Πηνελόπη Κουρτζή: «Είναι σπουδαίο πράγμα να είσαι γυναίκα, είναι όμως και μια μεγάλη ευθύνη»
Πρόκειται για μια γυναίκα που από την πρώτη στιγμή που έκανε την εμφάνισή της στα συγγραφικά δρώμενα της χώρας μας, ζωντανεύει μέσα από τα βιβλία της εξαιρετικά ενδιαφέρουσες εποχές με πολύ ιδιαίτερη ιστορία.
Γοητευτική, ευχάριστη, με ωραία ενέργεια η Πηνελόπη Κουρτζή σήμερα δραστηριοποιείται στον επιχειρηματικό χώρο και παράλληλα ασχολείται με τη συγγραφή, που αποτελεί και τη μεγάλη της αγάπη. Είναι η συγγραφέας πίσω από το βιβλίο «Το κορίτσι με το σαλιγκάρι» που κάποιοι γνώρισαν καλύτερα μέσα από τη σειρά «Η παραλία» που προβάλλεται στην ΕΡΤ και έχει κερδίσει ένα μεγάλο μέρος του τηλεοπτικού κοινού. Μια τηλεοπτική χρονιά ιδιαίτερα ανταγωνιστική, που όμως η μυθοπλασία επέστρεψε σε πρώτο πλάνο.
«Είναι σημαντικό να γράφουμε βιβλία που θα ελκύουν όλο και πιο πολλούς αναγνώστες να τα προτιμήσουν. Μην ξεχνάμε πως όλα ξεκίνησαν από τα βιβλία και όλα σταματούν αν σταματήσουν και αυτά. Τόσο απλά», δηλώνει στο Bovary η Πηνελόπη Κουρτζή, σε μια συνέντευξη που περιέχει σκέψεις, αναφορά στους ήρωές της, αλλά κυρίως συναίσθημα και στιλ.
Το κορίτσι με το σαλιγκάρι είναι το βιβλίο πάνω στο οποίο βασίζεται η σειρά της ΕΡΤ "H παραλία". Πώς συλλάβατε την ιδέα για να δώσετε ζωή στους ήρωές του;
Η έμπνευση για όλη την ιστορία και το σύμπαν της Παραλίας, προήλθε αποκλειστικά από την μακρόχρονη έρευνα μου γύρω από το μοναδικό στον κόσμο κοινόβιο εν μέσω δικτατορίας εκείνα τα χρόνια που δημιουργήθηκε στα Μάταλα της Κρήτης, καθώς και από την αλληλεπίδραση μου με ανθρώπους από όλο τον κόσμο που έζησαν αυτή την συνθήκη ή άφησαν ντοκουμέντα στους απογόνους τους στην διάρκεια της αναζήτησης μου. Αλλά και την ίδια την Κρητική κοινωνία που με υποδέχτηκε και άνοιξε τις πόρτες των σπιτιών της για να περιηγηθώ σε όλες τις ιστορίες εκείνων των χρόνων.
Η συνθήκη του χαρμανιού που δημιουργήθηκε από αυτό το ιδιότυπο κοινόβιο σε συνδυασμό με την συντηρητική και συνάμα τρυφερή κοινωνία της Κρήτης, συνθήκη για την οποία δεν υπήρχαν ολοκληρωμένες προηγούμενες λογοτεχνικές ή οτπικοακουστικές καταγραφές, ήταν για μένα η απόλυτη ιστορία στην οποία ήθελα να εντρυφήσω.
Φανταστείτε πως στο μέρος αυτό, από το 1965 εώς και το 1970, αλλά και ξανά μετέπειτα, κατέλυσαν εκατοντάδες Χίπις από όλη την υφήλιο και δημιούργησαν μία ιδιόμορφη κοινωνία, ζώντας κυρίως στην παραλία και συγκεκριμένα στις σπηλιές που υπάρχουν στον μεγάλο βράχο της παραλίας των Ματάλων. Απολάμβαναν την ελευθερία τους και την ζωή με τον απλό τρόπο που τη ονερειρευόταν, ζούσαν την ουτοπία τους, αλληλοεπιδρούσαν με τους Κρητικούς, οδηγώντας σε ζυμώσεις και ιστορίες που θα μπορούσαν να γεμίσουν χιλιάδες σελίδες ή επεισόδια.
Η συνθήκη αυτή, έγινε γνωστή παγκόσμια, τραβώντας το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Ήταν μοναδικό όλο αυτό, αλλά και όταν πια το κοινόβιο έκλεισε και οι Χίπις εκδιώχθηκαν από εκεί., η ιστορία και πάλι δεν τελείωσε..
Η ιστορία αναφέρεται αποκλειστικά σε μυθιστορηματικά γεγονότα ή εμπεριέχει και στοιχεία μιας αληθινής ιστορίας;
Η ιστορία της Παραλίας στην οποία κατέφθασε το 1969 «το κορίτσι με το Σαλιγκάρι», η Υπατία, είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Είναι η αποτύπωση με εμβόλιμα μυθοπλαστικά στοιχεία και πλοκές, όλης αυτής της μοναδικής συνθήκης όπου δύο κόσμοι εντελώς διαφορετικοί συνυπάρχουν (ή και όχι) σε ένα τόσο δα κομμάτι γης.
Η αρχή της ιστορίας τοποθετείται στα Μάταλα της Κρήτης καλοκαίρι του ΄69 και στο διάσημο πια, στην ιστορία καλοκαίρι του 1969, στο κοινόβιο των Χίπις στην πιο ξέγνοιαστη παραλία του κόσμου και στην περιοχή γύρω και ολοκληρώνεται πολύ αργότερα. Όλος ο κόσμος των παιδιών των λουλουδιών, η φιλοσοφία τους, μυστικά τους και άγνωστα περιστατικά μεταξύ αυτών και της τοπικής κοινωνίας, συνθέτουν ένα καμβά και μας οδηγούν σε μία άλλη εποχή για την οποία έχουμε ακούσει τόσα. Έρωτες μεταξύ ανθρώπων με διαφορετική οπτική γωνία για την ζωή, πεποιθήσεις και αξίες που έρχονται αντιμέτωπες, η απόλυτη ελευθεριότητα την οποία οι Χίπις πρέσβευαν, η ανάγνωση πίσω από τις διάσημες φράσεις τους όπως «make love not war», «Live for today tomorrow never comes», η συντηρητική αλλά Κρητική κοινωνία του τότε, οι παραδόσεις και οι κουλτούρες όλων αυτών των διαφορετικών λαών που προσπαθούσαν να χωρέσουν σε αυτή την παραλία. Κρητικοί και Χίπις γίνονται ένα μωσαϊκό από ανείπωτες ιστορίες με πολύ πάθος, κίνδυνο, ακραίες καταστάσεις και βήματα κοινωνικής εξέλιξης, υπό τον ήχο των Μπιτλς, του Μπομπ Ντύλαν και της Τζόνι Μίτσελ και της κρητικής λύρας. «Ένα ουτοπικό αύριο, χρειάζεται ένα ονειρικό σήμερα.» όπως θα δούμε και στις σελίδες του βιβλίου να λέγεται και αυτό ζούσαν οι νέοι σε εκείνη την Παραλία.
Και ακριβώς επειδή ο πυρήνας της ιστορίας είναι αληθινός, η Κρήτη υποδέχεται όλους αυτούς τους ανθρώπους ανά την υφήλιο οι οποίοι, κάθε χρόνο κάποιες μέρες το καλοκαίρι καταφτάνουν ή επανέρχονται για να ζήσουν αυτή «την ουτοπία». Η Παραλία, δίπλα σε μία φωτιά, με το φεγγάρι τεράστιο και ολόκληρο μπροστά στον κόλπο, με τον επιβλητικό βράχο με τις σπηλιές να φωτίζεται, τις κιθάρες να παίζουν μουσικές άλλης εποχής και το μοβ χρώμα να απλώνεται παντού. Και ιστορίες, και γεγονότα, και διάσημα βιβλία, τραγούδια, προσωπικότητες και το χωριό ίδιο σχεδόν με το τότε. «Από όλα τα καλοκαίρια σου, ένα δεν θα το ξεχάσεις ποτέ». Λέει ο Χάρι.
Αυτό είναι το καλοκαίρι της Παραλίας.
Τι ήταν αυτό που σας δυσκόλεψε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της συγγραφής του;
Το γεγονός πως η έρευνα όσο προχωρούσε άνοιγε όλο και περισσότερες βεντάλιες που ήθελα να εξερευνήσω και προέκυπταν ιστορίες, γεγονότα, εμπειρίες, βιβλία και χαρακτήρες που ήταν αμέτρητοι για να χωρέσουν στις σελίδες μου. Η Παραλία είχε ένα τρόπο να μεταμορφώνεται χρόνο με το χρόνο στον οποίο εμβάθυνα για να ερευνήσω τα γεγονότα της, και κάθε φορά είχε και κάτι διαφορετικό να μου μάθει. Η επιλογή λοιπόν του κεντρικού κορμού της ιστορίας ανάμεσα σε τόσους άλλους ήταν δύσκολο, έτσι πολλές ιστορίες και συνθήκες έχουν μείνει ανείπωτες ακόμα, πέραν και αυτών που έχουν ενσωματωθεί στην σειρά.
Πώς νιώσατε για την οπτικοποίηση του βιβλίου σας;
Μία μεγάλη χαρά, ευγνωμοσύνη και περηφάνια. Είχε προηγηθεί η ταινία μικρού μήκους «η Παραλία» που είχαμε δημιουργήσει υπό την αιγίδα της Περιφέρειας της Κρήτης, έτσι ήμουν κάπως εξοικειωμένη με την ιδέα, παρόλα αυτά, όταν ο παραγωγός μας -εν μέσω ανάπτυξης άλλων τηλεοπτικών προϊόντων μας- πρότεινε σε μένα και την Αυγή Βάγια, την συν δημιουργό μου να δώσουμε προτεραιότητα στην «Παραλία» και να δημιουργηθεί ένα long series πολύ διαφορετικό από ότι έχουμε συνηθίσει, ενθουσιαστήκαμε.
Το αποτέλεσμα, αυτό το long cinema eye candy όπως το αποκαλώ στο μυαλό μου, κάθε φορά που το βλέπω, κάθε φορά που ακούω τις μουσικές του, γεμίζει την καρδιά μου.
«Γιατί να πάει κάποιος αλλού, αν μπορεί να πάει εκεί;» αναρωτιέται ο πρωταγωνιστής στον πρόλογο του βιβλίου. «Στην καρδιά μου, εκεί είναι Παράδεισος. Στη λογική μου, οι χιλιάδες χίπις που τότε έζησαν εκεί, είχαν δίκιο να καταφθάνουν από όλα τα μέρη του κόσμου. Ποιος άνθρωπος βρίσκει τον Παράδεισο και δεν μένει;» Κάπως έτσι νιώθω και εγώ.
Είναι γνωστό ότι οι ανάγκες για τη ροή ενός βιβλίου διαφέρουν από αυτές που έχει μια τηλεοπτική σειρά. Θεωρείτε ότι υπάρχει απόκλιση της σειράς από το βιβλίο στη συγκεκριμένη περίπτωση;
Στη συγκεκριμένη περίπτωση έγιναν εξ’ αρχής κάποιες αλλαγές και στο βιβλίο κατά την διάρκεια της συγγραφής του, καθώς αρκετά από τα storylines δεν γινόταν λόγω χώρου να αναπτυχθούν ή να συμπεριληφθούν έτσι όπως ορίζει η ανάγκη ενός μυθιστορήματος. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στην «Παραλία», καθώς όπως είπατε οι ανάγκες στο κάθε είδος είναι καθόλα διαφορετικές.
Αρχικά ήταν μία επιλογή που κάναμε πολύ συνειδητά με την Αυγή, υπό την καθοδήγηση του παραγωγού μας, να προσαρμόσουμε κάποια πράγματα, ώστε να διαμορφωθεί το τηλεοπτικό προϊόν στις νόρμες που διέπουν projects τέτοιας τυπολογίας αλλά και να υπηρετηθεί το σύμπαν που θέλαμε όλοι να παρουσιάσουμε υπό την έννοια της αισθητικής, του καστ, της μουσικής, της ατμόσφαιρας, την πλοκής.
Για εμάς στην σειρά, όπως και στο βιβλίο άλλωστε, όλος ο πυρήνας της ιστορίας μας ήταν η συνθήκη της Παραλίας με ότι αυτό συμπεριλαμβάνει και με όσες από τις ιστορίες μπορεί η ίδια η Παραλία να διηγηθεί ανάλογα τον τρόπο αφήγησης. Η ιστορία είναι πάντα μία κάθε φορά, το νόημα και το μήνυμα το ίδιο, για αυτό και όλοι οι χαρακτήρες που «ζουν» στο βιβλίο αλλά και οι ακόμη περισσότεροι που ζουν στην σειρά διηγούνται το παραμύθι που τα συνδέει άρρηκτα.
Πώς σχολιάζετε την τεράστια απήχηση που έχουν οι μεταφορές βιβλίων σε τηλεοπτικές σειρές τα τελευταία χρόνια και την προβολή τους στους τηλεοπτικούς δέκτες;
Με κάνει να χαίρομαι ως λογοτέχνης αφού πιστεύω πως μέσα στα βιβλία μπορεί κανείς να βρει εικόνες και ιστορίες που αξίζει να εκτεθούν στα μάτια και τα αυτιά όλο και περισσότερου κόσμου.
Το storytelling εξ’ αρχής των χρόνων, ξεκίνησε μέσα από τους μύθους, τις πέτρινες καταγραφές που αργότερα έγιναν βιβλία και με τους αιώνες εξελίχθηκε είτε μέσα από το θέατρο, την μουσική, την ποίηση, είτε το σινεμά είτε την τηλεόραση. Θεωρώ πως είναι σημαντικό να διαβάζουμε βιβλία όχι μόνο για να μεταφέρουμε τις ιστορίες τους στην οθόνη, όσο και για να εμπνεόμαστε για όλα τα οπτικοακουστικά προϊόντα, όπως συμβαίνει άλλωστε με όλες τις μορφές τέχνης που «εκπαιδεύουν» την έμπνευση μας.
Η απήχηση από την άλλη είναι κάτι διαφορετικό, και την συναντάς με επιτυχία σε πολλές μυθοπλασίες είτε είναι βασισμένες είτε όχι σε λογοτεχνικά κείμενα που έχουν εκδοθεί. Αυτό που θεωρώ πως εγκαθιδρύει ωστόσο αυτή η αγάπη με την οποία αγκαλιάζει ο κόσμος τις μεταφορές των βιβλίων στην οθόνη, είναι πως πολλά βιβλία κρύβουν συναρπαστικές ιστορίες τις οποίες αξίζει να μετουσιώσει κανείς και σε άλλες μορφές τέχνης.
Γράφετε χρόνια λογοτεχνία και παράλληλα δραστηριοποιείστε επιχειρηματικά. Δυσκολεύει το ένα το άλλο ή η συγγραφή είναι λύτρωση;
Η συγγραφή είναι ο μεγάλος μου έρωτας και αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητας μου. Η παραγωγή περιεχομένου από την άλλη κάθε είδους, είναι ο τρόπος που προσδιορίζομαι επαγγελματικά και που μου δίνει τόσο την δυνατότητα να εμπνέομαι, όσο και την ευκαιρία να συνεργάζομαι με ανθρώπους που εκτιμώ και μαζί να δημιουργούμε πράγματα που είναι «έξω από το κουτί». Από την συγγραφή ενός θεατρικού έργου μέχρι την ανάπτυξη μίας ιδέας και μίας ολόκληρης στρατηγικής που θα αφήσει έντονο στίγμα, όλα για μένα ξεκινάνε από τη συγγραφή και καταλήγουν σε αυτή. Στο επιχειρείν γενικά μιλώντας, βρίσκει κατά την γνώμη μου χώρο να συνεισφέρει, κάθε δεξιότητα ή ταλέντο ή ενασχόληση μας.
Τι πιστεύετε ότι προτιμά να διαβάζει ο σύγχρονος αναγνώστης;
"Η ζωή κάθε ανθρώπου, ειπωμένη αληθινά, είναι ένα μυθιστόρημα." έχει πει ο Ernest Hemingway. Αυτό νιώθω πως αγαπά να διαβάζει ο σύγχρονος αναγνώστης. Και το αντίστροφο. «Η ζωή κάθε φανταστικού ήρωα, ειπωμένη με ρεαλιστικό τρόπο, είναι ένα πολύτιμο μυθιστόρημα» θα προσέθετα.
Οι αναγνώστες του σήμερα είναι η έμπνευση η δική μας για το αύριο και επί τη ευκαιρία θα ήθελα μέσα από εδώ να τους πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για την κάθε φορά που βουτάνε στον μαγικό κόσμο των βιβλίων.
Είναι σημαντικό να προσπαθούμε και εμείς από την πλευρά μας ως συγγραφείς, να γράφουμε βιβλία που θα ελκύουν όλο και πιο πολλούς αναγνώστες να τα προτιμήσουν. Μην ξεχνάμε πως όλα ξεκίνησαν από τα βιβλία και όλα σταματούν αν σταματήσουν και αυτά. Τόσο απλά. Ό,τι βλέπουμε σαν εξέλιξη γύρω μας σήμερα προήλθε από κάποιον που διάβασε ένα ή δύο ή περισσότερα βιβλία, ότι θα έρθει θα ανάγεται σε κάποιο βιβλίο σε οποιαδήποτε μορφή και αν είναι αυτό. Και πάντα μα πάντα το βιβλίο θα αποτελεί μία πόρτα σε οποιοδήποτε μέρος είναι γεμάτο από ακλόνητους τοίχους.
Υπάρχει κάποιο βιβλίο που διαβάσατε πρόσφατα και αποτέλεσε για εσάς πηγή προβληματισμού και έμπνευσης;
Πρόσφατα, διότι αρκετά συχνά διαβάζω βιβλία στα οποία στέκομαι για καιρό και τα επεξεργάζομαι, αυτό που κυρίευσε την σκέψη μου ήταν το Maniac του Benjamin Labatout. Η ελεγεία του, στο κατά πόσο οι ατέλειες του ανθρώπου αποτελούν το χαρακτηριστικό που θα τον καθιστά αιώνια υπεράνω οποιοσδήποτε τεχνητής νοημοσύνης και οποιουδήποτε επιτεύγματος είναι κατ’ εμέ και συγκλονιστική αλλά και εύπεπτη ώστε να ταυτιστεί όποιος και να την διαβάσει και να την κατανοήσει. Το βιβλίο αυτό βρήκε χώρο στους προβληματισμούς μου τα τελευταία χρόνια και στις ανησυχίες μου και μου έδωσε έμπνευση.
Τι νομίζετε πως έχει αλλάξει στο συγγραφικό σας ύφος και στο πώς βιώνετε την κάθε ιστορία ξεχωριστά, από την εποχή του πρώτου σας βιβλίου μέχρι και σήμερα;
Στο ύφος μου ίσως όχι πολλά, πέραν της αναμενόμενης εξέλιξης που χαρακτηρίζει κάθε προσπάθεια που είναι επαναλαμβανόμενη. Ο τρόπος που προσεγγίζω τις ιστορίες από την άλλη είναι κάθε φορά διαφορετικός και με εκπλήσσει και μένα την ίδια, και με αυτή την μανιέρα μέχρι και σήμερα, όπως επίσης δεν έχει διαφοροποιηθεί και η πεποίθηση μου πως πριν αποφασίσω να καταγράψω μία ιστορία, να θέλω να έχω ολοκληρώσει μία εν τω βάθη έρευνα γύρω από το θέμα με το οποίο καταπιάνομαι. Αυτό που νιώθω διαφορετικό ωστόσο, είναι το σύνολο των πληροφοριών στις οποίες έχω με τα χρόνια δυνατότητα να έχω πρόσβαση, καθώς και την βαρύτητα που δίνω πια σε κάθε βιβλίο του οποίου συλλαμβάνω την ιδέα.
Σήμερα τι συμβουλή θα δίνατε στα μικρά κορίτσια, στις έφηβες που ετοιμάζονται να γίνουν γυναίκες αλλά και στις νέες συγγραφείς που ονειρεύονται;
Στα μικρά κορίτσια θα έλεγα με αγάπη δύο πράγματα. Το ένα είναι πως η δύναμη κρύβεται στην μοναδικότητα του χαρακτήρα της καθεμιάς μας και αυτό να μην το ξεχνάμε ποτέ και να κυνηγάμε τους στόχους μας όσο άπιαστοι και αν φαίνοται. Το δεύτερο που θα ήθελα να προτείνω σαν τροφή για σκέψη, είναι πως στην ζωή που ανοίγεται μπροστά τους, να αναρωτηθούν μήπως «η ευτυχία και το για πάντα είναι τόπος μέσα μας και όχι χρόνος και μπορούν να βρεθούν εκεί ανά πάσα στιγμή θέλουν».
Είναι σπουδαίο πράγμα να είσαι γυναίκα ή να ετοιμάζεσαι να γίνεις. Είναι όμως και μία μεγάλη ευθύνη για την οποία γεννιόμαστε πανέτοιμες και αυτό το πιστεύω ακράδαντα.
Στις νέες συγγραφείς ή στις γυναίκες που θέλουν να διηγηθούν μία ιστορία με οποιαδήποτε τρόπο, θα έδινα την συμβουλή να πιστεύουν σε αυτό που κάνουν πριν από οποιονδήποτε άλλο καλέσουν να πιστέψει σε εκείνες, να είναι αισιόδοξοες γιατί οτιδήποτε είναι δικό μας και πρωτόλειο είναι και μοναδικό και σίγουρα θα βρει μάτια που θα το διαβάσουν, θα το καταλάβουν και θα ταυτιστούν.
H Παραλία στην ΕΡΤ
Βασισμένη στο μυθιστόρημα «Το κορίτσι με το Σαλιγκάρι» της Πηνελόπης Κουρτζή, εκδόσεις Ψυχογιός, η «Παραλία» των story originators Κουρτζή Πηνελόπη και Αυγή Βάγια, μας μεταφέρει σε σκηνοθεσία Στέφανου Μπλάτσου και σενάριο Γιώργου Χρυσοβιτσάνου και Κώστα Γεραμπίνη, με ένα εξαιρετικό cast ηθοποιών στα Μάταλα της Κρήτης. Εκεί, κάτω από τη σκιά των μοναδικών βράχων, συμπληρώνουν το ειδυλλιακό σκηνικό, το μυστήριο, ο έρωτας και οι συγκλονιστικές ανθρώπινες ιστορίες. Τα όνειρα και οι εφιάλτες των πρωταγωνιστών βγαίνουν στην επιφάνεια.
Η ιστορία...
Σεπτέμβριος 1969, Μάταλα. Η νεαρή γιατρός Υπατία Αρχοντάκη (Δανάη Μιχαλάκη) επιστρέφει από το Λονδίνο, στον τόπο που πέρασε τα παιδικά της χρόνια, προκειμένου να ανακοινώσει στην οικογένειά της ότι αρραβωνιάζεται και σκοπεύει να παντρευτεί τον Γιώργο (Γιάννης Κουκουράκης). Ο Γιώργος, ο οποίος ζει μαζί της στο Λονδίνο και εργάζεται στα ναυτιλιακά, θα έρθει στην Κρήτη λίγες ημέρες αργότερα από εκείνη, προκειμένου να ζητήσει το χέρι της και επίσημα από την οικογένειά της.
Το πρώτο βράδυ στα Μάταλα η Υπατία θα επανασυνδεθεί με τις παιδικές της φίλες και θα τους προτείνει να την παντρέψουν. Δίνουν ραντεβού στο πάρτι των χίπηδων, οι οποίοι έχουν βρει στέγη στη μαγευτική παραλία της περιοχής.
Εκεί, η Υπατία γνωρίζει την περίεργη, αλλά και φιλόξενη κοινότητα των «παιδιών των λουλουδιών», μέλος της οποίας είναι και ο Χάρι (Δημήτρης Μοθωναίος). Ανάμεσά τους γεννιέται ένας έρωτας που ξεκινά με πόνο και εμπόδια και βρίσκεται στο επίκεντρο μιας δίνης που συμπαρασύρει στο πέρασμά της όλα όσα οι ήρωές μας θεωρούσαν δεδομένα.
Δευτέρα - Πέμπτη, 22:45
Η Πηνελόπη Κουρτζή έχει γράψει τα εξής βιβλία που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός: Το Πριγκιπότο, Η ερωμένη των Φάρων, Δεκατρία Μπαλώματα, Κουμκουάτ, Το κορίτσι με το σαλιγκάρι