Οι Κάρολοι της Μεγάλης Βρετανίας -Οι δύο που προηγήθηκαν του σημερινού βασιλιά
Ο Κάρολος ο Tρίτος της Μεγάλης Βρετανίας ανέλαβε τα βασιλικά του καθήκοντα μετά από τον θάνατο της μητέρας του Ελισάβετ, της μακροβιότερης μονάρχη του αγγλικού θρόνου. Ποιοι ήταν όμως οι άλλοι δύο προγόνοί του που προηγήθηκαν;
Η ιστορία ξεκινάει από τον 17ο αιώνα και τον περιβόητο Οίκο του Στιούαρτ, από τον οποίο καταγόταν ο Κάρολος Α’, δευτερότοκος γιος του Βασιλιά Τζέιμς ΣΤ’ της Σκωτίας. Παρόλο που και ο ίδιος γεννήθηκε στη Σκωτία, αφού ο πατέρας του κληρονόμησε τον αγγλικό θρόνο το 1603 (ως Ιάκωβος Α '), μετακόμισε στην Αγγλία, όπου πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του. Το 1612 κληρονόμησε τα τρία βασίλεια (της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας) μετά από τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του Ερρίκου Φρειδερίκου, πρίγκιπα της Ουαλίας. Καταρχάς, το Παλάτι προσπάθησε να τον παντρέψει με την Ισπανίδα πριγκίπισσα των Αψβούργων Μαρία Άννα. Οι διαπραγματεύσεις, που θα σήμαιναν και την ένωση των δύο αυτοκρατοριών, κράτησαν οχτώ μήνες, αλλά τελικά δεν έφεραν αποτέλεσμα. Τελικά, ο Κάρολος δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Ενριέτα Μαρία της Γαλλίας.
Το 1625, ήρθε σε ρήξη με το Κοινοβούλιο της Αγγλίας, το οποίο προσπάθησε να περιορίσει τις εξουσίες του. Ο Κάρολος όμως πίστευε στο θεϊκό δικαίωμα των βασιλιάδων και ήταν αποφασισμένος να κυβερνήσει σύμφωνα με τη δική του βούληση, γεγονός που προκάλεσε σθεναρές αντιδράσεις. Γρήγορα, απέκτησε τον χαρακτηρισμό του «απόλυτο μονάρχη», ενώ η στάση του, καθώς και το γεγονός ότι είχε παντρευτεί μια Ρωμαιοκαθολική τον έφεραν σε σύγκρουση με τους Πουριτανούς και οι Σκώτους Πρεσβυτεριανούς. Οι προσπάθειές του δε, να επιβάλει στην Εκκλησία της Σκωτίας Αγγλικανικές πρακτικές οδήγησε στους Πολέμους των Επισκόπων, που προετοίμασαν ουσιαστικά τη δική του πτώση.
Από το 1642 ο Κάρολος πολεμούσε τους στρατούς του Αγγλικού και του Σκωτικού κοινοβουλίου στον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο. Μετά από την ήττα του το 1645, παραδόθηκε σε μια Σκωτική δύναμη, η οποία τελικά τον παρέδωσε στο Αγγλικό Κοινοβούλιο. Ο Κάρολος αρνήθηκε να δεχθεί τους όρους για τη δημιουργία μιας συνταγματικής μοναρχίας και δραπέτευσε τον Νοέμβριο του 1647. Συνελήφθη όμως και φυλακίστηκε στη Νήσο Ουάιτ, απ’ όπου συμμάχησε με τη Σκωτία. Το 1648 ο στρατός που είχε συγκροτήσει ο Όλιβερ Κρόμγουελ τον οδήγησε σε δίκη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Τελικά, εκτελέστηκε για έσχατη προδοσία τον Ιανουάριο του 1649.
Με την Παλινόρθωση, δηλαδή την αποκατάσταση της δημοκρατίας, στον βασιλικό θρόνο ανέβηκε ο γιος του, ο Κάρολος Β΄ της Αγγλίας, που έμεινε γνωστός ως ο «εύθυμος μονάρχης», καθώς αγαπούσε ιδιαιτέρως τις απολαύσεις και τα γλέντια.
Το Κοινοβούλιο της Σκωτίας μετά από την εκτέλεση του Καρόλου Α’, ανακήρυξε εκείνον Βασιλιά της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας στο Εδιμβούργο στις 5 Φεβρουαρίου 1649, όμως το Αγγλικό Κοινοβούλιο με ψήφισμα του έκρινε τη διακήρυξη αυτή παράνομη. Μετά από μια συντριπτική του ήττα στη Μάχη του Ουόρστερ στις 3 Σεπτεμβρίου 1651, έναντι του Κρόμγουελ, έφυγε στην ηπειρωτική Ευρώπη, όπου έμεινε εξόριστος για εννέα χρόνια.
Μετά τον θάνατο του Κρόμγουελ, η ίδια του η χώρα τον κάλεσε να επιστρέψει. Ήταν τότε τριάντα χρόνων και σύμφωνα με τον νόμο εκείνος έπρεπε να ανέβει στον θρόνο. Το 1660 έγινε δεκτός στο Λονδίνο με ενθουσιασμό ως βασιλιάς. Ακολούθησε μια πολιτική θρησκευτικής ανεκτικότητας και προκειμένου να εξασφαλίσει τη βοήθεια της Γαλλίας στον Αγγλοολλανδικό πόλεμο συμφώνησε μυστικά να ασπαστεί τον Καθολικισμό, πράγμα που τελικά έκανε πολύ αργότερα, λίγο πριν πεθάνει. Με τη νόμιμη σύζυγό του, Αικατερίνη της Μπραγκάνσα, δεν απέκτησε παιδιά, αλλά αναγνώρισε τουλάχιστον δώδεκα νόθα τέκνα ως νόμιμα, καρποί των παράνομων σχέσεών του με διάφορες ερωμένες. Μια από αυτές ήταν η Νελ Γκούεν, η πρώτη γυναίκα ηθοποιός, που ανέβηκε σε αγγλική σκηνή και μάλιστα με τη δική του βοήθεια.