Κι όμως, ο Τζέιμς Μποντ υπήρξε πραγματικά -Ποιος ήταν ο υπερπράκτορας 007
«My name is Bond, James Bond», έχουν πει από τον Σον Κόνερι έως τον Ντάνιελ Γκρεγκ, και οι περισσότεροι φαν του πιο διάσημου κινηματογραφικού κατασκόπου που δημιούργησε ο Ίαν Φλέμινγκ, θεωρούν πως αν υπήρξε ποτέ αυτός ο μυστηριώδης άνδρας, άκουγε σε αυτό το όνομα.
Η αλήθεια όμως δεν είναι ακριβώς αυτή. Γιατί ναι μεν, ο Τζέιμς Μποντ ήταν υπαρκτό πρόσωπο, όμως το «Τζέιμς Μποντ» ο Φλέμινγκ το δανείστηκε από έναν επιστήμονα που είχε γράψει το «Birds Of The West Indies», ένα βαρετό λεύκωμα ορνιθολογίας. «Ήθελα το πιο απλό, σύντομο, κοινό όνομα. Το Τζέιμς Μποντ ήταν ιδανικό!», είχε πει χαρακτηριστικά, ενώ το 007 ήταν απλώς ο αριθμός του λεωφορείου που ο Βρετανός συγγραφέας έπαιρνε καθημερινά στο Λονδίνο. Πάντως η ζωή του Αμερικανού επιστήμονα έγινε κόλαση, μέχρι που η γυναίκα δημοσίευσε ένα βιβλίο, καταγγέλλοντας τόσο τον ηθοποιό που έπαιξε τον Τζέιμς Μπόντ, όσο και τον δημιουργό του Ίαν Φλέμιγκ. Ο Φλέμιγκ τότε της ζήτησε συγνώμη για την αναστάτωση που προκάλεσε στη ζωή τους.
Το μεγάλο ερώτημα όμως παραμένει ποιος ήταν τελικά αυτός ο άνδρας που ενέπνευσε τον Φλέμινγκ. Σύμφωνα με μια θεωρία, ο πραγματικός Μποντ ήταν ο ταγματάρχης Φόρεστ Γιεο Τόμας, με κωδικό όνομα «White Rabbit», που υπηρέτησε κατά τη διάρκεια του Β` Παγκοσμίου Πολέμου και είχε βρεθεί σε πολλές μυστικές αποστολές σε Γαλλία, Ρωσία, Γερμανία, για λογαριασμό του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Λέγεται μάλιστα πως η σκηνή των βασανιστηρίων στο «Casino Royale», όπου ο Μποντ, δεμένος και γυμνός, δέχεται χτυπήματα στα γεννητικά όργανα, συνέβη πραγματικά στον Τόμας.
Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει πως ο Φλέμινγκ είχε ως πρότυπο τον Σίντνεϊ Ράιλι, έναν υπερκατάσκοπο, που γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου του 1874 στην Οδησσό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Το πραγματικό του όνομα μάλλον ήταν Σολομόν (Σλόμο) Ρόζενμπλουμ και ήταν νόθος γιος ενός Εβραίου γιατρού. Σε ηλικία δεκαεννέα ετών συλλαμβάνεται από την «Οχράνα» (τη μυστική αστυνομία του Τσάρου) για συμμετοχή στην επαναστατική οργάνωση «Οι Φίλοι του Διαφωτισμού». Καταφέρνει όμως και δραπετεύει και, αφού σκηνοθετεί τον θάνατό του, μπαρκάρει σε ένα πλοίο για τη Βραζιλία. Στη νέα του πατρίδα κάνει διάφορες δουλειές με το όνομα Πέδρο. Η ζωή του αλλάζει, όταν βοηθά μια ομάδα Βρετανών αξιωματικών να βγουν σώοι από μια αποστολή τους στον Αμαζόνιο. Αυτοί αναγνωρίζουν τις ικανότητές του και τον προτείνουν στις μυστικές υπηρεσίες της πατρίδας τους. Τότε αποκτά βρετανικό διαβατήριο με το όνομα Σίντνεϊ Ρόζενμπλουμ.
Το 1896 μετακομίζει σε μια ακριβή γειτονιά του Λονδίνου και ιδρύει τη δική του επιχείρηση, την «Ozone Preparations Company», παρέχοντας θεραπευτικές υπηρεσίες στους πελάτες. Παράλληλα όμως κατασκοπεύει τους Ρώσους εμιγκρέδες στο Λονδίνο για λογαριασμό της Σκότλαντ Γιαρντ. Το 1897 γνωρίζεται με μια πανέμορφη νεαρή κυρία, τη Μάργκαρετ Τόμας, σύζυγο ενός γηραιού και πάμπλουτου ιερωμένου. Την ερωτεύεται σφόδρα κι έναν χρόνο αργότερα την παντρεύεται, αφού στο μεταξύ ο σύζυγός της έχει πεθάνει κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Η νέα του ταυτότητα του δίνει την ευκαιρία να επισκεφθεί μαζί με τη γυναίκα του τη Ρωσία το 1899. Τα επόμενα χρόνια ο Ράιλι έδωσε πολύτιμες πληροφορίες στους Άγγλους για το πετρελαϊκό πρόγραμμα της τσαρικής Ρωσίας και της Περσίας, την πρόοδο κατασκευής του υπερσιβηρικού σιδηροδρόμου και τα ναυτικά οχυρωματικά έργα της Ρωσίας στη Μαντζουρία. Με το αζημίωτο έθεσε στη διάθεση των Ιαπώνων τα σχέδια για τα οχυρωματικά έργα της Ρωσίας, κατά τη διάρκεια του Ρωσοϊαπωνικού πολέμου (1904-1905). Ακολούθησαν αρκετές επικίνδυνες αποστολές, μέχρι που η πραγματική του ταυτότητα αποκαλύφθηκε, οπότε μόλις που πρόλαβε να εγκαταλείψει τη Ρωσία, αν και είχε καταδικαστεί σε θάνατο από το επαναστατικό δικαστήριο. Κάποιοι συγγραφείς επιμένουν ότι συνεργάστηκε με τις ρωσικές αρχές, για να εξασφαλίσει τη φυγή του, αποκαλύπτοντας ονόματα συνεργών του. Τον Σεπτέμβριο του 1925 σοβιετικοί πράκτορες της OGPU (διαδόχου της «Τσεκά»), παριστάνοντας τους αντικαθεστωτικούς, τον κάλεσαν να επισκεφθεί τη Σοβιετική Ένωση, για να οργανώσει ένα νέο αντάρτικο κατά του καθεστώτος. Τον παγίδευσαν μόλις πέρασε τα σύνορα, τον συνέλαβαν και το 1925 τον εκτέλεσαν σε ένα δάσος κοντά στη Μόσχα.
Το γεγονός ότι γνώριζε πολλές γλώσσες, αγαπούσε την καλή ζωή, τον τζόγο και ήταν λάτρης του γυναικείου φύλου -παντρεύτηκε τρεις φορές και είχε αμέτρητες ερωμένες- συγκλίνουν στο ότι ο Φλέμινγκ, που είχε ακούσει για την περίπτωσή του από τον διπλωμάτη και δημοσιογράφο σερ Ρόμπερτ Μπρους Λόκχαρτ, βασίστηκε πάνω του για να διαμορφώσει τον «Άσο των κατασκόπων».
Η πλέον επικρατέστερη εκδοχή θέλει τον Σέρβο playboy και κατάσκοπο, Ντούσκο Πόποφ, ως πηγή έμπνευσης του Φλέμινγκ με τον οποίο γνωρίστηκαν ένα ζεστό βράδυ του καλοκαιριού του 1941 στο καζίνο «Εστορίλ» της Πορτογαλίας.
Ο Πόποφ που καταγόταν από πλούσια οικογένεια κι ήταν μαθημένος στην καλή ζωή, αποφάσισε να γίνει κατάσκοπος των Ναζί, μετά από προτροπή ενός καλού του φίλου του, και στη συνέχεια κατέληξε «διπλός» κατάσκοπος για λογαριασμό των Βρετανών. Ζούσε κάθε μέρα σαν να ήταν η τελευταία του, είχε ιδιαίτερη αδυναμία στις γυναίκες -συχνά μάλιστα πήγαινε ταυτόχρονα με δύο, εξ ου και το κωδικό όνομα «Τρίκυκλο»- όταν βρέθηκε στην Πορτογαλία, όπου αρκετοί κατάσκοποι περνούσαν αρκετό χρόνο κατά την διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς ήταν μια ουδέτερη χώρα. Η ζωή του Πόποφ μοιάζει σε όλα με τη ζωή του Τζέιμς Μποντ. Έζησε ριψοκίνδυνα, απόλαυσε όσες περισσότερες πολυτέλειες μπορούσε και είχε πολλές πανέμορφες γυναίκες στο πλευρό του. Στο μόνο σημείο που ο Πόποφ διαφέρει από τον Τζέιμς Μποντ, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι εκείνος απέφευγε το αλκοόλ. Όταν ήρθε η ώρα να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, εγκαταστάθηκε στη Νότια Γαλλία και έκανε τρία παιδιά με μια Σουηδή κατά πολλά χρόνια μικρότερή του. Το 1981 έχοντας ζήσει μια γεμάτη ζωή «έφυγε» σε ηλικία 69 χρονών. Ο μύθος του όμως παραμένει για πάντα ζωντανός μέσα από τον φανταστικό χαρακτήρα του Ίαν Φλέμινγκ, ακόμα κι αν δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι ήταν αυτός…
Τέλος, η οικογένεια του Τζέιμς Τσαρλς Μποντ, ενός Βρετανού σιδηρουργού, που υπήρξε κατάσκοπος την εποχή του Β’ Παγκοσμιου Πολέμου, ισχυρίζεται ότι εκείνος αποτέλεσε πρότυπο για τον Ίαν Φλέμινγκ, υπό τις διαταγές του οποίου είχε υπηρετήσει στον πόλεμο. Μάλιστα, οι απόγονοι του Μποντ φρόντισαν να αποκτήσει τη δική του ταφόπλακα με χαραγμένο επάνω της το χαρακτηριστικό 007. Ο εγγονός του, Στίβεν Φίλιπς, ήταν εκείνος που ανακάλυψε ότι ο Μποντ είχε υπηρετήσει ως μυστικός πράκτορας (Special Operations Executive – SOE). «Ο παππούς μου πήρε μια μέρα την εξαδέλφη μου, τη Τζένη, από το χέρι, και της είπε: "Πίστεψέ με, εγώ είμαι ο πραγματικός Τζέιμς Μποντ". Δεν της είπε τίποτε άλλο κι εκείνη δεν του έκανε ερωτήσεις», δήλωσε ο Φίλιπς. «Όμως, ανακαλύψαμε ότι ο παππούς ήταν κατάσκοπος και μάλιστα πίσω από τις εχθρικές γραμμές και το 1942 ήταν στην ομάδα που δρούσε υπό τις διαταγές του Ίαν Φλέμινγκ. Δεν ξέρουμε περισσότερα γι’ αυτές τις αποστολές, ήταν απόρρητες». Ο Φίλιπς πρόσθεσε ότι ο παππούς του δεν μπορούσε να μιλήσει για όλα αυτά επειδή δεσμευόταν από τον νόμο περί απορρήτου.
Παρόλα αυτά, ο ίδιος ο Φλέμινγκ, ο οποίος πέθανε το 1964, δεν επιβεβαίωσε ποτέ καμία από όλες αυτές τις θεωρίες, κι έτσι η πραγματική ιστορία του Μποντ θα μείνει για πάντα ένα μεγάλο κινηματογραφικό -κι όχι μόνο- μυστήριο.