Τζόρτζια Μελόνι

Τζόρτζια Μελόνι: Η νέα ηγέτιδα της Ιταλίας μπορεί να είναι γυναίκα αλλά δεν έχουμε λόγο να πανηγυρίζουμε

Τζόρτζια Μελόνι: μέχρι πρόσφατα το όνομά της ήταν σχεδόν άγνωστο.

Σήμερα, πρωταγωνιστεί σε δημοσιεύματα και αναλύσεις που εστιάζουν στις ιταλικές εκλογές, καθώς η 45χρονη, ανύπαντρη μητέρα από τη Ρώμη, είναι έτοιμη να περάσει στην ιστορία. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, από τη στιγμή που θα ανοίξουν οι κάλπες, θα είναι η επόμενη ηγέτιδα της Ιταλίας. Κάθε αναφορά στο όνομά της συνοδεύεται από λέξεις που παραπέμπουν σε «αναστάτωση», «αναταραχή», «κίνδυνο».

Ο λόγος είναι απλός: η Μελόνι εκπροσωπεί την ιστορική παράδοση του ιταλικού φασισμού, η οποία εμφανίζεται σήμερα με ανανεωμένο -αλλά σταθερά αντιδραστικό- πρόσημο. Στις παθιασμένες ομιλίες της υπάρχει πάντα ένας εχθρός: τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, οι «παράνομοι» μετανάστες, η ιδεολογική ηγεμονία της «αριστεράς». Και παρόλο που η ίδια είναι γυναίκα, η νίκη της Μελόνι για τα δικαιώματα των γυναικών, όπως και για την ισότητα στην ιταλική πολιτική, προβλέπονται δυσοίωνα. Χαρακτηριστικό δείγμα είναι ότι το κόμμα της Μελόνι έχει καταψηφίσει τις προτάσεις στην Ευρώπη και την Ιταλία για την προστασία των γυναικών από τις διακρίσεις και τη βία, λόγω της αντίθεσής του στην ιδεολογία του φύλου.

AP Newsroom

Έντονες ανησυχίες υπάρχουν και για τη θέση της Μελόνι ενάντια στις αμβλώσεις. Η Μελόνι ήταν ξεκάθαρη ότι δεν θα καταργήσει τον νόμο του 1978, που τις νομιμοποίησε, ωστόσο η Politico επισημαίνει ότι θα επιδιώξει να εφαρμόσει πλήρως ένα μέρος του νόμου που κατευθύνει τις κρατικές δομές να προσφέρουν στις γυναίκες εναλλακτικές λύσεις έναντι των αμβλώσεων, για να «ξεπεράσουν τις αιτίες που θα μπορούσαν να αναγκάσουν τη γυναίκα να διακόψει την εγκυμοσύνη της». Η ίδια σε μια ομιλία της στη Ρώμη το 2019 χαρακτήρισε τον εαυτό της ως «γυναίκα, μητέρα, Ιταλίδα, Χριστιανή».

Ουσιαστικά πρόκειται για μια ακόμα ευρωπαϊκή εκδοχή του Ντόλαντ Τραμπ. Σε μια χώρα όπως η Ιταλία με υψηλό δημόσιο χρέος, ασταθές πολιτικό σύστημα και ιστορικές πληγές γύρω από το πρόσφατο παρελθόν ο τοξικός λόγος της Μελόνι εμφανίζεται να απειλεί την κοινωνική συνοχή και να θέτει υπό αίρεση τη σχέση της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ίδια το γνωρίζει αυτό. Και προσπαθεί, όχι πολύ πειστικά, να πείσει ότι έχει αλλάξει. Πρόσφατα σε μια συνέντευξη στη Σαρδηνία όταν την ρώτησαν αν συμφωνεί ότι το Μπενιτο Μουσολινι ηταν «κακός και διαβολικός», απάντησε χαμηλόφωνα «ναι».

Η απάντηση αυτή και ειδικά η χαμηλόφωνη εκφορά της συμπυκνώνει το εγχείρημά της Μελόνι. Προσπαθεί να διαβεβαιώσει το κοινωνικό της ακροατήριο (και τους παλιούς της συντρόφους) ότι δεν θα ενσωματωθεί και δεν θα συναινέσει στο αντιφασιστικό φορτίο που καθόρισε την μεταπολεμική Ιταλία. Την ίδια στιγμή όμως επιχειρεί να πείσει τη διεθνή κοινή γνώμη και τους πολλούς και πολλές στην Ιταλία που τρομάζουν από τη ρητορική της ότι δεν πρόκειται για μια «νεοφασίστρια», αλλά μια συντηρητική φωνή που μπορεί να βάλει σε τάξη τα πράγματα.

AP Newsroom

Είναι μια δύσκολη άσκηση ισορροπίας σε μια ήδη περίπλοκη κατάσταση. Η Ιταλία από το 2018 έχει δει -χωρίς εκλογές- τρεις κυβερνήσεις με διαφορετικές κομματικές αποχρώσεις με τελευταία την τεχνοκρατική του Μάριο Ντράγκι. Η πολιτική ζωή της χώρας παραπέμπει σε κινούμενη άμμο: κόμματα εμφανίζονται και εξαφανίζονται, συμμαχίες διαδέχονται η μία την άλλη, βουλευτές και πολιτικοί κινούνται με άνεση από το ένα σημείο στο άλλο δίχως να νιώθουν ότι έχουν να απολογηθούν ή να εξηγήσουν τις επιλογές τους. Παράλληλα, έως σήμερα, οι γυναίκες στην Ιταλία έχουν φτάσει μέχρι το αξίωμα του υπουργού Εξωτερικών και της προέδρου της Γερουσίας, αλλά 76 χρόνια μετά την ίδρυση της δημοκρατίας θα ήταν η πρώτη γυναίκα στην ηγεσία της κυβέρνησης, έπειτα από 30 άνδρες που υπηρέτησαν ως πρωθυπουργοί πριν από αυτήν.

Στην εικόνα αυτή, η Μελόνι εκπροσώπησε την εξαίρεση. Το μικρό της κόμμα έμεινε έξω από τα κυβερνητικά σχήματα και αυτό του επέτρεψε να εκτοξευτεί από το 4% στις εκτιμήσεις για το 25% που θα συγκεντρώσει σε λίγες μέρες. Για τη Μελόνι αυτή η εξέλιξη είναι η απόδειξη ότι είχε δίκιο: ότι οι πολίτες επιβραβεύουν τη σταθερή της θέση, την ιδεολογική της καθαρότητα και την αποφασιστικότητά της να ορίσει μία νέα σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από την άλλη, δεν πρόκειται για την πρώτη φορά. Περίπου τα ίδια είχε υποστηρίξει ο Ματέο Σαλβίνι. Η ανάδειξή του όμως στην κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας δεν έφερε καμία ριζοσπαστική αλλαγή. Αν αφήσει κανείς κατά μέρους κάποιες ρητορικές ή συμβολικές κινήσεις ο Σαλβίνι εμφανίστηκε να μετασχηματίζεται από έναν πολιτικό που υποσχόταν τη μεγάλη ρήξη σε μια αδιάφορη σχεδόν περίπτωση διαχείρισης. Σήμερα, η Μελόνι είναι ο «νεός Σαλβίνι». Και την ίδια στιγμή -εξαιτίας του ιταλικού εκλογικού συστήματος- είναι αναγκασμένη να συνεργάζεται μαζί του, όπως και με τον αιώνιο πρωταγωνιστή της ιταλικής ζωής Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Μπορεί το σχήμα Μελόνι-Σαλβίνι-Μπερλουσκόνι να δουλέψει;

Την απάντηση δεν την ξέρει κανείς. Ήδη οι πρώτοι τριγμοί έχουν εμφανιστεί- από το γεγονός ότι ο Σαλβίνι εμφανίζεται αρνητικός στην ιδέα μιας «γυναίκας πρωθυπουργού» μέχρι τις πιέσεις του για μια πιο ενεργητική πολιτική στο πλευρό της Ρωσίας. Υπό αυτήν την οπτική, η Μελόνι σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπη με το πραγματικό δύσκολο ερώτημα του κατά πόσο μπορεί να συνδυάσει τις προγραμματικές της δεσμεύσεις με την καθημερινή διαχείριση της εξουσίας και τις απαιτήσεις που αντιστοιχούν σε μια χώρα με το μέγεθος και την ισχύ της Ιταλίας.

Γιατί τελικά αυτό είναι το πλέον παράδοξο. Όσο και αν η Ιταλία εμφανίζεται διαρκώς -και τώρα- στο χείλος της καταστροφής, η πολιτική αστάθεια δεν μεταφράζεται σε κοινωνική και οικονομική κατάρρευση. Και αυτό είναι ένα χρήσιμο μάθημα για τις αντοχές και τις δυνατότητες της δημοκρατίας- ακόμα και όταν αυτή απειλείται από αντιδραστικές φωνές όπως αυτή της Γεωργία Μελόνι.