Μινιόν: Η ιστορία του θρυλικού πολυκαταστήματος της Αθήνας που έγινε συνώνυμο των γιορτών
Όσοι έχουν ζήσει τα παιδικά τους χρόνια τη δεκαετία του '80 ή του '90 αποκλείεται να μη θυμούνται με νοσταλγία το «Μινιόν». Εκεί όπου κάθε χρόνο, ο Άγιος Βασίλης περίμενε μικρούς και μεγάλους για να φωτογραφηθεί μαζί τους, στον όροφο των παιχνιδιών που ήταν σχεδιασμένος έτσι για να προσφέρει μόνο χαρά. Γιατί αυτό ακριβώς ήθελε να δίνει και ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης που άλλαξε τα δεδομένα της αγοράς στην Ελλάδα, ο Ιωάννης Γεωργάκας.
Ήταν δεκατριών χρόνων, όταν άφησε την Ολυμπία, τον τόπο καταγωγής του, και ήρθε στην Αθήνα για να κερδίσει τα προς το ζην. Από μικρός άλλωστε ο Γιάννης είχε την ικανότητα να επιβιώνει ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες. Δραστήριος και πανέξυπνος, δεν φοβήθηκε να δουλέψει από σερβιτόρος μέχρι τσιλιαδόρος παπατζήδων για να βγάζει το ψωμί του. Ταυτόχρονα, διψασμένος για γνώση, γράφτηκε και σε νυχτερινό σχολείο, το οποίο τελείωσε με αμέτρητες θυσίες. Αργότερα, πήγε φαντάρος και με την επιστροφή του στην πρωτεύουσα άρχισε να κάνει διανομές σε περίπτερα με ένα ποδήλατο.
Κάπως έτσι βρέθηκε στο περίεργο για την εποχή μαγαζί του Άγγελου Σεραφειμίδη, ενός Έλληνα από την Αμερική, που είχε μετατρέψει έναν μικροσκοπικό χώρο σε παντοπωλείο στα Χαυτεία. Εκεί μπορούσες να βρεις ό,τι έβαζε ο νους του ανθρώπου: από τσίχλες μέχρι είδη οικοκυρικής. Ο Γεωργάκας εντυπωσιάστηκε από την ιδέα και τον έπεισε να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Πράγματι, το πρώτο «Μινιόν», όπως είχε ονομάσει ο Σεραφειμίδης την επιχείρησή του, επεκτάθηκε γρήγορα και οι συνέταιροι απέκτησαν το πρώτο τους μαγαζί στα Χαυτεία και πάλι.
Μετά από τον πόλεμο το 1944 ο Γεωργάκας ανακάλυψε το κτίριο στην οδό Πατησίων και έβαλε μπροστά την ιδέα ενός πολυκαταστήματος. Ο Σεραφειμίδης, όμως, πλέον έχει κουραστεί και αποφασίζει να επιστρέψει στα ΗΠΑ. Εκείνος έμεινε μόνος του, αποφασισμένος να συνεχίσει.
Μέσα σε λίγα χρόνια το Μινιόν κατάφερε να γίνει σημείο αναφοράς. Ο Γεωργάκας με το επιχειρηματικό του δαιμόνιο κατήργησε τη λογική του παζαριού, καθόρισε στάνταρ τιμές στα προϊόντα, εισήγαγε τον θεσμό των εκπτώσεων, τη λίστα αγορών και τη λίστα γάμου, έβαλε διαφημίσεις σε ραδιόφωνα και εφημερίδες και δημιούργησε ένα πρότυπο πολυκατάστημα, το ενδέκατο μεγαλύτερο στην Ευρώπη, που είχε τα πάντα. Μάλιστα, ήταν ο πρώτο μαγαζί στην Αθήνα που απέκτησε κυλιόμενες σκάλες και κλιματισμό, ενώ χρησιμοποίησε ηλεκτρονικούς υπολογιστές σε εποχές που δεν θα το φανταζόταν κανείς.
Το πιο εντυπωσιακό σημείο του «Μινιόν» ήταν ο όροφος με τα παιχνίδια. Ο Γεωργάκας μάλιστα έφερε φιγούρες της Disney σε εποχές που οι δασμοί ήταν τόσο μεγάλοι που κάτι τέτοιο έμοιαζε απαγορευτικό και διοργάνωνε πληθώρα εκδηλώσεων για ευχαριστεί τους πελάτες του. «Ήθελε να βλέπει τον κόσμο χαρούμενο», έλεγαν όσοι τον ήξεραν, ενώ στις μέρες των Χριστουγέννων βρισκόταν πάντα ο ίδιος εκεί για να μοιράζει σοκολάτες στα παιδιά.
Τη δε περίοδο της Χούντας, ο επιχειρηματίας, γνωστός για τις δημοκρατικές του ιδέες, έδωσε καταφύγιο στους φοιτητές και τους διαδηλωτές κατά της διδακτορίας, χωρίς να υπολογίζει το κόστος.
Παραμονές των Χριστουγέννων του 1980 όμως, συγκεκριμένα στις 18 Δεκεμβρίου, το όνειρο του Μινιόν πήρε φωτιά. Ένας εμπρησμός που κράτησε τρεις ώρες με τις πυροσβεστικές δυνάμεις να μην μπορούν να το θέσουν υπό έλεγχο, κατέστρεψε ολοκληρωτικά το πολυκατάστημα. Η πυρκαγιά ξεκίνησε από τους υψηλότερους ορόφους, δηλαδή εκεί όπου βρίσκονταν τα πλέον εύφλεκτα υλικά. Μέσα σε λίγες ώρες το Μινιόν ήταν παρελθόν. Εκείνη τη μέρα, η ηλεκτροδότηση σε όλη την περιοχή της Ομόνοιας είχε σταματήσει, ενώ τα 42 οχήματα, οι 135 πυροσβέστες και όλοι οι μαθητές της Πυροσβεστικής σχολής δεν κατάφεραν να σώσουν το «παιδί» του Γεωργάκα, όπως έλεγε ο ίδιος χαριτολογώντας το κατάστημά του.
Με δηλώσεις του τότε, ο Ανδρέας Παπανδρέου κατηγόρησε την κυβέρνηση Ράλλη ότι «επιτρέπει σε παρακρατικά και εγκληματικά στοιχεία να επιδίδονται σε καταστροφές που θίγουν επαγγελματίες και εργαζόμενους, καθώς και τη γαλήνη του κόσμου». Για «σκοτεινή υπόθεση» έκανε λόγο το ΚΚΕ. Ο πρωθυπουργός ενημέρωσε το πρωί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή και σε δηλώσεις του κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για «εκμετάλλευση του τραγικού γεγονότος».
Στις 22 Δεκεμβρίου, την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80», που ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ. Στην προκήρυξή της, που ταχυδρομήθηκε στις εφημερίδες, έγραφε ότι ο λόγος της συγκεκριμένης ενέργειας ήταν πως: «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές (αναφέρεται και στο κατάστημα του Κατράντζου που επίσης παραδόθηκε στις φλόγες) στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».
Ο Γεωργάκας όμως δεν ήταν από τους ανθρώπους που παραιτούνταν εύκολα. Έτσι στρώθηκε στη δουλειά και ανέστησε το Μινιόν από την αρχή, παρά τις τεράστιες οικονομικές δυσκολίες. Τα πράγματα όμως δεν πήγαιναν καλά και τελικά το 1983, αφού πρώτα εντάχθηκε στις λεγόμενες «προβληματικές επιχειρήσεις», πέρασε στα χέρια του κράτους. Τα νέα πολυκαταστήματα κι οι καινούργιες συνθήκες, που επικρατούσαν στο λιανεμπόριο καθιστούσαν σχεδόν αδύνατη την ομαλή λειτουργία του. Αυτό όμως δεν ήταν το τελευταίο κεφάλαιο για το μαγαζί, που άλλαξε τα δεδομένα στην χώρα μας.
Το 1991, ο Γεωργακάς στα 79 του πια, με τη βοήθεια των συνεταίρων, ανακτά και πάλι τον έλεγχο της επιχείρησής, όμως πλέον η κατάσταση στην αγορά είχε γίνει πολύ δύσκολη για επιχειρηματίες όπως εκείνος. Παρ’ όλα αυτά, το Μινιόν συνέχισε να αποτελεί σημείο αναφοράς για τα Χριστούγεννα, αλλά οι ελαφρώς αυξημένες τιμές των προϊόντων άρχισαν να λειτουργούν αποτρεπτικά για το ευρύ κοινό.
Παράλληλα, έχοντας να αντιμετωπίσει μια σειρά από δυσμενείς καταστάσεις, όπως προβλήματα ρευστότητας, οι κακές σχέσεις με προμηθευτές, αλλά και μια αποκάλυψη κυκλώματος εκβιασμών, που λειτουργούσε στον ημιώροφο του κτιρίου, το Μινιόν κατέβασε τα ρολά του το 1998. Όλοι τότε θεωρούσαν ότι αυτό ήταν και το οριστικό του τέλος. Φαίνεται όμως πως η δύναμη και αγάπη του Γεωργάκα, που έφυγε από τη ζωή το 2002 σε ηλικία 90 ετών, παραμένουν ζωντανές για να κάνουν και πάλι το «θαύμα».
Οπότε, η είδηση ότι το θρυλικό κατάστημα θα ανοίξει και πάλι τις πόρτες του τα επόμενα Χριστούγεννα δεν εξέπληξε κανέναν στην πραγματικότητα, αφού η ιστορία ως γνωστόν πάντα επαναλαμβάνεται. Μάλιστα, πρωτοπορώντας και πάλι, θα μεταμορφωθεί σε ένα σύγχρονο βιοκλιματικό κτίριο μικτής χρήσης, με γραφεία, κατοικίες και εμπορικούς χώρους. Ο Γεωργάκας δεν θα είναι εκεί για να δει την αναγέννησή του, όμως σίγουρα όσοι έχουμε συνδέσει την παιδική μας ηλικία μαζί του, θα περιμένουμε με ανυπομονησία τα εγκαίνια, για να βγάλουμε ακόμα μια φωτογραφία με τον Άγιο Βασίλη, όπως παλιά...