«Οι ΜΕΘ δέχονται μόνο όσους έχουν περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης» -Η εξομολόγηση μιας Ιταλίδας γιατρού στο Bovary
Οι αφανείς ήρωες στον πόλεμο κατά του κορωνοϊού είναι οι γιατροί και οι νοσηλευτές, οι οποίοι, σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, που τα κρούσματα είναι χιλιάδες, έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με το πιο σκληρό του πρόσωπο. Καλούνται να φροντίσουν, να εξετάσουν και να βοηθήσουν χιλιάδες ανθρώπους, να καταπολεμήσουν τον ιό και να βγουν νικητές.
Μια από τους ήρωες αυτούς είναι η Γκάια Παλιούλα, μια γιατρός στο τελευταίο έτος της ειδικότητάς της σε νοσοκομείο του Μιλάνου, με την οποία μιλήσαμε για 30 λεπτά. Μας αφιέρωσε μισή ώρα από τον πολύτιμο χρόνο και την ξεκούρασή και προσπάθησε να μας δώσει μια ιδέα για το πώς είναι να δουλεύεις σε ένα νοσοκομείο της Ιταλίας εν καιρώ κορωνοϊού. Βέβαια, όταν μιλάμε για μια γιατρό που αντιμετωπίζει κάτι τόσο πρωτόγνωρο για την ανθρωπότητα, τι να προωτορωτήσεις και τι να σου πρωτοπεί... Ωστόσο όταν απάντησε στην κλήση μου και τη ρώτησα τι κάνουν οι δικοί της πρώτα (γιατί είμαστε και σόι) της είπα να προσπαθήσουμε, να ξεκινήσουμε. Έτσι κι αλλιώς, ό,τι και να μου έλεγε θα άξιζε μια θέση στο παρακάτω κείμενο. Γι' αυτό δεν είχα αμφιβολία...
«Είμαι στον τελευταίο έτος της ειδικότητας μου ως επειγοντολόγος και καθημερινά έρχομαι αντιμέτωπη με περιστατικά κορωνοϊού γιατί δουλεύω στα επείγοντα.
Από αυτόν τον μήνα μου αύξησαν τις βάρδιες. Οι ειδικευόμενοι του τελευταίου έτους μπορούν να προσληφθούν στα εκάστοτε τμήματα ως υπεύθυνοι βάρδιας. Φυσικά και πάω στο νοσοκομείο και στον ελεύθερό μου χρόνο. Αύριο για παράδειγμα κανονικά δε δουλεύω, αλλά θα πάω γιατί πνιγόμαστε και οι ασθενείς είναι αμέτρητοι.
Η κατάσταση άλλαξε δραματικά μέσα σε έναν μήνα. Όλα ξεκίνησαν στις 21 Φεβρουαρίου με τα πρώτα κρούσματα στη Λομβαρδία και την περιοχή του Λοντιτζάνο.
Το πιο απίθανο είναι ότι τα πράγματα άλλαξαν ριζικά από τη μια μέρα στην άλλη. Στην αρχή απλά μελετούσαμε τις θεωρίες, σε ποιον πρέπει να γίνονται τα τεστ, πώς πρέπει να προστατευόμαστε εμείς οι γιατροί και πώς πρέπει να απομονώνουμε τα ύποπτα κρούσματα από τους υπόλοιπους ασθενείς. Αλλά και τα ύποπτα κρούσματα μεταξύ τους. Πλέον έχουμε και αυτό το πρόβλημα, γιατί τα ύποπτα κρούσματα είναι αναρίθμητα.
Η πρώτη εβδομάδα, λοιπόν, πέρασε με το να προβληματιζόμαστε για αυτά τα ζητήματα. Ήταν κάτι που δεν είχαμε ξαναδεί, γι’ αυτό έπρεπε να αναδιοργανώσουμε και να αλλάξουμε τα τμήματα επειγόντων, όπως τα ξέραμε μέχρι τότε. Και δεν ήταν εύκολο, γιατί ύστερα η κατάσταση έγινε δραματική σε απρόσμενο χρόνο και από τη μια μέρα στην άλλη. Μέσα σε λίγες εβδομάδες τα κρούσματα κυριολεκτικά πλημμύρισαν το τμήμα. Πλέον, το 90% των επειγόντων αποτελεί μονάδα απομόνωσης των κρουσμάτων του κορωνοϊού και μπαίνεις μέσα μόνο απόλυτα προφυλαγμένος, με την ποδιά, τα γυαλιά, τον σκούφο, τα γάντια. Πια βέβαια, δεν έχει νόημα να μιλάμε για «πιθανά» κρούσματα, αφού όσοι έρχονται στη μονάδα για να εξεταστούν, σχεδόν όλοι βγαίνουν θετικοί.
Είναι απίστευτο αυτό το πράγμα. Θυμάμαι τις πρώτες μέρες που κάναμε τα τεστ και βρήκαμε το πρώτο μας επιβεβαιωμένο κρούσμα είχαμε σοκαριστεί. Πλέον, σχεδόν σε όποιον και αν κάνουμε το τεστ βγαίνει θετικό.
Τις πρώτες μέρες ήδη ήμασταν γεμάτοι από τα κρούσματα των γύρω περιοχών, Μπέργκαμο, Λόντι και Κρεμόνα, οι οποίες είχαν και τα πιο πολλά κρούσματα αρχικά. Και ήδη από τα πρώτα εκείνα κρούσματα δυσκολευτήκαμε να τα βγάλουμε πέρα. Δημιουργούσαμε ολόκληρες πτέρυγες και γέμιζαν σε δύο μέρες, δημιουργούσαμε μονάδες εντατικής θεραπείες που γέμιζαν σε μια μέρα.
Έχουμε δεκάδες κρούσματα κάθε μέρα -και μόνο το δικό μας το νοσοκομείο. Πολλοί από αυτούς που έρχονται είναι σοβαρά και πρέπει να νοσηλευτούν και εμείς δεν ξέρουμε πια που να τους βάλουμε. Σε όλα τα νοσοκομείο δημιουργούνται πτέρυγες για ασθενείς με κορωνοϊό, αλλά γεμίζουν πια μέσα μια μέρα. Φαντάσου, μιλάμε για 40 κρεβάτια την ημέρα, σε μια πτέρυγα του ενός νοσοκομείου. Και πολλοί από αυτούς χρειάζεται να μείνουν στο νοσοκομείο για πολύ καιρό, γιατί δεν περνάει σε όλους το ίδιο γρήγορα. Ευτυχώς όχι όλοι.
Τελευταία, παρατηρούμε ότι, όσοι χρειάζονται νοσηλεία είναι όλο και νεότεροι. Είδα να διασωληνώνουν έναν 18χρονο και έναν 30χρονο. Γενικά, κατά μέσο όρο οι ηλικίες των ασθενών που καταφτάνουν τελευταία προς νοσηλεία είναι 40-80. Και μιλάμε τώρα για ανθρώπους απόλυτα υγιείς. Είχα συνηθίσει στα επείγοντα να αντιμετωπίζω ασθενείς ηλικιωμένους, με πολλά υποκείμενα νοσήματα, κάποιοι με καρδιακό, άλλοι με καρκίνο. Μιλάμε τώρα για ανθρώπους που είναι υγιέστατοι, αλλά καταλήγουν να διασωληνώνονται. Βέβαια, αυτοί που είναι υγιείς έχουν και τις περισσότερες πιθανότητες να βγουν από το νοσοκομείο και να το ξεπεράσουν. Άλλωστε, δε σημαίνει ότι όσοι διασωληνώνονται, πεθαίνουν.
Κανονικά δεν μπορείς να βγάλεις ποτέ τη μάσκα σου για όσο διαρκεί η βάρδια, γιατί μετά πρέπει να την αλλάξεις και δεν έχουν μείνει πολλές. Αλλά είναι αδύνατον να δουλεύουμε 12 ώρες υπό αυτές τις συνθήκες και να μην κάνεις ένα διάλειμμα. Και σου λέω 12 ώρες που είναι η επίσημη βάρδια, γιατί θα κάτσεις όσο χρειαστεί. Γι’ αυτό, τη βγάζουμε και τη χρησιμοποιούμε ξανά. Δεν είναι ασφαλές, όσο το να χρησιμοποιείς καινούργια κάθε φορά, αλλά χρειάζεσαι διάλειμμα για φαγητό και νερό, γιατί αλλιώς δεν είσαι λειτουργικός. Πολλές φορές μετά τη δουλειά, θα καθίσω να φάω στο νοσοκομείο, αφού τα γύρω μαγαζιά στέλνουν δωρεάν φαγητό στο προσωπικό του νοσοκομείου.
Όχι μόνο δεν έχουμε θέσεις για άλλους ασθενείς στις πτέρυγες, αλλά ούτε και στις ΜΕΘ, οι οποίες πλέον δέχονται μόνο όσους έχουν περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης -δυστυχώς πολλοί μένουν εκτός. Και η επιλογή αυτή είναι ό,τι πιο δύσκολο μπορεί να κάνει ένας γιατρός.
Φτάνω στη δουλειά, φοράω καθαρά scrubs και έξω από την πτέρυγα COVID υπάρχει stand όπου βρίσκουμε τις αδιάβροχες ποδιές, τα σκουφάκια και τα γάντια. Φοράω διπλή ποδιά και διπλά γάντια -τα δεύτερα τα αλλάζω για κάθε ασθενή που εξετάζω. Τη μάσκα τη ζητάω για να μου τη δώσουν, γιατί φυλάσσονται σε χρηματοκιβώτιο. Φοράω και γυαλιά προστασίας, δικά μου προσωπικά.
Αντιμετωπίζω -όπως και όλοι οι υπόλοιποι- την κατάσταση μέρα με τη μέρα. Γιατί δε θέλουμε καν να σκεφτούμε τη στιγμή που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε τις μέρες που θα έρθουν, οι οποίες θα είναι σίγουρα χειρότερες από αυτές που ζούμε σήμερα -είναι αβάσταχτη η σκέψη.
Δεν έχει έρθει ακόμα το πικ στην Ιταλία και δεν μπορούμε να προβλέψουμε ακριβώς πότε αυτό θα έρθει και πώς θα μας βρει. Πώς θα το ξεπεράσουμε και πώς θα καταφέρουμε να φτάσουμε στο μηδενικό σημείο με τα υλικά που έχουμε τώρα. Επίσης, αυτό που δε θέλω να σκεφτώ είναι τι θα γίνει μετά από όλο αυτό. Κανείς δεν ξέρει αν θα υπάρξει ποτέ ανοσία για αυτήν την αρρώστια. Οπότε ούτε θέλω να φανταστώ να ξαναβρεθούμε σε μια τέτοια εφιαλτική κατάσταση.
Οπότε, αυτό που έχεις να κάνεις σαν γιατρός είναι να αφιερώνεσαι σε κάθε ασθενή ξεχωριστά, έναν έναν. Φυσικά και συγκλονίζεσαι όταν βλέπεις νέους ανθρώπους να μην μπορούν να ανασάνουν, αλλά εσύ είσαι εκεί και βοηθάς όσο περισσότερο μπορείς. Το χειρότερο είναι να μην μπορείς να βοηθήσεις έναν ασθενή, επειδή δεν διαθέτεις τα μέσα. Ακόμα και για τις πολύ βαριές περιπτώσεις, δυσκολευόμαστε να βρούμε συσκευές CPAP για να τους βοηθήσει στην αναπνοή, το οποίο αποτελεί το τελευταίο βήμα πριν τη διασωλήνωση.
Επίσης, κάτι το οποίο δεν είχαμε ξαναδεί, είναι ότι όλοι αυτοί οι ασθενείς που έρχονται στα νοσοκομεία και στα επείγοντα, έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη από οξυγόνο, που πολλές φορές σπάνε τα συστήματα διανομής οξυγόνου. Αυτή είναι η κατάσταση εδώ, μοιάζει με apocalyptic ταινία.
Τα κρούσματα είναι λίγο πολύ ίδια. Πιο συχνά άνδρες, τουλάχιστον στο δικό μας το νοσοκομείο, οι περισσότεροι υγιείς. Όλοι με την ίδια ιστορία, πυρετό επί μια εβδομάδα, 10 μέρες, όλοι με βήχα και δυσκολία στην αναπνοή, όλοι τρομαγμένοι. Αλλά το χειρότερο είναι ότι, οι περισσότεροι έχουν οικογένειες στις οποίες νοσούν όλοι, γιατί αν νοσήσει ο ένας είναι πολύ εύκολο να κολλήσουν και οι υπόλοιποι. Οπότε, από έναν ασθενή ακούς για τους γονείς του, τα αδέρφια τους, τις συζύγους του, που είτε είναι στη ΜΕΘ είτε έχουν χάσει τη ζωή τους από τον ιό.
Μας φαίνεται ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο, κάθε μέρα.
Εγώ δεν έχω το άγχος να κολλήσω κανέναν γιατί ζω μόνη μου στο σπίτι με δύο γατιά! Τη μητέρα μου έχω να τη δω από τον Φεβρουάριο. Από τις 24 Φεβρουαρίου δε βγαίνω από το σπίτι, μόνο για να πάω στο νοσοκομείο. Σούπερ μάρκετ πήγα το πρώτο σαββατοκύριακο και πήρα φαγητό για δύο μήνες, όχι επειδή φοβόμουν ότι θα τελειώσουν τα πράγματα, αλλά επειδή φοβόμουν ότι θα κολλήσω τον ιό και δε θα μπορώ να βοηθήσω στο νοσοκομείο. Γιατί, όπως και στην Κίνα, έτσι και εδώ, πολλοί γιατροί και νοσοκόμοι νοσούν. Ερχόμαστε σε επαφή με δεκάδες κρούσματα καθημερινά. Οπότε είναι πιθανό να είμαι θετική στον ιό και ασυμπτωματική, οπότε να τον μεταδώσω χωρίς να το ξέρω. Έτσι, δε θέλω να πάω πουθενά και να θέσω σε κίνδυνο κάποιον ηλικιωμένο, που μπορεί να βγήκε να αγοράσει τρόφιμα. Όσο έχω να τρώω θα κάτσω σπίτι.
Τι να σου πω άλλο, μου φαίνεται σαν να ζω σε ένα τρομερό μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην αποκάλυψη, δε θα μπορούσα να φανταστώ ποτέ ότι θα ζούμε ποτέ κάτι τέτοιο. Μας φαίνεται ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο, κάθε μέρα. Ελπίζω να βγούμε σύντομα από αυτήν την κατάσταση, αλλά δεν ξέρω πότε. Προσπαθώ να μην το σκέφτομαι.