Στο Gypsy Jungle μπορείς να φας μπλε τζατζίκι και ελληνικό σούσι
Στο Gypsy jungle στην Αγία Ειρήνη ο μαγικός ρεαλισμός έρχεται στο πιάτο σας.
Όταν έμαθα ότι ο Ινδονήσιος executive σεφ Janual πήγε στο Gyipsy jungle έτρεξα με ενθουσιασμό. Ένα μικρό μαγαζάκι στο πεζόδρομο της Αγίας Ειρήνης που μοιάζει με μαγική Εδέμ και μέσα εκεί νομίζεις κατοικεί ο Νταλί και οι φίλοι του οι σουρεαλιστές. Ένας μαγικός παράδεισος στην καρδιά της Αθήνας με το βράχο της Ακρόπολης φάτσα κάρτα. Τόσο αναπάντεχη βλάστηση τόσα έντονα χρώματα και ένα μαγαζί που τελικά είναι «Ticket to the tropic».
Με το που πατάω το πόδι μου, σαν κάτι εσωτερικά να μετακινείται και μεταφέρομαι κάπου αλλού, μακριά από σκοτούρες, την πόλη και τους έντονους ρυθμούς. Ψυχή του μαγαζιού το αγαπημένο επιχειρηματικό ζευγάρι, οι Αλέξανδρος Συρόπουλος και Μαρία Χοριανοπούλου, οι οποίοι μου εξηγούν ότι ήθελαν να δημιουργήσουν μια αίσθηση τρόπικαλ. «Θέλαμε να δημιουργήσουμε μια αστική ζούγκλα. Mια ζούγκλα με τσιγγάνικα στοιχεία για όλους τους vagabond της ζωής, για τις ελεύθερες ψυχές. Το μαγαζί το ζωγράφισαν έξι καλλιτέχνες. Όλο στο χέρι και το έργο κράτησε τρεις ο μήνες που δούλευαν νυχθημερόν» λένε οι ίδιοι.
Το παρατηρώ προσεχτικά και θαυμάζω το mix and much στοιχεία του μαγαζιού. Μαϊμούδες με φτερά, ένας ελέφαντας που κάνει ισορροπία, μια άλλη μαϊμού πάνω σε ένα παγόνι. Μάτια, χέρια και η δική μου τσιγγάνικη ψυχή είναι σαν να ξεδιπλώνεται.
Το ενδιαφέρον είναι ότι, ενώ το Gypsy jungle είναι γεμάτο από πολλά και ετερόκλητα στοιχεία, αντί να σε «φορτώνει», με έναν τρόπο σε κάνει να νιώθεις ότι είσαι μέρος και εσύ αυτού του εξωτικού σκηνικού. Ενδιαφέρον βρίσκω το πάντρεμα της ασιατικής κουζίνας με την ελληνική. Ο σεφ δούλεψε πολλά χρόνια στο Μπαλί, την Ταϊλάνδη, τις Μαλδίβες. Εγώ τον είχα συναντήσει γευστικά στη Ρόδο σε ένα πεντάστερο ξενοδοχείο και είχα ενθουσιαστεί με τις ντελικάτες γεύσεις του. Έκτοτε τον ακολουθώ σαν υπνωτισμένη. Η ιδέα του ελληνικού σούσι ήταν του Αλέξανδρου.
Ο ίδιος έζησε πολλά χρόνια στην Αυστραλία και έχει επιρροές από διαφορετικές κουλτούρες. Έτσι, σκέφτηκε ότι μπορούσε να έχει ενδιαφέρον αυτό το πάντρεμα, να συνδυάσεις δηλαδή την ελληνική κουζίνα με τη φιλοσοφία του σούσι. Να κάνει δηλαδή rolls με ψάρια δικά μας και άλλα ελληνικά υλικά, όπως τα αμπελόφυλλα τυλιγμένα με ρύζι, κινόα, σολομό. Τα δοκιμάζω αρχικά επιφυλακτικά -γιατί εγώ ομολογώ φοβάμαι των νεοτερισμό στις γεύσεις -και ενθουσιάζομαι. Πραγματικά, οι γεύσεις είναι φίνες, νιώθεις τα υλικά και τη φρεσκάδα τους.
Το μπλε τζατζίκι διστάζω να το φάω. Μου εξηγούν ότι δεν έχει χρωστικές και η βελούδινη γεύση δημιουργεί ένα αίσθημα αγαλλίασης στον ουρανίσκο. Ό,τι τρώω έχει αυτήν τη φίνα γεύση, που αφήνει ακόμα μια πιο φίνα επίγευση -και εδώ ο σεφ δείχνει τη μοναδική του εμπειρία και πόσο σκληρά, αλλά πάντα με μεράκι, δούλεψε το μενού.
Στο Gypsy Jungle την τιμητική του έχει και το brunch -που δεν σερβίρεται μόνο τα Σαββατοκύριακα αλλά κάθε μέρα. Μου φέρνουν έναν «σιδηρόδρομο με pancakes», έτσι το γράφει ο κατάλογος και πρόκειται για μια γευστική πιατέλα με αλμυρά και γλυκά, που σου κόβουν την ανάσα. Δοκιμάζω αυτό με το αβγό μάτι και τα λιωμένα τυριά και πραγματικά η καρδία μου χάνει έναν χτύπο και ο ουρανίσκος μου γουργουρίζει όλο χαρά. Συμπληρώνω με ένα γλυκό τσουρέκι και κρέμα εκμέκ. Δεν έχω πραγματικά λόγια. Μια μπουκιά, χίλιες λέξεις. Επιδέξιο και το cheesecake by GJ, με μπισκότο oreo και μαρμελάδα κόκκινων φρούτων.
Το Gypsy Jungle είναι ένα εξωτικό «παρεΐστικο» στέκι, που λειτουργεί από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Μην ξεχάσω να σας μιλήσω και για τα ξεχωριστά κοκτέιλ. Η παρουσίαση άξιζε χειροκρότημα, αφού ένα κοκτέιλ ήρθε φλαμπέ και άναψε κυριολεκτικά φωτιά. To λένε «Dragon» και είναι πικάντικο και spicy, με εκχυλίσματα από τρεις διαφορετικές πιπεριές, τεκίλα, λάιμ και σιρόπι αγαύης. Εγώ πάλι ζητάω μια μαργαρίτα λεμόνι που, ενώ είναι ένα κλασικό ποτό, έχει μεγάλη διαφορά ποιος στην φτιάχνει. Πράγματι, ενθουσιάστηκα!
Στο Gypsy Garden βλέπω πολλούς τουρίστες και οι διαφορετικές γλώσσες και κουλτούρες συμβάλλουν στην αίσθηση ότι βρίσκεσαι κάπου μακριά. «Νομίζω ο τουρίστας βρίσκει μια αναπάντεχη Εδέμ. Μας λένε ότι τους ενθουσιάζει η βλάστηση και ότι χώρεσε μια ζούγκλα σε ένα δωμάτιο. Τον Ιούλιο του 2019 που ανοίξαμε είχαμε συνωστισμό από κόσμο. Κάθε βράδυ είχαμε και διαφορετικό Dj, o κόσμος χόρευε στο πεζόδρομο κάτω από τη φωτισμένη Ακρόπολη, ήταν ένα μεγάλο ανοιχτό πάρτι. Άλλαξε, όμως, αυτό με την πανδημία. Φιλοδοξούμε ότι θα επιστρέψουμε σε αυτές τις βραδιές με μουσικές και αγκαλιές» μου λέει η Μαρία και στα μάτια της διαβάζω αυτήν την ανάγκη και την επιθυμία όλων μας.
Φεύγοντας, τη ρωτάω να μου πει τι εύχεται για το μαγαζί. «Να έρχονται στο Gypsy Jungle χαρούμενοι άνθρωποι και να φεύγουν ακόμα πιο χαρούμενοι και χαμογελαστοί. Να ξεκινήσουν εδώ μεγάλοι έρωτες, να φτιάξουν όμορφες αναμνήσεις».
Ιnfo: Αιόλου 27