Κάρμεν Ρουγγέρη: «Το να καθηλώσεις τα παιδιά είναι πάντοτε ένα στοίχημα»
Η ενσάρκωση του δημιουργικότητας. Η Κάρμεν Ρουγγέρη παραδέχεται ότι θα ήθελε να είναι κάνει περισσότερα παιδιά. Μητέρα και γιαγιά δύο κοριτσιών, η ίδια μεγάλωσε καθολική οικογένεια, η πρώτη γλώσσα μίλησε ήταν τα γαλλικά και υπογραμμίζει ότι το να είσαι γονιός δεν είναι εύκολο. Τη συναντήσαμε με αφορμή τα δύο νέα υπέροχα λευκώματα για την γιαγιά και τον παππού της εταιρίας Familium, των οποίων είναι ambassador, και μας αφηγήθηκε τη ζωή της.
«Έχω ιταλικές, γαλλικές και σαντορινιές ρίζες. Η μητέρα μου ήταν από τη Σαντορίνη, της οικογένειας Πίντου, η οποία καταγόταν από Ενετούς. Ο πατέρας μου ήταν μισός Ιταλός και μισός Γάλλος, εξαιρετικός καθηγητής Πανεπιστημίου, πολύ καλλιεργημένος άνθρωπος και μια πολύ μεγάλη μορφή στα γράμματα. Συνεχώς προσπαθούσε να καταλάβει που έχουν έφεση τα παιδιά του, ώστε να την καλλιεργήσουν. Με έγραψε σε τρεις γλώσσες, ζωγραφική και πιάνο, αλλά και τραγούδι, γιατί είχα καλή φωνή. Η αλήθεια είναι ότι, παρόλο που πέθανε πολύ νέος, στα 53 του χρόνια, μου άφησε τόσα πολλά εφόδια, που μπόρεσα να τα βγάλω πέρα στη ζωή μου. Κάτι που λέω πάντα στα παιδιά, είναι πόσο σημαντικό είναι να μαζεύεις γνώσεις και, όταν τις χρειαστείς, να τις βγάζεις από το «τσεπάκι» σου και να τις χρησιμοποιείς. Ο πατέρας μου ήταν πάρα πολύ αυστηρός. Έλεγα από μέσα μου «Πω, πω τι κακός που είναι». Για να πάω σε ένα πάρτι, μου ζητούσε πρώτα να του δείξω τη ζωγραφιά που έκανα. Τελικά, όμως, το ταλέντο μου στη ζωγραφική με βοήθησε να εξελιχθώ επαγγελματικά. Τότε δεν είχα καταλάβει την αξία του. Όταν πέθανε την κατάλαβα, όπως γίνεται συνήθως. Το λέει και ο Καραγάτσης… «Όταν σ’ έχασα κατάλαβα, τα χαμένα μετράν τριπλάσια την αξία τους».
«Στο σχολείο μου άρεσε πολύ η έκθεση και θυμάμαι την καθηγήτριά μου στο Γυμνάσιο που μου έλεγε ότι, όταν διάβαζα το κείμενό μου του έδινα σάρκα και οστά. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι ήμουν πολύ καλή μαθήτρια, μόνο εκεί που ήθελα. Οι γονείς μου, όμως, δε με πίεζαν να φέρω το άριστα. Αρκεί να καλλιεργούσα αυτά που, κατά τη γνώμη του πατέρα μου, άξιζε να καλλιεργώ. Ήθελε να γυρνάμε στο σπίτι στην ώρα μας και να διαβάζουμε. Όταν γυρνούσε το βράδυ στο σπίτι, ήθελε να μας βρίσκει με βιβλίο στο χέρι, και μάλιστα εξωσχολικό. Βέβαια, αυτό είναι πολύ σημαντικό, ειδικά στη χώρα μας, που δεν διαβάζουμε τόσο. Στο εξωτερικό, βλέπεις ουρά έξω από τα βιβλιοπωλεία. Γενικά ήμασταν αγαπημένη οικογένεια. Και όταν παίρνεις τόση πολλή αγάπη μπορείς και να δίνεις».
Όταν ακούς ένα τρίχρονο παιδί να λέει «δεν έχω λόγια» τι άλλο θέλεις;
«Γεννήθηκα το ‘44 μετά τον πόλεμο. Μοιραία, ο κόσμος προσπαθούσε να δει πώς θα τα βολέψει. Οι γονείς συνήθιζαν να αφήνουν τα παιδιά εσώκλειστα σε σχολείο, ώσπου οι ίδιοι να βρουν τον δρόμο τους. Οι δικοί μου μάς άφησαν στις καλόγριες Soeurs de la Charité στη Σαντορίνη, γι’ αυτό και η πρώτη γλώσσα που μίλησα ήταν τα γαλλικά. Με αγαπούσαν πολύ οι καλόγριες. Περνούσα πάρα πολύ ωραία και ήμουν πανευτυχής. Δεν μου έλειψε τίποτα».
«Ένα περιστατικό που θυμάμαι πιο έντονα από το μοναστήρι ήταν στα τέσσερά μου χρόνια, όταν είδα για πρώτη φορά στη ζωή μου κηδεία. Ρώτησα τι είναι και οι καλόγριες μου είπαν ότι ένας άνθρωπος πέθανε, θα τον βάλουν μέσα στο χώμα και η ψυχούλα του θα φύγει από μέσα του, θα πετάξει στον ουρανό. Τότε, θυμάμαι άρχισε να με απασχολεί έντονα το θέμα του θανάτου. Και ηρέμησα μόνο όταν βρήκα τη λύση μόνη μου. Σκέφτηκα ότι, όταν πεθάνω, η ψυχή μου θα μπει μέσα στο σώμα μιας πολύ όμορφης γυναίκας και θα ξαναϋπάρχω. Ουσιαστικά, στράφηκα στη μεταμψύχωση! Πάντοτε σκεφτόμουν με αισιοδοξία και ακόμα είμαι ένας πολύ αισιόδοξος άνθρωπος».
«Στην εφηβεία δεν ήμουν ποτέ αντιδραστική. Ήμουν ένας άνθρωπος που δημιουργούσα, μου άρεσε πολύ να διαβάζω, είχα γίνει πρόεδρος στην οργάνωση «Λεγεώνα της Μαρίας», όπου βρισκόσουν με άτομα της ηλικίας σου και σε κάθε συνάντηση έπρεπε να έχεις κάνει τουλάχιστον μια καλή πράξη. Εγώ πήγαινα στο άσυλο ανιάτων και έκανα παρέα σε άρρωστους ανθρώπους.
Όλα αυτά μου έκαναν πολύ καλό στη μετέπειτα ζωή μου. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος πολύ θρήσκος, θυμάμαι πηγαίναμε κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Μεγάλωσα σε μια καθολική οικογένεια. Παρόλο που δεν ήμασταν πλούσιοι, έβαζε στα χέρια μου ένα χαρτονόμισμα για να το ρίξω για τους φτωχούς. Επίσης, οι καλόγριες μου έλεγαν, ακόμα και αν δεν έχω χρήματα να δώσω σε κάποιον που ζητάει ελεημοσύνη, τουλάχιστον να του δίνω ένα χαμόγελο. Όλα αυτά έγιναν μέσα μου συνήθειες. Ύστερα, ο πατέρας μου με έγραψε στις καλόγριες της Παμμακαρίστου όπου συμμετείχα στη θεατρική ομάδα. Κάναμε παραστάσεις για να μαζεύουμε χρήματα για τα φτωχά παιδάκια και υπεύθυνη της ομάδας ήταν μια από τις καλόγριες. Κάποια στιγμή αποφάσισαν ότι θα ήταν καλό να φέρουν μια ηθοποιό του Εθνικού Θεάτρου για να την αναλάβει. Όταν, λοιπόν, με είδε και με άκουσε εκείνη, μου είπε ότι πρέπει να ασχοληθώ επαγγελματικά με το αντικείμενο. Επίσης, ήμουν εκείνη που πάντα θα έλεγε ποίημα στις σχολικές γιορτές και όλοι οι καθηγητές με παρότρυναν να ασχοληθώ με το θέατρο. Έτσι, όταν τελείωσα το Γυμνάσιο πέρασα στη Δραματική Σχολή».
«Κάποια στιγμή, επειδή ήξερα τρεις γλώσσες, με είχαν δεχθεί σαν αεροσυνοδό στην Ολυμπιακή. Τότε δούλευα σαν ρεσεψιονίστ και επειδή έκανα πολύ καλά τη δουλειά μου, ο εργοδότης μου μου έδωσε τον ίδιο μισθό, για να μη φύγω. Έτσι σπούδασα και θέατρο, γιατί με τον μισθό μου έπαιρνα έως τότε, ίσως να μην τα είχα καταφέρει.
Γενικά, ανοίγαν οι πόρτες και το οφείλω στον πατέρα μου. Ο ίδιος με έγραψε και στο τραγούδι -ήταν αυστηρότατος καθηγητής, αλλά ήταν υπέρ των τεχνών. Τον θυμάμαι πάντα να σφυρίζει μελωδίες από όπερες. Επειδή εμείς ψέλναμε και στην εκκλησία -και η μητέρα μου είχε πάρα πολύ ωραία φωνή- όταν κατάλαβε ότι είχα ταλέντο, με έγραψε στο ωδείο. Σπούδασα και τραγούδι, κάτι που με βοήθησε πολύ, γιατί σαν ηθοποιός βρίσκεις πιο εύκολα δουλειά, όταν έχεις το προνόμιο της φωνής».
Είμαι ένας άνθρωπος που τα βλέπει όλα θετικά
«Τότε οι εποχές ήταν διαφορετικές. Όταν τελείωσα τη δραματική σχολή, έβγαιναν 30 ηθοποιοί τον χρόνο, τώρα βγαίνουν 600. Έδωσα εξετάσεις στο Εθνικό Θέατρο και τη Λυρική και πέρασα και στα δύο αμέσως. Είχα και ταλέντο βέβαια, αλλά σήμερα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Η δουλειά με την οποία άρχισε να με αναγνωρίζει ο κόσμος, παρά το γεγονός ότι είχα πάρει μέρος σε πάρα πολλά σήριαλ, ήταν οι «10 μικροί Μήτσοι», όπου έκανα τη συμπεθέρα. Το έβλεπε σχεδόν όλος ο κόσμος και μπήκε το όνομά μου στους τίτλους αρχής. Μετά το «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή» έγινα περισσότερο γνωστή».
«Όταν δεν κάνω τηλεόραση, μου λείπει. Επειδή ασχολούμαι σε μεγάλο βαθμό με τα παιδιά -κάτι που είναι επιλογή μου και το κάνω με πολλή αγάπη φυσικά- βλέπω την υποκριτική σαν ξέδωμα. Όταν ασχολούμαι συνέχεια με τη σκηνοθεσία και τη συγγραφή, μοιραία αποκόπτομαι πολλές φορές από την τηλεόραση. Όποτε συμμετέχω σε κάποια σειρά είμαι πολύ ευτυχισμένη, γιατί εκεί μπορώ να παίξω κιόλας. Γενικά, ό,τι και αν καταπιάνομαι είναι ευτυχία για μένα. Είμαι ένας άνθρωπος που τα βλέπει όλα θετικά».
«Η στροφή προς το παιδικό θέατρο προέκυψε λόγω των παιδιών μου. Όταν έφτασαν σε μια ηλικία που θα μπορούσαν να κάνουν θεατρικό παιχνίδι, σκέφτηκα να φτιάξω μια ομάδα, ώστε να περνάμε ωραία τα Σαββατοκύριακα. Έτσι, δημιούργησα τους «Ρακοσυλλέκτες» -το όνομα βγήκε από το γεγονός ότι φτιάχναμε τα σκηνικά μας με ό,τι βρίσκαμε. Μαζεύτηκαν 30 παιδιά από τη γειτονιά. Λόγω των σπουδών μου στη ζωγραφική, τη μουσική και στη δραματική σχολή μπορούσα να διδάξω τα παιδιά και να τα κατευθύνω. Εκεί γνώρισα τον εαυτό μου, άρχισα να γράφω. Αυτή η ομάδα είναι το ντοκτορά μου.
Τα παιδιά που έρχονται στις παραστάσεις μας κάθονται σούζα! Και αυτό το οφείλω στον σεβασμό μου προς αυτά. Όταν δώσεις σεβασμό, παίρνεις σεβασμό. Οι παραστάσεις μας είναι τόσο προσεγμένες, μέχρι και στην τελευταία λεπτομέρεια και σε αυτό βέβαια σπουδαίο ρόλο παίζει η κόρη μου, Χριστίνα Κουλουμπή. Είναι απίθανη. Πέρα από αριστούχος του Εθνικού Θεάτρου είναι απόφοιτος της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της είναι αψεγάδιαστα και καθηλωθούν τα παιδιά. Αφού λοιπόν τους κερδίζεις με το μάτι, ύστερα παίζει σπουδαίο ρόλο και η πλοκή του έργου αλλά και ο τρόπος που θα το παρουσιάσεις».
Όταν δώσεις σεβασμό, παίρνεις σεβασμό
«Νιώθω πολύ τυχερή που καταπιάνομαι με έργα που απευθύνονται στα παιδιά. Το να καθηλώσεις τα παιδιά είναι πάντοτε ένα στοίχημα που προσπαθείς να κερδίσεις. Έχω κάνει πάνω από 70 παιδικές παραστάσεις, στο Εθνικό Θέατρο, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο Ηρώδειο και αλλού, με κατάμεστα θέατρα. Με άλλα λόγια, είμαι πολύ χορτάτη, μόνο και μόνο από την ευτυχία που νιώθω όταν τελειώνει η παράσταση και βλέπω τα ευτυχισμένα μάτια των παιδιών που λένε «θέλω να ξανάρθω». Όταν ακούς ένα τρίχρονο παιδί να λέει «δεν έχω λόγια» και ένα παιδί 7 χρονών να σου λέει «κυρία, με κάνατε ευτυχισμένο» τι άλλο θέλεις;
«Τελευταία σκηνοθετώ μαζί με τη Χριστίνα Κουλουμπή, που από τη μια είναι ένα παιδί τρομερά καλλιεργημένο, από την άλλη φέρνει και νέο αίμα, νέες ιδέες που προστίθενται στην πείρα τη δική μου. Σκηνοθετούμε μαζί πια, γιατί είναι κάτι που θέλει να το συνεχίσει. Αν θέλουμε να δώσουμε ένα όνομα στα έργα μας θα έλεγα ότι κάνουμε ένα «θέατρο σεβασμού» προς τους μικρούς, αλλά υψηλούς, θεατές μας. Με τις παραστάσεις μας προσφέρουμε γνώσεις.
Το μυστικό για μια μακροχρόνια συμβίωση είναι ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου. Δε θα μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς τον Ανδρέα.
«Με τον σύζυγό μου, Ανδρέα Κουλουμπή, είμαστε παντρεμένοι από τις 22 Σεπτεμβρίου του 1968 και είμαστε μαζί συνολικά 54 χρόνια. Στα 14 είδα μια ταινία και άκουσα τη φωνή που ντουμπλάριζε τον πρωταγωνιστή να λέει ένα ριζίτικο τραγούδι. Από την ημέρα εκείνη και μέχρι τα 23, μιλούσα γι’ αυτή τη φωνή, ώσπου μπήκα στη Λυρική Σκηνή. Κάποια στιγμή, λοιπόν, με φλέρταρε κάποιος και εγώ του ανταπέδωσα το φλερτ. Εκείνος ήταν σολίστας, εγώ στη χορωδία. Βγήκαμε έξω, καθίσαμε να φάμε στο Λυκαβηττό και εκεί του είπα «Μια φωνή έχω ερωτευτεί στη ζωή μου. Έχεις δει το έργο “Ένας Ντελικανής;”» και μου λέει «Εγώ ήμουν». Από εκείνη τη στιγμή ήξερα ότι αυτός ήταν ο άντρας της ζωής μου. Το μυστικό για μια μακροχρόνια συμβίωση είναι ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου. Δε θα μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς τον Ανδρέα. Είναιεξαιρετικός πατέρας και καλλιτέχνης. Είμαι φανατική θαυμάστριά του. Είναι ένας καλλιτέχνης χορτάτος που έχει τραγουδήσει σε πολλά μέρη του κόσμου και κατάφερε να κάνει καριέρα στην Ελλάδα, όπου σπάνια σε αναγνωρίζουν αν δεν έχεις πάει πρώτα έξω. Είναι από τους λίγους που έκανε πρώτα εδώ καριέρα και ύστερα έφυγε. Βέβαια, επέστρεψε γιατί ήθελε να είναι κοντά στην οικογένειά του. Η φωνή του είναι μαγική».
«Δεν ήμουν αυστηρή σαν μητέρα, αλλά ομολογώ ότι δεν χρειάστηκε να είμαι. Πιστεύω ότι, όταν στην οικογένεια υπάρχει αγάπη, δεν μπορεί να υπάρξει πρόβλημα. Όταν βλέπεις παιδιά που, από αντίδραση, προσπαθούν να δείξουν ότι υπάρχουν και με τον τρόπο τους σου λένε «είμαι και εγώ εδώ», τότε ίσως να υπάρχει πρόβλημα.
Ήμουν τυχερή γιατί γνωστή έγινα αφού μεγάλωσαν τα παιδιά. Από τα 45 μου και μετά ξεκίνησε να με μαθαίνει ο κόσμος. Πέρα από αυτό, είναι υπέροχο να είσαι γονιός, αλλά και πολύ δύσκολο. Το δυσκολότερο πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου είναι να μεγαλώσω τα παιδιά μου. Είχα μεγάλη αγωνία. Το κάθε παιδί έχει την προσωπικότητά του και και πολλές φορές δεν ξέρεις πώς να κινηθείς. Δεν ξέρω αν τα έκανα όλα σωστά, αλλά το αποτέλεσμα βγήκε καλό.
Και οι δύο βγήκαν καλλιτέχνες. Ο Βίκτωρας είναι ένας εξαιρετικός μπασίστας. Πολύ σεμνός. Ξέρεις, αυτός που παίζει μπάσο, είναι συνήθως πίσω-πίσω, αλλά είναι η ραχοκοκαλιά σε μια ορχήστρα. Είναι ένας ωραίος οικογενειάρχης και καλός πατέρας. Έχει δύο παιδιά.
Η Χριστίνα είναι η συνεργάτης μου, με την οποία συνεννοούμαστε πολύ όμορφα. Και αν έχουμε διαφωνία, πάντοτε υποχωρώ γιατί πάντα αποδεικνύεται εκ των υστέρων, ότι αυτό σε αυτό που έλεγε, είχε δίκιο».
Ευτυχία είναι η οικογένεια. Είναι το παν. Φτάνει να ξέρεις να συμβιβάζεσαι και να αγαπάς.
«Τα παιδιά μου δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με τη δημοσιότητα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ένα περιστατικό, όταν έπαιζα στο «10 Λεπτά Κήρυγμα». Ο γιος μου τότε ήταν στο στρατό. Δεν είχαμε κανένα μέσο και ούτε θα έβαζα ποτέ, γιατί δε μου αρέσουν καθόλου αυτά. Πήγα, λοιπόν, στο στρατόπεδο να τον δω. Την επόμενη μέρα, με παίρνει και μου λέει «Μάνα μην ξαναπατήσεις, γιατί όλοι νομίζουν ότι έχω κάποιο τρελό βύσμα!». Έτσι, δεν ξαναπήγα!
Είναι μεγάλη υπόθεση τα εγγόνια. Έχω μια Κάρμεν, για την οποία έχω την εντύπωση ότι θα γίνει ένας άνθρωπος με πολλά ταλέντα. Τη βλέπω και νιώθω σαν να ξαναγεννιέμαι εγώ. Είναι ένα υπέροχο πλάσμα, πάρα πολύ συναισθηματική και έξυπνη. Της αρέσει πολύ το σχολείο. Και μια Ευαγγελία πανέξυπνη και πανέμορφη. Είναι δυο παιδιά πολύ αγαπημένα και μακάρι να τα φέρει έτσι η ζωή που να είναι ευτυχισμένα».
«Κοιτάζοντας πίσω τη ζωή μου, αυτό που θα έκανα διαφορετικά είναι ότι, θα είχα κάνει περισσότερα παιδιά. Είναι ευλογία τα παιδιά και θα μου άρεσε να έχω περισσότερα. Και έχει αποδειχτεί από τη ζωή, ότι, ενώ φοβάσαι ότι δε θα τα βγάλεις πέρα, κάθε παιδί φέρνει το γούρι του. Το παιδί μπαίνει σε προτεραιότητα, αλλά όταν σκέφτεσαι τις ευτυχίες που μπορεί να σου δώσει το αξίζει. Ευτυχία είναι η οικογένεια. Είναι το παν. Φτάνει να ξέρεις να συμβιβάζεσαι και να αγαπάς.
Από την άλλη, ο μεγαλύτερός μου φόβος είναι η αρρώστια, όχι ο θάνατος. Ο Επίκουρος λέει «δεν φοβάμαι το θάνατο, γιατί όταν θα έρθει δε θα είμαι εκεί».
Η Κάρμεν Ρουγγέρη και τα λευκώματα για τον παππού και τη γιαγιά
Όταν μου ζήτησαν να γίνω brand ambassador των λευκωμάτων «Γιαγιά, Μίλα μας για σένα» και «Παππού, μίλα μας για σένα» του εκδοτικού οίκου Familium, δεν ήξερα ακριβώς περί τίνος πρόκειται. Μου έστειλαν τα βιβλία και τα ξεφύλλισα και τα βρήκα πραγματικά πάρα πολύ ωραία και μια πολύ ωραία ιδέα.
Πρέπει να σου πω, ότι πάντοτε παίρνω τη γνώμη και του γιου μου για ό,τι αναλαμβάνω. Όταν λοιπόν του τα έδειξα, τον ρώτησα πώς θα του φαινόταν αν γινόμουν η brand ambassador των λευκωμάτων. Εκείνος τα έπιασε στα χέρια του, τα ξεφύλλισε και μου είπε «Μάνα, είναι ακριβώς αυτό που σου ζητάω τόσο καιρό. Θέλω να ξέρω λεπτομέρειες για τη ζωή σου, θέλω να ξέρω τις ρίζες σου. Να το κάνεις! Είναι καταπληκτικό. Μια υπέροχη ιδέα».
Πρόκειται για ένα μοναδικό δώρο, όπου η γιαγιά και ο παππούς καταγράφουν τις αναμνήσεις τους και απαντούν σε ερωτήσεις. Συμπληρώνουν το βιβλίο και αφηγούνται τη ζωή τους!
Είναι πραγματικά πολύ ωραίο και πολύ έξυπνο. Είναι ένα δώρο που θα το δώσεις στη γιαγιά και τον παππού και θα το πάρεις πίσω γεμάτο αναμνήσεις! Είναι συγκλονιστικό, αν το καλοσκεφτείς. Τα δικά μας έχουν ήδη αρχίσει να συμπληρώνονται. Ο παππούς έχει ξεκινήσει το γράψιμο και θα αρχίσω κι εγώ μόλις βρω χρόνο.
Μάλιστα, θυμάμαι ότι μια φίλη μου πρότεινε να μη δεχτώ, επειδή έχω και εγώ εκδοτικό οίκο. Αλλά, είναι μια τόσο όμορφη ιδέα, που δεν το θεώρησα καν λόγο για να μη δεχτώ την πρόταση.
Info:
Τα βιβλία «Γιαγιά, μίλα μας για σένα» και «Παππού, μίλα μας για σένα» αποτελούν μία ιδέα που γεννήθηκε στην Τσεχία. Η συγγραφέας, Monika Koprivova, ενθουσιάστηκε όταν ξεκίνησε να μαθαίνει για την ιστορία της οικογένειάς της μέσα από τις αφηγήσεις του παππού της. Τα βιβλία «Γιαγιά, μίλα μας για σένα» και «Παππού, μίλα μας για σένα» κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά από τις εκδόσεις Familium το 2013 στην Τσεχία και έφτασαν γρήγορα να γίνουν bestsellers σε 7 χώρες της Ευρώπης, με τις συνολικές τους πωλήσεις να ξεπερνούν τα 300,000 αντίτυπα.
Ανακαλύψτε τα βιβλία «Γιαγιά, μίλα μας για σένα» και «Παππού, μίλα μας για σένα» στο www.familium.gr, στα καταστήματα Public και στο www.public.gr.
Facebook: familium.gr, Instagram: @familium.gr