Στα Τρίκαλα θα αφήσεις ένα κομμάτι της καρδιάς σου
Η πατρίδα του Τσιτσάνη και του Μητροπάνου. Η γη της παράδοσης. Η χώρα των ξωτικών και των μύθων και ο τόπος που ενέπνευσε καλλιτέχνες και μουσικούς κάθε είδους. Τα Τρίκαλα είναι ένας προορισμός που φεύγεις με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψεις. Σύντομα.
Στα Τρίκαλα δεν είχα ξαναπάει. Και σε όποιον έλεγα ότι ετοιμάζομαι για τριήμερο στον νομό μου απαντούσε «θα περάσεις τέλεια». Οι προσδοκίες μου, λοιπόν, ήταν υψηλές και το μόνο που μπορώ να πω, κοιτάζοντας τις φανταστικές (αμέτρητες) φωτογραφίες που έχω συγκεντρώσει στο κινητό μου, είναι ότι η εμπειρία μου τις ξεπέρασε -και με το παραπάνω.
Μια πόλη περήφανη για τις παραδόσεις της (δικαιολογημένα), με ανθρώπους που τις τιμούν όπως τους αρμόζει. Φιλόξενους, με χιούμορ, έτοιμοι να σε καλωσορίσουν και να σε «κατακλύσουν» με συμβουλές για το πώς θα φύγεις από την πόλη γεμάτος εμπειρίες (και με γεμάτο στομάχι).
Πρώτη στάση ήταν στο Μουσείο Τσιτσάνη, το οποίο ακόμα βρίσκεται σε διαδικασία δημιουργίας και, όπως μαρτυρά το όνομά του, θα είναι αφιερωμένο στον μυθικό μουσικό που χάρισε στο ελληνικό πεντάγραμμο αληθινούς θησαυρούς. Όπως μας ενημέρωσε ο διευθυντής του, θα έπρεπε να είχε ήδη ολοκληρωθεί, αλλά λίγο ο κορωνοϊός λίγο η γραφειοκρατία, καθυστέρησαν το άνοιγμά του.
Με πάθος και μεράκι, μας μίλησε για τον σπουδαίο μουσικό που μεγάλωσε στα Τρίκαλα «Ο πατέρας του Βασίλη Τσιτσάνη καταφτάνει στα Τρίκαλα το 1900 και ανοίγει ένα τσαγκαράδικο -έφτιαχνε τα περίφημα γιαννιώτικα τσαρούχια, τα ραφτά. Από τα 13 του παιδιά επιβιώνουν τα 4, ένας από αυτούς ήταν ο μετάπειτα μυθικός μουσικοσυνθέτης, που γεννήθηκε το 1915. Ο ίδιος μεγάλωσε σε ένα σπίτι όπου η μουσική ακουγόταν. Ο πατέρας του ήταν ερασιτέχνης μουσικός και έπαιζε ένα λαούτο που το είχε μετατρέψει μάλιστα και σε μπουζούκι. Απαγόρευε όμως στον γιο του να ασχοληθεί με τη μουσική. Όμως στην ηλικία των 11 ο Βασίλης Τσιτσάνης χάνει τον πατέρα του και αποφασίζει να ακολουθήσει το πάθος του. Όταν γράφεται στο γυμνάσιο, παίρνει μαθήματα κλασικής μουσικής από έναν Ιταλό καθηγητή, αλλά λίγους μήνες αργότερα το εγκαταλείπει. Αργότερα, θα δικαιολογήσει την απόφασή του, λέγοντας ότι το μπουζούκι εξέφραζε ιδανικά τον μουσικό του κόσμο. Τα πρώτα του τραγούδια τα έγραψε στο Γυμνάσιο, το οποίο τελείωσε με δυσκολίες. Στη συνέχεια γράφτηκε στη νομική σχολή, για να γίνει δικηγόρος…».
Κάπως έτσι μας σύστησε τον Βασίλη Τσιτσάνη αφήνοντάς μας με την επιθυμία να μάθουμε όσο το δυνατόν περισσότερα για τη μουσική ιδιοφυΐα του.
Το μουσείο θα στεγάσει ό,τι αφορά στη ζωή και το έργο του και είναι το πρώτο που είναι αφιερωμένη στον δημιουργό. Θα φιλοξενήσει προσωπικά του αντικείμενα, ρούχα, μπαγλαμάδες, μπουζούκια, ιδιόγραφες σημειώσεις. Παράλληλα, μέσα από πολύτιμες πληροφορίες και εκθέματα θα περιγράφεται η ζωή του, από τα πρώτα του χρόνια έως την απόλυτη δόξα.
Μάλιστα, αξίζει να αναφέρουμε ότι κατά τις εργασίες για το μουσείο μια μεγάλη αποκάλυψη ήρθε στο φως. Στο ίδιο σημείο -όπου για την ιστορία να αναφέρουμε ότι από το 1890 μέχρι το 2006 βρίσκονταν οι φυλακές Τρικάλων- αποκαλύφθηκε το Δίδυμο Οθωμανικό Λουτρό που σήμερα λειτουργεί ως μουσειακός χώρος ελεύθερα επισκέψιμος. Ο χαρακτηρισμός Δίδυμο, αποδίδεται στη χρήση του τόσο από γυναίκες όσο και από άντρες.
Σε απόσταση δευτερολέπτων από το Δίδυμο Οθωμανικό Λουτρό, το Κουρσούμ Τζαμί ένα από τα καλύτερα διατηρημένα τζαμιά της χώρας. Το όνομά του στα τούρκικα σημαίνει Μολυβένιο τζαμί και έχει πάρει το όνομά του από τον μολυβένιο θόλο που τον σκεπάζει. Η παράδοση θέλει τον Οσμαν Σαχ -διοικητή της οθωμανικής αυτοκρατορίας στην περιοχή- να θεραπεύεται στα Τρίκαλα από βαριά ασθένεια και σε ανταπόδοση έχτισε το επιβλητικό αυτό τζαμί.
Η εξωτερική του όψη μαρτυρά την αριστοτεχνία με την οποία κατασκευάστηκε, ενώ αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι ακριβώς απέναντι βρίσκεται η ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, γεγονός που αναδεικνύει την απίστευτη πολυπολιτισμικότητα και ιστορικότητα της περιοχής!
Φυσικά, δεν γίνεται να έρθεις στα Τρίκαλα και να μην επισκεφτείς το επιβλητικό Φρούριο. Σημείο αναφοράς της πόλης, συνάντησης για ανθρώπους κάθε ηλικίας, όπου στέκει περήφανο το περίφημο ρολόι (ο θρύλος το θέλει ορατό από όποιο σημείο της πόλης και αν σταθείς -κάποιες φορές που το δοκίμασα το έβλεπα, αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν ορκίζομαι ότι ισχύει!). Υπέροχο, θα σε «αναγκάσει» σχεδόν να βγάλεις το κινητό σου και να απαθανατίσεις την ώρα που το επισκέπτεσαι.
Ατμοσφαιρικό, με την ιστορία του να μοιάζει σχεδόν απτή και να περνά μπροστά από τα μάτια σου, το Βυζαντινό Φρούριο κρύβει μέσα του την κληρονομιά της περιοχής δεν λειτουργεί μόνο ως μνημείο, αλλά και ως τοποθεσία για διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, θεατρικές παραστάσεις κ.ά.
Από αυτό το σημείο η θέα στα Τρίκαλα -που απλώνονται πιάτο μπροστά σου- είναι συγκλονιστική (τόσο, που σχεδόν ξεχνάς να τη φωτογραφίσεις). Αν θες ακόμα πιο πανοραμική θέα, τότε μπορείς να ανέβεις τα σκαλοπάτια του ρολογιού και να βγεις στο περιμετρικό μπαλκόνι του -ο χρόνος προσωπικά δε μου το επέτρεψε, αλλά αν εσύ αντέχεις και έχεις το περιθώριο κάντο, αξίζει να θαυμάσεις και τη μόνιμη έκθεση φωτογραφίας που φιλοξενείται στο εσωτερικό του.
Λίγο πριν κατευθυνθούμε προς την ταβέρνα όπου θα ζούσα μια από τις πιο αξέχαστες γαστρονομικές εμπειρίες των τελευταίων ετών (ναι αλήθεια λέω) βολτάραμε στο Βαρούσι, μια από τις πιο γραφικές περιοχές, ένας παραδοσιακός οικισμός, με πέτρινα διώροφο σπίτι που έχουν χαρακτηριστεί στο σύνολό τους διατηρητέα. Εδώ έμενε η αριστοκρατία της πόλης έως τις αρχές του 20ού αιώνα και οι σύγχρονοι κάτοικοι σέβονται την κληρονομιά και την ιστορικότητά του. Υπέροχα στενά, όλα άξια φωτογραφίας, με κτίρια απίστευτης αισθητικής.
Το Βαρούσι έχει συνδεθεί με τον μύθο του Σακαφλιά, του ξακουστού κακοποιού που φυλακίστηκε στις αρχές του αιώνα και δολοφονήθηκε με το χερούλι ενός τηγανιού. Το θρυλικό «Στα Τρίκαλα στα δύο στενά σκοτώσανε τον Σακαφλιά» του Τσιτσάνη έμελλε να αφήσει την ιστορία του αναλλοίωτη στον χρόνο. Αν και ο μύθος θέλει τη δολοφονία να πραγματοποιείται στα στενά του Βαροσίου, πολλοί ντόπιοι ξεκαθαρίζουν ότι τα «στενά» του Τσιτσάνη είναι αυτά των φυλακών.
Ύστερα, σειρά είχαν τα Μανάβικα, ένας δρόμος που μυρίζει κυριολεκτικά ελληνική παράδοση και γαστρονομία, καθώς εδώ θα βρεις τα πιο διαλεχτά πιάτα -όλα ένα κι ένα. Τόσο διαλεχτά που γεύοντάς τα είναι σαν να μαθαίνεις λίγο καλύτερα την πόλη, την αγαπάς λίγο πιο πολύ -δεν μπορείς να κάνεις και διαφορετικά.
Μια στάση και μια βαθιά ανάσα πριν ξεκινήσουμε το φαγοπότι, καθώς εδώ πρέπει να αναφέρουμε τη σπουδαία δράση «Meteorisimo», η οποία έχει βάλει στόχο να βγάλει τη τρικαλινή γαστρονομία εκτός συνόρων, προωθώντας τοπικά προϊόντα και γεύσεις, μέσα από εστιατόρια, ταβέρνες και καταστήματα.
Ένα από τα συνεργαζόμενα εστιατόριο είναι ο «Ίανθος» (όπου και φάγαμε). Μια φανταστική ταβέρνα, με ευγενέστατο προσωπικό γεμάτο όρεξη να μας εξηγήσει τι ήταν το καθετί που τρώγαμε, να επαναλάβει την ονομασία του αλλά και να μας διηγηθεί την ιστορία του κτιρίου όπου στεγάζεται τώρα το μαγαζί. Εδώ, λοιπόν, κάποτε φιλοξενούνταν ένα πορνείο -το σπίτι της Γεωργίας.
Ενθουσιάστηκα με το κατσιαμάκι, η ελληνική πολέντα που φτιάχνεται με καλαμποκάλευρο, νερό και τυρό και το έτρωγαν οι ντόπιοι όταν δεν τους έφταναν τα χρήματα για τίποτα άλλο -τυρί έβαζαν αν τους περίσσευε. Πεντανόστιμο, δοκίμασέ το. Σειρά είχε ο πλαστός, η εκπληκτική χορτόπιτα που φτιάχνεται με καλαμποκάλευρο, χωρίς φύλλο -μπουκιά και συχώριο, κρατήθηκα να μη φάω δεύτερο κομμάτι (για να τη δοκιμάσουν και οι υπόλοιποι). Στο τραπέζι βρέθηκε κι ένα δροσερό γαλοτύρι και παντζάρια.
Μη φύγεις από τα Τρίκαλα χωρίς να δοκιμάσεις τα συγκλονιστικά λουκάνικα -μην πεις «εντάξει, τι διαφορά έχει από τα υπόλοιπα» γιατί θα σε κοιτάξουν όλοι με στραβό μάτι και θα έχουν δίκιο. Εδώ τα λουκάνικα (με το πράσσο να τους δίνει μια ακόμα πιο ιδιαίτερη γεύση) έχουν την τιμητική τους και δίκαια. Λαχταριστά, είναι η απόλυτη επιτομή του comfort, σαν κάθε δαγκωνιά να σου επιβεβαιώνει ότι, όσο υπάρχουν αυτά τα λουκάνικα στον κόσμο, η μέρα σου θα μοιάζει λίγο καλύτερη (μου αρέσει το φαγητό, συγνώμη για την υπερβολή).
Τα δύο κυρίως (αν και μη αναγκαία, καθώς είχαμε ήδη σκάσει) χαίρομαι που τα δοκίμασα (aka τα άδειασα). Οπωσδήποτε πάρε ένα χοιρινό πρασοσέληνο για τη μέση, το οποίο λιώνει κυριολεκτικά στο στόμα. Είναι ένα πιάτο που φτιάχνεται σε γιορτές (αν και τέτοια γεύση αξίζει να την απολαμβάνει κανείς πιο συχνά). Και τέλος, το κατσικάκι σιγομαγειρεμένο, λουκούμι, με πατατούλες. Από τα μάτια που του αξίζουν τα τόσα υποκοριστικά -μαμαδίστικο full και ύμνος στα ελληνικά τραπέζι. Love.
Όσο για τα γλυκά… Και εδώ οι άνθρωποι δεν αστειεύονται. Μετά από το παραπάνω «πανηγύρι» σαν να βρήκε με ένα μαγικό τρόπο το στομάχι μας χώρο και για το γλυκό (μια φίλη έλεγε ότι πάει σε δεύτερο στομάχι το γλυκό, ίσως να έχει δίκιο). Ήρθε μπροστά μου ένα τέλειο πράγμα, η σπάτουλα. Ένα κέικ πνιγμένο σε ντελικάτη κρέμα, ένας μαγικός συνδυασμός γεύσεων χωρίς φιοριτούρες και περιττούς εντυπωσιασμούς που σε κερδίζει από το πρώτο «μμμμμ...».
Ο επόμενος σταθμός απόλαυσης ήταν ο χαλβάς κι εδώ θέλω από τους φίλους Τρικαλινούς να με συγχωρέσουν γι’ αυτό που θα πω -υπήρξε ένα debate γι’ αυτό το θέμα- αλλά στην όψη του μοιάζει με των Φαρσάλων, αλλά δεν είναι ίδιος. Θα το ξαναπώ για να αποφύγω τα απειλητικά μηνύματα -δεν είναι ίδιος! Πιο κρεμώδης και βουτυρένιος, με άπαιχτη, πλούσια γεύση σου χαρίζει αυτήν την αίσθηση πολύτιμη πληρότητας που προσφέρει ένα γαστρονομικό αριστούργημα. Ποίηση.
Φεύγοντας από το μαγαζί δεν μπορούσαμε παρά να σταθούμε στην εκπληκτική τοιχογραφία στα Μανάβικα, η οποία σου προκαλεί τέτοια νοσταλγία, που σου έρχονται δάκρυα στα μάτια -σαν να έχεις ζήσει κι εσύ την εποχή του Τσιτσάνη. Ένα εντυπωσιακό έργο, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2006 από Γάλλους καλλιτέχνες και αναπαριστά σκηνές από τη ζωή στα Τρίκαλα, τις αγορές, του ανθρώπους, τα χαμόγελα -και ψηλά σε περίοπτη θέση, ο αθάνατος μουσικοσυνθέτης με το μπουζούκι του να μας υπόσχεται ότι οι μουσικές του θα ηχούν αιώνια.
Ταξίδι στα Τρίκαλα χωρίς πολλές βόλτες στον Ληθαίο δεν νοείται. Ο ποταμός που διασχίζει το κέντρο της πόλης είναι από μόνο του αξιοθέατο καθώς της δίνει μια παραμυθένια χροιά, σαν να βρίσκεσαι σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Ανάσα δροσιάς τους καλοκαιρινούς μήνες, όταν μπορείς να κάνεις και βαρκάδα- και μαγικό τοπίο όταν τα φύλλα αποκτούν τη φθινοπωρινή του παλέτα, ο Ληθαίος είναι καμάρι για τους κατοίκους και με το δίκιο του. Σε συνδυασμό με τον χριστουγεννιάτικο στολισμό, το σκηνικό ήταν πραγματικά υπέροχο, με αποτέλεσμα το μόνο που θέλαμε ήταν να πάρουμε ένα ζεστό τσάι και να απολαύσουμε το αναζωογονητικό κρύο, με θέα τα νερά του ποταμού. Οι φωτογραφίες πολλές, με τις γέφυρες να λειτουργούν ως το ιδανικό prop.
Ο λόγος που τα Τρίκαλα γίνονται ο απόλυτος προορισμός τα Χριστούγεννα είναι -μεταξύ πολλών άλλων- ο Μύλος των Ξωτικών. Ένα παραμύθι ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια σου και νομίζεις ότι μπαίνει σε έναν χώρο μαγικό, κινηματογραφικό. Όπου και να κοιτάξεις βλέπεις χαρά, χαμόγελα, ακούς γέλια, χρώματα και αισθάνεσαι το γιορτινό πνεύμα να σε κατακλύζει!
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, κάτι καινούριο συμβαίνει στο Μύλο των Ξωτικών… Μια νέα ιστορία που θα ταξιδέψει μικρούς και μεγάλους σε ένα κόσμο παραμυθένιο και μαγικό! Ο Άη Βασίλης, έχοντας φυσικά μαζί τους πολύτιμους βοηθούς του τα ξωτικά και τους παραμυθένιους ταράνδους ξεκίνησε το ταξίδι του για να προλάβει μέχρι τα Χριστούγεννα να επισκεφθεί τα παιδιά όλου του κόσμου και να καταλήξει στον αγαπημένο του Μύλο των Ξωτικών. Ιππότες μιας άλλης εποχής εμφανίσθηκαν και φύλαξαν τον αγαπημένο μας Μύλο από τους “εισβολείς”. Φιλοξενήθηκαν στο παραμυθένιο Κάστρο που δημιούργησε ο Άη Βασίλης με τα ξωτικά και θα μας συντροφεύσουν τα φετινά Χριστούγεννα στην πόλη των Τρικάλων!
Φεύγοντας από τα Τρίκαλα, πέρα από γλυκές αναμνήσεις και ένα κινητό που κοντεύει να γεμίσει από τις αμέτρητες φωτογραφίες που σίγουρα έχεις βγάλει, αξίζει να βάλεις στη βαλίτσα σου και μερικά τοπικά προϊόντα. Κάνε μια στάση στο παντοπωλείο «Ζαρογιάννης», το οποίο συμμετέχει στο Meteorisimo και προσφέρει μια μεγάλη ποικιλία προϊόντων δικής του παραγωγής αλλά και συνεργαζόμενων τοπικών προμηθευτών. Μεταξύ άλλων θα βρεις τυροκομικά, λουκάνικα, ξινόγαλα, χειροποίητες μαρμελάδες, φυστικοβούτυρα, παραδοσιακά ζυμαρικά και φυσικά τσίπουρο. Και φυσικά απαραίτητα χαλβά από τον Μπουλογιώργο!