Φρίντα Κάλο-Ντιέγκο Ριβέρα: Ο γάμος «ενός ελέφαντα με μία περιστέρα»
Ο γάμος «ενός ελέφαντα με μία περιστέρα», έτσι είχε πει η μητέρα της Φρίντα Κάλο, της διάσημης Μεξικανής ζωγράφου όταν της ανακοίνωσε πως θα παντρευτεί τον ομότεχνό της Ντιέγκο Ριβέρα.
Το καυστικό αυτό σχόλιο αναφερόταν φυσικά στην εξωτερική εμφάνιση του γαμπρού της, που ήταν άσχημος και αρκετά παχύς, πλην όμως γοητευτικός και με άπειρες κατακτήσεις στον γυναικείο πληθυσμό. Γνωστές καλλονές της εποχής σέρνονταν στα πόδια του και έπεφταν ερωτευμένες στην αγκαλιά του, κι εκείνος ως γνήσιος Δον Ζουάν ανταποκρινόταν, έστω και λίγο, σε αυτές τις εκδηλώσεις λατρείας.
Ο Ντιέγκο είχε παντρευτεί ήδη δύο φορές -μάλιστα δεν είχε χωρίσει με τη δεύτερη γυναίκα του, την πανέμορφη Γουαδελούπε Μαρίν, η οποία είχε υπάρξει μοντέλο για πολλά έργα του. όταν γνώρισε το 1928 την Φρίντα Κάλο. Εκείνος ήταν ήδη διάσημος ζωγράφος τοιχογραφιών κι εκείνη τον προσέγγισε για να του δείξει τα έργα της και να τον ρωτήσει αν έχει ταλέντο. Εκείνος της απάντησε θετικά, και έτσι γεννήθηκε ένας μεγάλος έρωτας που όπως ο Ριβέρα είχε πει θα ήταν η δεύτερη καταστροφή της Φρίντα μετά από το τραγικό ατύχημα, που είχε σε μικρή ηλικία.
Παθιασμένοι και οι δύο με την τέχνη τους και έχοντας αυτό το ιδιαίτερο χάρισμα των μεγάλων καλλιτεχνών να βλέπουν την ζωή πέρα από τις συμβάσεις, η Φρίντα και ο Ντιέγκο είναι ο ορισμός του απόλυτου έρωτα, παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας τους -εκείνος όταν πρωτοσυναντήθηκαν ήταν σαράντα τριών χρόνων και η Φρίντα μόνο είκοσι δύο.
Γι’ αυτό άλλωστε και η οικογένειά της αντέδρασε στην αρχή σε αυτό τον αταίριαστο γάμο. Όμως το γεγονός ότι ο Ριβέρα μπορούσε να εξασφαλίσει οικονομικά την Φρίντα αλλά και να της προσφέρει τη δυνατότητα να εκθέσει τα έργα της εκτός χώρας, συν το ότι δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται καθόλου για την κακή της υγεία, τους ανάγκασαν να πουν τελικά το «ναι» -όχι βέβαια ότι αυτοί οι υπέροχοι τρελοί χρειάζονταν τη συγκατάθεσή τους.
Μέσα από την σχέση της με τον Ριβέρα, η Φρίντα έρχεται σε επαφή με τον μεξικάνικο πολιτισμό, που επηρεάζει το έργο της, αλλά και την ίδια. Αρχίζει να ντύνεται με έθνικ φορεσιές και καθιερώνει το ενδυματολογικό στυλ που την έκανε διάσημη.
Όταν έμεινε έγκυος, οι γιατροί, λόγω της σπασμένης λεκάνης της, ήξεραν ότι δεν θα έχει φυσιολογικό τοκετό, γι ’αυτό και της προτείνουν να κάνει άμβλωση. Τέσσερις φορές προσπάθησε να κάνει παιδί, αλλά πάντα απέβαλε ή αναγκαζόταν να διακόψει την κύηση. Από τότε άρχισε να γεμίζει τον χώρο της με κούκλες…
Ταυτόχρονα ο Ντιέγκο που ποτέ δεν είχε εγκαταλείψει τις κατακτήσεις του, πράγμα που εκείνη γνώριζε καλά, άρχισε να απομακρύνεται. Και η Φρίντα όμως είχε τις δικές της περιπέτειες, με άνδρες και γυναίκες, είτε ως αντίδραση στις απιστίες του, είτε επειδή κι εκείνη είχε μέσα της την ίδια φωτιά που έκαιγε τον αγαπημένο της.
Εκείνος πάλι αντιμετώπιζε σχεδόν με χαρά τις επαφές με όμορφες κυρίες, όπως η χορεύτρια Τζοσεφίν Μπέικερ, ενώ με τους άντρες αντεραστές του γινόταν τρελός από τη ζήλια.
Φαίνεται όμως πως το παράξενο για όλους ζευγάρι είχε βρει τον δικό του τρόπο να επικοινωνεί και να αναζωπυρώσει το πάθος του. Όταν όμως το 1934 ο Ντιέγκο έριξε στο κρεβάτι την αδερφή της Φρίντα την Κριστίνα, την οποία χρησιμοποιούσε ως μοντέλο, εκείνη πλέον δεν άντεξε και κατέρρευσε.
«Είμαι σε τέτοια κατάσταση θλίψης, που δεν μπορώ να ζωγραφίσω. Η κατάσταση με τον Ντιέγκο χειροτερεύει κάθε μέρα», είχε γράψει στο ημερολόγιό της. Και πράγματι η Φρίντα που πάντα αποτύπωνε τον πόνο της μέσα από τους πίνακές της εκείνη την περίοδο κατάφερε να ολοκληρώσει μόνο έναν, το «Μερικές Μικρές Μαχαιριές». Το έργο αυτό απεικονίζει ένα στυγερό έγκλημα που είχε συνταράξει τη μεξικάνικη κοινωνία: ένας άντρας μαχαίρωσε τη γυναίκα του δεκαέξι φορές και σχολίασε αργότερα ότι δεν την είχε πειράξει, εκτός από «μερικές μικρές μαχαιριές»… Η προδοσία του Ριβέρα φαίνεται πως είχε αφήσει τις δικές μικρές μαχαιριές στην καρδιά της…
Το 1937 όμως πήρε το αίμα της πίσω, όταν έκανε έναν σύντομο δεσμό με τον Τρότσκι τον οποίο φιλοξένησαν στο σπίτι τους. Αυτό πρέπει να πόνεσε τον Ντιέγκο πάρα πολύ, γιατί ο Τρότσκι ήταν γι' αυτόν ένας «ήρωας». Η σχέση τους όμως δεν κράτησε πάρα πολύ, γιατί η Φρίντα γρήγορα βαρέθηκε τον σχολαστικό του χαρακτήρα κι επέστρεψε στον Ντιέγκο που ήξερε να ρουφάει τη ζωή ως το μεδούλι.
Δύο χρόνια αργότερα πήραν διαζύγιο για να ξαναπαντρευτούν τον επόμενο χρόνο. Πλέον όμως είχαν αποφασίσει να μένουν σε διαφορετικά σπίτια, τα οποία συνδέονταν με ένα διάδρομο -κάτι σαν γέφυρα. Ίσως αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να συνυπάρξουν.
Εξαιτίας της εύθραυστης υγείας της, η Φρίντα άρχισε να χειροτερεύει. Φρικτοί πόνοι τη βασάνιζαν και την καθήλωνα στο κρεβάτι, όμως εκείνη, παρόλο που συχνά σκεφτόταν την αυτοκτονία, έγραφε στο ημερολόγιό της πως ο μόνος λόγος που έμενε ζωντανή ήταν ο Ντιέγκο και «η ματαιοδοξία μου, που με κάνει να νομίζω ότι μπορεί να του λείψω».
Στις 2 Ιουλίου 1954 μαζί -ο Ντιέγκο έσπρωχνε το καρότσι της- συμμετέχουν σε μια κομμουνιστική διαδήλωση κατά των παρεμβάσεων μυστικών ομάδων στην Λατινική Αμερική. Η Φρίντα όμως ήξερε ότι δεν θα ζούσε για πολύ. Τελικά πέθανε στις 13 Ιουλίου του 1954. Μόλις μια βδομάδα πριν, στις 7 Ιουλίου, είχε γιορτάσει τα 47α γενέθλιά της….
Ο Ντιέγκο, συντετριμμένος από τον θάνατό της, την ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα, αφού πρώτα φιλοτέχνησε το τελευταίο της πορτρέτο, βασισμένος σε μια φωτογραφία ενός πρώην εραστή της. Έχει δηλώσει στη αυτοβιογραφία του: «Η ημέρα που πέθανε η Φρίντα, ήταν η πιο τραγική της ζωής μου. Δυστυχώς, κατάλαβα πολύ αργά, ότι το καλύτερο κομμάτι της ζωής μου, ήταν η αγάπη μου για εκείνη»….