Μαρίζα και Βικτώρια Φασιανού: Ο Αλέκος μέσα από τη γυναίκα και την κόρη του
Η Μαρίζα Φασιανού και η Βικτώρια Φασιανού, μάνα και κόρη, ανοίγουν την καρδιά τους και μιλούν για τον σύζυγο, πατέρα αλλά πάνω απ΄όλα για τον ζωγράφο Αλέκο Φασιανό και το Μουσείο του.
Το Μουσείο Αλέκος Φασιανός στεγάζεται εκεί όπου ήταν το πατρικό του, στην γειτονιά του Αγίου Παύλου, στην Αθήνα, Νεοφύτου Μεταξά 15: Ένα σχεδόν χειροποίητο κτίριο, αποτέλεσμα της στενής συνεργασίας του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου με τον ζωγράφο. Τα εγκαίνια έγιναν το 2023 ενώ πρόσφατα άνοιξε για το κοινό «Το ατελιέ» του. Τα έργα που παρουσιάζονται καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ξεκινώντας από το 1956 για να φτάσουν ως το τέλος της ζωής του. Μαζί αναδεικνύεται και η πολύπλευρη προσωπικότητα του Φασιανού καθώς και το εύρος της καλλιτεχνικής του δημιουργίας.
Το πάθος της Μαρίζας και οι καινοτόμες ιδέες της Βικτώριας, η οποία και έχει αναλάβει να το «τρέξει», δεν άργησαν να φέρουν ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Ξεναγήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, περίπατοι στην γειτονιά, πρωτότυπα δώρα, κι ένα μικρό-μεγάλο Μουσείο πήρε την θέση του στον αθηναϊκό πολιτιστικό χάρτη. Ενα Μουσείο γεμάτο χρώματα και την αύρα του Αλέκου Φασιανού. (contact@alekosfassianos.gr)
Πάμε λοιπόν να το πιάσουμε απ΄την αρχή. Μιλήστε μου γι΄αυτό που είναι το Μουσείο Αλέκος Φασιανός…
Μαρίζα Φασιανού: «Κτηριακά το μουσείο είχε ξεκινήσει να φτιάχνεται με τον Αλέκο. Εκεί ήταν το πατρικό του σπίτι, το οποίο και είχε γκρεμιστεί. Η μητέρα του το είχε δώσει για αντιπαροχή. Ο Αλέκος τότε έλειπε στο Παρίσι. Όταν γύρισε και το κατάλαβε, εν εξάλλω καταστάσει, είπε στην μάνα του “τι πήγε κι έκανες”. Η μητέρα του θεώρησε ότι ήταν καλό να΄χει μια αντιπαροχή γιατί θα έπαιρνε τα διαμερίσματα. Είχαν σπίτι, στου Παπάγου, που το είχε φτιάξει κι αυτό ο Κρόκος (σ.σ. Κυριάκος Κρόκος, αρχιτέκτων), όπως και το πατρικό της Αθήνας κι έτσι θα έμεναν εκεί. Γυρίζοντας λοιπόν από το Παρίσι, αποζημιώνει όλους όσους είχαν αγοράσει διαμερίσματα και το παίρνει πίσω. Ηθελε να βρίσκεται εκεί που ήταν οι πρώτες του εμπνεύσεις, τα πρώτα του βήματα. Αφού το αγόρασε -ξανά, ξεκίνησαν μαζί με τον Κρόκο. Το γκρέμισαν και το έφτιαξαν από την αρχή. Με τον Κρόκο ήταν φίλοι, υπήρχε φοβερή αλληλεπίδραση μεταξύ τους, πολλά κοινά βιώματα και κοινή αισθητική αντίληψη. Γιατί το έκανε τότε αυτό; Κυρίως για χώρο υποδοχής των φίλων του -να έρχονται, να μιλάνε, να μπορούν να βλέπουν και τα έργα του. Είχε κάνει και ένα σημείο που το έλεγε άμβωνα -επηρεασμένος από τον παππού του που ήταν παπάς και ο ίδιος ήταν συνέχεια μέσα στο ιερό, για να ανεβαίνει ψηλά και να μιλάει στους φίλους του που θα ήταν από κάτω. Κι έτσι έγινε».
Είχε σκεφτεί το Μουσείο;
Μ.Φ.: «Εγώ πιστεύω πως ναι, αλλά ήταν τρομερά ταπεινός και έλεγε πως μ΄αυτό θα ασχοληθεί ο ιστορικός του μέλλοντος. Αλλωστε και η λέξη μουσείο εν ζωή του φαινόταν πολύ… Πιστεύω όμως ότι το προόριζε κι ας είχε μείνει κλειστό.
»Αλλά βέβαια, επειδή σεβόταν πολύ το θέμα των αρχιτεκτόνων όταν ερχόντουσαν και ζητούσαν να δουν και να φωτογραφίσουν το κτίριο, το άνοιγε πάντα. Ακόμα κι όταν ήρθε το Πανεπιστήμιο του Τέξας και του ζήτησε να κάνουν ένα βιβλιαράκι καινούργιο, παρότι είχε φωτογραφηθεί από αρχιτεκτονικά περιοδικά, το έκανε και παρουσιάστηκε και στην Αμερική και μετά, εδώ στο Μουσείο Μπενάκη».
»Πεθαίνοντας βέβαια ο Αλέκος, είπαμε εδώ με την Βικτώρια, γιατί κι εκείνη είναι πολύ παθιασμένη, να ξεκινήσουμε».
Βικτώρια Φασιανού: «Ολο αυτό ουσιαστικά ξεκίνησε λίγο πριν πεθάνει ο Αλέκος. Διότι περίπου το 2018 εγώ του είπα ότι θα ήθελα να ξεκινήσουμε να ασχολούμαστε λίγο με το έργο του. Να προστατεύσουμε τα πνευματικά του δικαιώματα, να κάνουμε κατάλογο, να τα ψηφιοποιήσουμε, να τα βρούμε, να ξέρουμε που υπάρχουν και ποιοι συλλέκτες τα έχουν, να ασχοληθούμε με τα πιστοποιητικά γνησιότητας, ώστε αν θέλουμε να κάνουμε κάποια έκθεση να μπορούμε να τα συγκεντρώσουμε. Κι εκείνος συμφώνησε.
»Οπότε ξεκίνησα μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία που οι σκοποί της ήταν ποικίλοι. Προφανώς να προστατεύσει τα πνευματικά του δικαιώματα αλλά παράλληλα να γίνει κάποιο μουσείο, ν΄ανοίξει το ατελιέ της Κέας (σ.σ. το επισκέψιμο ατελιέ στο ομώνυμο νησί)…
»Αυτή ήταν η ιδέα. Και ξεκινήσαμε. Φτιάξαμε ένα website που το επέβλεπε ο ίδιος όπως και το λογότυπο και αρχίσαμε να αναζητούμε τα έργα για να γίνει η καταλογοποίηση. Έναν χρόνο μετά το θάνατό του αποφασίσαμε να το ανοίξουμε, σαν το μουσείο να είναι το ιερό του».
Μ.Φ.: «Το μόνο που μας στεναχωρεί είναι ότι δεν είδε ο Αλέκος το μουσείο και μάλιστα δεν είδε τον ρυθμό με τον οποίο λειτουργεί, τον παλμό του».
Από την έρευνά σας, πόσο έχει εξαπλωθεί το έργο του Φασιανού;
Β.Φ.: «Εχουμε βρει έργα του απ΄το Λος Άντζελες, την Νέα Υόρκη, απ΄το Τέξας ως την Ιαπωνία…».
Μ.Φ.: «Στην Ιαπωνία είχε κάνει πέντε εκθέσεις».
Β.Φ.: «Στο website έχουμε φτιάξει μια πλατφόρμα στην οποία μπορεί να μπει οποιοσδήποτε να γράψει τα στοιχεία του έργου, βάζοντας μαζί και μια φωτογραφία. Εμείς το τσεκάρουμε κι αν είναι γνήσιο, το καταγράφουμε. Επίσης λαμβάνουμε e-mail, συλλέγουμε στοιχεία από το internet. Τώρα θα ξεκινήσουμε μια καμπάνια μέσω Instagram. Το Instagram είναι το εργαλείο μας -εκεί βάζουμε τις ανακοινώσεις μας, τις δράσεις του Μουσείου και πάει πολύ καλά. Εχουμε και διεθνές κοινό -κάνουμε ξεναγήσεις και σε ξένους».
Μ.Φ.: «Και μας λένε ότι ο ζωγράφος είχε την ευτυχία “να δει” τα έργα του να εκτίθενται σε ένα μουσείο όπου και ο ίδιος έζησε».
Β.Φ.: «Είναι απ΄τα μοναδικά μουσεία που είναι σε άμεση σύνδεση και με τον ζωγράφο και με τον αρχιτέκτονα. Και τώρα και με το ατελιέ του Φασιανού που άνοιξε, δημιουργήθηκε ένα σύνολο. Και γενικά αυτό που μας αρέσει πολύ στην περιοχή είναι ότι πρόκειται για μια ιδιαίτερη γειτονιά. Η γειτονιά που έζησε ο ίδιος, εκεί που είχε τις παιδικές του αναμνήσεις -είχε επαφή με τον μανάβη, τον γαλατά, τον καστανά, περνούσε από εκεί ο Ταχτσής και τον χαιρετούσε, συναντούσε την Αλίκη Βουγιουκλάκη στα στούντιο της Φινος Φιλμ, πήγαινε στον σταθμό Λαρίσης για να ταξιδέψει από εκεί για το Παρίσι. Με σινεμά, θέατρα, αρχαιολογικό μουσείο, την Εκκλησία του Αγίου Παύλου».
Μ.Φ.: «Είχε μεγάλη επαφή με την πόλη, με την γειτονιά του, κι είχε πολλά ερεθίσματα».
Β.Φ.: «Το καλοκαίρι, μαζί με την ξενάγηση κάνουμε και έναν γύρο στην γειτονιά, για να την γνωρίσουν».
Καταλαβαίνω ότι όλο αυτό ήταν μια δική σας πρωτοβουλία -και οικονομικά;
Μ.Φ.: «Ναι, τέλειως προσωπική, με προσωπική δουλειά. Δουλεύει με εισιτήρια, με το e-shop και με χορηγίες. Εχουμε πέντε υπαλλήλους. Κι είναι αλήθεια ότι το αναπτύξαμε πολύ γρήγορα».
Εχετε και εκπαιδευτικά προγράμματα, νομίζω…
«Ναι, για σχολεία τις καθημερινές και για τις οικογένειες τα Σαββατοκύριακα.
»Τρία είναι τα προγράμματα που απευθύνονται στα σχολεία. Για τις μικρότερες ηλικίες κάνουμε το λεγόμενο θέατρο σκιών που είναι εμπνευσμένο το Φασιανό. Για τις μεγαλύτερες ηλικίες έχουμε φτιάξει σε μικρή κλίματα την μακέτα του Μουσείου του Κρόκου και ουσιαστικά ζητάμε από τα παιδιά να γίνουν επιμελητές του Μουσείου -τους δίνουμε και ένα έγγραφο ότι έγιναν επιμελητές. Το τρίτο είναι ένα μουσείο-βαλίτσα (πάλι σε μικρή κλίμακα το μουσείο), και είναι σαν να παίζεις Μονόπολη, οπότε περνάς τα στάδια, απαντώντας σε ερωτήσεις του Φασιανού. Η μουσείο-βαλίτσα ταξιδεύει σε όλα τα σχολεία της Ελλάδας. Επιπλέον κάνουμε και ποικίλες δράσεις»
Ο θεατρικός Φασιανός έχει βρει την θέση του στο Μουσείο;
Β.Μ.: «Ναι. Έχουμε και σκηνικά κι έχουμε και μια ολόκληρη προθήκη με διάφορα σκίτσα που είχε σχεδιάσει για παραστάσεις.
»Κάνουμε ξεναγήσεις και ειδικές ξεναγήσεις κοινού, θεματικές, τις βιωματικές ξεναγήσεις που κάνει η μητέρα μου και πάνε πάρα πολύ καλά -είναι sold out. Και θα κάνουμε κι άλλες βιωματικές και θα φέρουμε και φίλους του να μιλήσουν. Και μια διαδραστική… Όπως επίσης μας ενδιαφέρει και η διεθνής επέκταση του Φασιανού με εκθέσεις».
Στο πωλητήριο του Μουσείου τι θα βρούμε; Δημιουργούσε πολλά αντικείμενα ο Φασιανός…
Μ.Φ.: «Ο Φασιανός ήθελε η τέχνη να πηγαίνει παντού, να υπάρχει παντού, και πάνω στο τραπέζι, παντού».
Β.Φ.: «Στο shop έχουμε δύο-τρία πράγματα που είναι Φασιανός, αλλά τα περισσότερα είναι με στοιχεία από το έργο του -δεν έχουμε βάλει, ας πούμε, αφίσες. Ο,τι κάνουμε είναι εμπνευσμένα από εκείνον. Είναι apres-Φασιανός (σ.σ. μετά τον Φασιανό). Συνεργαζόμαστε με εξαιρετικούς γραφίστες κι όλο αυτό πάει πολύ καλά».
Μ.Φ.: «Πίστευε ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να αναγνωρίζεται, να τον αναγνωρίζει ο κόσμος από την δουλειά του».
Είχε ανάγκη την αποδοχή;
Μ.Φ.: «Ηταν τρομερά ανασφαλής. Ως την τελευταία στιγμή αμφισβητούσε πάντα τον εαυτό του. Προς στιγμή χαιρόταν με την επιτυχία αλλά η ανασφάλεια δεν το άφηνε ποτέ. Πίστευε ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να έχει τα δικά του στοιχεία, τα δικά του βιώματα, τις ρίζες του, την Ελλάδα αλλά να είναι και πολίτης του κόσμου. Και να προσπαθεί να επιβάλει αυτό που κάνει στο εξωτερικό. Πίστευε ότι αυτή είναι η ουσία».
Β.Φ.: «Αλλά του άρεσε η αναγνωρισιμότητα».
Μ.Φ.: «Ναι, αλλά ήθελε να έρχεται από κάτω προς τα πάνω. Τον ενδιέφερε να τον αναγνωρίσει πρώτα ο κόσμος. Ελεγε ότι όταν ο κόσμος σε αναγνωρίζει και σε αγαπάει τότε αυτό πηγαίνει και προς τα πάνω. “Μεγαλύτερη αξία δίνω στον νταλικιέρη που θα σταματήσει να μου πει για ένα έργο μου και πόσο του αρέσει, γιατί ένοιωθε ότι του έμοιαζε”, μου έλεγε.
»Στο Μουσείο θέλουμε να συστήσουμε ξανά τον Φασιανό, έχει τεράστιο εύρος έργων -πίνακες, αλλά και γλυπτική, έπιπλα, ρούχα…».
Επεδίωκε αυτή την οικειότητα με τον κόσμο;
Μ.Φ.: «Ναι, πολύ. Εβγαινε στον κόσμο και το επιζητούσε. Ηταν προσβάσιμος. Για να νικήσει και την ανθρωποφοβία του. Ηταν πολύ προσιτός»
Ηταν δύσκολος στη συνύπαρξη, στην καθημερινότητα;
Μ.Φ.: «Και ναι, και όχι. Οντας με τον Αλέκο έπρεπε να ήσουν συνειδητοποιημένος και ώριμος, να καταλάβεις ότι δεν μπορεί να είσαι παρεμβατικός ούτε να πεις ότι μπορώ να τον αλλάξω.
»Στον γάμο μας ήταν εξαρχής ξεκάθαρο αυτό, ο καθένας με τις συνήθειές του, χωρίς καμία καταπίεση. Ηξερα ότι προτεραιότητά του ήταν η ζωγραφική του, η δημιουργία.
»Αν δεν έδειχνες κατανόηση σ΄αυτό, ή στην αισθητική του γινόταν πολύ δύσκολος. Δηλαδή, για παράδειγμα, ήθελε συγκεκριμένα αντικείμενα πάνω τραπέζι. Είχε μια εξάρτηση από τα χρώματα -grand coloriste τον έλεγαν οι Γάλλοι. Κι έλεγε ότι τα πάντα είναι έρωτας στη ζωή, όχι μόνο προς τα πρόσωπα, αλλά και προς τα αντικείμενα, προς όλα».
Β.Φ.: «Ηταν έξυπνος και σε άλλα θέματα, οικονομικά, real estate, σου έλεγε ποια περιοχή θ΄ανέβει…».
Μ.Φ.: «Ηταν και πολύ διορατικός»
Τι κρατάτε, η κάθε μια ξεχωριστά, από τον Αλέκο Φασιανό;
Β.Φ.: «Είχε τρομερό χιούμορ. Σαν πατέρας, δεν ήταν ποτέ παρεμβατικός. Ηταν δηλαδή πιο πολύ ένα πνεύμα που κυκλοφορούσε μέσα στο σπίτι. Δεν θα σου έλεγε “κάνε αυτό, κάνε εκείνο”. Αλλά ήταν φοβερός στις συμβουλές. Τον συμβουλευόμουν πάντα, είχε τρομερή ευφυΐα και κρίση.
»Ελεγε “να κάνεις λάθη για να μάθεις”, κάτι που δεν σου έλεγε ποτέ η μαμά. Εκείνη έλεγε μην κάνεις λάθη, να τα προβλέπεις… Ο Αλέκος έλεγε κάνε και θα το βρεις. Σοφές κουβέντες.
»Αργησα πολύ να καταλάβω ότι ήταν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. Ηταν πολύ απλός. Κι όταν μου έλεγαν “είσαι κόρη του Φασιανού”, εγώ δεν καταλάβαινα τι έλεγαν γιατί ποτέ δεν με έκανε να καταλάβω ότι είναι γνωστός. Ηταν πάντα πολύ ταπεινός».
Μ.Φ.: «Είχε και τρομερό αυτοσαρκασμό».
Β.Φ.: «Του είχα τρομερή αδυναμία και σαν πατέρα αλλά πιο πολύ σαν πνευματική μορφή. Δεν ήταν το τυπικός πατέρας. Εμένα μ΄άρεσε πολύ το χιούμορ του -δείγμα ευφυΐας».
Είχε την ικανοποίηση του ανθρώπου που πέρασε από την ζωή και άφησε κάτι; Ενοιωθε μια πληρότητα;
Μ.Φ.: «Παρότι αμφισβητούσε πάντα τον εαυτό του είχε και μια πληρότητα από το έργο του».
Β.Φ.: «Αν ζούσε τώρα θα είχε ενθουσιαστεί απ΄την αποδοχή του Μουσείου».
Μ.Φ.: «Είχε και μια μοναχικότητα. Κι έτσι όπως τον έζησα, απλό, λιτοδίαιτο, δεν μου βγάζεις από το μυαλό ότι τον ενδιάφερε η υστεροφημία, με την καλή έννοια. Να μείνει κάτι. Πίστευε στο φθαρτό της δικής μας της ύλης, αλλά πίστευε ότι το έργο μένει.
»Ηθελε με τα έργα του να σε κάνει να νοιώθεις μια ανάταση -ναι, αυτή είναι η λέξη. Ηθελε να έχουν κάτι το διαχρονικό, το αιώνιο. Και ποια είναι η διαχρονικότητα; Η επιθυμία του ανθρώπου να είναι σε καλές ψυχικές συνθήκες. Αυτό ήθελε. Όπως ήθελε και να ζωγραφίζει. Ζωγράφιζε ως την τελευταία στιγμή».
Ωράριο λειτουργίας Μουσείο Αλέκου Φασιανού: Τετάρτη - Παρασκευή: 11 π.μ. - 16:00 μ.μ., Σάββατο & Κυριακή 11 π.μ. - 15:00 μ.μ & κατόπιν ραντεβού