Τζέιν Μάνσφιλντ: Η τραγική ιστορία της σεξοβόμβας που υπήρξε το αντίπαλον δέος της Μονρόε
Ήταν το αντίπαλο δέος της Μέριλιν Μονρόε, η έτερη ξανθιά του Χόλιγουντ, που διακρινόταν όχι μόνο για τις τέλειες αναλογίες της, αλλά και για την εξυπνάδα της.
Η Τζέιν Μάνσφιλντ που γεννήθηκε ως Βέρα Τζέιν Πάλμερ στις 19 Απριλίου του 1933 στην Πενσυλβάνια έφτασε στο Χόλιγουντ σε ηλικία 21 ετών, ενώ ήταν ήδη παντρεμένη -από τον πρώτο της γάμο κράτησε και το επίθετο Μάνσφιλντ- και μητέρα ενός παιδιού. Γρήγορα κατάλαβε τι ήθελαν οι παραγωγοί: μια ακόμα σεξοβόμβα, πιο άτακτη από τη Μέριλιν, αλλά πιο συγκροτημένη στο σετ.
Οι δυο γυναίκες βέβαια είχαν πάντα μεγάλη κόντρα ανάμεσά τους. Κάποτε, ένας δημοσιογράφος του Χόλιγουντ που ρώτησε τη Μονρόε για την αντίζηλό της, εκείνη είχε δηλώσει καυστικά: «Το μόνο που κάνει είναι να με μιμείται. Αλλά οι μιμήσεις της είναι προσβολή τόσο για εκείνη όσο και για εμένα. Ξέρω ότι θα έπρεπε να κολακεύομαι που με μιμείται, αλλά το κάνει τόσο χυδαία. Μακάρι να είχα κάποια νομικά μέσα να της κάνω μήνυση». Η Μάνσφιλντ με τη σειρά της διεκδίκησε την καρδιά του Προέδρου Κένεντι για να της μπει στο μάτι.
Βέβαια η νεαρή Τζέιν, αν και απολάμβανε τον ρόλο του sex symbol και δεν είχε καμία αντίρρηση να παίζει τη «χαζή», ήταν μια γυναίκα εξαιρετικής ευφυΐας με δείκτη IQ 163, μιλούσε τέσσερις ξένες γλώσσες, ενώ είχε κυκλοφορήσει μια σειρά από δίσκους, με απαγγελίες Σαίξπηρ και Σέλλεϋ.
Το πλούσιο μπούστο της, η λεπτή της μέση και η εκρηκτική της προσωπικότητα ήταν όμως αυτά που της εξασφάλισαν αμέσως μια θέση στον χώρο του θεάματος. Την αποκαλούσαν «Μέριλιν της εργατικής τάξης», «Μονρόε των φτωχών» ή «Κing-size Jane», άλλα έγινε λιγότερο γνωστή για τις ταινίες της, και περισσότερο για τις τολμηρές της εμφανίσεις. Μια από αυτές μάλιστα έμεινε στην Ιστορία, όταν απαθανατίστηκε με ένα άκρως αποκαλυπτικό φουστάνι με τη Σοφία Λόρεν να τη κοιτάζει σχεδόν έντρομη. Η Ιταλίδα ηθοποιός μάλιστα αργότερα σε συνέντευξή της είχε σχολιάσει το ενσταντανέ, που είχε γίνει το viral της εποχής λέγοντας: «Είχα την αίσθηση ότι οι ρώγες της θα πεταχτούν στο πιάτο μου. Ήμουν τρομοκρατημένη. Στο πρόσωπό μου φαίνεται ξεκάθαρα ο τρόμος. Πίστευα ότι το φόρεμά της θα εκραγεί και θα ξεχυθεί ολόκληρη πάνω στο τραπέζι».
Η Μάνσφιλντ φυσικά, ακολουθώντας τα χνάρια της Μονρόε, φωτογραφήθηκε και για το Playboy (ως Μις Φεβρουάριος 1955), ενώ δεν παρέλειπε να αναστατώνει τα ταμπλόιντς με τους παθιασμένους της έρωτες.
Αρχικά, οι ταινίες που συμμετείχε θεωρήθηκαν δεύτερης διαλογής και κανείς δεν μιλούσε για την υποκριτική της, μέχρι που πρωταγωνίστησε στους «Διαρρήκτες», όπου έδειξε πως είχε και ταλέντο. Το 1963 έκανε την μεγάλη τομή, αφού στον «Γυμνό Πόθο» εμφανίστηκε ολόγυμνη, πράγμα που συνέβαινε για πρώτη φορά σε χολιγουντιανή ταινία. Αν και δεν υπήρξε ποτέ υποψήφια για Όσκαρ, το 1958 πήρε μέρος με το βιολί της, που έπαιζε από τα παιδικά της χρόνια, στην ηχογράφηση της ορχήστρας για την τελετή της απονομής. Την ίδια χρονιά χώρισε με τον Πολ Μάνσφιλντ και παντρεύτηκε τον ηθοποιό και πρώην Μίστερ Υφήλιο Μίκι Χάργκιτεϊ, με τον οποίο απέκτησε άλλα τρία παιδιά. Ο τρίτος της σύζυγος ήταν ο συγγραφέας και σεναριογράφος Ματ Κίμπερ με τον όποιο γνωρίστηκε το καλοκαίρι του 1964 και απέκτησε μαζί του το πέμπτο και τελευταίο της παιδί. Πέρα όμως από τους νόμιμους συζύγους είχε αμέτρητους εραστές, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλεγόταν και ο Πίτερ ο΄Τουλ.
Τιμήθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα το 1957 για την ερμηνεία της στην ταινία «The Girl Can’t Help It», ενώ το 1960 απέκτησε το δικό της αστέρι στο Hollywood Walk of Fame. Σταδιακά όμως μετά από 27 ταινίες, η καριέρα της άρχισε να φθίνει. Τα διαφημιστικά κόλπα που συνήθιζε να κάνει για να τραβήξει την προσοχή με το μπικίνι της ή τις τιράντες να πέφτουν δήθεν τυχαία, αποκαλύπτοντας το στήθος της δεν έπιαναν πια, και οι παραγωγοί αγανακτισμένοι από τις απανωτές εγκυμοσύνες της δεν είχαν διάθεση να την υπερασπιστούν. Εκείνη προκειμένου να επανακάμψει στράφηκε στο θέατρο, αλλά και στα νυχτερινά κέντρα, με νούμερα που συνδύαζαν τραγούδι, χορό και κωμικά σκετσάκια.
Στις 29 Ιουνίου του 1967 στα 34 χρόνια της, γύρω στις 2 τα ξημερώματα, σε έναν σκοτεινό αυτοκινητόδρομο της Λουιζιάνα, γυρίζοντας από ένα νυχτερινό κέντρο όπου εμφανιζόταν, το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε με τρία από τα παιδιά της, ανάμεσα τους και η ηθοποιός Μαρίσκα Χάρτζιτεϊ, γνωστή από τη σειρά «Νόμος και Τάξη», χτύπησε στο πίσω μέρος ενός ημιφορτηγού. Η πρόσκρουση έκοψε το πάνω μέρος του αυτοκινήτου, σκοτώνοντας ακαριαία τους τρεις ενήλικες στο μπροστινό κάθισμα. Ως εκ θαύματος, τα παιδιά που κοιμόντουσαν στο πίσω κάθισμα επέζησαν.
Πολλοί έλεγαν ότι η Μάνσφιλντ κατά τη διάρκεια του ατυχήματος αποκεφαλίστηκε. Τα κουτσομπολιά οργίαζαν και μάλιστα άρχισε να κυκλοφορεί μια φήμη ότι η σταρ είχε σχέση με τον ιδρυτή της Εκκλησίας του Σατανά, Άντον Λαβέι, σε μια προσπάθειά της να αποκαταστήσει την καριέρα της και να ξανακερδίσει την αίγλη που απολάμβανε μέσα από μια μεφιστοφελική συμφωνία, και πως ο θάνατός της οφειλόταν σε μια κατάρα του Λαβέι, όπως αναφέρεται ακόμα και στο ντοκιμαντέρ «Mansfield 66/67».
Πάντως το φρικτό αυτό ατύχημα είχε τεράστιο αντίκτυπο στην κοινή γνώμη που ξεσηκώθηκε, αναγκάζοντας τελικά την Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας Οδικής Κυκλοφορίας να υποχρεώσει όλα τα ημιφορτηγά να αλλάξουν τον σχεδιασμό τους και να αποκτήσουν τις επονομαζόμενες ράβδους DOT ή «Μάνσφιλντ». Πρόκειται στην ουσία για μια ατσάλινη ράβδο, κρέμεται από το πίσω μέρος του χώρου φόρτωσης, αλλά και στα πλαϊνά, και έχει σχεδιαστεί για να σταματά ένα αυτοκίνητο πριν κυλήσει κάτω από το ρυμουλκούμενο.