Η Jeanne Moreau

Ζαν Μορό: H ηθοποιός με την φινέτσα, την βαθιά φωνή και την απαράμιλλη γοητεία που έγινε ίνδαλμα

Υπήρξε αναμφίβολα μια από τις καλύτερες ηθοποιούς του παγκόσμιου κινηματογράφου και μια γυναίκα θρύλος, που με την φινέτσα, την βαθιά φωνή και την απαράμιλλη γοητεία της έγινε ίνδαλμα.

Στα 65 χρόνια της καριέρας της, η μοιραία Μορό συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα ονόματα της εβδόμης τέχνης, γοήτευσε ακόμα και τους πιο δύσκολους σκηνοθέτες και κατέκτησε τόσο τη μεγάλη οθόνη όσο και τη σκηνή με τις ερμηνείες της.

Η Ζαν Μορό γεννήθηκε στις 23 Ιανουαρίου του 1928 στο Παρίσι, αλλά πέρασε μέρος της παιδικής της ηλικίας στο Βισί, πριν επιστρέψει για να εγκατασταθεί με την οικογένεια της στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου και τελείωσε το σχολείο. Ο πατέρας είχε ζυθοποιία και η Βρετανή μητέρα της ήταν χορεύτρια. Οι γονείς της χώρισαν όταν εκείνη ήταν έντεκα χρόνων. Η μητέρα της επέστρεψε στην Αγγλία μαζί με τη αδερφή της, όχι όμως και η Ζαν. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄40, στο κατεχόμενο από τους Γερμανούς Παρίσι, ο πατέρας της που διατηρούσε εστιατόριο ανέλαβε την φροντίδα της. Στα δεκαπέντε της η νεαρή τότε Ζαν είδε μια παράσταση της «Αντιγόνης» του Ανούιγ και αποφάσισε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός.

AP Images

Παρά την αντίθετη γνώμη του πατέρα της, εκείνη φοίτησε στο Conservatoire National d'Art Dramatique. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή το 1947 στο Avignon Theatre Festival κι έγινε βασικό στέλεχος της Κομεντί Φρανσαίζ – έναν από τους σημαντικούς θεατρικούς οργανισμούς της Γαλλίας- την περίοδο 1947-1951. Εκείνη την περίοδο ήταν η πιο νέα ηθοποιός του θιάσου.

AP Images

Ήδη από τις πρώτες της εμφανίσεις κέρδισε κοινό και κριτικούς και σύντομα η φήμη της εξαπλώθηκε.

Στη συνέχεια, συνεργάστηκε με το Theatre National Populaire κι αργότερα συγκρότησε δικούς τους θιάσους, ερμηνεύοντας πολλούς κλασικούς ρόλους σε έργα των Σαίξπηρ, Μολιέρου, Μαριβώ, Ζωρζ Φεντώ, Ιβάν Τουργκένιεφ, Αντρέ Ζιντ, Ζαν Κοκτώ, Τζωρτζ Μπέρναρ Σω, Τένεσι Γουίλιαμς, Πέτερ Χάντκε, Χάινερ Μύλερ. Μεγάλοι σκηνοθέτες όπως ο Πήτερ Μπρουκ, ο Κλωντ Ρεζύ, ο Αντουάν Βιτέζ και ο Κλάους Μίκαελ Γκρύμπερ, εμπιστεύτηκαν το ταλέντο κι η Μορό ποτέ δεν τους απογοήτευσε. Στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες της συγκαταλέγονται ο ρόλος της Βέρα στο έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ «Ένας μήνας στην εξοχή» που έπαιξε σε ηλικία μόλις 19 χρόνων, ο ρόλος της Ελίζα Ντούλιτλ στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρ Σω «Πυγμαλίων» (1954), ο ρόλος της Μάγκι στο έργο του Τένεσι Γουίλιαμς « Η λυσσασμένη γάτα» (1957), ο ρόλος της Λούλου στο έργο του Φρανκ Βέντεκιντ «Λούλου «(1976), αλλά κι ο ρόλος της Τσερλίν στο έργο του Χέρμαν Μπροχ  «Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίν « (1986-1988), για το οποίο τιμήθηκε με βραβείο Μολιέρ Α' γυναικείου ρόλου το 1988.

AP Images

Το 1949 έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο στο φιλμ «Dernier amour». Ο φακός τη λάτρεψε και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα  πρωταγωνιστούσε σε εμπορικές ταινίες, ενώ έγινε και η βασική  εκπρόσωπος  του Νέου Γαλλικού Κύματος, καθώς συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως ο Φρανσουά Τρυφώ, ο Λουί Μαλ, ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και ο Ζαν Ρενουάρ, πρωταγωνιστώντας σε μια σειρά από ταινίες που πλέον θεωρούνται κλασικές: στο «Ζυλ και Τζιμ»(1962) του Τρυφώ, όπου ερμηνεύει, τον θρυλικό ρόλο της Κατρίν, της νεαρής χαρισματικής γυναίκας που εμπλέκεται σε ένα επικίνδυνο ερωτικό τρίγωνο με δύο επιστήθιους φίλους.

Στο «Η νύφη φορούσε μαύρα» (1967), υποδύεται την Ζυλί Κολέρ, μια νεαρή γυναίκα που αποφασίζει να εκδικηθεί τους πέντε άντρες που ευθύνονται για τη δολοφονία του συζύγου της. Ακολουθεί η συνεργασία της με τον Μαλ στις ταινίες «Ασανσέρ για δολοφόνους» «Οι εραστές» (1958), και  το «Βίβα Μαρία» (1965), όπου  συμπρωταγωνιστεί με την μοιραία Μπριζίτ Μπαρντό, κερδίζοντας μάλιστα και το ΒAFTA.

ΑP Images

Εκτός από ταινίες Γάλλων σκηνοθετών, η Μορό πρωταγωνίστησε σε έργα του Λουίς Μπουνιουέλ, («Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας», 1964,), του Μικελάντζελο Αντονιόνι («Η νύχτα», 1961), του Όρσον Γουέλς («Η δίκη», 1962, «Οι καμπάνες του μεσονυκτίου», 1966, «Αθάνατη ιστορία», 1968), του Ηλία Καζάν ( «Ο τελευταίος των μεγιστάνων», 1976, στον ρόλο μιας Γαλλίδας σταρ στο Χόλυγουντ της δεκαετίας του 1930), του Τζόζεφ Λόουζυ («Εύα», 1962, στον εμβληματικό ρόλο της Εύα, μιας πόρνης πολυτελείας που ταπεινώνει έναν νεαρό συγγραφέα σε μια Βενετία που αργοπεθαίνει, «Μίστερ Κλάιν», 1976, «Η πέστροφα», 1982), του Μάρτιν Ριτ («Η Γιοβάνκα και οι άλλες», 1960), του Βιμ Βέντερς («Μέχρι το τέλος του κόσμου», 1991) και του Μανοέλ Ντε Ολιβέιρα («Ο Γκέμπο και η σκιά του», 2012), ενώ είχε πρωταγωνιστήσει και στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», το 1991, στον ρόλο της Γαλλίδας συζύγου ενός εξαφανισμένου Έλληνα πολιτικό).

AP Images


Φυσικά, το Χόλυγουντ δεν έμεινε ασυγκίνητο από την επιβλητική της παρουσία, όποτε κι εκεί πρωταγωνίστησε σε δεκάδες ταινίες, αν και ποτέ δεν κέρδισε το  Όσκαρ, παρόλο που όλοι θεωρούσαν ότι της άξιζε δικαιωματικά. Συνολικά έπαιξε σε πάνω από 150 ταινίες και απέσπασε πολλά βραβεία, μεταξύ και των οποίων της Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ των Καννών το 1960 για την ταινία «Seven Days... Seven Nights», αλλά και του «γαλλικού Όσκαρ», δηλαδή του βραβείου Σεζάρ για το φιλμ «The Old Lady Who Walked in the Sea» το 1992.

Το 1976 έκανε το σκηνοθετικό της ντεμπούτο με την ταινία «Lumiere».

Στη συνέχεια ακολούθησαν δυο ακόμα παραγωγές: τo «L’ adolescente» (1979) και το ντοκιμαντέρ για την Λίλιαν Γκις «Lillian Gish» (1983) στο οποίο εμφανίζεται κι ο θρύλος του βωβού κινηματογράφου. Όμως φαίνεται ότι αυτός ο δρόμος δεν την ικανοποιούσε, οπότε άφησε την καρέκλα του σκηνοθέτη και αφοσιώθηκε στην υποκριτική.

AP Images

Πολυτάραχη ήταν και η προσωπική της ζωή. 

Παντρεύτηκε και χώρισε τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Ζαν Λουίς Ρισάρ,με τον οποίο απέκτησε και το γιο της, τον ζωγράφο Ζερόμ Ρισάρ- ο οποίος, μάλιστα, γεννήθηκε μια μέρα μετά από το γάμο των γονιών του-  αλλά και τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γουίλιαμ Φρίντκιν. Η ίδια, πάντως, όπως είχε δηλώσει δεν ήταν γεννημένη για το ρόλο της μητέρας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι είναι πιο καλή ως γιαγιά.

AP Images


Ανάμεσα στους διάσημους με τους οποίους συνδέθηκε αισθηματικά είναι ο Αμερικανός ηθοποιός Λι Μάρβιν, ο τζαζίστας  Μάιλ Ντέιβις, ο Γάλλος σχεδιαστής μόδας Πιέρ Καρντέν,  ο Λουί Μαλ, ο Φρανσουά Τριφό, οι ηθοποιοί Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Ζαν Λουί Τρεντινιάν, ο ζεν πρεμιέ Θεόδωρος Ρουμπάνης και ο τραγουδοποιός Ζορζ Μουστακί, ενώ η Βανέσα Ρεντγκρέιβ την είχε κατηγορήσει ως υπαίτιο για τον χωρισμό της από τον Βρετανό σκηνοθέτη και σύζυγό της Τόνι Ρίτσαρντσον, που σκηνοθέτησε την Μορό στην ταινία «Mademoiselle».