Δημήτρης Ντάσιος: Ο αλχημιστής της μόδας που υφαίνει παράδοση, τέχνη και ταξίδια σε κάθε δημιουργία
Ο Δημήτρης Ντάσιος είναι, για να το πούμε απλά, αλχημιστής ως σχεδιαστής μόδας.
Η πορεία του λίγο-πολύ γνωστή: Ξεκίνησε το ταξίδι του από τη γηγενή Αθήνα, όπου αρχικά σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο, πριν ακολουθήσει το πάθος του για τη μόδα και την Τέχνη. Εκπαιδεύτηκε ως ηθοποιός και κλασικός τραγουδιστής, ενώ παράλληλα ανέπτυξε ενδιαφέρον για τον σχεδιασμό κοσμημάτων και κοστουμιών. Καθώς καθιερωνόταν στην Εθνική Λυρική Σκηνή, άρχισε να εξερευνά τον χώρο της μόδας, πρωτοπορώντας με σχεδιασμούς αξεσουάρ και ενδυμάτων.
Ως μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Σχεδιαστών Μόδας, άρχισε να παρουσιάζει τις συλλογές του σε ιδιωτικές εκθέσεις από το 2005, κερδίζοντας αμέσως τον θαυμασμό των κριτικών και του κοινού. Οι πασαρέλες του έγιναν γρήγορα θρυλικές, αποδεικνύοντας την ικανότητά του να συνδυάζει την τέχνη και την καινοτομία με τη μόδα στην Ελλάδα.
Τον συναντήσαμε ένα βροχερό απόγευμα στο ατελιέ του στη Βασιλίσσης Σοφίας, όπου κάθε γωνιά αναδεικνύει την αισθητική και τη φιλοσοφία του. Χρώματα που ακτινοβολούν ζωντάνια, υφάσματα που «χορεύουν» με διαφορετικές υφές και τέχνες, καθώς και αντικείμενα από διάφορες κουλτούρες και παραδόσεις που συλλέγονται στα ταξίδια του, όλα εναρμονίζονται για να δημιουργήσουν έναν μοναδικό καμβά που φέρνει την υπογραφή του «Dimitris Dassios».
Η εξελικτική πορεία του Δημήτρη Ντάσιου
«Εγώ αρχικά ήμουν ηθοποιός και τραγουδιστής στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Παράλληλα σχεδίαζα κοσμήματα περισσότερο για χόμπι. Κάποια στιγμή το είδα πιο σοβαρά, στις αρχές του 2000, και ήρθα σε επαφή με κάποιες γκαλερί ξεκινώντας έτσι εκθέσεις σε αίθουσες Τέχνης και στο Μουσείο Μπενάκη. Τότε έγιναν οι "Πτυχώσεις", η πρώτη έκθεση που εγκαινίασε το Μουσείο Μπενάκη στην οδό Πειραιώς, όπου συμμετείχα ενώ παράλληλα έτρεχε έκθεση στην γκαλερί Σκουφά και συγχρόνως μου πρότειναν να γίνω μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Σχεδιαστών, ο οποίος είχε μόλις συσταθεί. Έτσι κι έγινε. Ξεκινήσαμε μια πολύ μεγάλη διοργάνωση το 2005 στο Ζάππειο Μέγαρο και στο δεύτερο show αγόρασε τη συλλογή μου η Maria Luisa Poumaillou από το Παρίσι, που ήταν από τις μεγαλύτερες buyers του κόσμου, για τα καταστήματά της. Μετά από δύο σεζόν έβγαλα τα πρώτα denim jackets, με έμπνευση από ένα ταξίδι στην Ανατολή. Συγκεκριμένα, τα είδαν ένας Ιταλός και μια Γαλλίδα που μας έκαναν consulting στον σύλλογο, οι οποίοι εντυπωσιάστηκαν και τα έστειλαν στο Μιλάνο και στο Παρίσι. Μπήκαν κατευθείαν στις 50 καλύτερες μπουτίκ του κόσμου, και από τότε η μία συλλογή διαδέχεται την άλλη και κάπως έτσι ξεκίνησε η πορεία μου στο εξωτερικό».
Πλέον, γνωρίζει καλά τι χρειάζεται για να παραμείνει κάποιος στην κορυφή. «Εγώ εμπνέομαι από την Τέχνη γενικότερα, έχω έναν πολύ μεγάλο έρωτα από παιδί για τα εικαστικά και τη μουσική και παράλληλα με επηρεάζει πολύ το εθνικό στοιχείο. Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό για έναν σχεδιαστή να έχει μία ταυτότητα εθνική, ειδικά όταν δεν προέρχεταια από τις παγκόσμιες πρωτεύουσες της μόδας, το Παρίσι ή το Μιλάνο. Και νομίζω πως αυτό ήταν και το στοιχείο που με διαφοροποίησε από τους υπόλοιπους στο εξωτερικό, εκτιμήθηκε πολύ. Αλλά κάθε φορά η κάθε συλλογή έχει και μία διαφορετική επιρροή. Από ένα ταξίδι που έχω κάνει, από ένα καινούργιο μουσείο που μπορεί να έχω επισκεφθεί, μια έκθεση που μπορεί να έχω δει. Οι παραστάσεις είναι συνεχείς...».
Εξομολογείται, δε, πως μέσα σε αυτά τα περίπου 20 χρόνια βίωσε πολλές προκλήσεις, όπως η λαίλαπα της οικονομικής κρίσης, την οποία αντιμετώπισε δουλεύοντας στο εξωτερικό. «Όταν κόπασε πια η καταιγίδα της οικονομικής κρίσης, επενδύσαμε στην Ελλάδα και συνεχίζουμε. Επιμένω να έχω την προσωπική μου ταυτότητα χωρίς να κάνω εκπτώσεις στον σχεδιασμό ώστε να γίνω πιο mainstream». Την κρατάει και την υπηρετεί ως μια άλλη όψη της «εκπαίδευσης» που τον έκανε ό,τι είναι σήμερα. «Η Ελλάδα είναι ένας χώρος αρκετά συντηρητικός στη μόδα, οπότε αυτό είναι μια πρόκληση. Ακριβώς όμως επειδή έχω επιμείνει στην ταυτότητά μου, νομίζω πως μου έχει ανοίξει δρόμους τους οποίους δεν θα μπορούσα να διασχίσω αν προσπαθούσα να αρέσω σε όλους» πρόσθεσε.
Με αφορμή τον προαναφερόμενο συντηρητισμό της Ελλάδας, τον ρωτώ ποια πελάτισσα θεωρεί πιο «δύσκολη». «Βρίσκω την Ελληνίδα πιο δύσκολη για το δικό μου προϊόν», απαντά. «Στο εξωτερικό όλες οι συλλογές γίνονται άμεσα αποδεκτές και sold out. Νομίζω ότι έχουν μεγαλύτερο εύρος παραστάσεων και μια κουλτούρα πιο ελεύθερη. Νομίζω ότι οι Ελληνίδες ειδικά με το εθνικό στιλ, έχουν ένα θέμα γιατί τους στέλνει προς την Ανατολή και δεν το θέλουν. Η αλήθεια είναι, βέβαια, πως με την πάροδο του χρόνου αυτό εξαλείφεται και βλέπω σιγά σιγά να το αποδεχόμαστε».
Συζητάμε για την ελληνική μόδα και το στιλ των Ελληνίδων. Τι θα άλλαζε ο Δημήτρης Ντάσιος; «Αυτό που θα άλλαζα και το πιστεύω πολύ είναι ότι θα έπρεπε η ελληνική μόδα, μέσα από τους Έλληνες σχεδιαστές που είναι ιδιαίτερα ταλαντούχοι, να γίνει πιο άμεσα αποδεκτή από τα περιοδικά και γενικότερα τον Τύπο. Δεν γίνεται όλες οι χώρες να προβάλλουν τους δικούς τους σχεδιαστές και στην Ελλάδα να υπάρχει ακριβώς το αντίθετο και να προβάλλονται οι ξένοι. Βάζουμε τρικλοποδιά στην ίδια μας παραγωγή και δημιουργικότητα. Όσον αφορά το στιλ των Ελληνίδων, είναι συντηρητικές, κι αυτό είναι και το μεγαλύτερο λάθος τους. Δηλαδή να μην "προκαλέσω", να μη "φανώ". Από την άλλη, δεν αποχωριζόμαστε τη σούπερ λαμπερή παγιέτα στο club, το να φορέσουμε όμως κάτι που δεν είναι στις εγγραφές μας είναι δύσκολο. Οι Ελληνίδες ουσιαστικά δεν ρισκάρουν, δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους την ανανέωση και επιλέγουν τον safe δρόμο».
Η κουβέντα έρχεται στα «ιδανικά» πρότυπα, την τάση που υπάρχει παγκοσμίως τα μοντέλα να έχουν πιο «κανονικά σώματα» λόγω των διατροφικών αλλαγών που βιώνουν, αλλά και του αντίκτυπου που έχουν στο κοινό, και ειδικά στους εφήβους. Επίσης τελευταία βλέπουμε στις πασαρέλες μοντέλα πιο ώριμης ηλικίας, όπως για παράδειγμα την Kristin Scott Thomas, που έκανε το ντεμπούτο της στην πασαρέλα για την επίδειξη της Miu Miu την τελευταία ημέρα της Εβδομάδας Μόδας του Παρισιού, τον περασμένο Μάρτιο. Κάτι που συμμερίζεται απόλυτα ο Δημήτρης Ντάσιος. «Στο τελευταίο μου show συμμετείχαν άτομα διαφόρων ηλικιών και διαφορετικών σωματότυπων. Μεταξύ των οποίων και μια πολύ αγαπημένη μου χορεύτρια της Λυρικής Σκηνής που ήταν έγκυος! Η αλήθεια είναι πώς κάθε τόσο για επικοινωνιακούς λόγους δημιουργούνται διάφορες τάσεις. Είναι σαφές αυτό. Από την άλλη, όμως, το βρίσκω πολύ σωστό επειδή ως σχεδιαστές μόδας απευθυνόμαστε σε κανονικούς ανθρώπους. Είναι εξαιρετικά σημαντικό κάποιος που παρακολουθεί το show να μπορεί να ταυτιστεί και άμεσα. Ελπίζω να συνεχιστεί, ώστε η μόδα να έρθει πολύ πιο κοντά στον άνθρωπο».
O Δημήτρης Ντάσιος εκδηλώνει, επίσης, έντονο ενδιαφέρον για συνεργασίες. Αυτό φαίνεται καθαρά από τη μακροχρόνια συνεργασία του με κορυφαίες μπουτίκ σε όλο τον κόσμο, αλλά και εμπλουτίζοντας τις δημιουργίες του με αυθεντικά, μοναδικά, παραδοσιακά κεντήματα. Στη φετινή συλλογή ο σχεδιαστής συνεργάστηκε με τους εικαστικούς Έφη Wagner Ματσούκα, Σοφία Δατσέρη και Βασίλη Γρίβα.
«Είμαι εφ' όλης της ύλης ανοιχτός σε καινούργιες ιδέες, συνεργασίες και πράγματα. Μου αρέσει να ακούω νέους ανθρώπους, λατρεύω, επίσης, να επιδρά η δουλειά άλλων ανθρώπων πάνω στη δική μου. Η πιο σημαντική συνεργασία της ζωής μου είναι με τον Γιάννη Λεμπέση, με τον οποίο έχουμε στήσει μαζί το brand, ωστόσο συνεχίζουμε σαν να είμαστε ένα άτομο με δύο πρόσωπα. Είναι ίσως και ο μοναδικός άνθρωπος που με επηρεάζει στο σχεδιαστικό θέμα, δηλαδή αν μου πει πώς κάτι δεν είναι σωστό, θα το λάβω σοβαρά υπόψη, έχω άμεση εμπιστοσύνη στη ματιά του».
Η εμπορική αντζέντα του σχεδιαστή περιλαμβάνει σήμερα δύο concept stores, τις λεγόμενες Cotecheri στη Σέριφο και στη Σίφνο (με αγαπημένα αντικείμενα από ταξίδια ανά τον κόσμο), μια boutique στην Αθήνα και τη Μύκονο, πάρα πολλά σημεία πώλησεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αλλά στη σκέψη του οι δημιουργικές ιδέες δεν σταματούν.
«Η τωρινή συλλογή που δείξαμε στο Ζάππειο έχει πολύ έντονη επιρροή από την Ελλάδα, είναι full grecian και έθνικ το στιλ, αλλά με λιτές γραμμές, έντονα χρώματα, υφές και elegance». Εξομολογείται πως του αρέσει να προγραμματίζει τη ζωή του άλλα με ένα short term πλάνο. «Δεν θέλω να είμαι long γιατί ασπάζομαι τη φιλοσοφία "Κάνω σχέδια και ο Θεός γελάει", θέλω να ξεκουραστώ το καλοκαίρι, αλλά επόμενο σχέδιο είναι μια μπουτίκ στο Παρίσι και ένα project πάλι με έμπνευση τα ταξίδια. Τα interiors είναι ένα τρελό χόμπι για εμένα και ίσως γίνει συνδυαστικά, δηλαδή με διακόσμηση και με ρούχα».
Τέλος, ο Φρέντι, το μόλις 7 μηνών σκυλάκι μου, ήταν η αφορμή για να μοιραστεί μαζί μας ο Δημήτρης Ντάσιος μια τρυφερή ανάμνηση από τη συνεργασία του με την αξέχαστη Αλίκη Βουγιουκλάκη στο θεατρικό έργο «Ωραία μου Κυρία».
«Τότε η Αλίκη συνεργαζόταν με τη Ρούλα Πατεράκη και αυτή η σύζευξη ήταν η συνεργασία της χρονιάς. Είχε, λοιπόν, γίνει μια μεγάλη ακρόση και πήγα εγώ ως νέος τότε και τραγούδησα το κομμάτι που λέει ο Φρέντι Έινσφορντ Χιλ (ο νεαρός που την ερωτεύεται στο μιούζικαλ). Τρελάθηκε και σηκώθηκε πάνω χειροκροτώντας. Ακολούθησε δεύτερη ακρόαση και τελικά τον πήρα τον ρόλο. Αναπτύξαμε μια σχέση πολύ προσωπική, χαμηλών τόνων, εμπιστοσύνης και θαυμασμού. Να φανταστείς κάποια στιγμή που είχα κρυολογήσει πολύ και είχα πάει να παίξω με 39 πυρετό, μου έδωσε το δικό της μικρόφωνο να τραγουδήσω. Ακομπλεξάριστη τελείως και στο τέλος της παράστασης, στην υπόκλιση, πήγαινε πίσω και μου έδινε μια σπρωξιά για να πάρω το χειροκρότημα. Πολύ δίκαιος άνθρωπος, γειωμένος, την αγάπησα πάρα πολύ».