Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου: «Πριν δέκα χρόνια έπαθα ένα ατύχημα. Κινδύνεψα να μείνω παράλυτη»
Η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου είναι ηθοποιός με λεπτές αποχρώσεις και υψηλές αποδόσεις. Γεννήθηκε στην Τασκένδη. Ήρθε στην Ελλάδα όταν ήταν επτά ετών -εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς στην Θεσσαλονίκη. Ζει και δουλεύει στην Αθήνα. Αγαπάει το σινεμά. Έχει δύο κόρες. Ένα ατύχημα, πριν δέκα χρόνια, της άλλαξε τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα. Στον «Σιωπηλό δρόμο», τη νέα δραματική αστυνομική σειρά του Mega, είναι η Ιουλία.
«Γεννήθηκα στην Τασκένδη, όπως και οι γονείς μου. Στην Ελλάδα έχουν γεννηθεί όλοι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μου -μετά εγκαταστάθηκαν στην Τασκένδη. Θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια σχεδόν σαν παραμυθένια, ο τόπος, οι σχέσεις, οι συνθήκες, όλα ήταν ιδανικά.
Από το σπίτι μας κρατάω έντονη τη μνήμη, την κουβαλάω και με ησυχάζει. Στο πίσω δωμάτιο υπήρχε ένα μεγάλο παράθυρο που έβλεπε τις λεύκες και, από πίσω, είχε ένα ποτάμι. Με θυμάμαι όλα τα χρόνια που ήμασταν εκεί, να κάθομαι και να κοιτάζω αυτό το παράθυρο. Όπως θυμάμαι τον παιδικό σταθμό που πήγαινα –μας έδιναν ντοματοχυμό, και μου άρεσε τόσο πολύ που έφευγα από τη σειρά μου και ξαναπήγαινα στην αρχή να πάρω και δεύτερο, και τρίτο και τέταρτο.
Εγώ δεν μεγάλωσα δύσκολα, ούτε οι γονείς μου, κι όχι μόνον γιατί ο ένας παππούς μου είχε προνομιούχα θέση στο κόμμα. Αλλά για τους παππούδες μου οι συνθήκες δεν ήταν εύκολες, ούτε εδώ ούτε εκεί. Χωρίς να θέλω να εξιδανικεύσω το πώς ήταν τα πράγματα στη Σοβιετική Ένωση, και παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε αυτή η πληθώρα αγαθών που υπήρχε στη δύση, όλοι οι άνθρωποι είχαν τα βασικά. Σπίτια δωρεάν, παιδεία δωρεάν όπως και πλήρη πρόσβαση στα βασικά αγαθά. Επομένως ήταν πολλά πράγματα καλυμμένα και δεν υπήρχε η αγωνία για την επιβίωση σε κανένα επίπεδο. Στα χρόνια που ήμουν εγώ εκεί, ήταν αρκετά εύκολα τα πράγματα».
«Οι γονείς μου είχαν σπουδάσει και δούλευαν. Η μαμά μου όταν γεννήθηκα έδινε την πτυχιακή της. Η τελευταία της εργασία –ήταν μηχανικός υδροτεχνικών έργων κι όταν ήρθαμε στην Ελλάδα έδωσε εξετάσεις και πήρε πτυχίο πολιτικού μηχανικού- είχε απάνω ζωγραφιές γιατί, όπως είπε στον καθηγητή, το προηγούμενο βράδυ η κόρη της (εγώ δηλαδή) την διόρθωσε πριν από εκείνον…
Ο πατέρας μου ήταν 21 και η μητέρα μου 20 όταν με έκαναν. Είναι ωραίο να μεγαλώνεις με τόσο νέους γονείς. Κι εγώ τα παιδιά μου νέα τα έκανα, αν και δεν είχα αυτή την πρόθεση. Ήμουν ένας άνθρωπος που δεν ήθελε να κάνει παιδιά, είχα άλλα σχέδια. Όταν προέκυψαν όμως αποφάσισα να τα κρατήσω. Φαντάζομαι ότι η σχέση που είχα με τη μαμά μου, το βίωμα που είχα, μου έδωσε την ευκολία να το αποφασίσω. Και πήγαν όλα μια χαρά. Έτσι κάνω. Έρχονται τα πράγματα, τα συμπεριλαμβάνω και συνεχίζω.
Πριν δέκα χρόνια έπαθα ένα ατύχημα στο διάλειμμα μιας πρόβας
Η μαμά μου ήταν και παραμένει θεατρόφιλη και όχι μόνον. Στη Σοβιετική Ένωση το να είσαι ηθοποιός ήταν ανώτερη τιμή, επομένως θα πω ότι είμαι από τις σπάνιες περιπτώσεις που η μαμά μου ήθελε να γίνω ηθοποιός. Εγώ όχι, δεν ήθελα να δώσω εξετάσεις στη δραματική (σ.σ. αποφοίτησε από την σχολή του ΚΘΒΕ). Ήθελα να ασχοληθώ με τις νευροεπιστήμες. Με ενδιέφερε πάρα πολύ η χαρτογράφηση του ανθρώπινου εγκεφάλου –με εξίταρε και συνεχίζει να με εξιτάρει. Αλλά τελικά το νευρικό σύστημα ήρθε και με βρήκε, και στο θέατρο και στη ζωή, μετά το ατύχημα.
Το 1982 ήρθαμε μόνιμα στην Ελλάδα και εγκατασταθήκαμε στη Θεσσαλονίκη. Ήμουν επτά χρονών. Η δυσκολία που αντιμετώπιζα ήταν ότι εκεί μας έλεγαν Έλληνες κι εδώ Ρώσους, που δεν ήμασταν -με μπέρδευε πολύ. Κι επίσης με μπέρδευε πολύ όταν με ρωτούσαν από που είσαι, δεν ήξερα από που να το πιάσω. Ήξερα και ξέρω και τις δύο γλώσσες. Όσα χρόνια ήμασταν στη Σοβιετική Ένωση η πρόποση ήταν πάντα στην επιστροφή στην πατρίδα. Κι όταν γυρίσαμε, γυρίσαμε όλοι».
«Είχα μάθει να αγαπάω την Ελλάδα και χάρηκα που ήρθα. Άλλωστε, ήμουν ένα παιδί που ήταν μαζί με τους δικούς του ανθρώπους και πήγε εκεί όπου όλη η οικογένεια ήθελε να πάει τόσα χρόνια. Ήταν ριζωμένο μέσα μου όλο αυτό.
Στο θέατρο τα τελευταία οκτώ χρόνια συνεργάζομαι με τον Νίκο τον Καραθάνο όχι ως ηθοποιός, αλλά στο κομμάτι της δραματουργίας. Και κυρίως κάνω σινεμά που το αγαπώ πάρα πολύ. Ως ηθοποιός συνδέομαι περισσότερο, και στο κομμάτι της διαδικασίας και της συνεργασίας. Γιατί η αίσθηση που έχεις δουλεύοντας στον κινηματογράφο αυτής της -σε πραγματικό χρόνο- συνεργασίας, για το ίδιο αποτέλεσμα με πάρα πολλούς ανθρώπους μαζί, με συγκινεί, με εξιτάρει, με κινητοποιεί σαν άνθρωπο.
Η τηλεόραση έχει μια άλλου είδους επαναληπτικότητα όσον αφορά στον ρόλο, τη διάρκεια, τη δουλειά που κάνεις, τον χρόνο, που είναι τελείως διαφορετικός από το σινεμά. Μπορεί τα εργαλεία ή οι κώδικες να είναι ίδιοι, αλλά το ζουμί, η ουσία, η πύκνωση που γίνεται στο σινεμά, δεν συμβαίνει, για μένα τουλάχιστον, με κανέναν άλλον τρόπο.
Η ζωή τα έφερε έτσι και απομακρύνθηκα από το θέατρο. Πριν δέκα χρόνια έπαθα ένα ατύχημα στο διάλειμμα μιας πρόβας κι αυτό με οδήγησε εκ των πραγμάτων, λόγω της σοβαρότητας των προβλημάτων, στο να απέχω και να κάνω πιο επιλεκτικά πράγματα για ένα διάστημα».
«Το κομμάτι της δουλειάς, είναι αλήθεια, ότι δεν το σκέφτηκα μετά το ατύχημα. Το κομμάτι της ζωής σκέφτηκα πιο πολύ και ίσως αποκλειστικά τα παιδιά μου. Αυτό ήταν το κίνητρό μου για να συνεχίσω να προσπαθώ. Και να βλέπω τα πράγματα με περισσότερη δύναμη, ώστε να καταφέρω να αποκατασταθώ όσο πιο γρήγορα γινόταν με τη βοήθεια γιατρών, φίλων και της οικογένειάς μου. Κράτησε κάμποσα χρόνια και τα υπολείμματα αυτού του ατυχήματος -και αυτού που προκάλεσε στο σώμα μου-, συνεχίζουν ακόμα και τώρα. Κινδύνεψα να μείνω παράλυτη…
Όσοι άνθρωποι έχουν ζήσει κάτι τόσο δύσκολο στη διαχείρισή του που αφορά στην υγεία, μετά αλλάζει κάτι ριζικά στον τρόπο που βλέπουν την ζωή. Εγώ, και ευτυχώς, από την αρχή πήρα σαν δώρο αυτό που μου συνέβη. Ξέρω ότι ακούγεται κάπως αυτό. Αλλά έτσι το αντιμετώπισα και έτσι συνεχίζω να το αντιμετωπίζω. Και χαίρομαι πολύ.
Τα παιδιά μου είναι η δύναμή μου
Όχι, δεν είπα καθόλου "γιατί συνέβη σε μένα αυτό". Από την πρώτη στιγμή σκέφτηκα "τι κάνουμε τώρα με αυτό". Σε ό,τι μου συμβαίνει, θετικό ή αρνητικό, σκέφτομαι πως θα συνεχίσω μαζί με αυτό.
Σίγουρα ο τρόπος που η οικογένειά μου έβλεπε και αντιμετώπιζε τη ζωή έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στον δικό μου τρόπο. Η δύναμη των παππούδων μου είναι μια κληρονομιά μου.
Η δύναμη της ψυχής, το πείσμα, η επιθυμία για ζωή που έχουμε είναι νομίζω κάτι κοινό με τους Ρώσους.
Το 2011 ξαναπήγα με τον αδελφό μου στο Ουζμπεκιστάν και βρεθήκαμε σε έναν άλλο κόσμο, κυριολεκτικά. Καταφέραμε να βρούμε το σπίτι μας. Το είχαν αλλάξει, το είχαν ανακαινίσει. Ο νέος ιδιοκτήτης θέλησε να κάνει κάτι για να θυμηθούμε τα παλιά, όταν ήμασταν παιδιά. Του μίλησα για το μεγάλο παράθυρο. Εκείνοι είχαν βάλει μπροστά μια ντουλάπα. Την μετακίνησαν και μου έβαλαν μια καρέκλα να κάτσω. Φεύγοντας, θυμήθηκε κάτι και μας πήγε σε μια αποθήκη που είχε το σπίτι. Εκεί μας έδειξε κάτι ράφια, τα μόνα που είχε κρατήσει από το παλιό, δικό μας, σπίτι κι εγώ τα θυμόμουν, γιατί τα είχε φτιάξει ο μπαμπάς μου μια μέρα στη αυλή. Ξαφνικά σταθήκαμε με τον αδελφό μου μπροστά στα ράφια κι αρχίσαμε να κλαίμε. Η ιστορία των αντικειμένων είναι απίστευτη».
«Θέλω να ξαναπάω κάποια στιγμή με τη μαμά μου, που δεν έχει ξαναπάει, τα παιδιά μου, και την οικογένεια του αδελφού μου. Όλοι μαζί.
Στα 25 μου έκανα τη μεγάλη μου κόρη και δυόμιση χρόνια μετά τη δεύτερη –αργότερα χώρισα. Σε όλο αυτό με βοήθησε πολύ η μητέρα μου, είναι ο φύλακας άγγελός μου. Ερχόταν κάθε εβδομάδα από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, όπου είχα εγκατασταθεί, και με βοηθούσε με τα παιδιά και το σπίτι –οργάνωνε όλο το σύστημα».
«Αλλά, κι αυτό το λέω ειλικρινά, τα παιδιά μου είναι η δύναμή μου και αν δεν τα είχα νομίζω πως δεν θα ήμουν ο άνθρωπος που είμαι. Χωρίς αυτά δεν θα είχα την δύναμη που έχω. Μου έδιναν και μου δίνουν μόνον χαρά και κίνητρο. Και να σκεφτεί κανείς ότι δεν ήθελα να κάνω παιδιά. Μετά κατάλαβα πόσο δώρο είναι.
Η μικρή μου κόρη δίνει φέτος Πανελλήνιες, θέλει να γίνει νηπιαγωγός. Δύσκολη χρονιά για τα παιδιά. Η μεγάλη μου σπουδάζει και θέλει να ασχοληθεί με την παραγωγή στο σινεμά. Δεν ξέφυγε από τον χώρο. Αλλά και η μικρή σκέφτεται μήπως δώσει στη Δραματική του Εθνικού ή του Κρατικού αν περάσει στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη… Άλλωστε και ο
πατέρας τους production designer είναι…».
«Θα χαρώ να στραφούν τα παιδιά μου εκεί που τα κάνει χαρούμενα, οτιδήποτε κι αν είναι αυτό. Με τα κορίτσια έχουμε μια πολύ ωραία σχέση. Τώρα που μεγαλώνουν είναι σαν να είμαστε φίλες αλλά κρατάμε και τους ρόλους μας, με μεγάλη ισορροπία.
Νομίζω πως είναι αυτονόητη η δυσκολία του να είσαι γυναίκα μέσα στον χώρο που κινούμαι εγώ. Προσωπικά όμως δεν αντιμετώπισα τέτοια θέματα. Ήμουν πολύ τυχερή στις συνεργασίες μου και στους ανθρώπους που έτυχε να βρεθούν, επαγγελματικά, στον δρόμο μου. Νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη, γιατί δεν είναι καθόλου δεδομένο.
Δεν ξέρω τους επιθετικούς προσδιορισμούς που μπορώ να αποδώσω στον εαυτό μου. Ξέρω ότι μου αρέσει πολύ να κοιτάω τους ανθρώπους στα μάτια. Αυτό…
Η κακοποίηση είναι κάτι που συμβαίνει σε όλους τους επαγγελματικούς χώρους. Πρέπει όμως να μπει ένα νομικό πλαίσιο για να προστατεύονται οι άνθρωποι από τέτοιου είδους συμπεριφορές. Ωστόσο, ομολογώ ότι κάποια πράγματα από αυτά που άκουσα δεν μπορούσα να τα διανοηθώ, ότι δηλαδή κάποιος μπορεί να φερθεί έτσι σε έναν άλλον άνθρωπο. Με στεναχωρεί πολύ το πώς φερόμαστε στους συνανθρώπους μας. Είναι μεγάλη μου έννοια, και με διαλύει όταν βλέπω άσχημες και βίαιες συμπεριφορές».
Γιατί είμαι σ' αυτήν τη δουλειά; Νομίζω πως τώρα πια ξέρω ότι είναι η επαφή μου με τους ανθρώπους κι αυτή η αίσθηση της a priori εμπιστοσύνης που νιώθω μαζί τους την ώρα που δουλεύω».
«Αυτή την εποχή ειδικά δεν κάνω όνειρα. Χαίρομαι όμως να είμαι παρούσα στην κάθε μέρα μου, σε ό,τι μου συμβαίνει. Αν θα ξαναπαντρευτώ; Μα ξαναπαντρεύτηκα. Όταν βρεθεί ο άνθρωπος που βλέπεις και μπορείς να μοιραστείς μαζί του την καθημερινότητά σου κι αυτό που πραγματικά είσαι, δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο.
Δεν ξέρω τους επιθετικούς προσδιορισμούς που μπορώ να αποδώσω στον εαυτό μου. Ξέρω ότι μου αρέσει πολύ να κοιτάω τους ανθρώπους στα μάτια. Αυτό…»
Η Ιουλία και ο «Σιωπηλός δρόμος»
«Στη ζωή μου γενικότερα με οδηγούν οι συγκυρίες. Και στις συγκυρίες οφείλεται ότι δεν έκανα τόσα χρόνια τηλεόραση, όπως και το ότι κάνω τώρα. Μετά το "10" είχα κάνει τα "Ματωμένα Χώματα" κι ένα επεισόδιο με τον Πάνο Κοκκινόπουλο. Όταν ο Βαρδής ο Μαρινάκης με πήρε τηλέφωνο για τον "Σιωπηλό δρόμο" δεν ήθελα ούτε είχα να σκεφτώ κάτι άλλο. Επιπλέον όταν έμαθα όλους τους όρους της παραγωγής και τις συνθήκες της δουλειάς, μόνον τυχερή ένοιωσα».
«Ηρωίδα μου είναι η Ιουλία, η δεύτερη σύζυγος του Σπύρου Καρούζου (Αντώνης Καφετζόπουλος) με τον οποίο έχει έναν γιο, τον Ορφέα, που είναι διαβητικός. Η ίδια βιώνει από πολλές πλευρές μια έντονη πίεση –και από τη σχέση με τον σύζυγό της και από όλα όσα συμβαίνουν σ' αυτό το σπίτι και σ' αυτή την οικογένεια μετά την απαγωγή. Και προσπαθεί να φέρει ισορροπίες με όποιον τρόπο μπορεί. Ταυτοχρόνως, είναι ένας πόλος σύγκρουσης η Ιουλία, αναφορικά με τη σχέση που έχει ο άντρας της με τον γιο τους, αλλά και με την κόρη του, τη Θάλεια.
Δεν μπορώ ούτε καν να διανοηθώ πώς μπορεί να νιώθει μια μάνα που απήγαγαν το παιδί της –αν και ο δικός μου ο "γιος" δεν είναι μέσα στο σχολικό. Δεν ξέρω πώς μπορεί να είναι αυτό, να φεύγει μια μέρα το παιδί σου και να χάνεται και να μην ξέρεις πώς είναι, τι τρώει, που κοιμάται, πώς του φέρονται. Το αν ζει ή όχι. Δεν μπορώ ούτε να το πω ούτε να το μιλήσω. Μισή ώρα αργεί η κόρη μου να έρθει στο σπίτι και ανησυχώ».
«Σιωπηλός δρόμος», κάθε Κυριακή στο Mega (21.00)