Γυναικοκτονία: Από το κυνήγι μαγισσών στους σύγχρονους φόνους γυναικών
«Κάθε χωριό μια μάγισσα έχει, και έναν τρελό γύρω να τρέχει». Αυτός ο στίχος από το τραγούδι Midsommervisen (Ωδή στο θέρος) που αποτελεί κομμάτι της δανέζικης παράδοσης και τραγουδιόταν γύρω από τη φωτιά σε γιορτινές περιστάσεις, είναι ένα από τα χιλιάδες παραδείγματα ανάλαφρης εξοικείωσης με την έννοια και την εικόνα της μάγισσας στην λαϊκή παράδοση των χωρών.
Οι αποκριάτικες στολές και οι αναπαραστάσεις της μάγισσας στη σύγχρονη ποπ κουλτούρα έχουν, στην πραγματικότητα μηδαμινή σχέση με το κυνήγι μαγισσών στην Ευρώπη και την Αμερική που έλαβε χώρα από τον 15ο ως τον 19ο αιώνα και οδήγησε στον θάνατο χιλιάδες γυναίκες. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι ακόμη και σήμερα, στην εποχή της εύκολης πληροφορίας, γνωρίζουμε ελάχιστα για τα πραγματικά γεγονότα της θανάτωσης χιλιάδων γυναικών αφού αφενός, τα περιστατικά απουσιάζουν από πολλές επίσημες ιστορικές καταγραφές και αφετέρου στις περισσότερες περιπτώσεις γίνονταν με τον σύμφωνο ρόλο του κράτους και της νομοθεσίας.
Η σπουδαία φεμινίστρια και ακαδημαϊκός Silvia Federici έχει μιλήσει εκτενώς για τις δίκες των μαγισσών στις μελέτες της Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα (2014) και Το κυνήγι των μαγισσών χθες και σήμερα (2018), αναδεικνύοντας την πολιτικο-οικονομική πτυχή των διώξεων και συνδέοντας το μένος κατά των γυναικών με την ανάδυση του καπιταλισμού και το πατριαρχικό μοντέλο κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης της κοινωνίας.
Όπως επισημαίνει, ενώ ο όρος «μαγεία» εντάχθηκε στις νομοθεσίες πολλών ευρωπαϊκών χωρών δικαιολογώντας έτσι τη μαζική σφαγή όσων γυναικών θεωρήθηκαν μάγισσες, «σήμερα, στις χώρες όπου οι γυναίκες δέχονται επιθέσεις και δολοφονούνται, οι περισσότερες κυβερνήσεις δεν αναγνωρίζουν τα εγκλήματα». Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι σύγχρονες ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν αναγνωρίσει τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν σε βάρος των γυναικών για τρεις ολόκληρους αιώνες. «Δεν υπάρχει καμία μέρα μνήμης των μαγισσών στα ευρωπαϊκά ημερολόγια που να θυμίζει τις σφαγές -απεναντίας μάλιστα, σε ορισμένες χώρες το κάψιμο της μάγισσας στην πυρά έχει ενταχθεί στη δημοφιλή κουλτούρα, όπως μαρτυρά και το δανέζικο παραδοσιακό τραγούδι», γράφει η Federici.
Η διαπίστωση είναι απλή -μιλάμε για ένα ολόκληρο, υπαρκτό και αιματοβαμμένο κομμάτι της ευρωπαϊκής (και όχι μόνο) ιστορίας, το οποίο αποσιωπείται συστηματικά μέχρι σήμερα. Χιλιάδες γυναίκες κάηκαν στην πυρά, σε δημόσια θέα και τα εγκλήματα αυτά έμειναν ατιμώρητα σε δύο επίπεδα -με την απουσία κυρώσεων για τους θύτες (αφού δρούσαν νόμιμα) και αφετέρου με την απουσία τους από την ιστορική μνήμη και τον δημόσιο λόγο.
Τι σχέση έχουν, ωστόσο, οι «μάγισσες» με τις γυναίκες που δολοφονούνται σήμερα, καθημερινά ανά τον κόσμο; Τι κοινό έχει η φτωχή αγρότισσα του 16ου αιώνα που κατηγορήθηκε για μαγεία, με την Ελένη Τοπαλούδη ή τη γυναίκα που δολοφόνησε εν ψυχρώ μπροστά στην κόρη τους ο σύζυγός της, στη Μάνη; Και γιατί είναι τώρα πιο σημαντικό από ποτέ να ασχοληθούμε και να κατανοήσουμε τον όρο «γυναικοκτονία» που προωθούν επίμονα τα φεμινιστικά κινήματα εδώ και περίπου 40 χρόνια;
«Η συζήτηση σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών και την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας αναμφισβήτητα επηρεάστηκε και από την πανδημία του κορωνοϊού. Η γυναικοκτονία, ως μια πράξη που συνήθως σχετίζεται με κλιμάκωσης της ενδοοικογενειακής βίας σε μία περίοδο αναγκαστικού εγκλεισμού και διαπιστωμένης αύξησης των κρουσμάτων έμφυλης βίας, είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Παρότι δεν έχουμε συγκεκριμένα στατιστικά στοιχεία στη χώρα μας, έχουμε διαπιστώσει μια αύξηση στις ειδήσεις που αφορούν σε δολοφονίες γυναικών από πρώην ή νυν συντρόφους ή συζύγους», εξηγεί η Χαρά Χιόνη-Χότουμαν, δικηγόρος στο Κέντρο Γυναικείων Ερευνών και Μελετών Διοτίμα.
Μερικά στατιστικά: Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, 137 γυναίκες δολοφονούνται κάθε μέρα παγκοσμίως από τον σύντροφό τους ή από κάποιον συγγενή τους. Σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις που αφορούν τα τελευταία χρόνια, κάθε τρεις μέρες δολοφονείται μία γυναίκα στη Γαλλία, κυρίως ως αντίδραση σε μία απόφαση χωρισμού. Στην Ελλάδα, από το 2011 μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί ανεπίσημα 64 γυναικοκτονίες. Οι δολοφονίες γυναικών δεν έχουν σταματήσει ή μειωθεί, ενώ όπως σημειώνει η Federici ακόμη και τη δεκαετία του '90 αλλά και πιο πρόσφατα σημειώνονται στην Αφρική διώξεις γυναικών με την κατηγορία μαγείας (!).
Ο όρος «γυναικοκτονία»
Εκτός από πρότερες σποραδικές αναφορές του, ο όρος γυναικοκτονία εισάγεται και ορίζεται επίσημα το 1976 από την εγκληματολόγο Νταϊάνα Ράσελ, ως «η δολοφονία γυναικών, από πρόθεση, επειδή είναι γυναίκες» και υιοθετήθηκε από την εγκληματολογία, μετά το 1992, χάρη στο βιβλίο «Femicide: the politics of woman killing» που επιμελήθηκε η ίδια και η ακαδημαϊκός Τζιλ Ράντφορντ.
Ο όρος βαθαίνει πέραν του αρχικού ορισμού -δεν είναι μόνο το αποκορύφωμα μιας σειράς πρακτικών και περιστατικών έμφυλης βίας αλλά αντανακλά και παγιωμένες, στερεοτυπικές αντιλήψεις σχετικά με το ρόλο των δύο φύλων. Με απλά λόγια, η γυναίκα δολοφονείται επειδή δεν συμμορφώθηκε με ένα αναμενόμενο από αυτήν μοντέλο συμπεριφοράς -υποταγή στην ανδρική βούληση και διάθεση του σώματός της σε αυτήν.
Η συζήτηση για τη γυναικοκτονία έχει προ πολλού ανοίξει στην Λατινική Αμερική, οι χώρες της οποίας εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά δολοφονιών και κακοποίησης γυναικών -σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, μία γυναίκα δολοφονείται κάθε δύο ώρες. Μάλιστα, μετά από μάχες των δυναμικών φεμινιστικών κινημάτων εκεί, οι περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής έχουν πλέον εντάξει τη γυναικοκτονία ως έγκλημα ποινικό τους δίκαιο, με επί μέρους διαφοροποιήσεις.
Είναι, λοιπόν, διπλή η αξίωση σχετικά με τον όρο «γυναικοκτονία» -να προωθηθεί στον δημόσιο λόγο ώστε να γίνει κομμάτι του λεξιλογίου μας αλλά και να αναγνωριστεί νομικά, εξασφαλίζοντας ένα ασφαλέστερο πλαίσιο διαβίωσης για τις γυναίκες και τις θηλυκότητες.
Το γιατί είναι σημαντικό να διακρίνουμε την γυναικοκτονία από την ανθρωποκτονία είναι αρκετά εύκολο να κατανοηθεί από την διπλή υφή της γυναικοκτονίας -η αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής είναι το ένα σκέλος, και ο έμφυλος χρωματισμός αυτής το άλλο. Χρειάζεται, δηλαδή, να μετατοπιστεί η δολοφονία μιας γυναίκας από το «τμήμα» των ανθρωποκτονιών στο τμήμα των πρακτικών έμφυλης βίας όπως ο βιασμός, η ενδοοικογενειακή βία, και η σεξουαλική παρενόχληση. Έτσι, ερμηνεύουμε πλέον τη δολοφονία μιας γυναίκας ως αποκορύφωμα αυτών των συμπεριφορών και όχι ως «τυχαίο περιστατικό» ή «κακιά στιγμή».
Εγκλήματα «πάθους» και «τιμής» και ο ρόλος των ΜΜΕ
Στις περισσότερες συζητήσεις για το θέμα της γυναικοκτονίας τονίζεται ο ρόλος των μέσων και το πώς παρουσιάζονταν διαχρονικά οι δολοφονίες των γυναικών.
Αρκεί να σκεφτούμε πόσες φορές ο φόνος μιας γυναίκας παρουσιάζεται ως «έγκλημα πάθους», στο οποίο ο σύντροφος ή σύζυγος της γυναίκας δεν κατάφερε να ελέγξει τη ζήλεια του ή να διαχειριστεί την απόφαση ενός χωρισμού. Σε περιπτώσεις όπου ο δολοφόνος είναι κάποιο άτομο του συγγενικού περιβάλλοντος, όπως ο πατέρας ή ο γιος, ο φόνος περιγράφεται συχνά ως «έγκλημα τιμής», φτάνοντας στο σημείο να δώσει έμμεσα ελαφρυντικά στον δράστη, αφού προσπάθησε να προστατέψει κάτι ιερό (την τιμή της οικογένειας).
Στις ακόμη χειρότερες, και δυστυχώς διόλου σπάνιες περιπτώσεις, σχόλια για την κοινωνική και ερωτική ζωή του θύματος, την εμφάνιση, τα «σέξι ρούχα» και την προκλητική συμπεριφορά μοιάζουν να «δικάζουν» εκ νέου την δολοφονημένη γυναίκα, ακόμη και μετά θάνατον, δημιουργώντας μία λογική «τα ΄θελε και τα ‘παθε».
«Η γυναικοκτονία, όμως, δεν είναι ένα νέο φαινόμενο ούτε συνιστά ένα «νέο» αδίκημα. Πρόκειται για όλα αυτά τα «εγκλήματα πάθους» ή τα «εγκλήματα τιμής» τα οποία όλοι γνωρίζουμε», σημειώνει η Χαρά Χιόνη-Χότουμαν. Επομένως, πρόκειται για τα ίδια εγκλήματα που έρχονται στη δημοσιότητα όλα αυτά τα χρόνια. Απλώς ερμηνεύονταν τελείως διαφορετικά.
Προς μία νομική αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία»
Μερικές γρήγορες ερωτήσεις στην δικηγόρο του κέντρου Διοτίμα.
Ποιο είναι το νομικό πλαίσιο της γυναικοκτονίας αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη και στην Ελλάδα;
Στην Ελλάδα η ανθρωποκτονία από πρόθεση τιμωρείται βάσει του άρθρου 299 ΠΚ. Η γυναικοκτονία, η εκ δόλου, δηλαδή, αφαίρεσης της ζωής γυναικών επειδή είναι γυναίκες δεν αναγνωρίζεται από τον νομοθέτη και δεν τιμωρείται βαρύτερα. Στην Ευρώπη, ακόμα και σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία που επιδεικνύουν μεγαλύτερη ευαισθησία στην αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, τα αδικήματα αντιμετωπίζονται ως «gender “neutral”» (δεν λαμβάνεται υπόψη το φύλο του θύματος). Ωστόσο, χώρες όπως το Βέλγιο και η Γαλλία έχουν θεσπίσει επιβαρυντική περίπτωση τιμωρώντας αυστηρότερα περιπτώσεις γυναικοκτονιών.
Τι θα σήμαινε μια νομική αναγνώριση του όρου; Θα μπορούσαν να επιτευχθούν μεγαλύτερες ποινές χάρη σε αυτήν;
Η αναγνώριση του όρου γυναικοκτονία μπορεί να οδηγήσει σε πραγματική αλλαγή νοοτροπίας της κοινωνίας. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι με αυτόν τον όρο δεν επιχειρείται μια αντίστιξη ανάμεσα στις γυναίκες και στους άνδρες θύματα. Όταν το θύμα μιας ανθρωποκτονίας έχει υποστεί χρόνια κακοποίηση από τον δράστη, όταν χάνει τη ζωή του επειδή είναι γυναίκα, επειδή ο δράστης την αντιμετώπισε ως αδύναμη, ως κατώτερη, η πράξη αυτή θα πρέπει να τιμωρείται βαρύτερα.
Πόσο δύσκολο ή εύκολο εκτιμάτε ότι θα είναι το να αναδεικνύεται κάθε φορά το στοιχείο του φύλου στα κίνητρα ενός φόνου; Δεν υπάρχει κίνδυνος να συσκοτίζεται/αποπροσανατολίζεται με αναφορές στο ζήτημα της ψυχικής υγείας;
Το εάν μια δολοφονία ενός κοριτσιού ή μιας γυναίκας ήταν γυναικοκτονία θα το αντιληφθούμε από διαφόρους ενδείκτες. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι η σχέση δράστη-θύματος και οι περιστάσεις τέλεσης του εγκλήματος. Πολλοί χαρακτηρίζουν περιπτώσεις γυναικοκτονιών ως «εγκλήματα πάθους». Ωστόσο ο όρος αυτός είναι λάθος καθώς είναι σαν να πρόκειται για ένα ελαφρυντικό, σαν να δικαιολογείται ο δράστης.
Τι ρόλο παίζει η ποσοτική καταγραφή των περιστατικών; Υπάρχει στην Ευρώπη κάποιο “ενεργό” παρατηρητήριο;
Η καταγραφή και στατιστική αποτύπωση του φαινομένου είναι απαραίτητη για τη συνειδητοποίηση της έκτασής του και την ανάληψη πρωτοβουλιών για την αντιμετώπισή του. Σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο δημοσιοποιούνται στατιστικά στοιχεία, ωστόσο, όπως καταλαβαίνουμε υπάρχει μεγάλη ανομοιογένεια στην τήρησή τους από τα κράτη. Στην Ελλάδα, μόνο ατύπως μπορούν να υπάρξουν κάποια στοιχεία από παρακολούθηση της ειδησεογραφίας.
Ποιο είναι το έργο της Διοτίμας σε σχέση με την καταγραφή αλλά και την νομική αναγνώριση της γυναικοκτονίας;
Στη “Διοτίμα” αναδεικνύουμε όσο μπορούμε το θέμα αυτό και στο επίπεδο του δικαιικού μας συστήματος. Στόχος μας είναι να καταγράφονται επισήμως τέτοια περιστατικά ως γυναικοκτονίες, αλλά και να υπάρξει νομοθετική πρωτοβουλία ώστε να αντιμετωπίζονται αναλόγως από τις δικαστικές Αρχές.
Η σημασία μιας γενικότερης κινητοποίησης
Τα φεμινιστικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής «δείχνουν το δρόμο» τα τελευταία χρόνια, επηρεάζοντας σημαντικά τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές ομάδες οι οποίες εμπνέονται από τις πρακτικές τους.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν το σύνθημα «Ni una menos» (που μεταφράστηκε στα ελληνικά ως «Καμία λιγότερη») που ξεκίνησε από τις μαζικές διαδηλώσεις στην Αργεντινή το 2015 και πέτυχε να ακουστεί και να αποκτήσει παγκόσμιο χαρακτήρα, ρίχνοντας φως στο ζήτημα της γυναικοκτονίας.
Ωστόσο, αυτό που γίνεται κατανοητό είναι ότι καμία νομική κατοχύρωση δεν θα σταματήσει το φαινόμενο μεμονωμένα. Αυτό που είναι ανάγκη να γίνει είναι να αντιμετωπίζονται τα περιστατικά έμφυλης βίας από την πολιτεία, πιο συνολικά και πιο αποτελεσματικά, αφού τελικά η γυναικοκτονία προκύπτει μέσα από αυτά και βάσει αυτών.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές γυναίκες διστάζουν ακόμη να καταγγείλουν τον βιασμό ή την συστηματική ενδοοικογενειακή βία από τον σύντροφό τους φοβούμενες μια γραφειοκρατική διαδικασία -βουνό, από την οποία δεν έχουν καν τη σιγουριά ότι θα βγουν δικαιωμένες. Έτσι, επιστρέφουν στο σπίτι ή τη σχέση τους, με καταστροφικά αποτελέσματα.
Από τις δίκες και τις εκτελέσεις των μαγισσών ως τις γυναίκες που χάνουν σήμερα τη ζωή τους από τους άνδρες -φορείς μιας καταστροφικής πατριαρχικής αντίληψης και διάρθρωσης της κοινωνίας, το να εντάξουμε την γυναικοκτονία στον δημόσιο λόγο (και στο σύστημα δικαίου) είναι κάτι πολύ περισσότερο από αναγκαίο -είναι το ελάχιστο.