Λαίδη Τζέιν Γκρέι: H πρώτη βασίλισσα της Αγγλίας έμεινε στον θρόνο για 9 μέρες
Η Λαίδη Τζέιν Γκρέι έχει μείνει γνωστή ως η «Βασίλισσα των Εννιά Ημερών» και αποτελεί μία από τις τραγικότερες φιγούρες της βρετανικής ιστορίας.
Σε ηλικία 16 ετών ήταν η πρώτη γυναίκα που στέφθηκε βασίλισσα της Αγγλίας το 1553 και έμεινε στον θρόνο για μόλις 9 μέρες, από τις 10 Ιουλίου μέχρι τις 19 Ιουλίου του 1553. Δεν ήθελε ποτέ να γίνει βασίλισσα, αλλά αναγκάστηκε να ανέβει στο θρόνο μετά το θάνατο του Εδουάρδου ΣΤ', ο μεγαλύτερος των τριών παιδιών του Ερρίκου Η', που πέθανε από φυματίωση σε ηλικία 15 ετών.
Ο Εδουάρδος, γνωρίζοντας ότι θα πεθάνει, δεν ήθελε το στέμμα να πάει στην αδελφή του Μαίρη, καθώς ήταν φανατική καθολική και δεν ήθελε η χώρα να επιστρέψει στον Καθολικισμό. Η Μαίρη, την οποία η ιστορία αποκάλεσε Bloody Mary (Ματωμένη Μαίρη) εξαιτίας των άγριων θρησκευτικών διωγμών που διέταξε, θα καταργούσε τις μεταρρυθμίσεις του, καθώς και αυτές του πατέρα του, Ερρίκου Η΄.
Έτσι, απέκλεισε τις αδελφές του, Μαρία και Ελισάβετ από τη διαδοχή και όρισε διάδοχό του την Προτεστάντισσα ξαδέλφη του, Λαίδη Τζέιν Γκρέι. Άλλωστε, οι αδελφές του είχαν στο παρελθόν αποκηρυχθεί από τον πατέρα τους, Ερρίκο Η', σαν «παράνομες και όχι νόμιμα γεννημένες», για να εξασφαλισθεί η διαδοχή από τον γιο του, Εδουάρδο.
Η Λαίδη Τζέιν Γκρέι ήταν αφοσιωμένη Προτεστάντης, είχε μια εξαιρετική ανθρωπιστική παιδεία και τη φήμη μιας από τις πιο σπουδαγμένες νεαρές γυναίκες του καιρού της. Στις 10 Ιουλίου του 1553 η Τζέιν Γκρέι στέφθηκε βασίλισσα, αλλά εννέα μόλις μέρες αργότερα, η Μαρία κατόρθωσε να ανατρέψει την κατάσταση. Η Τζέιν Γκρέι καθαιρέθηκε και φυλακίστηκε και η Μαρία ανακηρύχθηκε βασίλισσα. Στις 12 Φεβρουαρίου του 1554 της ανακοινώθηκε η ποινή του θανάτου δια αποκεφαλισμού, για το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας. Πριν πεθάνει, είπε ότι δεν επιδίωξε να γίνει βασίλισσα, αλλά απλώς αποδέχτηκε το ρόλο που της έδωσαν.
Η βασίλισσα των 9 ημερών
Η Λαίδη Τζέιν Γκρέι παραμένει μια από τις πιο συναρπαστικές και τραγικές μορφές στην ιστορία των Τιδόρ. Είχε βασιλικό αίμα μέσω της γιαγιάς της, της πριγκίπισσας Μαρίας Τιδόρ, και αυτή η κληρονομιά την έφερε στο θρόνο το 1554. Η Τζέιν είχε ονομαστεί κληρονόμος στο αγγλικό θρόνο με τη θέληση του θείου της, Ερρίκου του 8ου, αλλά μόνο αν ο γιος του Εδουάρδος και οι κόρες του, Μαρία και Ελισάβετ, πέθαιναν χωρίς παιδιά. Ωστόσο, τα πράγματα πήραν άλλη τροπή και η Λαίδη Τζέιν Γκρέι στέφθηκε βασίλισσα χωρίς να το θέλει, ούτε να το επιδιώκει.
Η Τζέιν ήταν η μεγαλύτερη κόρη της Φράνσις και του Ερρίκου, δουκών του Σάφολκ. Η Φράνσις ήταν ανιψιά του βασιλιά Ερρίκου Η', που ακόμα και με 6 διαφορετικές συζύγους, δεν κατάφερε να αποκτήσει περισσότερους από έναν αρσενικό διάδοχο. Ο μοναδικός γιος του, Εδουάρδος, ήταν ένα μικρό, φιλάσθενο αγόρι. Αν πέθαινε, θα κληρονομούσε το θρόνο η μεγαλύτερη αδελφή του, Μαρία. Αν πέθαινε κι αυτή, τότε ο θρόνος θα πήγαινε στην άλλη αδελφή τους, Ελισάβετ. Μετά την Ελισάβετ, ο Ερρίκος είχε ορίσει ως διάδοχο την κόρη της ανιψιάς του, Λαίδη Τζέιν Γκρέι.
Σύμφωνα με τους όρους της Τρίτης Πράξης Διαδοχής (1544) και της τελευταίας θανατικής ποινής του Henry VIII (1547), οι Σάφολκ θα κληρονομούσαν το θρόνο αφού τα παιδιά του βασιλιά πέθαιναν άτεκνα. Αυτό το σχέδιο αγνόησαν εντελώς τα παιδιά της μεγαλύτερης αδελφής του Ερρίκου, Μαργαρίτας, της πρώην βασίλισσας των Σκωτσέζων. Ο Ερρίκος δεν νοιαζόταν για τη Μαργαρίτα και, το πιο σημαντικό, δεν ήθελε να πέσει ο αγγλικός θρόνος στα χέρια της Σκωτίας.
Το απίθανο συνέβη, όταν και τα τρία παιδιά του Ερρίκου πέθαναν άτεκνα και η δυναστεία των Τιδόρ πέθανε μαζί με την Ελισάβετ Α΄ το 1603.
Ακριβώς επειδή βρισκόταν τόσο κοντά στο θρόνο, η μόρφωση της Τζέιν Γκρέι ήταν εξαιρετικά σημαντική. Οι ξένες γλώσσες ήταν απαραίτητες για να επικοινωνεί με τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης και η Τζέιν αποδείχτηκε εξαιρετική μαθήτρια. Η επιδεξιότητά της με τα λατινικά και τα αρχαία ελληνικά εντυπωσίαζε τον δάσκαλό της, Τζον Άιλμερ, που αργότερα αναρριχήθηκε στα υψηλότερα αξιώματα της εκκλησίας.
Η Τζέιν ήταν χαριτωμένη, με κόκκινα μαλλιά και χαμογελαστό, εκφραστικό πρόσωπο. Ήταν τόσο μικρόσωμη, που χρειάστηκε να φορέσει παπούτσια με χοντρό πάτο, τα οποία έκρυβε κάτω από το φόρεμά της, για να φαίνεται πιο επιβλητική.
Όπως όλες οι νεαρές γυναίκες της εποχής, έτσι και η Τζέιν έπρεπε να παντρευτεί σύμφωνα με τις επιθυμίες και τα συμφέροντά της οικογένειάς της. Και τα συμφέροντα όριζαν γάμο και συμμαχία με την οικογένεια του Τζον Ντάντλεϊ, Λόρδου του Νορθάμπερλαντ και πρόεδρο του βασιλικού συμβουλίου.
Τον Μάιο του 1553 η Τζέιν παντρεύτηκε με τον Λόρδο Γκίλφορντ Ντάντλεϊ, τον δεύτερο νεότερο γιο του επικεφαλής των υπουργών του Εδουάρδου, του Τζον Ντάντλεϊ Δούκα του Νορθάμπελαντ. Τον αντιπαθούσε και τον θεωρούσε ανόητο. Ενώ ο 15χρονος βασιλιάς Εδουάρδος ήταν ετοιμοθάνατος τον Ιούνιο του 1553, ονόμασε την Τζέιν σαν διαδόχό του στο στέμμα με τη διαθήκη του, αγνοώντας τις διεκδικήσεις που είχαν οι ετεροθαλείς αδελφές του Μαρία και Ελισσάβετ βάσει της Τρίτης Πράξης Διαδοχής.
Ο Εδουάρδος, ο οποίος ήταν μεγαλωμένος ως Προτεστάντης, επέλεξε για διάδοχό του την Τζέιν, η οποία ήταν επίσης Προτεστάντης, αλλιώς στο θρόνο θα ανέβαινε η ετεροθαλής αδελφή του, Μαρία, η οποία ήταν φανατική καθολική, και όπως θεωρούσε θα πήγαιναν χαμένες οι θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις που είχαν κάνει αυτός και ο πατέρας του.
Έτσι, όταν ο 15χρονος βασιλιάς Εδουάρδος πέθανε από φυματίωση τον Ιούλιο του 1533, έχρισε διάδοχό την Τζέιν και όχι την αδελφή του, Μαρία, που κανονικά προηγούνταν.
Στις 9 Ιουλίου του 1533, το βασιλικό συμβούλιο ενημέρωσε τη 15χρονη Τζέιν ότι θα γινόταν βασίλισσα της Αγγλίας. Η κοπέλα δέχτηκε τα νέα χωρίς ενθουσιασμό. Δεν ένιωθε έτοιμη να ανέβει στον θρόνο ούτε πίστευε ότι της ανήκε. Έκανε όμως το καθήκον της.
Στις 10 Ιουλίου, ο Τζον Ντάντλεϊ την ονόμασε βασίλισσα μπροστά στο λαό και η Τζέιν εγκαταστάθηκε στον Πύργο του Λονδίνου. Η αντίζηλός της, η Μαρία, συγκέντρωνε στρατό για να πάρει τον θρόνο, που πίστευε ότι της άνηκε δικαιωματικά.
Όταν το Συμβούλιο Privy (συμβούλιο του Βασιλιά της Αγγλίας), αποφάσισε να αλλάξει πλευρά και να στέψει τη Μαρία σαν βασίλισσα της Αγγλίας στις 19 Ιουλίου του 1553, η οποία πήρε τον έλεγχο της χώρας χάρη στους πολλούς υποστηρικτές που είχε, η Τζέιν φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου.
Η Τζέιν καταδικάστηκε για εσχάτη προδοσία τον Νοέμβριο του 1553, που επέφερε την ποινή του θανάτου αν και αρχικά της είχε χαριστεί η ζωή.
Τον Ιανουάριο του 1554, οι Προτεστάντες επαναστάτησαν εναντίον της καθολικής Μαρίας, στην οποία ηγετικό ρόλο είχε ο πατέρας της Τζέιν, ο Μαρκήσιος του Ντόρσετ. Αν και η Τζέιν δεν είχε καμία ανάμειξη, θεωρήθηκε υπεύθυνη. Ο μόνος τρόπος να αποφύγει την εκτέλεση, ήταν να γίνει καθολική, αλλά εκείνη αρνήθηκε.
Στις 12 Φεβρουαρίου του 1554, η 16χρονη Τζέιν γονάτισε μπροστά στον δήμιό της και έδεσε μόνη της το μαντήλι γύρω από τα μάτια της, ψιθυρίζοντας: «προσεύχομαι να με σκοτώσεις γρήγορα».
Η ζωή της Λαίδης Τζέιν Γκρέι μεταφέρθηκε τρεις φορές στον κινηματογράφο και η τραγική ιστορία της έχει εμπνεύσει πλήθος θεατρικών και βιβλίων, που όμως τείνουν να δραματοποιούν την πραγματικότητα. Η στιγμή του θανάτου της Λαίδης Τζέιν Γκρέι έχει απαθανατιστεί από τον Πολ Ντελαρός στον πασίγνωστο πίνακα του 1833 και ζωγραφίστηκε με βάση την καταγραφή ενός υποτιθέμενου αυτόπτη μάρτυρα.