«Υπολοχαγός Νατάσσα»: Άγνωστες ιστορίες από την ταινία-σταθμός του ελληνικού σινεμά

Η «Υπολοχαγός Νατάσσα», η τελευταία ταινία που έπαιξαν μαζί η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, προβλήθηκε για πρώτη φορά το 1971, σε σενάριο-σκηνοθεσία του Νίκου Φώσκολου και από τότε ταυτίστηκε με την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου.

Ο Φώσκολος, όταν του προτάθηκε να γυρίσει ταινία με την Αλίκη είχε ενδοιασμούς. Έλεγε ότι αυτός κάνει «ανδρικές ταινίες» κατά βάση, αλλά η αλήθεια ήταν πως φοβόταν ότι η εθνική μας σταρ θα παρέμβαινε, όπως το συνήθιζε, σε διάφορα σκηνοθετικά και παραγωγικά ζητήματα. Τελικά, όμως ο Φίνος και οι συνεργάτες του τον μετέπεισαν, καθώς η Αλίκη ήθελε να κάνει μια ταινία μαζί του με κάθε τρόπο.

Το διάσημο πρωταγωνιστικό ζευγάρι επέστρεφε στον Φίνο μετά από καιρό και αφού είχε συνεργαστεί με άλλες εταιρείες παραγωγής, οπότε κανείς δεν ήθελε να της χαλάσει το χατίρι. Ο δαιμόνιος παραγωγός μάλιστα τους υποδέχτηκε με μια ατάκα που έμεινε στα χρονικά: «Καλώς ήρθατε στο σπίτι σας», τους είπε, προσφέροντας στην Αλίκη τη μεγαλύτερη αμοιβή που είχε πάρει ποτέ ως τότε ηθοποιός.  



Φωτογραφία: Finos Film

Την εποχή εκείνη η τηλεόραση, που ο Φίνος ποτέ δεν συμπάθησε, είχε αρχίσει να μπαίνει στην καθημερινότητα των Ελλήνων και το σινεμά βρισκόταν σε κρίση. Εκείνος όμως τολμηρός πάντα, επένδυσε σε μια τεράστια παραγωγή, κερδίζοντας το στοίχημα. Μάλιστα, όταν πια η ταινία είχε βγει στις αίθουσες,προκαλώντας πανικό, δήλωσε: «Είδατε; Δεν υπάρχει κρίση, παρά μόνο κρίση σεναρίων και ιδεών».

Ο Φώσκολος τώρα από την πλευρά του συναντήθηκε στη Στησιχόρου με τη Βουγιουκλάκη  αρκετές φορές για να βρουν το θέμα της ταινίας. Στην πρώτη τους γνωριμία μάλιστα, παρόλο που δεν του άρεσαν τα γλυκά, αναγκάστηκε να φάει μια σοκολατίνα, για να μην την κακοκαρδίσει. Στην αρχή, εκείνη απέρριπτε οποιαδήποτε ιδέα της πρότεινε μέχρι που άκουσε την ιστορία της «Υπολοχαγού Ναυσικάς», όπως θα λεγόταν αρχικά η ηρωίδα. Αμέσως ενθουσιάστηκε και δέχτηκε, αλλά το μόνο που ζήτησε να αλλάξουν το όνομα σε Νατάσσα.

Οι δυο τους, αν και στην αρχή οι περισσότεροι θεωρούσαν πως ως εκρηκτικές προσωπικότητες δεν θα τα έβρισκαν μεταξύ τους, συνεργάστηκαν άψογα, αν και από τότε δεν ξαναδούλεψαν μαζί. Μόνο το 1981, η Αλίκη έπαιξε σε δικό του σενάριο την «Κατάσκοπο Νέλλη», που έμελλε να είναι και η τελευταία της ταινία.

Φωτογραφία: Finos Film

Το αντιστασιακό αισθηματικό δράμα που κατέκτησε το κοινό ξεκινάει με τη διήγηση της Νατάσσας Αρσένη, η οποία λείπει περισσότερα από είκοσι χρόνια από την Ελλάδα. Λίγο πριν επιστρέψει, επισκέπτεται το πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Νταχάου. Θυμάται τα χρόνια της Κατοχής και το πώς είχε γνωρίσει τον συμφοιτητή της στο ωδείο, Μαξ Ρόιτερ, ο οποίος έγινε υπολοχαγός των Ες Ες, παρόλο που η μητέρα του ήταν Ελληνίδα. Ο Μαξ κυνηγούσε τον Ορέστη, έναν αντάρτη τον οποίο η Νατάσσα βοήθησε δύο φορές, μία στην Κωπαΐδα και μία στην Αθήνα, μέχρι που τελικά τον παντρεύτηκε. Στο μυαλό της έρχονται ακόμηα και τα βασανιστήρια που υπέστη από τον Μαξ, αλλά και το τραγικό τέλος του αγαπημένου της από τα χέρια των Ελλήνων ανταρτών, οι οποίοι τον πέρασαν για Γερμανό.

Για την εποχή, η ταινία θεωρήθηκε υπερπαραγωγή με γυρίσματα στην Κύπρο και Γερμανία και πολλά εξωτερικά πλανά. Πολλές δε από τις σκηνές έγιναν στην επιβλητική βίλα Καζούλη στην Κηφισιά, που κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής οι Γερμανοί την είχαν επιτάξει και είχαν εγκαταστήσει εκεί το φρουραρχείο των Ες Ες.

Φωτογραφία: Finos Film

Όπως αναφέρει ο Άρης Λούπασης: «Στο πρώτο γύρισμα των βασανιστηρίων για να μπει στο πετσί του ρόλου η Αλίκη και να ταυτιστεί με την ηρωίδα του έργου του, ο σκηνοθέτης τη ρίχνει με σκισμένα ρούχα στις λάσπες, εκφράζοντας τον θαυμασμό του για τον απαράμιλλο επαγγελματισμό της. Τα υπόλοιπα γυρίσματα γίνονται για πρώτη φορά σε κινηματογραφική ταινία στο στρατόπεδο Νταχάου στην Γερμανία, καθώς και στην Κωπαΐδα σε συνθήκες καύσωνα, με τους ηθοποιούς ντυμένους με μάλλινα στρατιωτικά ρούχα και λουσμένους στον ιδρώτα να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό».

Στο Νταχάου, η ατμόσφαιρα ήταν τόσο φορτισμένη συγκινησιακά, που σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής η Αλίκη έπαθε κλονισμό, άλλα ως σωστή επαγγελματίας γρήγορα  συνήλθε και ανταπεξήλθε στις υποχρεώσεις της. 

Επίσης μια από τις σκηνές γυρίστηκε στην  Αίγυπτο, όπου η Αλίκη εμφανιζόταν πάνω σε μια καμήλα με ένα εντυπωσιακό φουστάνι. Τελικά, όμως ο Φώσκολος αποφάσισε την εν λόγω σκηνή να την κόψει στο μοντάζ, καθώς η ενδυμασία όσο και το σκηνικό δεν ταίριαζε με το ύφος της ταινίας. Όσο αφορά στη σκηνή του γάμου της Νατάσας και του Ορέστη, γυρίστηκε στον Άγιο Βασίλειο στο Δημοτικό Κοιμητήριο Βουλιαγμένης. Η αυλή της εκκλησίας ήταν γεμάτη από κόσμο, που συμμετείχαν ως κομπάρσοι, προκειμένου να δουν από κοντά το λαμπερό ζευγάρι. Τα εσωτερικά πλάνα όμως δεν έγιναν στον ίδιο ναό, πράγμα καθόλου συνηθισμένο εκείνη την εποχή.

Φωτογραφία: Finos Film

Η «Υπολοχαγός Νατάσσα» έκανε τεράστια εισπρακτική επιτυχία στην Ελλάδα, κόβοντας περισσότερα εισιτήρια από οποιαδήποτε άλλη (751.117), ένα ρεκόρ που διατήρησε έως και το 1999, οπότε την ξεπέρασε το «Safe Sex» των Ρέππα-Παπαθανασίου.

Είχε δε τόσο μεγάλη απήχηση που η ιστορία της δημοσιεύθηκε με τη μορφή σινερομάντζου στο περιοδικό «Ρομάντζο» για είκοσι εβδομάδες. Παράλληλα,  έκανε και μια αξιοσημείωτη διεθνή  σταδιοδρομία. Μάλιστα όταν προβλήθηκε στο BBC2, οι παραγωγοί του μιούζικαλ «Εβίτα» εντυπωσιάστηκαν από την Αλίκη, με αποτέλεσμα να πειστούν να της παραχωρήσουν τα δικαιώματα του μιούζικαλ, που τόσο πολύ επιθυμούσε να ανεβάσει στο θεατρικό σανίδι, όπως κι έκανε.

Κατά την περίοδο 1975-1976, η Βουγιουκλάκη ήταν εξαιρετικά διάσημη στη Σιγκαπούρη και τη Μαλαισία, όπου παίχτηκαν τέσσερις ταινίες της. Μετά από την προβολή της «Υπολοχαγού Νατάσσας», η αγγλόφωνη εφημερίδα της Σιγκαπούρης «The straits times, της έκαν συνεχώς αφιερώματα και όταν παίχτηκε  «Η δασκάλα με τα ξανθιά μαλλιά», έγραψε στο πρωτοσέλιδό της: «Η Νατάσσα επιστρέφει, όμως τώρα είναι Μυρτώ». Στους κινηματογράφους της χώρας άλλωστε, η ταινία είχε τον τίτλο «Νατάσσα II».