Ρούπερτ Μπρουκ: Ο «πιο όμορφος ποιητής» της Αγγλίας ήταν φιλέλληνας και πέθανε στη Σκύρο
Ο Γέιτς τον είχε ονομάσει τον «ωραιότερο άντρα της Αγγλίας», η Βιρτζίνια Γουλφ ήταν μια από τις πιο έμπιστες φίλες του κι ο ρομαντισμός βρήκε στο πρόσωπό του τον απόλυτο εκφραστή του. Ο λόγος για τον ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ, που θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς Γεωργιανούς ποιητές της Βρετανίας -έτσι αποκαλούνται οι λογοτέχνες της εποχής του Βασιλιά Γεωργίου.
Ο Μπρουκ ήταν ένας θρύλος, όχι μόνο για την ποιητική του πένα, αλλά και για την προσωπική του, που ήταν γεμάτη έρωτες και δράματα. Ο συγγραφέας Λέοναρντ Γουλφ (σύζυγος της Βιρτζίνια) έγραψε γι' αυτόν ότι «ακριβώς έτσι θα φαινόταν ο Άδωνις στα μάτια της Αφροδίτης». Οι αναρίθμητες ερωμένες, πιθανόν και εραστές του, άλλωστε πάντα αποτελούσαν γι’ αυτόν πηγή έμπνευσης.
Ο Μπρουκ γεννήθηκε το 1887 στο Ράγκμπι της Κεντρικής Αγγλίας, από εύπορους γονείς. Στο τοπικό σχολείο, που δίδασκε και ο πατέρας του, έμαθε τα πρώτα του γράμματα, ενώ παράλληλα διακρινόταν για τις αθλητικές του επιδόσεις, τόσο στο ράγκμπι όσο και στο ποδόσφαιρο.
Η καλλιέργειά του αλλά και η καταγωγή του τον βοήθησαν να γίνει δεκτός το 1906 στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ για να σπουδάσει φιλολογία. Εκεί έγινε μέλος «Φαβιανής Εταιρείας», εκδηλώνοντας ενδιαφέρον για την υποκριτική, ενώ απέκτησε φίλους και θαυμαστές και από την καλλιτεχνική «Ομάδα του Μπλούσμπερι», αν κι ο ίδιος ανήκε στους «Γεωργιανούς ποιητές». Το 1908 συνδέεται φιλικά με τον μετέπειτα φιλόσοφο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν και τη Βιρτζίνια Γουλφ, έχει μια σύντομη κι έχει μια περιπέτεια με την ηθοποιό Κάθλιν Νέσμπιτ. Στη συνέχεια ερωτεύεται τη Νοέλ Κοξ (ξαδέλφη του Λόρενς Ολιβιέ και κόρη του κυβερνήτη της Τζαμάικα) και λίγο αργότερα συνάπτει ερωτικό δεσμό με την αδελφή της, την Κα Κοξ, που μάλλον ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Παράλληλα συνεργάζεται με αρκετά λογοτεχνικά και το 1911 δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή, η οποία έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από την κριτική και τους ομότεχνούς του.
Αναγνωρίζοντας την αμφισεξουαλικότητα, αισθανόταν καταπιεσμένος από τις συμβάσεις της εποχής, κι έτσι γρήγορα οδηγήθηκε σε μια υπαρξιακή κρίση. Μάλιστα ό ίδιος είχε γράψει ότι από τη φύση του κατά το ένα τέταρτο ήταν ομοφυλόφιλος και κατά το ήμισυ ετερόφυλος.
Το 1912 χώρισε με την Κα Κοξ, γεγονός που τον οδήγησε στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Έτσι αποφάσισε να ταξιδέψει, προσπαθώντας να γιατρέψει τις πληγές του. Όλο το 1913 περιπλανήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Νέα Ζηλανδία και στον Καναδά -πράγμα πολύ δύσκολη για την εποχή- ενώ το 1914 τον βρίσκει στην Ταϊτή, όπου έγραψε μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες επιστολές αλλά και τα ωραιότερα ποιήματά του, εμπνευσμένα από μια ντόπια καλλονή με την οποία λέγεται ότι απέκτησε μια κόρη.
Με την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, λόγω του πατριωτικού αισθήματος που τον διέκρινε, επιστρατεύτηκε εθελοντικά στο Βασιλικό Ναυτικό με τον βαθμό του ανθυποπλοιάρχου. Τα σονέτα που έγραψε κατά τη διάρκεια του πολέμου εκδόθηκαν το 1915 με τίτλο «1914» και τον έκαναν αμέσως διάσημο. Η ρομαντική του φύση περιγράφει τον θάνατο ως μια ιδεαλιστική επιλογή, όμως στην πραγματικότητα ο Μπρουκ γνώριζε πολύ καλά ότι ο πόλεμος οδηγεί στην απόλυτη καταστροφή. Έτσι μέσα από τους λυρικούς του στίχους καταφέρνει να αποτυπώσει την φρίκη όσων εκείνος είδε. Μάλιστα το ποίημα του «Ο στρατιώτης» διδάσκεται μέχρι σήμερα στα βρετανικά σχολεία.
Παίρνει μέρος στην πολιορκία της Αμβέρσας, όπου τα συμμαχικά στρατεύματα ηττήθηκαν από τους Γερμανούς. Τον Φεβρουάριο του 1915 η Μεραρχία του αποπλέει για τα Δαρδανέλλια. Καθώς ήταν λάτρης της κλασικής παιδείας και Φιλέλληνας έβλεπε την εκστρατεία αυτή με ρομαντικό βλέμμα. «Με φαντάζομαι να είμαι μάρτυρας στην πρώτη από το 1453 λειτουργία στην Αγία Σοφία», γράφει όταν μαθαίνει πως πλέουν προς την Καλλίπολη. Τα τελευταία του όμως ποιήματά του μοιάζουν προφητικά, σαν να είχε μαντέψει το τέλος του.
Στο Πορτ Σάιντ προσβάλλεται από δυσεντερία, ενώ μια πληγή, πιθανόν από τσίμπημα κουνουπιού, εμφανίζεται στο χείλος του. Στις 10 Απριλίου πλέουν στη Σκύρο. Στο μεταξύ η υγεία του χειροτερεύει. Οι γιατροί αποφαίνονται ότι πάσχει από οξεία δηλητηρίαση αίματος. Τον μεταφέρουν στο Γαλλικό Πλωτό Νοσοκομείο, που είχε αποπλεύσει στον κόλπο «Τρεις Μπούκες», όπου πέφτει σε κώμα. Πέθανε το απόγευμα της 23ης Απριλίου 1915 σε ηλικία μόλις είκοσι επτά χρόνων.
Τάφηκε στη Σκύρο, στον ίσκιο μιας ελιάς, στα νοτιοδυτικά του νησιού, σε σημείο που επέλεξε ο στενός του φίλος William Denis Browne (1888-1915), συνθέτης, πιανίστας και μουσικοκριτικός, που έμελλε να χάσει κι αυτός τη ζωή του λίγες ημέρες αργότερα, στην Καλλίπολη.