Τόλης Βοσκόπουλος: Ο «Πρίγκιπας» του ελληνικού τραγουδιού
Λίγες μέρες πριν από τα γενέθλιά του, ο Τόλης Βοσκόπουλος, ο «πρίγκιπας» του ελληνικού τραγουδιού, σε ηλικία 81 χρόνων, έφυγε από τη ζωή από ανακοπή καρδιάς, ενώ νοσηλευόταν στο Νοσοκομείο ΓΝΑ με αναπνευστικά προβλήματα.
Γέννημα θρέμμα Πειραιώτης ήρθε στον κόσμο στις 26 Ιουλίου 1940 στην Κοκκινιά. Μεγάλωσε σε μια πολυπληθή οικογένεια, που είχε δώδεκα παιδιά. Εκείνος ήταν ο βενιαμίν και το μοναδικό αγόρι. Μικρασιάτες πρόσφυγες οι γονείς του δύσκολα τα έβγαζαν πέρα, όμως ο πατέρας του ήθελε διακαώς να αποκτήσει γιο, ώσπου τελικά τα κατάφερε. Μανάβης στο επάγγελμα, ήλπιζε ότι ο διάδοχος θα κρατούσε το μαγαζί και θα συνεχίσει την επιχείρηση. Ο Τόλης όμως από μικρός είχε άλλα όνειρα: ήθελε να βγει το θέατρο.
Το μικρόβιο του μπήκε από τότε που για πρώτη φορά είδε μια παράσταση από ένα μπουλούκι, που είχε φτάσει στη γειτονιά. Παράλληλα, βοηθούσε τον πατέρα του στη λαχαναγορά και τον συνόδευε στην εκκλησία, όπου έψελνε βυζαντινούς ύμνους, πράγμα που αργότερα έπαιξε καθοριστικό ρόλο και στον τρόπο που ερμήνευε τα δικά του τραγούδια.
«Όταν γεννήθηκα, και ο πατέρας μου πέτυχε επιτέλους το πολυπόθητο αγόρι, έτρεξε κι έβγαλε κάρτες και άλλαξε και την ταμπέλα στο μαγαζί που έγινε: Χαράλαμπος Ιωάννου Βοσκόπουλος και Υιός. Ήμουν πάντα μαζί του στη λαχαναγορά, και στα ταξίδια και τις εμπορικές συναλλαγές του. Όμως έβλεπα πως δεν μου πήγαινε αυτή η δουλειά. Από κάτι μπουλούκια που ερχόντουσαν στην Κοκκινιά, με τον Ζαζά, τον Κοκοβιό και άλλους είχα ξελογιαστεί κι ήθελα να ασχοληθώ με το θέατρο. Γύρω στα 15 δεν άντεξα και του το είπα. Περίμενα πως θα με σφάξει. Θεατρίνος ο γιος του Λαχαναγορίτη; Και τότε μου λέει: "Πάμε". Και χωρίς να ξέρω για πού τραβάμε, με πηγαίνει στο Εθνικό Ωδείο του Καλομοίρη, που είχε και θεατρικό τμήμα. Τότε είναι που πρωτοβγαίνω απ' την Κοκκινιά και βλέπω την Αθήνα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Στην επιστροφή, μου λέει: "Για να μην μου παραπονεθείς καμιά φορά, ότι ήθελες αυτό να γίνεις κι εγώ σε εμπόδισα". Αυτά μου είπε ο σοφός πρόσφυγας πατέρας μου και τον ευγνωμονώ. Και κάθε φορά που βγαίνω στη σκηνή, ακόμα και σήμερα που πλησιάζω τα 80 μου χρόνια, τον φέρνω στο μυαλό μου και λέω μέσα μου: "Κοίτα τώρα"», είχε δηλώσει ο Τόλης Βοσκόπουλος στη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της συναυλίας του στο Ηρώδειο το Σεπτέμβριο του 2018.
Ως ηθοποιός, λοιπόν, ξεκίνησε την καριέρά του. Πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή το 1958, σε ηλικία 18 ετών σε μια παράσταση του Θάνου Τράγκα, και πέντε χρόνια αργότερα, το 1963, έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο.
Μπήκε στη δισκογραφία με το τραγούδι «Βήμα-βήμα» του αξέχαστου μουσικοσυνθέτη Λυκούργου Μαρκέα. Η μεγάλη στιγμή όμως ήρθε το 1968 με την «Αγωνία» σε σύνθεση Γιώργου Ζαμπέτα, που μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ξεπέρασε τις 300.000 πωλήσεις, ένα απίστευτο νούμερο για την εποχή.
Ο Βοσκόπουλος με την ιδιαίτερη φωνή του, που δεν έμοιαζε καθόλου με τους άλλους άνδρες τραγουδιστές, το μοναδικό του ενδυματολογικό στιλ και τον ξεχωριστό τρόπο ερμηνείας του, απέκτησε το προσωνύμιο «Πρίγκιπας». Πολλοί προσπάθησαν να τον αντιγράψουν, μάλιστα κάποιοι έσπαγαν ακόμα και τα δόντια τους για να του μοιάσουν, όμως ο Τόλης «ήταν πάντα ο μοναδικός σταρ του ελληνικού πενταγράμμου» -όπως είχε πει και ο Γιάννης Πάριος.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας, επίσης, τον ανέφερε στην αυτοβιογραφία του, λέγοντας: «Ο Τόλης είναι γεννημένος θεατρίνος. Ανεβαίνει στην πίστα και την καταπίνει όλη. Γιατί, η πίστα όταν ανεβαίνεις σου λέει: φάε με για θα σε φάω. Να ξηγιόμαστε. Μεγάλος εργάτης ο Βοσκόπουλος, ο μεγαλύτερος».
Συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους συνθέτες της εποχή του, όπως ο Μίμης Πλέσσας, ο Άκης Πάνου, ο Θανάση Πολυκανδριώτης, ο Μάριος Τόκας και πολλούς άλλους, ενώ από τις πλέον ιστορικές του εμφανίσεις ήταν αυτή με τον Στράτο Διονυσίου, που προκάλεσε κυριολεκτικά πανικό.
Κατά περιόδους όμως έγραψε και δικά του τραγούδια, που έχει συμπεριλάβει σε προσωπικούς του δίσκους, ή έχουν ερμηνεύσει άλλοι καλλιτέχνες, με πιο γνωστό το ντουέτο του με τη Μαρινέλλα «Εγώ κι εσύ» το 1974, το οποίο έκανε ρεκόρ πωλήσεων.
Από τις πιο μεγάλες του επιτυχίες ήταν το «Αδέλφια μου αλήτες πουλιά», που συνέθεσε ο ίδιος το 1971 και το οποίο ερμήνευσε ο Γιάννης Βογιατζής, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης. Την επόμενη χρονιά, ο Βοσκόπουλος βρέθηκε ξανά στη Θεσσαλονίκη και τραγούδησε το «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά», ένα τραγούδι που, όπως είχε ειπωθεί τότε, το έγραψε για τη Ζωή Λάσκαρη.
Ο Τόλης ήταν από τους λίγους καλλιτέχνες που ήταν αγαπητός σε όλους: θαυμαστές από όλες τις κοινωνικές τάξεις συνέρρεαν κάθε βράδυ στα κέντρα που εμφανιζόταν για να τον αποθεώσουν. Μάλιστα τη δεκαετία του ’80, που οι μεγάλες πίστες είχαν την τιμητική τους, υπήρχαν πολλοί που κρατούσαν τραπέζι με τον μήνα στα κέντρα που εμφανιζόταν, ενώ όλοι οι δίσκοι του γίνονταν πλατινένιοι σε χρόνο ρεκόρ.
Αν και η καθιέρωσή του στον χώρο του τραγουδιού δεν άργησε να έρθει, εκείνος δεν ξέχασε ποτέ την αγάπη του για το θέατρο. Συνεργάστηκε μέσα στα χρόνια με σπουδαίους ηθοποιούς -όπως ο Βασίλης Αυλωνίτης, η Ρένα Βλαχοπούλου, η Γεωργία Βασιλειάδου, ο Κώστας Χατζηχρήστος κ.ά.-, ενώ το 1998 πρωταγωνίστησε μαζί με την Άντζελα Γκερέκου στο «Ήρθες σαν όνειρο», ένα μιούζικαλ που στην ουσία ήταν εμπνευσμένο από την ιστορία της γνωριμίας τους.
Από τις πιο συγκινητικές στιγμές της καριέρας του, κατά τον ίδιο, ήταν η συναυλία που έδωσε στο Βεάκειο το καλοκαίρι του 2013. Ο κόσμος του Πειραιά -κι όχι μόνο- είχε συγκεντρωθεί από νωρίς για τον τιμήσει. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς, ο Βοσκόπουλος βραβεύτηκε από τον δήμαρχο Πειραιά για τη προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι. «Τον τόπο που γεννιέσαι και μεγαλώνεις τον κουβαλάς πάντα μέσα στην ψυχή σου, όπου κι αν βρεθείς. Μόνο συγκίνηση και βαθιά χαρά νιώθω που επιστρέφω στον Πειραιά, που αγαπώ και έχω τόσες αναμνήσεις» δηλώνει εκείνος και το κοινό τον αποθεώνει. Στη σκηνή εκείνο το βράδυ ανέβηκε και ο Μίμης Πλέσσας, ο οποίος είπε για τον συνεργάτη του: «Δεν έκανα τίποτε άλλο από το να χειροκροτώ έναν συγκλονιστικό καλλιτέχνη».
Η πολυτάραχη προσωπική ζωή του Τόλη απασχόλησε ουκ ολίγες φορές τα πρωτοσέλιδα. Έκανε τέσσερις γάμους, ενώ είχε ένα ειδύλλιο με τη Δούκισσα, αλλά και με τη Ζωή Λάσκαρη, με την οποία έπαιξαν μαζί στο θρυλικό μιούζικαλ «Εραστές του ονείρου».
Παντρεύτηκε πρώτα τη Στέλλα Στρατηγού (1960-1965), με την οποία δημιούργησαν και τον δικό τους θίασο. Όμως μια μεγάλη οικονομική αποτυχία, τον ανάγκασε να στραφεί στο τραγούδι για να ξεχρεώσει. Ο δεύτερος γάμος του ήταν με τη Μαρινέλλα (1973-1981), με την οποία παρέμειναν καλοί φίλοι και μετά από τον χωρισμό τους. Στη συνέχεια, γνώρισε την Τζούλια Παπαδημητρίου (1990–1996).
Καταβεβλημένος από την κακή τροπή που είχε ο τρίτος γάμος του, γνώρισε την πρώην βουλευτή και υφυπουργό και νυν πρόεδρο του ΕΟΤ Άντζελα Γκερέκου, με την οποία παντρεύτηκαν το 1996 στην Κέρκυρα. Καρπός αυτού του γάμου, η κόρη τους Μαρία, που γεννήθηκε το 2001. Στην Άντζελα Γκερέκου, τη «γαλανομάτα μάγισσα», όπως την αποκαλούσε, βρήκε τη σύντροφο της ζωής του. Παρά τις φήμες που κυκλοφορούσαν κατά καιρούς για τη σχέση τους, οι δυο παρέμειναν μαζί ως το τέλος.