Καλλιρρόη Παρρέν: Η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος -Το φεμινιστικό όραμα, ο ακούραστος αγώνας και η πολύτιμη παρακαταθήκη της
Σαν σήμερα, στις 28 Μαΐου του 1952, κατοχυρώνεται το δικαίωμα της Ελληνίδας να εκλέγει, αλλά και να εκλέγεται, σηματοδοτώντας μία νέα εποχή για τη γυναικεία συμμετοχή στα πολιτικά δρώμενα της χώρας.
Με αφορμή τη σημερινή επέτειο, θυμόμαστε τη ζωή και το έργο της πιο επιδραστικής φεμινίστριας στην ιστορία της Ελλάδας, Καλλιρροής Πάρρεν. Ούσα η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος, η Παρρέν υπήρξε η σημαντικότερη φωνή έκφρασης του αγώνα υπέρ των γυναικείων δικαιωμάτων στην ιστορία της χώρας, και σ' αυτήν οφείλει το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα τις σημαντικότερές πολιτικές του διεκδικήσεις.
Η Καλλιρρόη Σιγανού, γεννήθηκε το 1861 στο Ρέθυμνο της Κρήτης, και έξι χρόνια αργότερα μετακόμισε στην Αθήνα, όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια. Εν συνεχεία, φοίτησε στην γαλλική Σχολή Καλογραιών, και έπειτα στο λύκειο του Αρσάκειου, από το οποίο αποφοίτησε με βαθμό «άριστα» και δίπλωμα δασκάλας το 1878.
Η εκπαίδευση και η επιμόρφωση των γυναικών υπήρξε προτεραιότητα της ήδη από την αρχή της επαγγελματικής της καριέρας -πολύ πριν τεθεί στο επίκεντρο της φεμινιστικής της δράσης. Αμέσως μετά την αποφοίτησή της από το Λύκειο, η νεαρή Παρρέν εγκαταστάθηκε στην Οδησσό, όπου τέλεσε διευθύντρια στο παρθεναγωγείο της ελληνικής κοινότητας.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, γνώρισε, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε τον γαλλοαγγλικής καταγωγής δημοσιογράφο και ιδρυτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου, Ιωάννη Παρρέν, μέσω του οποίου ήρθε σε επαφή με τους πνευματικούς κύκλους της Αθήνας και μερικές από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες στον χώρο τον γραμμάτων και των τεχνών. Η διαρκής τριβή της Παρρέν με το δημοσιογραφικό σινάφι, αφύπνισε σταδιακά μέσα της το πάθος για την ενημέρωση, παρακινώντας την να προσδιορίσει τις προσωπικές της φιλοδοξίες και τον απώτερο σκοπό που έμελλε να καθοδηγήσει τη ζωή της.
Η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος
Μέσα από τη συναναστροφή της με τους λόγιους της εποχής της, η Παρρέν άρχισε να αντιλαμβάνεται τον δημόσιο λόγο ως ένα μέσο επιμόρφωσης και πνευματικής ανύψωσης της ελληνικής κοινωνίας -και δη των γυναικών. «Παρακολουθούσα τας συζητήσεις των δημοσιογράφων και σιγά σιγά εξύπνησε μέσα μου και πάλιν ο πόθος να γράψω, όπως αυτοί, όχι μόνον για τον εαυτόν μου αλλά και για τους άλλους», δήλωσε κάποτε η ίδια.
Αναλαμβάνοντας τον ρόλο της μαχητικής δημοσιογράφου, η Παρρέν «πότισε» την πένα της με τα πάθη των καταπιεσμένων Ελληνίδων, μετατρέποντας τον διεκδικητικό της λόγο σε όπλο του αγώνα της. Η αυτοχειραφέτηση της γυναίκας έξαλλου ήταν βασική και ισχυρή πεποίθηση της Παρρέν, την οποία δεν δίστασε να υπερασπίστεί δημοσίως. «Η Ελληνίς δύναται να αναλάβη τον της αναπτύξεώς της αγώνα μόνη, χωρίς την συνδρομήν του ανδρός. Διότι ούτος αδιαφορεί και εν τω εγωισμώ του εν επιθυμεί και θέλει, την δουλικήν υποταγήν της γυναικός εις τα νεύματά του», είχε γράψει χαρακτηριστικά η ίδια.
Παρακολουθώντας την εξέλιξη του κόσμου και παρακινούμενη από τις γυναικείες διεκδικήσεις σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, η Καλιρρόη Παρρέν αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή της στην ολοκληρωτική απελευθέρωση των Ελληνίδων μέσω μίας σειράς από πρωτοποριακές πρωτοβουλίες, ανιδιοτελείς δράσεις και θαρραλέες διεκδικήσεις
Πολεμώντας με την πένα
Η οξυμένη κοινωνική συνείδηση, η έμφυτη αίσθηση του δικαίου και η ανάγκη για κοινωνική προσφορά αποτέλεσαν κινητήριες δυνάμεις για την Παρρέν από πολύ μικρή ηλικία, διαποτίζοντας τη δράση και το έργο της καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Ήταν μία γυναίκα με μοναδικά διορατική και καινοτόμο σκέψη, ικανή να αφουγκραστεί τις ανάγκες της εποχής της, να οραματιστεί μία νέα κοινωνική πραγματικότητα και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον.
Σε μία στιγμή-ορόσημο για τη φεμινιστική ιστορία της χώρας, η Καλλιρρόη Παρρέν εκδίδει στις 8 Μαρτίου του 1887 την εβδομαδιαία «Εφημερίδα των Κυριών», το πρώτο γυναικείο περιοδικό στην Ελλάδα το οποίο συντασσόταν αποκλειστικά από γυναίκες, για γυναίκες. Με σαφή φεμινιστικό προσανατολισμό, η «Εφημερίς των Κυριών» εξέφραζε ρηξικέλευθες θέσεις και τασσόταν με παρρησία υπέρ των εργασιακών, εκπαιδευτικών και πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών.
Μέχρι και σήμερα, το πρωτοποριακό έντυπο πιστώνεται ως πρόδρομος του ελληνικού φεμινιστικού κινήματος, καθώς έθεσε τα θεμέλια για τη συγκρότηση μίας συλλογικής γυναικείας συνείδησης για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ανοίγοντας τον δρόμο για μελλοντικές φεμινιστικές διεκδικήσεις και επιτυχίες.
Οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας
Σαφώς, ο δρόμος της δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Με κεντρικό σύνθημα «Ψήφος στις Γυναίκες», η «Εφημερίς των Κυριών» θεωρήθηκε προκλητικά ριζοσπαστική και βρήκε την συντηρητική ελληνική κοινωνία απέναντί της -οι συντάκτριες της δεχόντουσαν για χρόνια τον χλευασμό, τις απειλές και τις βίαιες αντιδράσεις των πολέμιων της ισότητας των φύλων. Όπως κάθε αγωνίστρια στην ιστορία που τόλμησε να σπάσει τον κλοιό της γυναικείας καταπίεσης, έτσι και η Καλλιρρόη Παρρέν στιγματίστηκε και διασύρθηκε δημοσίως για τις πολιτικές και κοινωνικές της θέσεις. Ανυποχώρητη και αρνούμενη να αυτολογοκριθεί, το 1918 βρέθηκε εξόριστη στην Ύδρα λόγω των πολιτικών της φρονημάτων.
Με την βοήθεια όμως κάποιων λιγοστών υποστηρικτών της -μεταξύ των οποίων και οι Κωστής Παλαμάς και Γρηγόρης Ξενόπουλος- η Παρρέν κατόρθωσε να συνεχίσει τον αγώνα της για τη διεκδίκηση της ισοπολιτείας και των γυναικείων δικαιωμάτων εν γένει.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας της ζωής της, το έργο και η συνεισφορά της Παρρέν στην ελληνική κοινωνία άρχισε ολοένα και να αναγνωρίζεται. Μεταξύ των διακρίσεων που της απονεμήθηκαν ήταν ο Χρυσούς Σταυρός του Τάγματος του Γεωργίου Β΄, αργυρό μετάλλιο από την Ακαδημία Αθηνών και πλήθος διακρίσεων από άλλους φορείς. Απεβίωσε την 16η Ιανουαρίου 1940. Το 1992, ο Δήμος Αθηναίων τίμησε τη μνήμη της τοποθετώντας το 1992 προτομή της στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Ο ακτιβισμός και το πεζογραφικό της έργο
Κατά τη διάρκεια της μακράς καριέρας της, η Παρρέν έγραψε πληθώρα άρθρων, δοκιμιών, μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων, όλα με τον ίδιο προσανατολισμό και κοινό στόχο -την υπεράσπιση του αγώνα υπέρ του γυναικείου ζητήματος. Ανάμεσα στα πιο γνωστά συγγράμματά της συγκαταλέγεται η τρίτομη «Ιστορία της γυναικός» (1889), «Η Χειραφετημένη» (1900) και το τρίπρακτο δράμα «Η νέα γυναίκα».
Πέραν της δημοσιογραφίας και της πεζογραφίας, η Παρρέν εξυπηρέτησε τον αγώνα υπέρ της γυναικείας χειραφέτησης και μέσα από την ακτιβιστική της δράσης. Κορωνίδα του έργου της Καλλιρρόης Παρρέν θεωρείται η ίδρυση του Λυκείου των Ελληνίδων το 1911, στο πρότυπο των ευρωπαϊκών Λυκείων-Λεσχών (Lyceum Clubs), για το οποίο έθεσε διττό στόχο: την "εξυπηρέτησιν της προόδου του φύλου των [γυναικών]" και την "αναγέννησιν και διατήρησιν των ελληνικών εθίμων και παραδόσεων".
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα, η Παρρέν εκπροσώπησε την Ελλάδα σε διεθνή Συνέδρια Γυναικών στο Παρίσι, το Λονδίνο και το Σικάγο, με σκοπό να ενημερώσει το ευρωπαϊκό κοινό για την εξέλιξη -ή μάλλον την απώλεια αυτής- του γυναικείου ζητήματος στην Ελλάδα.