Μεγάλες προσωπικότητες του τένις στην Ελλάδα
Οι μεγάλες επιτυχίες της Μαρίας Σάκκαρη και του Στεφάνου Τσιτσιπά έχουν στρέψει το ενδιαφέρον όλων στο τένις, ένα άθλημα που στην Ελλάδα, μόλις τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αποκτάει πιο ευρύ κοινό.
Πριν, όμως, από τον Στέφανο και τη Μαρία, που κατάφεραν αυτό που φάνταζε επιστημονική φαντασία στο παρελθόν, φτάνοντας την ίδια χρονιά στα ημιτελικά του Roland Garros, η ιστορία του τένις στην Ελλάδα ξεκινάει από τις αρχές του 20ου αιώνα, ή μάλλον από τα τέλη του 19ου. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, και τότε υπήρξαν κορυφαίοι αθλητές με αξιοσημείωτες διακρίσεις και σημαντική πορεία στον χώρο, που αξίζει να θυμόμαστε.
Η σπουδαιότερη Ελληνίδα τενίστρια των αρχών του 20ού αιώνα αδιαμφισβήτητα ήταν η Ντιντί Βλαστού, η οποία αγωνίστηκε με τα εθνικά χρώματα της Γαλλίας. Άλλωστε, η Ντιντί γεννήθηκε στην Μασσαλία το 1903, τιμήθηκε με το γαλλικό μετάλλιο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής, με τους δακτυλίους της Γαλλικής Ομοσπονδίας Αντισφαίρισης (Coq Galois) και το τιμητικό χρυσό μετάλλιο της Γαλλικής Ομοσπονδίας Αντισφαίρισης. Ήταν κόρη του αρχαιολόγου Μιχαήλ Βλαστού, ο οποίος στήριξε τις προσπάθειές της και πάντα την καμάρωνε, παρά τις αναχρονιστικές αντιλήψεις της εποχής, που δεν ανέχονταν μια δεσποινίδα της καλής κοινωνίας να κυνηγάει μπαλάκια, φορώντας μια κοντή φούστα.
Η Ντιντί τελικά εγκατέλειψε τα γήπεδα για να αφοσιωθεί στην οικογένειά της, όμως κληροδότησε την αγάπη της για το άθλημα στον γιο της Φρέντι. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, είχε κερδίσει τρεις τίτλους στο διπλό του Ρολάν Γκαρός (1923, 1925 και 1926) με παρτενέρ τη Σουζάν Λενγκλέν και έναν στο απλό το 1924. Το 1925 σταμάτησε στον ημιτελικό από την ΜακΚέιν. Την επόμενη χρονιά, έφτασε έως τον ημιτελικό του Γουίμπλεντον, αποκλείοντας στον προηγούμενο γύρο την Ελένη Κοντοσταύλου-Νικολοπούλου. Η μεγαλύτερη επιτυχία της, όμως, ήταν όταν το 1924 κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού.
Έτερη μεγάλη αθλήτρια η Ελένη Κοντοσταύλου, μετέπειτα Νικολοπούλου, η οποία επίσης γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1902. Το 1926 έφτασε στο προημιτελικά του Γουίμπλεντον, (γνωρίζοντας την ήττα από την Ντιντί Βλαστού). Το 1928 ως Νικολοπούλου πλέον, αφού είχε παντρευτεί, επανέλαβε την επιτυχία της. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 αγωνίστηκε με την Ελλάδα, αλλά δεν κατάφερε να διακριθεί.
Από τους πιο παλιούς αθλητές θεωρείται ο Έλληνας της Αιγύπτου Γιώργος Καρυδιάς, που μεσουράνησε από τα τέλη του 1800 έως τα μέσα της δεκαετίας του επόμενου αιώνα. Αγωνίστηκε υπό τη βρετανική σημαία και διακρίθηκε τρεις φορές στο διπλό ανδρών του Γουίμπλεντον και δύο στο απλό. Το 1903 αποκλείστηκε στους ημιτελικούς του απλού ανδρών του Αγγλικού Οπεν, ενώ την ίδια χρονιά έγινε τακτικό μέλος του Ομίλου Αντισφαίρισης Αθηνών. Το 1909 ο Καρυδιάς ηττήθηκε στους προημιτελικούς του Γουίμπλεντον από έναν άλλο Έλληνα ομογενή, τον Θεόδωρο Μιχάλη Μαυρογορδάτο.
Ο Μαυρογορδάτος, με τη σειρά του, γεννημένος στο Λονδίνο στις 31 Ιουλίου το 1883, επίσης αγωνίστηκε με την Βρετανία. Το 1909, αφότου απέκλεισε τον Καρυδιά έφτασε έως τα ημιτελικά του Γουίμπλεντον, όπου ηττήθηκε από τον θρύλο της εποχής Τζόσιαχ Ρίτσι. Το 1911, κατέκτησε τον τίτλο του διπλού μικτού στο Αγγλικό Οπεν με παρτενέρ την Μέμπελ Πάρτον, που αργότερα έγινε σύζυγός του. Οι δυο τους έφτασαν έως τα προημιτελικά των διπλών μικτών της ίδιας διοργάνωσης καθώς και των δύο επόμενων (1912, 1913).
Άλλη μια Ελληνίδα της Μασσαλίας, η Δώρα Μεταξά, που ήταν γνωστή ως Ντόρις ή Ντοέ, κατέκτησε το 1932 τον τίτλο στο διπλό γυναικών του Γουίμπλεντον με συμπαίκτρια τη Βελγίδα, Γιοσάνε Ζίγκαρτ κόντρα στις Ελίζαμπεθ Ράιαν και Χέλεν Τζέικομπς. Δύο εβδομάδες μετά την κατάκτηση του τίτλου παντρεύτηκε με τον παίκτη του ράγκμπι και διάσημο Βρετανό δημοσιογράφο της εποχής, Πίτερ Ντάνσμορ Χάουαρντ.
Ο Νικόλας Καλογερόπουλος θεωρείται ο «πατριάρχης του ελληνικού τένις». Γεννήθηκε το 1945 στην Κόστα Ρίκα και κατέκτησε το 1960 το πρωτάθλημα εφήβων Κεντρικής Αμερικής. Τον επόμενο χρόνο ήρθε στην Ελλάδα, όπου κατάφερε να κερδίσει 16 πανελλήνια πρωταθλήματα Ανδρών (από το ’62 έως το ’80). Το 1963 ήταν νικητής στα Τζούνιορς του Γουίμπλεντον και του Ρολάν Γκαρός, ενώ το 1964 έφτασε στους «16» του λονδρέζικου Όπεν. Τελικά όμως επέστρεψε στην Κόστα Ρίκα με τη σύζυγό του, όπου και άνοιξε έναν όμιλο αντισφαίρισης.
Διάδοχός του Καλογερόπουλο στις αρχές της δεκαετίας του ’80 αναδείχθηκε ο Γιώργος Καλοβελώνης, ο οποίος, αφού κατέκτησε εννέα εθνικά πρωταθλήματα σε 11 χρόνια, έγινε ο Έλληνας τενίστας με τη μεγαλύτερη διάρκεια εντός συνόρων. Έπαιξε σε 14 Ντέιβις Καπ και στους Ολυμπιακούς της Σεούλ, ενώ είχε παρουσία σε αρκετά διεθνή τουρνουά, φτάνοντας τον Ιούνιο του ’86 σε career high διεθνώς, ήτοι στο Νο. 208 του κόσμου.
Μετά από την αποχώρησή του από την ενεργό δράση εργάστηκε ως προπονητής. Ήταν ο προπονητής του γιου του, Μάρκου Καλοβελώνη, ο οποίος έχει φτάσει στο Νο. 445. Εδώ και 24 χρόνια έχει δική του Ακαδημία τένις στην Πεύκη, στην οποία έχουν θητεύσει ορισμένοι από τους καλύτερους Έλληνες παίκτες.
Ο Τάσος Μπάβελας είχε χαρακτηριστεί ως το μεγαλύτερο φυσικό ταλέντο του τένις που είχε ποτέ η χώρα μας, αλλά για διάφορους λόγους δεν κατάφερε να φτάσει πάνω από το Νο 451 της ATP. Εκπροσώπησε την Ελλάδα στους Ολυμπιακούς του ’88 και του ’92, αλλά και σε 10 σερί διοργανώσεις Ντέιβις Καπ από το 1984 έως 1994. Αναδείχτηκε τρεις φορές πρωταθλητής Ελλάδας και σήμερα είναι προπονητής της Εθνικής Γυναικών.
Η μητέρα της Μαρία Σάκκαρη, η Αγγελική Κανελλοπούλου, ήταν η πρώτη αθλήτρια τένις στην Ελλάδα με αξιοσημείωτη διεθνή παρουσία, φτάνοντας τον Απρίλιο του 1987 έως το Νο. 47 της ATP. Κατέκτησε για πρώτη φορά το πρωτάθλημα Ελλάδας το 1979, σε ηλικία 14 ετών, θεωρήθηκε παιδί- θαύμα, αναδείχτηκε δύο φορές αθλήτρια της χρονιάς από τον ΠΣΑΤ, ενώ έχει συμμετάσχει στα προκριματικά του Γουίμπλεντον και του Ρολάν Γκαρός, καθώς και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984. Προπονητής ήταν ο πατέρας της, δηλαδή ο παππούς της Σάκκαρη, οπότε καταλαβαίνουμε πως το τένις εδώ είναι οικογενειακή υπόθεση.
Σημαντική αθλήτρια είναι και η Λένα Δανιηλίδου, που γεννήθηκε στα Χανιά και μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Η υψηλότερη θέση που είχε ποτέ στην παγκόσμια κατάταξη ήταν το 2003 όταν έφτασε στο Νο 14 του κόσμου.
Σε ό,τι αφορά στην παρουσία της στο Γουίμπλεντον, η Δανιηλίδου έχει καταφέρει να φτάσει έως τον 4ο γύρο το 2002, όπου έχασε από την Αμερικανίδα Τζένιφερ Καπριάτι.