Ο Τάκης Γιαννούτσος και ο Θοδωρής Βαμβακάρης σχολιάζουν, διαφωνούν, τα ξαναβρίσκουν και συνεχίζουν
«Πω πω, λες και έχει γίνει πυρηνική καταστροφή. Είναι λίγο post-apocalyptic η εικόνα», σχολιάζει ο Θοδωρής Βαμβακάρης ενώ στεκόμαστε σε ένα κλειστό cafe επί της οδού Φραγκοκκλησιάς, προκειμένου να κάνουμε τη συνέντευξη.
Ο Τάκης Γιαννούτσος και ο Θοδωρής Βαμβακάρης έχουν μόλις τελειώσει την καθημερινή εκπομπή τους στον Red 96.3, την εκπομπή που μας κρατάει παρέα τα τελευταία 11 χρόνια ενώ παίρνουμε το πρωινό μας, ετοιμαζόμαστε για τη δουλειά, οδηγούμε προς το γραφείο.
Οι δυο τους είναι δίδυμο απο το 1997, δηλαδή 24 χρόνια, κάτι που πλέον τους καθιστά διαχρονική αξία και ταυτοχρόνως μια οικεία παρέα ακόμη και εάν δεν τους έχεις γνωρίσει ποτέ από κοντά. Η πορεία αυτή αποδεικνύει ένα πράγμα: όταν ταιριάξεις με έναν άνθρωπο πάντα θα έχεις κάτι να συζητήσεις, οι λέξεις στερεύουν μόνο όταν αφήσεις τη σχέση (φιλική, ερωτική, επαγγελματική) να στερέψει. Όταν λοιπόν τους έχεις απέναντι σου αρκεί να τους πεις μια λέξη για να πάρουν φόρα και να παίξουν μόνοι τους μπαλίτσα. Θα μπορούσαν να ξεκινήσουν να μιλούν, να διαφωνούν, να συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον, να κάνουν πλάκα ακόμη και εάν τους έλεγες «αβγό». Πόσο μάλλον αν έχουν να σχολιάσουν την τρέχουσα ελληνική επικαιρότητα, που αν μην τι άλλο δεν μας προκαλεί πλήξη σε κανένα επίπεδο.
Ο λόγος σε εκείνους.
Για το ελληνικό #metoo
Θοδωρής Βαμβακάρης (Θ.Β): Θυμάται κανείς το όνομα του βιαστή της Μπεκατώρου; Το αδίκημα έχει παραγραφεί και γι’ αυτό δεν προχώρησε η ιστορία, όμως ορθώς κανείς δεν την αμφισβήτησε. Στο χώρο του θεάτρου ο ντόρος συνεχίζεται γιατί είναι «επώνυμοι». Για μένα το θετικό που μπορεί να βγει από αυτή την ιστορία είναι ότι είναι ευκαιρία να γίνουν πιο αυστηροί οι νόμοι. Χρειαζόμαστε πιο αυστηρή νομοθεσία, που να προστατεύει τα θύματα.
Τάκης Γιαννούτσος (Τ.Γ): Να μην παραγράφεται το έγκλημα. Όπως δεν παραγράφεται το έγκλημα στο μυαλό και στην ψυχή του θύματος έτσι να μην παραγράφεται ούτε στο νομικό πλαίσιο.
Θ.Β.: Επιπλέον, δεν υπάρχει μόνο η κακοποίηση αλλά και το εργασιακό bullying. Στην αντιμετώπιση του εργασιακού bullying είμαστε πολύ πίσω ενώ συμβαίνει καθημερινά, παντού και δεν τιμωρείται.
Τ.Γ.: Για να γίνουν αλλαγές στην καθημερινότητα πρέπει να πέσουν τα στερεότυπα. Κάθε, μα κάθε μέρα βλέπουμε έναν άντρα οδηγό να στραβοκοιτάει μια γυναίκα οδηγό. Κάτσε ρε φίλε, επειδή εσύ είσαι άντρας κι αυτή είναι γυναίκα δεν σημαίνει ούτε ότι είσαι καλύτερος οδηγός ή ότι σου ανήκει ο δρόμος. Πρέπει να αλλάξει η καθημερινότητα, δεν χρειάζεται να φτάσουμε σε ακραίες περιπτώσεις κακοποίησης για να να ανοίξει η συζήτηση.
Θ.Β: Θέλω να προσθέσω ότι θεωρώ λάθος να υπάρχει αυτή η πολιτική κόντρα για τέτοια θέματα. Δεν χρειάζεται, γιατί έτσι χάνεται το φόκους που είναι η κακοποίηση ενός 14χρονου. Πολλοί έχουν φωτογραφηθεί με τον Λιγνάδη, δεν το έγραφε στο μέτωπό ότι κακοποιούσε παιδιά. Δεν σημαίνει ότι όποιος φωτογραφήθηκε μαζί του ήταν συνένοχος ή ήξερε κάτι και δεν μιλούσε.
Τ.Γ.: Και εγώ είμαι κάθετος ότι στον κυκεώνα αυτόν δεν πρέπει παίζει η πολιτική αντιπαράθεση. Όμως όσον αφορά την υπουργό Πολιτισμού, δεν λέω ότι ήξερε η γυναίκα και δεν με νοιάζει αν είναι δεξιά ή αριστερή, θεωρώ ότι για λόγους ευθυξίας θα έπρεπε να δώσει το καλό παράδειγμα. Να πει δηλαδή: «Συγγνώμη, δεν ήξερα. Γεια σας».
Θ.Β.: Δεν είναι λόγος παραίτησης αυτός.
Τ.Γ.: Για μένα είναι.
Θ.Β.: Εγώ νομίζω ότι ελέγχεται η στάση της να τον στηρίξει με το που άρχισαν οι φήμες. Ήταν λάθος επικοινωνιακό αυτό. Για μένα το να πιέζουμε αντιπολιτευτικά να παραιτηθεί οδηγεί στο να χαθεί το φόκους από την κακοποίηση.
Τ.Γ.: Μα δεν μιλάω αντιπολιτευτικά. Ούτε νομίζω ότι θα χαθεί το φόκους αν παραιτηθεί.
Θ.Β.: Εντάξει, γνώμες είναι αυτές. Πάντως σε πολλούς χώρους, και στον χώρο των media, έχουμε ακούσει διάφορα. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι στον χώρο των media δεν έχουμε τέτοιες περιπτώσεις. Πρέπει να ανοίξουν κι εδώ τα στόματα, επώνυμα.
Τ.Γ.: Καλά, το bullying που τρώγαμε κάποτε ήταν...
Ήσουν ήρωας αν γλίτωνες, επειδή έσκυψες, από το τασάκι που σου πέταγε ο διευθυντής σύνταξης.
Θ.Β.: Το βασικό πρόβλημα είναι η εκμετάλλευση της εξουσίας απέναντι σε έναν εργαζόμενο ή σε μια εργαζόμενη. Γι’ αυτό θέτω το θεσμικό ζήτημα ώστε να αλλάξουν τα πράγματα στο μέλλον και να σωθούν άνθρωποι. Και αξίζει ένα μεγάλο μπράβο στη Μπεκατώρου και στη Δούκα που ξεκίνησαν αυτές τις ιστορίες γιατί έτσι δίνουν θάρρος και φωνή σε γυναίκες και άνδρες που έχουν δεχτεί τέτοια πράγματα. Δεν γινόταν αλλιώς.
Τ.Γ.: Όταν μίλησαν τα πρώτα κορίτσια ένιωσα στεναχώρια για το τί πέρασαν αλλά ταυτόχρονα χαρά γιατί επιτέλους ξεκινάει να αλλάζει κάτι.
Για το «Αυτός και ο άλλος», στην ΕΡΤ
Θ.Β.: Το καλό με την ΕΡΤ ήταν ότι τους κάναμε μια πρόταση και τους άρεσε. Ήμασταν τυχεροί γιατί εκείνη την περίοδο έψαχναν να βρουν κάτι που ήταν αντίστοιχο με αυτό που τους προτείναμε. Με το που είδαν την πρόταση είπαν «Προχωράμε».
Τ.Γ.: Θα μπορούσε να υπάρχει αυτή η εκπομπή και σε ένα ιδιωτικό κανάλι. Έτυχε όμως να πέσουμε, και εμείς ούτε καν το ξέραμε τότε, στην στιγμή που η ΕΡΤ αποφάσισε να κάνει πρόγραμμα με κάποια στοιχεία ιδιωτικής τηλεόρασης δηλαδή με νέες σειρές και καινούριες εκπομπές.
Θ.Β.: Εγώ θα το χαρακτήριζα πιο ορθολογικό πρόγραμμα για δημόσια τηλεόραση. Και φαίνεται ότι πιάνει αυτό. Αυτό που αρχικά αλλάζει είναι η φήμη, η εικόνα που έχει ο κόσμος για σένα. Η θεαματικότητα έρχεται μετά. Tώρα όσον αφορά την εκπομπή καλούμε πρόσωπα με τα οποία μπορούμε να κάνουμε μια ωραία κουβέντα. Προέκυψαν κάποια πρόσωπα τα οποία θα μπορούσαμε και θα θέλαμε να κάνουμε και έξω από την τηλεόραση παρέα μαζί τους και άλλα που όχι.
Μα προφανώς δεν μπορείς να κάνεις παρέα με όσους καλείς, δεν χρειάζεται.
Τ.Γ.: Τώρα σκέφτομαι ότι ήμασταν τυχεροί που δεν προλάβαμε να καλέσουμε τους εμπλεκόμενους. Τον Φιλιππίδη τον έχω φίλο στο facebook, έχω παλαιότερα συνεργαστεί μαζί του, όταν είχα ένα ατύχημα και ήμουν στο νοσοκομείο είχε έρθει να με δει. Φαντάσου να τον είχαμε καλέσει λόγω και της δουλειάς του στο «Χαιρέτα μου τον πλάτανο» στην ΕΡΤ και να τον εκθειάζαμε.
Θ.Β.: Μα όλους σχεδόν τους εμπλεκόμενους είχαμε σκοπό να τους καλέσουμε. Και τον Κιμούλη και τον Λιγνάδη. Τον Χαϊκάλη όχι.
Τ.Γ.: Επειδή έχουμε χτίσει μια παρεΐστικη ατμόσφαιρα οι δυο μας τόσα χρόνια στο ραδιόφωνο βοήθησε να μεταφερθεί αυτή η ατμόσφαιρα στην τηλεόραση. Οπότε μπαίνοντας στο στούντιο ένας καλεσμένος, ακόμη και κάποιος που συναντάμε για πρώτη φορά, αμέσως δημιουργείται η συνθήκη μιας παρέας που κάθεται να πιει έναν καφέ και τα λέει, όπως ακριβώς κάνουμε κι εμείς εδώ τώρα. Απλώς, εκεί υπάρχουν οι κάμερες και τα φώτα.
Για τα social media:
Θ.Β.: Υπάρχει μια ερώτηση-παγίδα που κάνουμε τους καλεσμένους και τις καλεσμένες που ξέρουμε ότι έχουν social. Όταν τους ρωτάς «πόσους followers έχετε;» και σου απαντάει ο άλλος «257.323» τότε σημαίνει ότι τους τσέκαρε λίγο πριν μπει στο στούντιο. Υπάρχουν και εκείνοι που θα σου πουν «δεν ξέρω», υπάρχουν αυτοί που δεν έχουν social media και υπάρχουν αυτοί που τα χρησιμοποιούν για εμπορικούς σκοπούς, κι αυτό θεμιτό είναι.
Για μένα πρόβλημα είναι όταν οι πολιτικοί χρησιμοποιούν τα social για να ανακοινώσουν κάτι.
Εγώ ως πολίτης μπορεί να μην έχουν twitter. Θεωρώ ότι οι πολιτικοί πρέπει να χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ για να ενημερώνουν. Για έναν ηθοποιό, είναι τελείως διαφορετικό, εκεί αν θέλω τον ακολουθώ ή όχι. Πάντως τίθεται ένα θέμα για το αν ο κόσμος πιστεύει περισσότερο τα παραδοσιακά ΜΜΕ ή μια ανάρτηση στα social.
Τ.Γ.: Τα social δεν μπορούν να αλλάξουν τα πάντα. Μια συνέντευξη είναι πάντα μια συνέντευξη. Ενώ μια ανάρτηση στα social είναι ένας μονόλογος.
Ένας χρόνος πανδημίας, τι νοσταλγούν από τη ζωή πριν τον κορωνοϊό:
Θ.Β.: Μου έχει λείψει μια συναυλία σαν αυτή των Cure, που ο ένας ήταν κολλητά με τον άλλον. Εάν ήταν επί κορωνοϊού θα είχαμε τουλάχιστον 20.000 κρούσματα μόνο εξαιτίας της. Τώρα έχουμε φτάσει να βλέπουμε ταινίες και όταν δείχνει συνωστισμό να αισθανόμαστε άβολα και να σκεφτόμαστε: «Τι κάνουν αυτοί; Έστειλαν sms;». Μου έχει λείψει πάντως και το γήπεδο, παρότι είχα πολύ καιρό να πάω και πριν την πανδημία. Να τώρα θα πάω, όταν τελειώσουν όλα αυτά. Είμαι Ολυμπιακός, αλλά νομίζω θα πάω ανεξαρτήτως ομάδας.
Τ.Γ.: Μήπως έρθω κι εγώ που δεν έχω πάει ποτέ στη ζωή μου γήπεδο; Πάντως εμένα μου έχουν λείψει τα ταξίδια, οι βόλτες, οι συναυλίες δηλαδή τα πράγματα που έκανα και πριν και κόπηκαν απότομα με τον κορωνοϊό. Νομίζω ότι γενικά στη ζωή μου αν κάτι το έχω βαρεθεί σημαίνει ότι μου έχει ψιλοτελειώσει, σε όλους τους τομείς. Ό,τι δεν βαριέμαι, το κάνω: συναυλίες, μπαράκια, αγκαλιές.
Θ.Β.: Αυτό που δεν μπορώ είναι οι live streaming συναυλίες. Δεν τις βλέπω.
Τ.Γ.: Εγώ βλέπω αλλά δεν μου αρέσουν. Εδώ είδα τον Nick Cave, που τον λατρεύω, στο live που έκανε στο Alexandra Palace, αυτό δηλαδή που ήταν μόνος του με ένα πιάνο και ήταν Η μιζέρια. Είναι και το άλμπουμ μίζερο, κόντεψα να πεθάνω. Το είδα πιο πολύ επειδή σκέφτηκα να μην το σνομπάρω χωρίς να το έχω δει.
Για το μετά της πανδημίας:
Θ.Β. Εμένα αυτό που με αγχώνει, που είναι εξίσου αόρατο με τον κορωνοϊό, είναι η οικονομική κρίση που θα έρθει μετά. Όταν έχεις ένα κράτος που επιδοτεί για τόσο καιρό, σχεδόν ένα χρόνο, τι επιπτώσεις θα υπάρχουν μετά;
Τ.Γ.: Όταν δηλαδή το κράτος θα θέλει να πάρει τα λεφτά πίσω.
Θ.Β.: Θα θέλει να τα πάρει πίσω, δεν τα χαρίζει. Τι θα γίνει μετά; Ανεργία,, φόροι; Αυτό το έχουμε στο πίσω πίσω το μυαλού μας γιατί τώρα όλοι ασχολούμαστε με τον ίδιο τον κορωνοϊό.
Τ.Γ. Εγώ σκέφτομαι κι αν, όταν θα έχει όντως τελειώσει ο κορωνοϊός και θα είμαστε όλοι εμβολιασμένοι, θα πιάνω το χερούλι της πόρτας όπως παλιά ή με το μαντηλάκι;