times, ή να τρώει κάθε μεσημέρι στο Gemma, φορώντας έναν παράξενο μπερέ. Ο ευρυμαθής συγγραφέας Νόρμαν Ντάγκλας, (που όπως ο αυτοκράτορας Τιβέριος και μερικοί ακόμα από τους «επιφανείς» πολίτες του Κάπρι, π.χ. ο Σουηδός ποιητής βαρόνος Φέρσεν ή ο Γερμανός μεγαλοβιομήχανος όπλων Φριτς Κρουπ) έτρεφε ένα άσβεστο πάθος για τα άγουρα, εφηβικά κορμιά, άφησε την τελευταία του πνοή στο Κάπρι, το νησί-σκηνικό του «Νότιου Ανέμου», του πιο γνωστού μυθιστορήματός του στα 84 του. Τα gossips κάνουν λόγο για μια ανίατη ασθένεια και μια μεγάλη δόση υπνωτικών χαπιών. Ο Φέρσεν και ο Κρουπ αυτοκτόνησαν επίσης -ο Παράδεισος, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να γίνει αβάσταχτος.

O Βασιλιάς Φαρούκ και η Βασίλισσα Ναριμάν / Φωτογραφία: AP

Λέγεται, πως στα 30’s o Moυσολίνι επιχείρησε να βάλει όρια, για να «συμμαζέψει» κάπως τα προκλητικά ήθη και τον αέρα ανυπότακτης ελευθερίας που φυσούσε στο Κάπρι. Ήταν όμως αργά. Ακόμα και η κόρη του, Έντα Τσιάνο, αν και παντρεμένη με τον υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας, δεν κατάφερε να αντισταθεί «στο κάλεσμα των Σειρήνων» και ερωτεύτηκε παράφορα τον Πιέτρο Καπουάνο, ιδιοκτήτη του «Chantecler», του πιο γνωστού κοσμηματοπωλείου του Κάπρι. Μάλιστα, μετά το θάνατο και την ήττα του Μουσολίνι, ο Καπουάνο, ήταν αυτός που την «φυγάδευσε» στο νησί, κρυμμένη μέσα σε ένα φορτηγό, κάτω από σωρούς λαχανικών!

LA DOLCE CAPRI

H Μπριζίτ Μπαρντό στο Κάπρι. 1961 / Φωτογραφία: AP

Μεταπολεμικά, στη διάρκεια των 50’s και των 60’s, το Κάπρι, η «βασίλισσα της πέτρας» -όπως το αποκαλούσε ο Πάμπλο Νερούδα, που επίσης πέρασε και έζησε εδώ- θα γίνει πραγματικό κινηματογραφικό ντεκόρ για ιταλικές κωμωδιούλες και γλυκόπικρα ερωτικά δράματα: «Αvventura a Capri», «Βellezze A Capri», «Ιf this be sin» κ.λπ. Στο «Bay of Naples» (Διακοπές στη Νάπολη), η Σοφία Λόρεν ερωτεύεται έναν πλούσιο Αμερικανό -τον Κλαρκ Γκέιμπλ- και εγκαταλείπει το Κάπρι για να τον ακολουθήσει στην Αμερική. Στο «Mepris», (Περιφρόνηση), ο «πάπας» της νουβέλ βαγκ Ζαν Λικ Γκοντάρ, θα χρησιμοποιήσει ως σκηνικό την Casa Malaparte του Κάπρι (σ.σ. την περίφημη «κόκκινη βίλα», με την ανάποδη πυραμιδωτή σκάλα, που θεωρείται το αριστούργημα της ιταλικής αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα), για να αποθεώσει τον αισθησιασμό της Μπριζίτ Μπαρντο.
Είναι η εποχή, που στην ιστορική Piazzetta του νησιού, «το living room του κόσμου», όπως την χαρακτήρισε -όχι άδικα- ο Νόρμαν Ντάγκλας, συρρέουν σταρ του Χόλιγουντ και στίφη από paparazzi. Και που, αργά το βράδυ, μπορεί να δει κανείς τον Φρανκ Σινάτρα να πίνει ένα απεριτίβο δίπλα στην Ελίζαμπεθ Τέιλορ, τη Σοφία Λόρεν, τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, την Ίνγκριντ Μπέργκμαν με τον Ροσελίνι, τον Τονι Κέρτις, την Γκρέτα Γκάρμπο, την Γκρέις Κέλι, τον Όρσον Ουέλς με τη Ρίτα Χέιγουορθ. Οι άνθρωποι της μόδας θα ακολουθήσουν. Στα τέλη της δεκαετίας του 60, ο Βαλεντίνο αγοράζει μια από τις παλαιότερες βίλες του νησιού, τη βίλα Cercola και οργανώνει μυθικά πάρτι στα οποία συχνάζουν αριστοκράτες, μοντέλα, Κροίσοι και λαϊκά αγόρια του νησιού, σε ένα υπέροχο, παρακμιακό mix and match.

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΩΝΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΠΡΙ

Ο Κερκ Ντάγκλας στο Κάπρι / Φωτογραφία: AP
Ο Κλαρκ Γκέιμπλ στους δρόμους του δημοφιλούς θέρετρου / Φωτογραφία: AP
Ο Πάμπλο Νερούδα / Φωτογραφία: AP

Ο Αριστοτέλης Ωνάσης ήταν, επίσης, ένας από τους πιο τακτικούς «θαμώνες» του Κάπρι. Το είχε επισκεφθεί με την πρώτη του σύζυγο, Τίνα Λιβανού, αργότερα με την Μαρία Κάλλας, και τέλος με την Τζάκι, μετά το γάμο τους, το 1968. Κατέφθανε στο νησί, με την θαλαμηγό του, το «Χριστίνα», πάνω στο οποίο διοργάνωνε και ο ίδιος ξέφρενα ολονύχτια γλέντια, όπου η σαμπάνια έρρεε άφθονη. Όσο για την Τζάκι, είναι -μέχρι και σήμερα- μια από τις πιο αγαπητές celebrities που πέρασαν από δω. Οι φωτογραφίες της βρίσκονται παντού, οι δε ντόπιοι διηγούνται ακόμα ιστορίες για το πώς της άρεσε να πίνει φρεσκοστιμένη λεμονάδα, από τα αυτοσχέδια μικρά μαγαζάκια στις πλατείες. Ή πώς το 1962, όταν ήταν ακόμα Τζάκι Κένεντι, μια Πρώτη Κυρία με ισχυρή fashion άποψη, ζήτησε από τον ιδιοκτήτη του καταστήματος «Canfora», με τα ονομαστά χειροποίητα σανδάλια, να ανοίξει τα μεσάνυχτα, ώστε να μπορέσει να κάνει τα ψώνια της ανενόχλητη. (σ.σ. Ας σημειωθεί, πως για χάρη της, σχεδιάστηκε το μοντέλο «Κ» -ένα σανδάλι απλό και σικ, το οποίο, έκτοτε, το Canfora συμπεριλαμβάνει σε όλες του τις κολεξιόν και που εξακολουθεί να μοσχοπουλάει…).

Αριστοτέλης και Τζάκι στο Κάπρι / Φωτογραφία: AP

Η δαπανηρή επέλασή της «Τζάκι Ο» στα φημισμένα κοσμηματοπωλεία του νησιού, μαζί με τον Ωνάση, έχει μείνει, επίσης, αξέχαστη. Στο βιβλίο «Κάπρι: Οι πρωταγωνιστές μιας χρυσής εποχής», η Λίνα Φεντερίκο (η σύζυγος του ιδιοκτήτη του κοσμηματοπωλείου «La Campanina») αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ένα βράδυ που το ζευγάρι (σ.σ. Αριστοτέλης- Τζάκι) έτρωγε στο εστιατόριο «Pina», η Τζάκι αποφάσισε ξαφνικά ότι ήθελε να αγοράσει ένα κόσμημα. Τηλεφώνησε στον Αλμπέρτο και του ζήτησε να της φέρει μια χρυσή αλυσίδα. Κατόπιν εντολής της ο κοσμηματοπώλης της έδειξε το κόσμημα μέσα στις τουαλέτες του εστιατορίου. Δεν ήθελε να τη δει κανένας».

Ο Valentino με την Τζάκι Ωνάσση / Φωτογραφία: AP

Στις δημόσιες εμφανίσεις της στο νησί, η Τζάκι -ως ισχυρό, πολυφωτογραφημένο fashion icon- επέβαλε ένα στιλ, που έμελλε να καταγραφεί στην ιστορία της μόδας: στενά, λευκά capri pants φορεμένα με ένα απλό μαύρο T-shirt, χειροποίητα σανδάλια, μεγάλα γυαλιά ηλίου και σοφιστικέ μαντήλια για το πρωί. Κομψά φορέματα ή φαρδιές, τσιγγάνικες φούστες, με μεγάλες ζώνες για το βράδυ. Λέγεται πως ο ίδιος Ωνάσης, που είχε ισχυρή άποψη για το ντύσιμο της συζύγου του και ξόδευε αφειδώς για την γκαρνταρόμπα της, τη συμβούλευε να επιλέγει βραδινά, από αέρινα, πολύτιμα υφάσματα και απλά κοσμήματα από χρυσό. Έλεγε πως έτσι η Τζάκι θα θύμιζε Σειρήνα. Ή αρχαία Ελληνίδα θεά.

Ο Αριστοτέλης Ωνάσης, η Τζάκι Ωνάση και ο Κένεντι jr στο Κάπρι / Φωτογραφία: AP

Το 1965, όταν ο Ερβέ Βιλάρ, τραγούδησε «Capri, c’est fini», για χάρη μιας χαμένης αγάπης, το κομμάτι έγινε παγκόσμιο hit. Δεν έλεγε όμως αλήθεια. Το Κάπρι δεν τελείωσε, δεν θα μπορούσε να τελειώσει. Ακόμα και σήμερα το νησί -παραγκωνισμένο, ίσως, για χάρη άλλων, νέων, εξωτικών προορισμών, και σκονισμένο, «τσαλακωμένο» ελαφρώς από την μαζική «επέλαση» εκατομμυρίων τουριστών, συνεχίζει να γοητεύει τους rich and famous. Η Tζούλια Ρόμπερτς και η Ελίζαμπεθ Χάρλεϊ, ο Χάρισον Φορντ και η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, η Ναόμι Κάμπελ και η Μαράια Κάρεϊ (που όποτε καταλύει στο ονειρικό Capri Palace «κλείνει» όλο το spa για λογαριασμό της), η Σαρλότ Κασιράγκι, η Φιόνα Σβαρόφσκι, είναι όλοι τους μέλη μιας λέσχης επίλεκτων, που εδώ και 2.000 χρόνια, ανταποκρίνονται στο μαγικό του κάλεσμα και επιστρέφουν διαρκώς εδώ, ψάχνοντας την απάντηση στο ίδιο, παλιό ερώτημα: τελικά το Κάπρι υπάρχει;