Μαίρη Μηνά: Πρέπει να σπάσουμε τον φασισμό της τελειότητας
Η Μαίρη Μηνά έχει μια καθαρότητα, μια διαύγεια σχεδόν, στην όψη, στον λόγο, στον τρόπο που εκφράζεται από σκηνής. Ηθοποιός με κοινωνικές σπουδές και ευαισθησίες, πρωταγωνιστεί στην μικρή οθόνη, είναι η Αγγελική στην ομώνυμη σειρά.
«Γεννήθηκα στα Τρίκαλα και εκεί πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Γύρω στα δώδεκα, οι γονείς μου άλλαξαν επαγγελματικό προσανατολισμό και βρέθηκαν στην Πάρο –είχαμε πάντα συγγενείς στο νησί. Από τότε βρισκόμουν μεταξύ Πάρου και Τρικάλων. Είχαν ανοίξει εστιατόριο στο νησί κι εγώ πήγαινα τα καλοκαίρια και στις διακοπές Χριστουγέννων και Πάσχα. Μάλιστα υπάρχει και μια χαριτωμένη ιστορία: Οταν οι γονείς μου, φρεσκοαρραβωνιασμένοι και μέσα στα μέλια, είχαν πάει στην Πάρο, είχαν καθίσει σε ένα ταβερνάκι πάνω από το κύμα και ονειροπολούσαν. Κι ο πατέρας μου είπε στη μητέρα μου πόσο ωραία θα ήταν να έχουν αυτό το μαγαζί οι δυο τους. Και μετά από είκοσι χρόνια αυτό το συγκεκριμένο μαγαζί ήταν που πήραν στην Πάρο.
Οι γονείς μου είναι πάντα σαν φρεσκοερωτευμένοι, τόσο ερωτευμένοι που καταντάει εκνευριστικό (!!!)».
«Εχω πολύ όμορφες αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια στα Τρίκαλα. Παιχνίδι όλη μέρα –δεν μπορούσαν να μας μαζέψουν όταν νύχτωνε. Πολύ τρέξιμο, πολύ χώμα, ποδήλατο. Ημουν πολύ καλή μαθήτρια, όχι τόσο μελετηρή, αλλά είχα καλή μνήμη και αντίληψη.
Συγκροτημένη; Ναι, μετά από πολλή προσωπική δουλειά».
«Το θέατρο δεν ήταν ποτέ προτεραιότητα. Ημουν περισσότερο στραμμένη προς τα ανθρωπιστικά επαγγέλματα, σπούδαζα Κοινωνική Λειτουργός. Οσο σπούδαζα πήγα σε μια θεατρική ομάδα σαν χόμπι και εκτόνωση και κάπως έτσι άρχισε να ξεδιπλώνεται το ενδιαφέρον μου για το θέατρο. Στην συνέχεια ήθελα να παντρέψω αυτά τα δύο πράγματα και να κινηθώ προς την δραματοθεραπεία. Εκανα την πρακτική μου ως Κοινωνική Λειτουργός σε ένα θέατρο για ΑμεΑ στην Σουηδία. Ηθελα να πάω προς την Σκανδιναβία όπου ήξερα ότι έχουν ένα πρότυπο ανθρωπιστικό σύστημα και έψαχνα να βρω το πλαίσιο που θα με δεχτεί.
Βρέθηκα λοιπόν στο Ούμεο, μια μικρή πόλη, αρκετά καλλιτεχνική και με πολλούς φοιτητές γιατί έχει από τα καλύτερα πανεπιστήμια. Μετά από αιτήσεις και συνομιλίες με δέχτηκαν κι έκανα την πρακτική μου. Είχα μία άγνοια πηγαίνοντας στην Σουηδία θεωρώντας ότι θα είμαι εξαιρετικά χρήσιμη. Εφτασα εκεί κι όλο το σύστημα ήταν τόσο λειτουργικό -προστατεύει τους ανθρώπους με αναπηρία που είναι ανεξάρτητοι, ζουν μόνοι τους, δουλεύουν, όχι όπως έχουμε συνηθίσει να συμβαίνει στην Ελλάδα. Κατάλαβα πως δεν έχω να προσφέρω κάτι καινούργιο».
«Τους πρώτους δύο μήνες, μην έχοντας πρόσβαση και στην γλώσσα -δεν μιλούσα σουηδικά και τα παιδιά δεν μιλούσαν αγγλικά, έφτασα σε ένα τέλμα. Δεν μπορούσα ούτε να επικοινωνήσω ούτε να προσφέρω. Πήγα στην επόπτριά μου στο Πανεπιστήμιο και της είπα ότι νομίζω πως έχω πέσει σε κατάθλιψη γιατί νοιώθω ότι δεν είμαι χρήσιμη κι ούτε μπορώ να επικοινωνήσω.
Και τότε εκείνη μου είπε κάτι που μου αποκάλυψε έναν τελείως διαφορετικό δρόμο: “Τι ωραία, οπότε καταλαβαίνεις κι εσύ εκ των έσω πως είναι να είσαι ένα παιδί με αναπηρία”… Κι αυτό ήταν ό,τι πιο αποκαλυπτικό. Μου άνοιξε ένα τεράστιο κανάλι κι άρχισα να γίνομαι πιο δημιουργική και πιο ευρηματική, να επικοινωνώ, να συνάπτω σχέσεις με άλλους τρόπους –μέσω του χορού, ας πούμε. Χωρίς εκείνη την ατάκα δεν θα τα είχα καταφέρει. Εμεινα εννέα μήνες».
«Οταν βλέπεις ανθρώπους που από την φύση δεν έχουν πρόσβαση σε κάποια πράγματα, που εμείς θεωρούμε αυτονόητα, και βρίσκουν την δύναμη και την ικανότητα να είναι απόλυτα λειτουργικοί, συνειδητοποιείς ότι η ζωή είναι παντού και προσφέρει και τα δώρα της. Επειδή η ζωή είναι πάντα πολύ πιο μεγάλη κι εμείς έχουμε προσδοκίες, αυτές είναι που μας δημιουργούν την ανάλογη στάση, τα ανάλογα συναισθήματα. Οταν ζεις και μοιράζεσαι την καθημερινότητά σου, όχι μόνον η ζωή υπερτερεί αλλά ούτε και οίκτο μπορείς να νοιώσεις. Είναι η απόλυτη αίσθηση έμπνευσης και δύναμης.
Δεν ξέρω πώς στράφηκα προς τα εκεί. Για μένα μοιάζει απλό και φυσικό. Ισως να έχει να κάνει με τις καταβολές και την οικογένειά μου –έχω εισπράξει πολλή αγάπη, ένα αίσθημα ενσυναίσθησης, ένα νοιάξιμο για το τι συμβαίνει γύρω μας. Ηταν σαν η ζωή η ίδια να με οδηγούσε εκεί, μια φυσική απόρροια. Με νοιάζει πολύ να παρατηρώ τους ανθρώπους και τις συμπεριφορές τους σαν κάτι να με καλεί να βλέπω τι υπάρχει από πίσω.
Στόχος μου ήταν να ασχοληθώ με αυτό. Κάποια στιγμή επειδή δεν μου άρεσε μόνο το ακαδημαϊκό ή το ερευνητικό κομμάτι της κοινωνικής εργασίας, ήθελα να υπάρχει κάτι πιο δημιουργικό –για να αναγνωρίσεις και να θεραπεύσεις. Γι΄αυτό και πίστευα ότι με την δραματοθεραπεία τα πράγματα θα ήταν καλύτερα».
«Αργότερα πήγα στην Βιέννη, σε ένα ψυχοθεραπευτικό κέντρο για εθισμούς. Κι εκεί μου έλειπε το δημιουργικό, η ελευθερία που παρέχει το θέατρο. Επιστρέφοντας αντί για μεταπτυχιακό αποφάσισα να γίνω εγώ το πείραμα για να καταλάβω τι συμβαίνει μέσα σε μια θεατρική ομάδα, πώς παράγουν, πώς μοιράζονται, πώς συνδέονται, πώς επικοινωνούν.
Εδωσα εξετάσεις στην Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Πάντα με γοήτευε η σκηνή, τα έργα, οι συγγραφείς, ό,τι εκπέμπει η θεατρική λειτουργία. Ποτέ όμως δεν είχα φανταστεί τον εαυτό μου ως επαγγελματία ηθοποιό. Δεν ξέρω αν ενδόμυχα υπήρχε κάτι άλλο.
Ηθελα να εξερευνήσω την διαδικασία κι αυτή είναι που μου δημιούργησε την αγάπη και την εμμονή. Συνειδητοποίησα ότι ξυπνάω και κοιμάμαι έχοντας στο νου μου αυτό που συμβαίνει μέσα στην ομάδα. Και το νοιώθω σαν ευλογία. Ημουν ένα παιδί που βαριόταν εύκολα, άλλαζε ενδιαφέροντα. Το θέατρο ήρθε κι έμεινε –ένα δώρο που αγάπησα πολύ».
«Η πρώτη δουλειά ήρθε πολύ αρμονικά καθώς δύο από τις πτυχιακές μας τις παρουσιάσαμε -“Οιδίποδας” στο Μέγαρο με τον Αργύρη Ξάφη και την Αμαλία Μουτούση και deviced παράσταση με τις off σκηνές από τις “Τρεις αδελφές” με την Ιώ Βουλγαράκη, στο Πόλις. Οπότε δεν ένοιωσα να κόβεται απότομα ο ομφάλιος λώρος. Μετά με την Ιώ και τον Αργύρη κάναμε την “Αφιξη”, στην Μικρή Επίδαυρο. Ολα ήρθαν σπονδυλωτά, ομαλά, μια αλληλουχία με έντονη αρμονία.
Αυτό που κάνουμε χρειάζεται το κοινό του, οπότε με ενδιαφέρει, υπό αυτό το πρίσμα, η δημοσιότητα, που είναι δίκοπο μαχαίρι. Γίνεσαι γνωστός μέσα από το έργο σου ή μέσα από την αυτοέκθεσή σου; Εγώ χαίρομαι που αυτό συνέβη με την παράσταση ”Με λένε Εμμα”. Ηταν ένας σταθμός κα το εισιτήριο που μου έδωσε την πρόσβαση στο καλλιτεχνικό στερέρωμα. Και χαίρομαι που ήταν αυτό το έργο, γιατί ήταν ένα στοίχημα για όλους μας. Σε κάθε παράσταση η αίσθηση ήταν “ή τώρα ή ποτέ”, ένα ουρλιαχτό που εισακούστηκε –κι είμαι ευγνώμων γι΄αυτό. Γιατί αυτός είναι ο λόγος που κάνουμε θέατρο, να ταυτίζεται η δική σου αίσθηση με αυτή του κοινού. Αισθάνθηκα ότι δικαιώθηκαν κι όλα παιδιά, πρώην χρήστες, που δούλεψαν παρασκηνιακά στις πολύ αρχές των προβών -μας είπαν τις προσωπικές τους ιστορίες με χιούμορ και γενναιοδωρία. Στην επίσημη πρεμιέρα όλο μου το άγχος ήταν αυτά τα παιδιά».
«Χάρηκα που ήμουν υποψήφια για το Βραβείο Μελίνα Μερκούρη γι΄αυτό το έργο και γι΄αυτόν τον ρόλο συγκεκριμένα, που μέσα μου είναι σαν να το έχω πάρει –δεν στεναχωρήθηκα. Ηταν πάντως πολύ τιμητικό.
Τώρα είμαι πραγματικά ευγνώμων που θα βρίσκομαι στο ”Ανθρωποι και ποντίκια”. Δεν είχα δει την παράσταση, αλλά έχω ακόμα το εισιτήριο γιατί όταν κατάφερα, λόγω και των δικών μου παραστάσεων, να το δω, ήρθε το lock down. Μου αρέσει και το ρεαλιστικό θεάτρο, και το φορμαλιστικό και το πιο ποιητικό. Απλώς τα τελευταία χρόνια νοιώθω ότι ο ρεαλισμό μου πάει και του πάω. Εχει μια ισχυρή αίσθηση παρόντος και κάπως σε προσκαλεί να κάνεις ένα πιο επικίνδυνο –εντός πολλών εισαγωγικών, μακροβούτι.
Είναι τόσο αδιανόητο αυτό που συμβαίνει με αυτή την ομάδα –το καλωσόρισμα και η αίσθηση οικογένειας είναι κάτι μοναδικό. Αυτό που επιτελείται εκεί μέσα είναι για μένα ο πυρήνας της θεατρικής λειτουργίας -εμπεριέχει τόσο πολύ τον καθένα μας ξεχωριστά. Είναι ένας ύμνος στον άνθρωπο αυτή η ομάδα.
Το θέατρο είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου αλλά παρά την κούραση δεν αισθάνομαι ότι δουλεύω. Χόμπι και δουλειά μαζί».
«Ομορφη; Εγώ; Κάποιες μέρες αισθάνομαι όμορφη και καλά με τον εαυτό μου και κάποιες άλλες, όχι. Αλλα προσπαθώ να σπάσω λίγο αυτόν τον φασισμό της ομορφιάς με την έννοια ότι αν κάποια στιγμή δεν αισθάνομαι όμορφη εκνευρίζομαι με τον εαυτό μου που αυτοτιμωρούμαι. Γιατί καταλαβαίνω ότι έχω πέσει θύμα μιας κατασκευής που δεν είναι δική μου, έρχεται απ΄ έξω. Καμιά φορά, αν παχύνω, λέω στον εαυτό μου, αυτό είναι το σώμα μου τώρα, και τι ωραία που είναι έτσι. Πρέπει να δουλέψει κανείς για να σπάσει τον φασισμό της τελειότητας, της ομορφιάς.
Αλλος μεγάλος φασισμός, η ομορφιά γυναίκας και άνδρα: Ο άνδρας όταν μεγαλώνει γίνεται όλο και πιο γοητευτικός ενώ μια γυναίκα απλά γερνάει. Οχι, δεν ισχύει. Ολο αυτό έχει να κάνει με μια νοοτροπία που αν δεν τη σπάσουμε εμείς οι ίδιοι, θα διαιωνίζεται.
Είναι ένα συνολικό προϊόν κι εμείς οι γυναίκες είμαστε τα θύματα. Ετσι αρχίζουμε και αποκτούμε νευρώσεις χωρίς να ξέρουμε καν από που προέρχονται. Μετακίνηση χρειάζεται, αντίσταση. Δεν είναι εύκολο, όταν όλα γύρω σου είναι έτσι χτισμένα, να πεις όχι και να πάρεις έναν άλλον δρόμο, που δεν ξέρεις κιόλας ποιος μπορεί να είναι. Χρειάζεται όμως μια τόλμη κι ένα θράσος για μένα απέναντι σ΄αυτό…».
«Αγγελική» στην μικρή οθόνη
«Είχα πάρα πολλούς ενδοιασμούς για την τηλεόραση και πήρα περισσότερο χρόνο για να το σκεφτώ και να αποφασίσω. Αλλά ήταν τέτοια η εποχή, η τρομοκρατία, η ανασφάλεια και από την άλλη η ανάγκη να συνεχίσω να εργάζομαι, να πειραματίζομαι, να βάζω προκλήσεις στον εαυτό μου, να μπορώ να υπάρχω μέσα σ΄αυτό. Τα πάντα γύρω μου είναι μετακινημένα, οπότε καλούμαι να μετακινηθώ κι εγώ από μια ασφάλεια σε κάτι που με φοβίζει. Κι εφόσον όλα γύρω μου είναι τρομακτικά ας πάω κι εγώ ομοιοπαθητικά προς τα εκεί…
Ναι, είναι κι ένα ταμπού η τηλεόραση, ίσως γιατί οι χρόνοι της δεν είναι αυτοί που έχουμε στο θέατρο. Στην τηλεόραση είναι όλα εδώ και τώρα –έχει κι αυτό πολλές αρετές, καλείσαι να είσαι διαρκώς σε εγρήγορση, να περνάς από το ένα στο άλλο χωρίς πολλή σκέψη. Κι έτσι πέφτουν και πολλές αντιστάσεις, κάτι που οξύνει την αντίληψή σου σε σχέση με ορισμένα πράγματα, σε κάνει πιο alert.
Πρωταγωνίστρια; Αυτό ήταν που με φόβιζε πιο πολύ, το αίσθημα ευθύνης. Ευτυχώς απαλλάχθηκα πάρα πολύ γρήγορα από αυτό γιατί οι συνεργάτες είναι πολύ άξιοι και κουβαλάνε εξίσου έντονα το κάρο. Βλέποντας την σειρά συνειδητοποίησα ότι η έννοια της πρωταγωνίστριας έγκειται μόνο στον βαθμό όπου εγώ είμαι ένας μοχλός που κινείται μια ιστορία. Ούτε περισσότερο εκτίθεμαι ούτε υπερτερεί η δική μου παρουσία.
Το ομώνυμο στον τίτλο της σειράς, ήταν κάτι που μου προκαλούσε πολύ στρες. Δεν ήξερα ούτε αν μπορώ να το σηκώσω ούτε αν μπορώ να το αντέξω. Περισσότερο είναι ένα αίσθημα ευθύνης -να επικυρώσεις τις προσδοκίες των ανθρώπων που σε εμπιστεύθηκαν, παρά να αποκομίσεις προσωπική ικανοποίηση. Αυτό αν έρθει, θα έρθει εκ των υστέρων. Δεν θέλω ούτε να απογοητευτώ ούτε να απογοητεύσω.
Η δημοσιότητα είναι λίγο αναμενόμενη αλλά παίρνει το μέγεθος που της δίνεις. Εγώ δεν προλαβαίνω ούτε να το πολυψάξω ούτε να το πολυαναλύσω. Είναι κομμάτι ενός συστήματος -έτσι λειτουργεί. Και είναι εντάξει από την στιγμή που δεν υπάρχει κάτι παρεμβατικό ή χυδαίο. Ως μέρος αυτού του συστήματος το διαχειρίζομαι με τα δικά μου εργαλεία, αυτά που έχω και στην προσωπική μου ζωή. Δεν είναι πάντως τόσο τρομακτικό όσο το περίμενα. Ούτε το τροφοδοτώ. Δεν είμαι ούτε κρυψίνους ούτε φοβική.
Η τηλεθέαση με απασχολεί στον βαθμό που περνάει αυτό που κάνουμε -αν υπάρχουν άνθρωποι που το παρακολουθούν σαν καλή παρέα.
Η Αγγελική (σ.σ. θύμα ομαδικού βιασμού) έχει από την μία κάτι πολύ αγνό και από την άλλη, μια πληγή που την κάνει σχεδόν αγρίμι και θηρίο. Μου άρεσε αυτή η εσωτερική της σύγκρουση. Την καταλαβαίνω και στα δύο της άκρα –και πιο πολύ το άγριο κομμάτι της. Ευκολότερα ταυτίζομαι με την οργή και τον θυμό της. Είμαι πιο κοντά στα σκοτεινά της κομμάτια, στην διάθεσή της για εκδίκηση. Καταλαβαίνω την μανία που μπορεί να οδηγήσει έναν άνθρωπο σ΄αυτήν την παγίδα και εμμονικά να μείνει, έστω, σε μια λαναθασμένη πρόθεση. Καταλαβαίνω πόσο έντονο καύσιμο μπορεί να είναι αυτό για έναν άνθρωπο που δεν έχει από κάπου αλλού να πιαστεί για να νοιώσει υγιής».
Η Μαίρη Μηνά παίζει στην τηλεοπτική σειρά «Αγγελική», κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21.00 (Alpha) και στην παράσταση «Ανθρωποι και ποντίκια» του Cartel σε σκηνοθεσία Βασίλη Μπισμπίκη (όταν ανοίξουν τα θέατρα)