Πώς η ζάχαρη προκαλεί προβλήματα υγείας
Τα τελευταία 30 χρόνια το ποσοστό παχυσαρκίας έχει διπλασιαστεί και η αύξηση στην εμφάνιση του διαβήτη είναι αδιάκοπη.
Το πρόβλημα όμως δεν σταματά εκεί. Οι παχύσαρκοι άνθρωποι που πάσχουν από τη νόσο του διαβήτη έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση και αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, καρκίνου, εγκεφαλικού αλλά και εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ.
Από ότι όλα δείχνουν κάτι έχει αλλάξει στις διατροφικές συνήθειες, στον τρόπο ζωής και το περιβάλλον και προκαλεί αυτές τις ασθένειες.
Η εξήγηση που δίνουν οι ειδικοί είναι ότι οι άνθρωποι καταναλώνουν περισσότερες θερμίδες από αυτές που «καίνε», επομένως αυτή ανισορροπία προκαλεί την παχυσαρκία, που με τη σειρά της φέρνει τη νόσο του διαβήτη.
Ο πιο πιθανός ένοχος αυτής της εξέλιξης είναι η ζάχαρη, ανεξαρτήτου ποσότητας, καθώς αυτός ο υδατάνθρακας έχει συγκεκριμένες σωματικές, μεταβολικές και ορμονικές επιδράσεις στον άνθρωπο.
Αν και ο ρόλος των σακχάρων και των γλυκών είχε υποτιμηθεί στο παρελθόν, οι ειδικοί καθώς και οι αρχές έχουν πια αντιδράσει στην απειλή ότι η ζάχαρη είναι μια μεγάλη αιτία της παχυσαρκίας και του διαβήτη και θα πρέπει να φορολογείται βαριά ή να ρυθμιστεί προκειμένου να μειωθεί η κατανάλωση της.
Αυτό δεν προκύπτει επειδή πιστεύουν πως η ζάχαρη προκαλεί άμεσα μια ασθένεια, αλλά μάλλον επειδή πιστεύουν ότι αυτός ο υδατάνθρακας αποτελεί απλώς «κενές θερμίδες» που οι άνθρωποι καταναλώνουν σε υπερβολικό βαθμό επειδή είναι εύγευστος.
Με αυτή τη λογική εκτοπίζει άλλα θρεπτικά στοιχεία της διατροφής ή απλά προσθέτει «άχρηστες» και περιττές θερμίδες στο σώμα, οι οποίες παχαίνουν.
Πώς όμως θα καταλάβει κανείς ότι η ζάχαρη είναι ο άμεσα συνδεδεμένος ύποπτος;
Ενα από τα αποδεικτικά στοιχεία είναι το γεγονός ότι η αύξηση του διαβήτη και της παχυσαρκίας έχει παρατηρηθεί παράλληλα με την αύξηση στην κατανάλωση του προϊόντος αυτού. Και αυτό αφορά όχι μόνο στις δυτικές χώρες, αλλά και σε εκείνες που η ζάχαρη δεν ήταν ποτέ κομμάτι της διατροφικής τους κουλτούρας.
Ερευνα η οποία χρονολογείται στα 60s αλλά αγνοείται συστηματικά από τους διατροφολόγους και τις αρχές έχει συνδέσει τη ζάχαρη με το μεταβολικό σύνδρομο, ένα σύνολο προβλημάτων.
Η ζάχαρη μαζί με άλλους επεξεργασμένους υδατάνθρακες αυξάνει το σάκχαρο στο αίμα. Στη συνέχεια απελευθερώνεται ινσουλίνη, που μεταφέρει τις ουσίες στα κύτταρα των ιστών του σώματος, για να χρησιμοποιηθούν ως πηγή ενέργειας.
Η κοινή επιτραπέζια ζάχαρη αποτελείται από δύο συστατικά, τη φρουκτόζη και τη γλυκόζη, με την πρώτη να είναι καταστροφική.
Σε αντίθεση με άλλους υδατάνθρακες, η φρουκτόζη μεταβολίζεται στη συκώτι και αποθηκεύεται ως λίπος, προκαλώντας ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη, που με τη σειρά της είναι επιβλαβής στον οργανισμό του ανθρώπου, με μια σειρά από ανωμαλίες που είναι γνωστές ως μεταβολικό σύνδρομο.
Ο διαβήτης τύπου 2 αποτελεί συνέπεια της ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη και το ίδιο ως ένα βαθμό και ασθένειες που συνδέονται με το διαβήτη και την παχυσαρκία, όπως η υπέρταση, οι καρδιακές παθήσεις, το Αλτσχάιμερ.
Ανάμεσα στις πιο σοβαρές συνέπειες βρίσκεται το γεγονός ότι η ζάχαρη μπορεί να προκαλέσει καρκίνο.
Στη δεκαετία του εξήντα οι αρχές δημόσιας υγείας πίστευαν πως πολλοί τύποι καρκίνου μπορούσαν πιθανότατα να προληφθούν μέσα από διατροφικές αλλαγές.
Δέκα χρόνια πριν, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι όσο υψηλότερο επίπεδο ινσουλίνης είχαν οι άνθρωποι στο αίμα, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες είχαν να αποκτήσουν καρκίνο, ενώ όποιος έχει χαμηλά επίπεδα της ορμόνης, έχει και μειωμένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου.
Αν τα υψηλά επίπεδα των σακχάρων που καταναλώνει ο άνθρωπος προκαλούν ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη, τότε είναι δύσκολο να αποφευχθεί το συμπέρασμα ότι η ζάχαρη είναι η αιτία ή τουλάχιστον προωθεί τον καρκίνο.