Όταν η Εύα Νάθενα ανέβηκε ένα βουνό για να κάνει τα παιδιά της
Γεννημένη στην Κρήτη, η Εύα Νάθενα, ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει αυτό που αγαπούσε, ζωγραφική. Απόφοιτος της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, βρήκε, στην συνέχεια, τον δρόμο της στο θέατρο: Σκηνογράφος και ενδυματολόγος, δημιουργική, ευφάνταστη, αφιερωμένη στην δουλειά της, διαθέτει μια υψηλή αισθητική που την κάνει να ξεχωρίζει -στην τέχνη και στην ζωή. Πρόσφατα έβαλε την υπογραφή της στον «Μάκβεθ» του Εθνικού και τώρα ετοιμάζεται για τους «Πέρσες», τον Ιούλιο, στην Επίδαυρο. Αεικίνητη, τελειομανής, οργανωτική, πιστή στους φίλους της και σε ό,τι αγαπάει, ανήκει στους ανθρώπους εκείνους που αφήνουν έντονο το αποτύπωμά τους. Τα τελευταία τρία χρόνια, η ζωή της άλλαξε –άλλαξε για πάντα. Οχι, δεν της χτύπησε η μητρότητα την πόρτα, εκείνη πήγε να την συναντήσει, έχοντας στο πλάι της τον σύντροφο της και μέσα της την βαθιά επιθυμία να γίνει μάνα. Σήμερα κρατώντας από το χέρι τα δίδυμα παιδιά της, βλέπει την ζωή από εκεί που την είχε ονειρευτεί. Και διηγείται την εμπειρία της μητρότητας.
«Η επιθυμία μητρότητας υπήρχε μέσα μου, σαν αόριστη σκέψη, αλλά πάντα την συνέδεα με έναν σύντροφο. Θαύμαζα τις γυναίκες που το τολμούσαν μόνες τους. Για μένα ήταν προϋπόθεση ένας σύντροφος. Και η ζωή δεν με πήγαινε προς τα εκεί. Με το μότο “να μην βιάζουμε τα πράγματα”, το άφηνα. Σαν να είχα πάρει μέσα μου, σιωπηλά, μιαν απόφαση. Ελεγα ότι έχω την δουλειά μου, τους φίλους μου –άνθιζα μέσα από τις φιλικές μου σχέσεις, οπότε ας αφοσιωθώ σε αυτά.
Κι επειδή είχα δεχτεί αυτό που μου έλεγαν από μικρή, ότι έχω ταλέντο στην δουλειά μου, φοβόμουν πολύ μήπως δεν έχω ταλέντο στην ζωή. Για χρόνια πίστευα ότι ήμουν ανεπαρκής ταλέντου στην ζωή, στην προσωπική ζωή. Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι τα πιο σοβαρά πράγματα δεν τα ανακοινώνουμε, αλλά τα έχουμε αποφασίσει μέσα μας. Ετσι κι εγώ αποφάσισα να μην συνεχίσω την προσπάθεια να συντροφεύσω με έναν άνθρωπο. Είχα κάνει ειρήνη με αυτό».
«Και τότε ήρθε ο σύντροφος, ο Κώστας και μαζί μια συγκυρία που αναποδογύρισε την ζωή μου. Ένιωσα ασφάλεια. Επειδή στην ζωή μου ευτύχησα να κάνω ό,τι ονειρεύτηκα κι ήμουν πολύ πλήρης ως τότε με όλα τα άλλα, έκανα μια παύση από την δουλειά μου όταν τον γνώρισα και αποφάσισα να είμαι μόνο σύντροφος. Τον πρώτο χρόνο που ήμασταν μαζί εγώ δεν δούλεψα. Παραιτήθηκα από τις δουλειές μου. Ηθελα να διανύσω αυτό το διάστημα μόνο ως σύντροφος. Ηταν ένας έρωτας που ήρθε σε μια στιγμή που ήθελα να την ζήσω. Μια περίοδος που έκανα και μια γλυκιά αυτοκριτική. Ενιωθα πλήρης με την δουλειά και τους φίλους μου, σαν να είμαι σε ένα τοπίο ευφορίας με την τέχνη που αγαπώ.
Και ξαφνικά με τον Κώστα ήταν σαν να κρατιόμαστε χέρι-χέρι και μπροστά μας να ήταν ένα βουνό, που λεγόταν παιδιά, οικογένεια. Πήρα την απόφαση να το ανέβω –και αποδείχτηκε πραγματικά βουνό. Αλλά το ανέβηκα. Στην αρχή ο Κώστας είχε κρατήματα, αναστολές, έχοντας ζήσει ως αμετανόητος εργένης. Μου πήρε καιρό να τον παρασύρω αλλά όταν αρχίσαμε να ανεβαίνουμε μαζί αυτό το βουνό, έχω να πω ότι μόνον από εκεί πάνω θέλω πια να βλέπω τον κόσμο. Ολα είναι πιο όμορφα από εκεί πάνω. Το να κάνεις παιδί είναι η απόλυτη κορυφή. Δεν πάει πιο πάνω. Πιο πάνω είναι ο Θεός».
Η πρώτη μου προσπάθεια να κάνω παιδί, ήταν ατυχής και φυσικά επηρέασε όλα όσα επακολούθησαν
«Τον πρώτο καιρό της γνωριμίας μας, με την φόρα που είχα, του ομολόγησα, με τρόπο χειμαρρώδη, ότι ήθελα να κάνουμε παιδί. Και πάλι όμως το αίσθημα αυτοσυγκράτησης με οδήγησε στο να πω, “ας μην βιάζουμε τα πράγματα”. Κι όταν το ξέχασα τελείως, μετά από χρόνια, ήρθε μια στιγμή σαν επιθυμία του Κώστα, ενώ εγώ είχα πια αποδεχτεί ότι δεν θα συμβεί. Θυμάμαι, βλέποντας την εικόνα ενός παιδιού, του είχα πει ότι εμείς δεν θα την ζήσουμε ποτέ αυτή την χαρά. Κι εκείνος τότε μου είπε, γιατί, ας κάνουμε ένα παιδί… Σαν να μην είχαν μεσολαβήσει τόσα χρόνια. Στην αρχή νόμιζα ότι αστειεύεται. Οχι, το εννοούσε. Σκέφτηκα ότι έχω μεγαλώσει. “Αν εσύ θες, όλα τα μπορείς”, μου είπε».
«Δεν με απασχολούσε τόσο πολύ η ηλικία μου, ίσως γιατί είχα κάνει εγκαίρως εξετάσεις και δεν είχα λόγους να ανησυχώ. Αλλά τελικά το να μείνεις έγκυος άλλοτε είναι ένας εύκολος δρόμος κι άλλοτε όχι. Σήμερα πιστεύω ότι πιο ελεύθερος είναι αυτός που κάνει νέος παιδιά, που δεν το σκέφτεται. Το θάρρος και το θράσος της άγνοιας μας κάνει πιο πρωτόγονους και γι΄αυτό πιο ευτυχείς –κάπως έτσι νοιώθω σήμερα για τις πρώτες μου δουλειές. Ετσι κι αλλιώς στο θέατρο η αβεβαιότητα είναι ο κανόνας. Ξέρεις στον χώρο μας στην ερώτηση “τι κάνεις” απαντάς με παραστάσεις, “κάνω Μάκβεθ”. Εμένα μου πήρε πολλά χρόνια να πω “κάνω ένα παιδί”, “κάνω έναν άνθρωπο”».
«Στην προσπάθειά μου να κάνω παιδί άλλαξα γιατρούς μέχρι να καταλήξω στον δικό μου, τον Κώστα Σφακιανούδη. Συνειδητοποίησα ότι το συνδυαστικό μυαλό του γιατρού καθόρισε και την επιλογή μου. Με αντιμετώπισε ως μοναδικότητα –του έχω τεράστια ευγνωμοσύνη, όπως και στην μαία μου, την Διονυσία Μπίκου.
Η πρώτη μου προσπάθεια να κάνω παιδί, ήταν ατυχής και φυσικά επηρέασε όλα όσα επακολούθησαν. Συγχρόνως έγινε ο μοχλός να θελήσω ξανά, αμέσως μετά. Κι αν την πρώτη φορά είχα φόβους, μια διαρκή αμφιβολία, την δεύτερη, που είχα πιστέψει ότι θα είναι “ή τώρα ή ποτέ”, δεν άφησα κανέναν σπόρο φόβου να μπει μέσα μου. Είχα αποφασίσει ότι όλα θα πάνε καλά. Κι έτσι λειτούργησα σε όλη την εγκυμοσύνη μου, που ήταν ίσως μια από τις πιο ευτυχισμένες περιόδους της ζωής μου.
Προσευχήθηκα πολύ για να κάνω παιδί, όπως και ευχήθηκα να είναι δίδυμα, για να είμαι η τρίτη στην σειρά, μετά την γιαγιά μου και την μητέρα μου. Μεγάλωσα με δίδυμα αδέλφια κι έχω δει την χαρά και την ευτυχία που μοιράζονται μεταξύ τους. Το ευχήθηκα με την ψυχή μου. Ηταν σαν να το καλούσα μέσα μου. Οταν λοιπόν στον πρώτο υπέρηχο μου το είπε ο γιατρός, αισθάνθηκα ότι Κάποιος με άκουσε».
«Οχι, η σχέση μου με την πίστη δεν ήταν ιδιαίτερη. Είχα όμως μια μητέρα, έναν πολύ πνευματικό άνθρωπο, που το έκανε με έναν δικό της τρόπο, τόσο συνειδητά, που κανείς δεν τολμούσε να συγκριθεί μαζί της. Οταν εκείνη έφυγε από την ζωή, επειδή την θαύμαζα, ένιωσα σαν να πήρα μια σκυτάλη μέσα μου. Πήρα τόσα πολλά μαθήματα από εκείνη, ήταν τόσο δοτική. Σαν να μου άφησε κληρονομιά την καλοσύνη, να την επιλέξω για να συνεχίσω την ζωή μου –όσο μπορώ βέβαια…»
Αν από την μία είχα όλα τα βραβεία και από την άλλη γάλα για να θηλάζω, θα επέλεγα το δεύτερο
«Δεν διστάζω να πω ότι όταν γέννησα τα παιδιά μου, εκείνο το βράδυ στο μαιευτήριο, που κοιμήθηκαν όλοι, εγώ ήμουν ξύπνια, με τα μάτια ανοιχτά, έκθαμβη με το θαύμα που βίωνα. Ενοιωθα ότι είχαν έρθει δύο άγγελοι στο δωμάτιο, ότι εδώ μέσα κρύβεται όλη η ευτυχία.
Η περίοδος της εγκυμοσύνης μου, μου φαινόταν σαν ένας περίπατος. Αφού έμαθα για την διπλή κύηση, έσπαγα τους κανόνες που είχα τηρήσει στην προηγούμενη ατυχή εγκυμοσύνη μου. Λειτουργούσε και πάλι μέσα μου το θάρρος και το θράσος της νιότης. Αισθανόμουν σαν μικρό παιδί που πάει σε απάτητα νερά. Μόνον χαιρόμουν. Ηθελα να τα φέρω στον κόσμο με υγεία και ομορφιά. Το΄φερε όμως η τύχη και, δέκα μέρες αφού γέννησα, αρρώστησα σοβαρά, με την πιθανότητα εκλαμψίας μετά τον τοκετό. Το αγοράκι μου είχε γεννηθεί με φυσιολογικό βάρος ενώ το κοριτσάκι μου στο όριο, οπότε για δέκα μέρες έμεινε στην θερμοκοιτίδα. Γυρίζοντας στο σπίτι με το ένα παιδί είχε σπάσει η καρδιά μου στα δύο. Ισως και γι΄αυτό να αρρώστησα, δεν ξέρω. Είχα πάθει μια οιδηματική δηλητηρίαση υγρών, όπως μου είπαν».
«Ξεκίνησα τον θηλασμό χωρίς να έχω δείγματα ότι θα είναι πλήρους διάρκειας. Το προσπάθησα πολύ. Δημιούργησα την μέθοδο του εαυτού μου. Σκέφτηκα ότι όσο θηλάζω θα έχω γάλα, όμως δεν μπορούσα να επιλέξω ποιο από τα δίδυμα θα ταΐζω πρώτο. Ετσι αποφάσισα αντί να θηλάζω ανά τέσσερις ώρες να θηλάζω ανά δύο, μιά το ένα μιά το άλλο. Ο προσωπικός μου χρόνος μηδενίστηκε αλλά δεν είχε καμία σημασία. Αυτό ήταν όλος ο κόσμος. Αν από την μία είχα όλα τα βραβεία και από την άλλη γάλα για να θηλάζω, θα επέλεγα το δεύτερο, σίγουρα.
Πώς να το περιγράψω όλο αυτό; Την στιγμή που έχεις ένα παιδί το οποίο τρέφεται από σένα, δεν υπάρχει μεγαλύτερο δόσιμο. Πιο χρήσιμη στην ζωή εγώ δεν νομίζω να ξανανοιώσω ποτέ.
Επί έξι μήνες θήλαζα κάθε δίωρο. Μετά τους έξι μήνες, που άρχισαν τα παιδιά τα γεύματα, περιορίστηκε σε πρωί και βράδυ. Η μικρή το άφησε μόνη της στον 16ο μήνα. Λίγο μετά ακολούθησε και ο μικρός. Πιέστηκα μόνο όταν είχα πια ξεκινήσει να δουλεύω.
Είχα μια αγωνία για το αν θα είμαι καλή μαμά. Το μοιράστηκα με μια φίλη μου, δικηγόρο, που έχει επίσης δίδυμα. Μου είπε ότι καλή μαμά είναι η μεθοδική, οργανωτική μαμά. Αυτή ήταν η καλύτερη συμβουλή –εφάρμοσα στην ζωή μου ό,τι και στην δουλειά μου. Μόνον που αυτή η δουλειά ήταν, είναι, η πιο δημιουργική. Αυτό είναι δημιουργία. Η τροφοδότηση από εμένα προς εκείνα είναι σημαντική, αλλά η τροφοδότηση από εκείνα προς εμένα, τεράστια.
Θυμάμαι πως δεν μπορούσα να κατανοήσω και να καταλάβω τις γυναίκες που έμεναν στο σπίτι για τα παιδιά. Κι όμως το έκανα: Και στην εγκυμοσύνη αλλά και μετά, τους δέκα έξι μήνες που έμεινα αποκλειστικά μαζί τους».
Οταν ο μπαμπάς αρχίζει να λειτουργεί σαν μπαμπάς, τότε ξαναερωτεύεσαι τον σύντροφό σου
«Οταν μάθαμε για την διπλή κύηση, έπαθα μια μικρή αποκόλληση… Χρειάστηκε να μείνω λίγο καιρό στο σπίτι. Ηταν αποκαλυπτικό για μένα και την ιδιοσυγκρασία μου. Γιατί ως τότε το σπίτι μου ήταν η τσάντα μου! Πάντα είχα δύο-τρεις τσάντες μαζί μου, γιατί έφευγα από το πρωί και γύρναγα μεταμεσονυκτίως.
Είμαι από τους σκηνογράφους που παρακολουθεί τις πρόβες. Το ίδιο έκανα και στον “Μάκβεθ”. Οταν οι πρόβες έγιναν βραδυνές, για να μην στερούμαι τόσες ώρες τα παιδιά, τα έφερνα στο θέατρο. Ελεγα μέσα μου ότι αν θυμούνται –που δεν θα θυμούνται, θα έχουν δει από τόσο μικρά το θέατρο από τις κουίντες. Την πρώτη φορά που ήρθαν στο θέατρο, τα πήρα αγκαλιά και τα ανέβασα στην σκηνή για να τους δείξω που δουλεύει η μαμά –την φωτό την τράβηξε η Ελενα Σκουλά… Εκείνη την ώρα είχα όλο τον κόσμο μου στα χέρια μου. Στο θέατρο με τα παιδιά μου στην αγκαλιά: Αυτή η φωτογραφία είναι το αποτύπωμα της ζωής μου ως τώρα».
«Στο διάστημα που έμεινα έγκυος, στο σπίτι αναζητούσα τρόπους απασχόλησης που θα μου κατέβαζαν και τους τόνους. Με πρώτο το διάβασμα. Ακολούθησε η χειροτεχνία, κάτι στο οποίο επιστρέφω και συγκεντρώνομαι. Μετά από μια παράσταση που κάναμε με την Ρούλα Πατεράκη στο Εθνικό, τον “Κόκκινο Βράχο”, άρχισα να κεντάω. Μια κίνηση που λειτουργεί σαν κομποσκοίνι για μένα, που κάνει τον χρόνο να φεύγει, να χάνεται, χωρίς να μετριέται, και με οδηγεί σε μια πνευματικότητα που έχω ανάγκη.
Την ζωή με τα παιδιά δεν την χόρταινα γι΄αυτό και δεν μου έλειψε τίποτα. Κάθε μέρα ήταν μια αποκάλυψη. Το μόνο που μου έλειψε ήταν το θέατρο, όχι σαν δουλειά, αλλά σαν θεατής. Πήγαινα κι έβλεπα όμως κάποιες παραστάσεις, ξέκλεβα…»
Το να αποκτήσεις παιδί δεν είναι ούτε αυτονόητο ούτε εύκολο
«Ο Κώστας ήταν επίσης μια αποκάλυψη… Είχα ακούσει ότι όταν ο μπαμπάς αρχίζει να λειτουργεί σαν μπαμπάς, τότε ξαναερωτεύεσαι τον σύντροφό σου. Αλήθεια είναι αυτό. Τον είδα αλλιώς. Απλώς οι μπαμπάδες αργούν πιο πολύ στις αντιδράσεις. Θυμάμαι την στιγμή που το συνειδητοποίησε, πηγαίναμε στο σπίτι μας στην Επίδαυρο –μια διαδρομή που έχουμε κάνει άπειρες φορές. Τα παιδιά έκλαιγαν. “Εύα, συνειδητοποιείς ότι πάμε στο σπίτι μας με δύο παιδιά;”»
«Με τον θηλασμό πέρασα ένα διάστημα που σχεδόν δεν κοιμόμουν καθόλου, μόνον 2-3 ώρες. Είχα σπάσει το φράγμα του ύπνου. Το είχα πάρει ηρωικά. Αυτό το είχα κάνει κάποτε για μια ταινία, για τα παιδιά μου δεν θα το έκανα; Μετά τους έξι μήνες κοιμήθηκα για ένα βράδυ έξι ώρες, όσο και τα παιδιά. Η στιγμή που συγκεντρωνόμουν και το παιδί ηρεμούσε κι έτρωγε, ένοιωθα ολόκληρη. Δεν το είχα ξανανοιώσει. Η επαφή ήταν αληθινή. Σαν να κατάλαβα το ζητούμενο των ανθρώπων, υπαρξιακό αλλά και απλό, αγνό, φυσικό: Δίνω, παίρνω, πληρότητα, ευτυχία. Εκεί κατάλαβα την δυναμική της ανθρώπινης ύπαρξης, ναι την κατάλαβα με τον θηλασμό. Και πιστεύω ότι μέσα σε όλο αυτό το εγώ μου το φρόντισα πολύ.
Να πούμε όμως και μια αλήθεια: Εγώ είχα και την πολυτέλεια να το κάνω, να μην δουλέψω, να μείνω σπίτι. Ηταν επιλογή. Μου άρεσε, το απόλαυσα και παραδόθηκα. Θα είμαι πάντα ευγνώμων γι΄αυτό που μου συνέβη. Το να αποκτάς παιδί είναι αυτή η δεύτερη ευκαιρία που σου δίνει η ζωή μαζί με τα παιδιά, να ξαναδιαβάσεις τον εαυτό σου, κλείνοντας όλες τις οφειλές και τα θέματα που είχες ο ίδιος σαν παιδί.
Πώς αισθάνομαι τώρα; Κοίτα, αισθάνομαι ότι το να αποκτήσεις παιδί δεν είναι ούτε αυτονόητο ούτε εύκολο, και καλώς λέγεται ότι είναι του Θεού υπόθεση. Νοιώθω πιο ουσιαστικά την ανθρώπινη ύπαρξή μου. Αγαπώ περισσότερο τον νέο μου εαυτό. Ναι, με αγάπησα πιο πολύ με τα παιδιά μου. Εμαθα να έχω υπομονή, έμαθα να περιμένω. Γιατί ό,τι είναι να συμβεί στην ζωή μας, δεν σκαλώνει, κυλάει σαν ποτάμι».