Αλμπέρ Ελμπάζ: Ο άνθρωπος που ήθελε να ξαναφέρει τη χαρά στη μόδα
Tην τελευταία του πνοή άφησε στο Παρίσι λόγω κορωνοϊού, σε ηλικία 59 ετών, ο σχεδιαστής Αλμπέρ Ελμπάζ. Η είδηση επιβεβαιώθηκε από την Compagnie Financière Richemont, συνεργάτη του στο AZ Factory, την τελευταία του επιχείρηση μόδας.
Ευφυής και γενναιόδωρος με τους συνεργάτες του, λάτρης του σινεμά και των παραμυθιών, ο Ελμπάζ διακρινόταν για την ευαισθησία του και το χιούμορ του. Αν και Ισραηλινής καταγωγής, γεννήθηκε στην Καζαμπλάνκα του Μαρόκο. Ο πατέρας του ήταν κομμωτής και η μητέρα του ζωγράφος, όποτε από μικρή ηλικία μυήθηκε στον κόσμο της τέχνης και της μόδας, παρακολουθώντας τους γονείς του εν δράσει. Όταν ήταν δέκα ετών, η οικογένειά του μετανάστευσε στο Ισραήλ. Δυστυχώς, ο θάνατος του πατέρα του, θα τους δημιουργήσει οικονομικά προβλήματα. Η μητέρα του άρχισε να δουλεύει ως ταμίας σε σουπερμάρκετ για να τα βγάλουν πέρα. Έχοντας όμως διαβλέψει το ταλέντο του γιου της, ο οποίος από εφτά χρονών σχεδιάζει φορέματα, μετά από τη θητεία στον ισραηλινό στρατό, του έδωσε 800 δολάρια και τον προέτρεψε να φύγει για τη Νέα Υόρκη.
Εκεί ο καινοτόμος σχεδιαστής γνώρισε τον Αμερικανό μετρ Geoffrey Beene, που έγινε στην ουσία ο δάσκαλος του. Από το 1996 έως το 1998 δουλεύει για τον οίκο Guy Laroche και στη συνέχεια ακολουθεί η συνεργασία του με τον Yves Saint Laurent. Όταν όμως ο Gucci αγόρασε την εταιρεία, εκείνος απολύθηκε και τη θέση του πήρε ο Tom Ford.
Το πνεύμα ελευθερίας του και το πηγαίο χιούμορ του τελικά ταίριαξαν στον οίκο Lanvin, που από το 2001 του εμπιστεύτηκε την καλλιτεχνική διεύθυνση. Λειτουργώντας ως το alter ego της Zan Lanvin η οποία από τον 19ο αιώνα θεωρούσε τη μόδα τρόπο ζωής, ο Ελμπάζ μεγαλούργησε. Στην πρώτη του συλλογή, πρωταγωνίστησε το μαύρο χρώμα, κάνοντας μια επιλογή εκ τους ασφαλούς, προκειμένου ως ξένος στο Παρίσι να κερδίσει την εμπιστοσύνη των δύσκολων πελατισσών του οίκου. «Η τελειότητα είναι ένα επικίνδυνο σενάριο. Αν νομίζεις ότι κάτι δεν είναι ωραίο σου δίνει την ώθηση να έρθεις την επόμενη ημέρα και να αρχίσεις πάλι από την αρχή», ήταν πάντα η αγαπημένη του φράση.
Εμπνευσμένος από τις δημιουργίες της Lanvin, ήθελε να αναδείξει «τα πολλά πρόσωπα μιας δυναμικής γυναίκας». Τα βραδινά του φορέματα (από σατέν μεταξωτό ή λεπτή μουσελίνα) ρευστά και ανάλαφρα, τυλίγουν σαν κύματα το σώμα, δημιουργώντας μια αίσθηση ανεξαρτησίας κι ελευθερίας. Ο ίδιος δεν αγαπούσε τις σέξι αποκαλύψεις, πίστευε στη διακριτική κομψότητα και στον ερωτισμό που αποπνέει η φινέτσα και αυτό υπηρετούσε με κάθε κολεξιόν του.
Έτσι, αρχίζει να μελετάει τα αρχεία του οίκου και τα πατρόν της Lanvin, στα οποία προσθέτει τις δικές του πινελιές: χρησιμοποιεί ξεπλυμένους ταφτάδες ή ψαλιδίζει αιθέρια υφάσματα, όπως το σατέν και το μεταξωτό τούλι, εισάγοντας με αυτό τον τρόπο την έννοια του ανολοκλήρωτου τέλειου ρούχου. Ταυτόχρονα, τα σκίτσα του που χαρακτηρίζονται από μια χιουμοριστική διάθεση γίνονται σήμα κατατεθέν του.
Με εκείνον στο τιμόνι, ο οίκος Lanvin έγινε και πάλι ένας από τους αγαπημένους των fashion experts και των celebrities, αυξάνοντας ταυτόχρονα σημαντικά τα κέρδη του.
Ο Ελμπάζ το 2005 έλαβε το Διεθνές Βραβείο από το Συμβούλιο Σχεδιαστών Μόδας της Αμερικής και το 2007 ανακηρύχθηκε ένας από τους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους από το περιοδικό Time.
Το 2010 συνεργάζεται με την H&M line, δείχνοντας την πρόθεσή του για μεγαλύτερη εξωστρέφεια. Στη φθινοπωρινή κολεξιόν του 2012 κάνει μια σημαντική ανατροπή: αντί για επαγγελματίες μοντέλα, επιλέγει γυναίκες όλων των ηλικιών να παρουσιάσουν τις δημιουργίες του. Έτσι στην πασαρέλα ανεβαίνουν δεκαοχτάχρονες μουσικοί μέχρι συνταξιούχοι, ανατρέποντας τις στερεοτυπικές αντιλήψεις περί ομορφιάς.
Στις 22 Οκτωβρίου 2015, τιμήθηκε για την προσφορά του στον κόσμο της μόδας από το Fashion Group International στα πλαίσια της εκδήλωσης «Night Of The Stars». Όταν ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους ποια είναι η θέση του για τους ρυθμούς της μόδας, δεν απάντησε, τους καθησύχασε όμως ότι ο λόγος του δεν θα είναι ένας ευχαριστήριος λόγος. Και πράγματι έτσι έκανε, απευθύνοντας στο ακροατήριο ένα προσωπικό μανιφέστο. Σ' αυτή την ομιλία, ανέλυσε τις τάσεις της νέας εποχής, όπου οι άνθρωποι πλέον περισσότερο τραβούν φωτογραφίες και βίντεο παρά βλέπουν πραγματικά, μίλησε για τη θέση των γυναικών, τις οποίες υπεραγαπούσε, στον κόσμο της μόδας, εξήγησε γιατί δεν ήθελε να έχει τον δικό του λογαριασμό στο Instagram κι αρνήθηκε τον όρο «Revolutionary», που του απέδιδαν, λέγοντας ότι εκείνος πάντα ενδιαφερόταν μόνο για την εξέλιξη.
Οι πειστικοί χρόνοι όμως που επικρατούν πλέον στον χώρο της μόδας, πράγμα που ο ίδιος είχε κατακρίνει, οδηγούν στην απόλυσή του από τον οίκο Lanvin, γεγονός που προκάλεσε μεγάλη έκπληξη. Εκείνος δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει ανοιχτά γι’ αυτό το θέμα, αναφέρθηκε μόνο σε μια έλλειψη στρατηγικής, αν και η κόντρα του με τον μεγαλύτερο μέτοχο του οίκου ήταν ήδη γνωστή.
Το 2016 σχεδιάζει τα κοστούμια για την ταινία «Tale of Love and Darkness» της Νάταλι Πόρτμαν, εργάζεται για την Converse και την LeSportsac, ενώ την ίδια χρονιά, η γαλλική κυβέρνηση τον ανακήρυξε Αξιωματούχο της Λεγεώνας της Τιμής. Δημιούργησε επίσης ένα δικό του άρωμα σε συνεργασία με τον Γάλλο αρωματοποιό Frédéric Malle και το 2019 έφτιαξε μια σειρά από τσάντες και loafers για τον οίκο Tod's.
Έκτοτε, στράφηκε σε μια δημιουργική αναζήτηση που τον οδήγησε στην ίδρυση του δικού του εργοστασίου μόδας, που το ονόμαζε hub ψηφιακής, εκπαιδευτικής και ψυχαγωγικής αλληλεπίδρασης. Έτσι προέκυψε το πρότζεκτ AZ Factory (για το οποίο χρησιμοποίησε το πρώτο και το τελευταίο γράμμα του ονόματός του), που εγκαινίασε με τη φράση: «Πιστεύουμε στην έξυπνη μόδα που νοιάζεται».
Σε συνέντευξή του στη New York Times είχε πει τότε για το νέο του εγχείρημα: «Νιώθω σαν γεννάω. Οι ορμόνες μου καίνε. Έχω μια φαγούρα. Κλαίω και γελάω μαζί, μέσα σε δευτερόλεπτα».
Πλέον, με αυτή τη συλλογή ο Ελμπάζ εγκατέλειψε τα κομμάτια υψηλής ραπτικής και στράφηκε σε πιο λιτές και απλές δημιουργίες, θέλοντας να διευρύνει το αγοραστικό του κοινό. «Σχεδιάζουμε όμορφη, πρακτική μόδα που δίνει λύσεις και λειτουργεί για όλους», ανέφερε στο δελτίο τύπου. «Τα προϊόντα μας είναι εδώ για να λύσουν προβλήματα και να δημιουργήσουν χαρά. Βοήθεια, όχι εμπόδιο».
Ένα από τα βασικά του σχέδια ήταν το all time classic μικρό μαύρο φόρεμα, που έφτιαξε σε έντεκα διαφορετικές χρωματικές εκδοχές. Τα «Μηχανικά φορέματα», όπως τα ονόμασε, ήταν φτιαγμένα από «Anatoknit», μια εργονομική πλέξη που χαρίζει κίνηση, ενώ παράλληλα υποστηρίζει σαν ανατομική ζώνη την πλάτη. Επίσης διαθέτουν εντυπωσιακά μανίκια, φιόγκους και ένα «έξυπνο» φερμουάρ, που επιτρέπει στη γυναίκα να κουμπώνει το φόρεμα μόνη της. Ταυτόχρονα, διευρύνει τα νούμερα από ΧΧSmall μέχρι ΧΧΧ extra large και προτείνει να συνδυαστούν με sneakers- τα λεγόμενα και «Sneaky Pumps»- αστραφτερά κολιέ με στρας και xl πέρλες.
Σε μια συνέντευξή του στη Vogue είχε αναφερθεί πως η μητέρα του τον είχε συμβουλεύσει να μεγαλουργεί στη δουλειά του, αλλά να παραμένει ταπεινός. Αυτή τη φράση την έκανε μότο του και την ακολούθησε ως το τέλος, επιλέγοντας να κρατάει την προσωπική του ζωή και τη σχέση του με τον χρόνια συνεργάτη του Alex Koo μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Ως γνήσιος τζέντλεμαν, φερόταν πάντα με ευγένεια, θεωρούσε την αγάπη κινητήριο δύναμη κι έγινε παράδειγμα προς μίμηση με τη στάση του. Σε ανάρτησή της η Stella Mccartney έγραψε: «Θα μας λείψετε, κύριε, πάρα πολύ...». Κι εμείς δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε.