Οι πρώτοι Έλληνες που πήγαν στο Χόλιγουντ -Από ηθοποιοί, μέχρι μεγιστάνες των κινηματογραφικών στούντιο
Μπορεί το Όσκαρ της Κατίνας Παξινού, η διεθνής πορεία της Ειρήνης Παπά και οι μεγάλες επιτυχίες του Γιώργου Λάνθιμου να μονοπωλούν το ενδιαφέρον όταν μιλάμε για Έλληνες καλλιτέχνες που θριάμβευσαν στο Χόλιγουντ, όμως η ελληνική παρουσία στην μεγαλύτερη κινηματογραφική βιομηχανία ξεκινάει πολύ παλιότερα, όταν άρχισε και το πρώτο μεταναστευτικό κύμα στη Νέα Ήπειρο σε αναζήτηση μια καλύτερης τύχης.
Ο πρώτος Έλληνας ηθοποιός που βρέθηκε στα μεγάλα στούντιο σύμφωνα με τις καταγραφές ήταν ο Δημήτριος Μήτσουρας ή Μήτσορας. Γεννημένος το 1877 στον Πειραιά, και με μουσικές σπουδές στο ενεργητικό του -ήταν μάλιστα μέλος της φιλαρμονικής και βαρύτονος- το 1911αποφάσισε να πάει στην Αμερική. Τότε ο βωβός κινηματογράφος βρισκόταν σε μεγάλες δόξες, οπότε ο Μήτσορας δεν έχει να αντιμετωπίσει το εμπόδιο της γλώσσας. Καταρχάς ξεκίνησε να συνεργάζεται με το στούντιο Thanhouser, μια από τις πρώτες εταιρείες παραγωγής, που ιδρύθηκε το 1908. Η πρώτη ταινία στην οποία εμφανίζεται το όνομά του στο καστ των ηθοποιών είναι «Ο έμπορος της Βενετίας» (1912), σε σκηνοθεσία Λούσιους Χέντερσον. Πάντως στις ταινίες της Thanhouser εμφανίζεται ως Mikhail Mitzoras, ενώ στις επόμενες υιοθετεί το Demetrius Mitsoras και μόνο στην τελευταία χρησιμοποιεί το πλήρες όνομά του, δηλαδή Demetrius Ioanis Mitsoras.
Στη συνέχεια ακολουθούν συνεργασίες με μεγάλα αστέρια όπως η Μαίρη Πίκφορντ, η Πόλα Νέγκρι, ο Ροδόλφο Βαλεντίνο, ενώ παίζει και στο «Μια γυναίκα από το Παρίσι» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τσάρλι Τσάπλιν. Με την έλευση του ομιλούντος κινηματογράφου, πολλοί ηθοποιοί αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Ο Μήτσορας έχει να προσπελάσει και τη δυσκολία της γλώσσας, που δεν είναι μητρική του, οπότε για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα χάνεται από το καλλιτεχνικό στερέωμα. Η τελευταία κινηματογραφική συμμετοχή του είναι στο «Beneath the 12-mile reef», μια αμερικανική ταινία του 1953 σε σενάριο του διάσημου συμπατριώτη Άλμπερτ Ισαάκ Μπεζερίδη που αναφέρεται τους Έλληνες σφουγγαράδες του χωριού Τάρπον Σπρινγκς στην Καλιφόρνια. Εκεί ο Μήτσορας σε ηλικία πλέον 76 ετών παίζει έναν βουβό ρόλο ως μέλος του πληρώματος ενός ψαροκάικου.
Από τις πιο δυναμικές ελληνικές παρουσίες του παλιού Χόλιγουντ ήταν ο Γιώργος Ρήγας ή Ρηγάκος, που έκανε καριέρα ως George Regas. Γεννημένος στη Λακωνία το 1890, βρέθηκε στην Αμερική ως μετανάστης. Όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί σε συνέντευξή του, η καταγωγή του στάθηκε εμπόδιο καθώς εκείνα τα χρόνια το να είσαι Έλληνας σήμαινε πως θα δουλεύεις σε εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία αλλά όχι ως καλλιτέχνης. Ο Γιώργος όμως δεν το έβαλε κάτω. Άρχισε να παρουσιάζεται ως Γάλλος με το όνομα Hercules Rodin. Έτσι κατάφερε να βρει την πρώτη του δουλειά στον κινηματογράφο και αμέσως αποκάλυψε την αλήθεια για την καταγωγή του, γιατί ήθελε να γίνει γνωστός με το δικό του όνομα. Έπαιξε σε δεκάδες ταινίες. Η πιο σημαντική ήταν ο «Ζορό» αλλά δυστυχώς έφυγε από τη ζωή πολύ νέος, στα πενήντα του χρόνια.
Τα βήματά του ακολούθησε και ο μικρότερος αδερφός του, ο Παναγιώτης, γνωστός ως Pedro Regas, που συμμετείχε σε δεκάδες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές. χωρίς όμως να αναφέρεται το όνομά του στους τίτλους.
Έλληνας από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ο Δημήτριος Αλεξάκης, κοσμοπολίτης και bon vivant, κυκλοφορούσε ως Demetrius Alexis (αν και σε δημοσίευμα του Εθνικού Κήρυκα το 1928 αναφέρεται και ως James Alexis). Εμφανίστηκε σε 28 ταινίες μεταξύ των οποίων και ο «Πολίτης Κέιν». Πέθανε στο Λος Άντζελες το 1973.
Ο Ιωάννης Τσαντίνης ξεκίνησε την πορεία του από τη Δώρα Στράτου και βρέθηκε στην Αμερική με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Τζον Μπελάσκο. Το 1924 έπαιξε στο «Monsieur Beaucaire» δίπλα στον Ροδόλφο Βαλεντίνο. Όταν ο ομιλών κινηματογράφος άρχισε να ανεβαίνει, ο Μπελάσκο δυσκολεύτηκε λόγω της προφοράς του, οπότε προσπάθησε να στραφεί στη σκηνοθεσία και στο τραγούδι.
Μια από τις μεγαλύτερες μορφές όχι μόνο του κινηματογράφου αλλά εν γένει της ελληνικής διασποράς κι αυτός που ασκούσε την μεγαλύτερη επιρροή ήταν ο Σπύρος Σκούρας. Ο άνθρωπος δηλαδή που βρισκόταν πίσω από τη συγχώνευση της 20th Century με τη Fox, διατέλεσε επί 20 χρόνια πρόεδρος της εταιρείας, και ήταν υπεύθυνος για τη χρήση του σινεμασκόπ και την παραγωγή εμβληματικών ταινιών του αμερικανικού κινηματογράφου, με τελευταία την επική «Κλεοπάτρα» (1963).
Ο Σπύρος, που μικρός δούλευε ως τσοπάνος, έφυγε με τα αδέρφια του στη Αμερική το 1907 και ξεκίνησε να δουλεύει για τα προς το ζην ως γκαρσόνι. Η μόνη του διασκέδαση ήταν ο κινηματογράφος. Μαζί με τους αδερφούς μάζευαν χρήματα κι έτσι το 1914 κατάφεραν να ανοίξουν το δικό τους σινεμά, ανακαινίζοντας ένα κτίριο σε μια πολυσύχναστη λαϊκή συνοικία του Σεντ Λούις. Σταδιακά η επιχείρηση άρχισε να επεκτείνεται και ο Σπύρος συλλαμβάνει την ιδέα να βάλει ζωντανή ορχήστρα να παίζει μουσική στις ταινίες του βωβού κινηματογράφου.
Μέσα σε λίγα χρόνια τα αδέρφια Σκούρα έχουν υπό τον έλεγχό τους τις περισσότερες αίθουσες στο Σεντ Λούις, θεωρούνται άτομα με κύρος και δύναμη, οπότε κάνουν συμφωνίες με την Paramount και τη Warner Bros, μεσολαβούν σε μικρές και μεγάλες συγχωνεύσεις που καταλήγουν στη συγχώνευση της 20th Century με τη Fox το 1935, γεγονός που φέρνει τον Σπύρο στο τιμόνι της εταιρείας από το 1942 ως το 1962.
Σημαντική υπήρξε η βοήθειά του στους Έλληνες της διασποράς και στη χώρα του κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Επηρεασμένος από την αμερικανική κουλτούρα, δήλωνε αντικομουνιστής και δεν φαινόταν να έχει σε εκτίμηση τον αντάρτικο στρατό, όμως με μεσολάβησή του στον πρόεδρο Ρούζβελτ και αίτημά του προς τον Τσόρτσιλ έγινε άρση του βρετανικού αποκλεισμού προκειμένου να φτάσει η επισιτιστική βοήθεια στη ν υπό φασιστική Κατοχή Ελλάδα.
Οι γνωριμίες στο Λευκό Οίκο ακόμα και οι προσωπικές του σχέσεις με Προέδρους των ΗΠ.Α τον βοήθησαν ουκ ολίγες φορές να λειτουργήσει ως πρεσβευτής της χώρας και να προωθήσει τα συμφέροντα της πατρίδας του. Η προσωπικότητά του, αινιγματική και σύνθετη, παραμένει ακόμα μυστήριο, όμως ο ίδιος εξομολογήθηκε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μέσα σε λίγες γραμμές όλη τη βιογραφία του: «Λάτρεψα το δολάριο, το κυνήγησα με πάθος χρόνια και χρόνια, γέρασα, κουράστηκα... Υπήρξα Οδυσσέας, Λεωνίδας, Τζιμ Λόντος μαζί. Απόκαμα. Φοβάμαι πως...στον άλλο κόσμο θα πάω στην Κόλαση και θα πουλάω ποπ κορν στους διαβόλους τους οβριούς»...