Νάνσυ Ζαμπέτογλου & Θανάσης Αναγνωστόπουλος: «Υπάρχει και γκρίνια και κρεβατομουρμούρα και αγάπη»
Νάνσυ Ζαμπέτογλου, Θανάσης Αναγνωστόπουλος: Δημοσιογράφοι και συμπαρουσιαστές στο καθημερινό Στούντιο 4 της ΕΡΤ1, συνεργάτες αλλά πάνω απ΄όλα φίλοι εδώ και πολλά χρόνια, συνεχίζουν μαζί την πορεία τους, αφήνοντας το δικό τους στίγμα.
Λίγο πριν πέσει η αυλαία της εκπομπής τους για φέτος (σ.σ. θα επανέλθουν το φθινόπωρο), είπαμε ν΄αντιστρέψουμε τους όρους. Κι αυτή την φορά κάθισαν οι δυο τους στον καναπέ για μια κοινή συνέντευξη. Και είπαμε πολλά…
Πότε και πώς πρωτοσυναντηθήκατε;
Νάνσυ Ζαμπέτογλου: «Λοιπόν είναι 1998… Ο Θανάσης δουλεύει στον Λυμπέρη στο TV Show Time, εγώ στο Down Town, διευθύντρια, στην ΙΜΑΚΟ. Τον ξέρω γιατί έχουμε κοινό φίλο τον Πάνο Ζόγκα. Πάντα τον συμπαθούσα τον Θανάση, πάρα πολύ. Μ΄άρεσε και παλιότερα που ήταν στην τηλεόραση. Τον είχα πολύ μες στην καρδιά μου, χωρίς όμως να΄χουμε κάνει παρέα, χωρίς να’μαστε φίλοι, ενστικτωδώς.
»Και κλείνει το TV Show Time. Με το που το μαθαίνω είμαστε όλοι σοκαρισμένοι -είναι δυσάρεστο να κλείνει ένα περιοδικό, η πρώτη μου αντίδραση, μετά απ΄αυτό του σοκ, είναι “Πάνο, πάρε τηλέφωνο το Θανάση να΄ρθει να δουλέψει εδώ”. Τέλος. Ο Θανάσης τώρα απ΄την άλλη του λέει ο Λυμπέρης “έλα στο Status”, διευθυντής, αρχισυντάκτης, δεν ξέρω. Τον παίρνει όμως και ο Πάνος και αντί να δεχτεί να πάει στο μηνιαίο περιοδικό λέει κι εκείνος ενστικτωδώς όχι, θα πάω στο Downtown».
Θανάσης Αναγνωστόπουλος: «Δεν ήταν ακριβώς ενστικτωδώς. Ηταν ένα περιοδικό που πάντα αγαπούσα, είχα γράψει και κάποια κομμάτια στο παρελθόν -ήθελα να είμαι εκεί και δεν ήθελα να παραμείνω εκεί που ήμουν, ήθελα όντως να φύγω. Και πηγαίνω στο στην ΙΜΑΚΟ, στο Downtown. Ταυτόχρονα, με φωνάζει ο Πανόπουλος και μου μιλάει για ένα καινούργιο περιοδικό και μου λέει αν θα ήθελα να γίνω διευθυντής και τα λοιπά. Υπήρχε δηλαδή μια πρόταση για ένα άλλο περιοδικό, καλύτερη θέση και καλύτερα χρήματα αλλά παρ΄όλα αυτά προτίμησα να πάω στο Downtown. Και έτσι ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί. Οπότε έτσι ξεκινάει η σχέση μας, η επαγγελματική. Η φιλική ξεκίνησε λίγο αργότερα. Αμέσως νιώσαμε σαν να΄μασταν όλη μας την ζωή μαζί, σαν χαμένα αδέλφια».
Ν.Ζ.: «Αλλά εντάξει, οι 3 μας όμως με τον Πάνο και τον Θανάση ήτανε σαν να΄μασταν κάπως ένας άνθρωπος».
Θ.Α.: «Νομίζω πως αυτό συμβαίνει από μία ως καμιά φορά στη ζωή σου επαγγελματικά. Να συνδεθείς και να μείνεις εκεί».
Ν.Ζ.: «Και να συμφωνείς. Εχουμε τις ίδιες αρχές και τις ίδιες αξίες και δεν χρειάζεται να συνεννοηθούμε. Αυτό είναι. Έχουμε την ίδια άποψη για κάτι, όχι για όλα, αλλά στα βασικά. Στην εκπομπή γίνονται πράγματα στον αέρα που χωρίς να συνεννοηθούμε, γιατί πρακτικά δεν γίνεται, είμαστε συνεννοημένοι. Αυτό δεν το πετυχαίνεις ούτε εύκολα ούτε συχνά».
Θ.Α.: «Διάβασα κάπου ότι μια πετυχημένη ομάδα θα πρέπει ν΄αποτελείται από 3-4 άτομα που ένας θα΄ναι ο δημιουργός, ο άλλος λίγο πιο ηγέτης, ο άλλος θα΄χει φαντασία, ο άλλος θα΄ναι κάτι άλλο. Και με κάποιον τρόπο εμείς τα συνδυάζαμε όλα αυτά. Ημασταν ίδιοι χωρίς να είμαστε ταυτόχρονα. Αλλά στον πυρήνα μας ταιριάζουμε».
Ν.Ζ.: «Δεν σταματήσαμε ποτέ να δουλεύουμε μαζί».
Θ.Α.: «Εκτός από έναν χρόνο που όμως μιλάγαμε».
Ν.Ζ.: «Εμείς φύγαμε απ΄την ΙΜΑΚΟ το ΄10 πριν κλείσει και χωρίς να ξέρουμε ότι θα κλείσει. Φύγαμε και πήγαμε στο Λαμπράκη να κάνουμε στον ΔΟΛ ένα περιοδικό. Το περιοδικό δεν έγινε ποτέ. Μείναμε εκεί 11 μήνες μετά μας απέλυσαν γιατί δεν κάναμε κάτι, αλλά δεν φταίγαμε εμείς. Εμείς πηγαίναμε κανονικά στην δουλειά μας, αλλά δεν μας έδιναν δουλειά.
»Κι έτσι μείναμε χωρίς δουλειά. Οπότε τότε στήθηκε η ιδέα του να κάνουμε μαζί και με κάποιους άλλους ανθρώπους μια παραγωγή δική μας και μια εκπομπή που θα ήταν αυτοχρηματοδοτούμενη. Κι έτσι έγινε το “Joy”».
Θ.Α.: «Γι΄αυτό και λέω ότι η ανάγκη μας έσπρωξε».
Και πήγατε στα κανάλια;
Θ.Α.: «Ναι, στον Σκάι».
Ν.Ζ.: «Είχαμε πάει και στο Mega, μας είχαν πει όχι, και μετά από έναν μήνα, όταν βγήκε πια η εκπομπή, μας θέλανε».
Πάμε στην σχέση σας. Πώς είστε μεταξύ σας, είναι ο ένας ο καλύτερος φίλος του άλλου;
Ν.Ζ.: «Δεν έχω ωραιοποιήσει τον εαυτό μου στον Θανάση. Μπορώ να σου πω ότι ο Θανάσης ξέρει και την ακτινογραφία θώρακος. Ξέρει και τις εξετάσεις μου»…
Θ.Α.: «Βέβαια».
Ν.Ζ.: «Και είναι μακράν απ΄το καλύτερος μου φίλος. Αν υπήρχε κάτι περισσότερο θα΄λεγα περισσότερο».
Θ.Α.: «Όχι ότι δεν χωράνε κι άλλοι άνθρωποι, χωράει ο άντρας της, το παιδί της…».
Ν.Ζ.: «Και σύντροφοι…».
Θ.Α.: «Κι όλο αυτό μοιάζει με ζευγάρι. Υπάρχει και γκρίνια και κρεβατομουρμούρα και αγάπη και “άσε με τώρα” και ησυχία και απόσταση. Όλα. Υπάρχουν τα ίδια πράγματα που υπάρχουν στις έντονες σχέσεις».
Το πέρασμα στην ΕΡΤ ήταν το μεγάλο βήμα;
Ν.Ζ.: «Κοίτα, δεν ήταν το πιο μεγάλο γιατί όταν κάναμε την δική μας εταιρεία και είχαμε στην ευθύνη μας τους μισθούς ανθρώπων, αυτό δεν το θεωρώ μικρό. Εχουμε μαζί μια εταιρεία παραγωγής -κάνουμε κι άλλες δουλειές, το περιοδικό. Εδώ έχουμε έρθει ως συμπαραγωγοί. Είναι πολύ μεγάλος ο όγκος της ευθύνης που έχουμε αναλάβει εδώ και πολλά χρόνια απέναντι σε ανθρώπους που το θεωρώ πολύ πιο σημαντικό απ΄το να έχω την ευθύνη της εκπομπής».
Θ.Α.: «Ναι, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Απ΄την άλλη, φεύγοντας απ΄τη σιγουριά ενός καναλιού, όπως ο Σκάι -που ήταν και μαγνητοσκοπημένη η εκπομπή, και βγαίνοντας για πρώτη φορά οι δύο μας, σ΄ένα δίωρο, στην αρχή, ζωντανό, δικό μας, με δική μας θεματολογία και παρουσίαση, είπα, ναι, είναι ένα ρίσκο, είναι άγνωστο τοπίο».
Ν.Ζ.: «Δεν είμαστε παρουσιαστές, δημοσιογράφοι είμαστε και άμα φύγουμε από εδώ, δημοσιογράφοι θέλουμε να΄μαστε πάλι. Οπότε το πιο μεγάλο βήμα ήταν ότι κάναμε την εταιρεία».
Θ.Α.: «Ναι, κι εγώ αυτό θεωρώ. Και δεν το κάναμε απ΄την μια στιγμή στην άλλη. Έγιναν όλα πολύ σταδιακά, βήμα-βήμα».
Ν.Ζ.: «Σε δέκα χρόνια. Και μέσα σ΄αυτά καταλάβαμε ότι ο κόσμος έχει ανάγκη να συνδεθεί με κάποιον. Κι έτσι βγήκαμε σιγά-σιγά μπροστά -ξεκινώντας απ΄το “Joy”. Οι θεατές μας έδωσαν την δύναμη».
Η πρόταση για το Στούντιο 4 ήρθε απ΄τη ΕΡΤ;
Ν.Ζ.: «Ναι, ήρθε -αλλά κι από άλλους. Όχι πως δεν την ονειρευτήκαμε. Εγώ πιστεύω πολύ σ΄αυτό. Το είχα στο μυαλό μου κι έλεγα τι ωραία, που θα ήταν, αν…».
Θ.Α.: «Αλλά ήταν πολύ μακρινό γιατί εμείς είμαστε μια γενιά που μεγαλώσαμε με την ΕΡΤ ως το μοναδικό κανάλι και το κορυφαίο. Γι΄αυτό και δεν το είχα στο μυαλό μου».
Ωστόσο δεν είναι ένα σκληρά ανταγωνιστικό κανάλι…
Ν.Ζ.: «Δεν ήταν αυτός ο λόγος όμως που ήρθαμε εδώ, και το λέω γιατί μας έχουν κατηγορήσει γι΄αυτό. Οτι διαλέξαμε να΄μαστε εδώ για να μην είμαστε ανταγωνιστικοί. Όχι. Αλλωστε δεν είμαστε υπάλληλοι της ΕΡΤ.
»Να σου πω ποια είναι η διαφορά; Εμείς θέλουμε να πηγαίνουμε καλά, γιατί θέλουμε ν΄αφορά αυτό που κάνουμε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται. Αυτό που είναι όμως διαφορετικό, γιατί δεν το΄χουμε ανάγκη, είναι ότι δεν θα κάνουμε οτιδήποτε γι΄αυτό. Ενώ αν ήμασταν σ΄ένα ιδιωτικό κανάλι μπορεί και να το΄χαμε. Κοιτάμε τα νούμερα τηλεθέασης, μας αφορά η τηλεθέαση».
Θ.Α.: «Αλλά δεν θα κάνουμε τα πάντα για την τηλεθέαση».
Ν.Ζ.: «Η νοοτροπία είναι ότι δεν θα κάνω τα πάντα για να είμαι πρώτος, αλλά θα κάνω αυτό που πρέπει, αυτό που νοιώθω ότι είναι το σωστό».
Η μεγάλη έκθεση ήρθε όμως με την εκπομπή…
Ν.Ζ.: «Ναι, σαφέστατα. Είμαστε έξι ώρες στον αέρα -τρεις με το ζωντανό κι άλλες τρεις με την επανάληψη το βράδυ…».
Θ.Α.: «Κάναμε αυτή την κουβέντα πριν κάνουμε το ζωντανό. Και είπα, ομοφοβικός δεν είμαι, σεξιστής δεν είμαι, μισογύνης δεν είμαι, οπότε εντάξει… Αλλά ξέρεις κάτι; Δεν προσποιούμαι να βγάλω έναν καλό εαυτό εκεί έξω».
Ν.Ζ.: «Τον αυθόρμητο εαυτό μας βγάζουμε».
Σκεφτήκατε ότι θ΄αρχίσει να ασχολείται ο κόσμος μαζί σας;
Ν.Ζ.: «Όχι γιατί δεν είναι καθόλου ζητούμενο ν΄ασχολείται ο κόσμος μαζί μας. Δεν το΄ξερα, δεν το΄χα ζήσει ποτέ».
Θ.Α.: «Απασχολεί όπως κι οι άλλες εκπομπές της τηλεόρασης».
Η Νάνσυ ίσως λίγο περισσότερο;
Ν.Ζ.: «Επειδή είμαι γυναίκα, επειδή λυγίζω εύκολα».
Για σένα Θανάση γιατί δεν ξέρουμε κάτι παραπάνω;
Θ.Α.: «Δημοσιογραφικά η Νάνσυ έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον… Τι να ξέρει κανείς για την ζωή μου; Εγώ είμαι, και δύο γλάστρες… Αλλά δεν θέλω κιόλας».
Σας ενοχλεί να βγαίνει η προσωπική σας ζωή;
Ν.Ζ.: «Εμείς εντυπωσιαζόμαστε κάθε φορά που συμβαίνει. Επίσης εγώ δεν αισθάνομαι καθόλου βολικά μ΄αυτό. Μου είναι πολύ άβολο γιατί δεν μου είναι ζητούμενο. Αρχικά ήταν και λίγο ξένο».
Αν δεν ασχολούνται όμως;
Θ.Α.: «Για μένα δεν σημαίνει κάτι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ειλικρινά. Οπως τα΄χω βάλει μέσα στο κεφάλι μου και στο δικό μου μικρόκοσμο, δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Δεν με ταράζει, δεν με μετατοπίζει, δεν μ΄επηρεάζει».
Ν.Ζ.: «Φαντάζεσαι να κάναμε εκπομπή και να βάζαμε μέσα στη σκέψη μας “και τώρα τι θα γραφτεί για μας;” Εμένα αυτό δεν μου φαίνεται λειτουργικό».
Θ.Α.: «Αλλά ξέρεις ότι υπάρχει μέσα στο παιχνίδι και φροντίζεις να μην το τροφοδοτείς».
Ν.Ζ.: «Επειδή εμείς είμαστε πολλά χρόνια σ΄αυτή τη δουλειά, μπορεί όχι στην τηλεόραση, αλλά ήμασταν στο Downtown, ένα περιοδικό που παρακολουθούσε αυτά τα γεγονότα. Αρα λοιπόν μπορεί να μην το΄χουμε ζήσει προσωπικά, αλλά το΄χουμε δει να συμβαίνει και ξέρουμε πως λειτουργεί. Αν θέλουμε να παίξουμε το παιχνίδι αυτό, ξέρουμε πως παίζεται. Αλλά δεν θέλουμε να προκαλούμε»
Θ.Α.: «Σ΄αυτή τη δουλειά τη μια μέρα μπορεί να σε συζητάνε όλοι κι ένα μήνα μετά να σ΄έχουν ξεχάσει. Αυτό πρέπει να το΄χεις πάντα στο μυαλό σου».
Εκφράζετε ίσως ένα αντι-σταρ τηλεοπτικό μοντέλο;
Ν.Ζ.: «Τώρα θα΄ναι πολύ υπερφίαλο να πούμε τι αισθανόμαστε. Εμείς κάνουμε αυτό που νομίζουμε ότι είναι σωστό».
Με την έννοια των εκπομπών με την ωραία ξανθιά…
Ν.Ζ.: «Δεν είμαι ωραία;».
Μ.Λ.: «Δεν είσαι ξανθιά…».
Θ.Α.: «Μην ξεχνάμε ότι σ΄αυτή την τηλεόραση έλαμψε η Μαλβίνα, η Κανέλλη, η Σεμίνα Διγενή -υπάρχει πάντα και το άλλο».
Ν.Ζ.: «Εμείς δεν είπαμε ότι τώρα θα κάνουμε μια εκπομπή κι εσείς θα δείτε κάτι διαφορετικό. Δεν είχαμε καμία τέτοια φιλοδοξία. Ούτε είπαμε τι κάνουν οι άλλοι για να κάνουμε το αντίθετο. Εμείς κάναμε αυτό που θεωρούμε σωστό σ΄ένα κανάλι το οποίο είναι θετικό και το υποστηρίζει. Κάνουμε αυτό που εμείς νιώθουμε ότι είναι σωστό για μας».
Θ.Α.: «Αν γίνεται κάτι, ό,τι κι αν γίνεται, κι αυτή η μικρή επιτυχία, γίνεται ερήμην μας, παρ΄όλο που το κάνουμε εμείς για εμάς».
Πόσο αλλάξατε μέσα σ΄αυτή την τριετία, πόσο άλλαξε η εκπομπή σας;
Θ.Α.: «Στην αρχή συζητάγαμε δέκα ώρες, βάζαμε τόσα θέματα. Νοιώθαμε ότι πρέπει να τροφοδοτείς κάποιον κάθε λεπτό μ΄ένα διαφορετικό θέμα».
Ν.Ζ.: «Τώρα είμαστε πιο έμπειροι και πατάμε και πιο γερά. Κι έχουμε και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση από πριν».
Τι προσέχετε στην ζωντανή εκπομπή, τι σκέφτεστε;
Ν.Ζ.: «Πρόσφατα, μια τηλεθεάτρια -έχουμε πολύ καλή επικοινωνία τους τηλεθεατές και τους ακούμε, μου είπε ότι βλέπω την εκπομπή άφοβα με το παιδί μου. Εγώ έχω στο μυαλό μου ότι μας βλέπει μια οικογένεια, οπότε δεν θα΄λεγα πράγματα που δεν θα΄θελα να βλέπει ένα παιδί».
Θ.Α.: «Όταν τελειώνει η εκπομπή, έχω πολύ στο μυαλό μου ότι δεν θέλω να υπάρχει κάτι για το οποίο να ντρέπομαι».
Ν.Ζ.: «Ναι αυτό είναι πολύ βασικό. Κοίτα, ότι ο καθένας μας όταν τελειώνει η εκπομπή θα κάνει την αυτοκριτική του, εννοείται. Εγώ είμαι και πολύ ενοχικός άνθρωπος».
Κάνετε κριτική ο ένας στον άλλον;
Ν.Ζ.: «Εγώ ρωτάω τον Θανάση για πάρα πολλά πράγματα. Κι εκείνος εμένα. Με νοιάζει η γνώμη του. Και η κριτική που κάνουμε ο ένας στον άλλον σαν αυτοκριτική είναι».
Θ.Α.: «Ναι, ναι, απόλυτα».
Ν.Ζ.: «Γιατί είναι τέτοια οικειότητα που έχουμε μεταξύ μας που δεν είναι κριτική».
Θ.Α.: «Κι εγώ την ακούω την Νάνσυ».
Κάνετε και παρέα.
Θ.Α.: «Ναι, βέβαια, και διακοπές».
Δεν έχετε κουραστεί;
Ν.Α.: «Γιατί εσένα σε κουράζουν οι κολλητοί σου;».
Τι σας έσπρωξε στην δημοσιογραφία;
Ν.Ζ.: «Εγώ ήθελα να γίνω δημοσιογράφος από μικρό παιδί. Είχα κάποια σχέση μ΄αυτή την δουλειά απ΄το οικογενειακό μου περιβάλλον -ο αδελφός της μαμάς μου ήταν κάμεραμαν. Αλλά ήταν ο πρώτος εικονολήπτης της ΕΡΤ. Τους ήξερα όλους από μικρό παιδί -τον Παπαδάκη, τον Αθανασίου, την Κανέλλη, όλους. Ηταν τα είδωλά μου. Είχα πει στην μαμά της Λιάνας Κανέλλη ότι θέλω πάρα πολύ να γίνω σαν την Λιάνα. Και μου είπε η κυρία Μπέμπα την ατάκα “Η Λιάνα παιδί μου έχει πένα”. Δεν καταλάβαινα τι εννοούσε με την πένα, ήμουν γύρω στα δέκα. Πήγαινα στο σπίτι της μαμάς της Λιάνας Κανέλλη και έβλεπα τα πράγματά της, και τα άγγιζα με δέος. ΄Η την Φωτεινή Πιπιλή, τους “Ρεπόρτερ”, ο Νάσος Αθανασίου ήταν νονός της ξαδέλφης μου. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι ήταν στη ζωή μου μ΄έναν τρόπο. Τους είχα πολύ ψηλά. Ήμουν λοιπόν κάπου εκεί και το΄βλεπα όλο αυτό και μ΄άρεσε. Συν ότι έχω μια φυσική περιέργεια, έντονη. Μ΄αρέσει να διαβάζω, να μαθαίνω καινούργια πράγματα, έγραφα και καλά, ωραίες εκθέσεις -είχα τελικά πένα! Κι όλοι έλεγαν “δημοσιογράφο θα την κάνουμε”. Κι έγινα.
»Πέρασα στο Πανεπιστήμιο, δεν πήγα ποτέ και πήγα σε μια Σχολή Δημοσιογραφίας στην Αθήνα. Ξεκίνησα να δουλεύω από την Γ΄Γυμνασίου, μαθητευόμενη».
Θ.Α.: «Εγώ μόνο αρχαιολόγος ήθελα να γίνω και το σπούδασα. Μεγαλώνοντας όμως σκεφτόμουν ότι όταν ήμουν πιτσιρίκος διάβαζα το χρονογράφημα της Έλενας Ακρίτα στον Ταχυδρόμο. Αλλά, θυμάμαι, επειδή δεν είχα λεφτά, και το είχε ένα καθαριστήριο στη γειτονιά μου, πήγαινα εκεί και το διάβαζα. Όπως και σ΄ένα κεντρικό περίπτερο στην Καρδίτσα που είχε τηλέφωνο. Πήγαινα δήθεν να πάρω τηλέφωνο και διάβαζα την στήλη της Ακρίτα. Δεν μπορούσα να το αγοράζω κάθε εβδομάδα.
»Δεν είχα όμως κανένα όνειρο να γίνω δημοσιογράφος, μόνο αρχαιολόγος. Φτάνοντας στο 4ο έτος της σχολής πήγαμε και κάναμε πρακτική σ΄ένα πειραματικό σχολείο και είδα πως θα είναι η ζωή μου αν γίνω φιλόλογος. Και είπα ότι αυτό δεν θέλω με τίποτα να το κάνω. Άρχισα λοιπόν να ψάχνω άλλα πράγματα, έγραφα καλές εκθέσεις, μ΄ενδιέφερε και τυχαία μ΄έφερε ο δρόμος σ΄ένα δημοσιογραφικό γραφείο που έψαχναν κάποιον. Και είδα την ελευθερία να μπορείς να κάνεις μια συνέντευξη, να γράφεις ένα κείμενο και εντυπωσιάστηκα μ΄αυτή την ελευθερία.
»Και τώρα που μιλάμε είδα ότι μας συνδέει και κάτι άλλο με την Νάνσυ: Η πρώτη συνέντευξη στην ζωή μου ήταν στην Λιάνα Κανέλλη. Είχα πάει με 75 ερωτήσεις -και τις έκανα όλες, δυόμιση ώρες πρέπει να την είχα κρατήσει. Ημουν 22 χρόνων… Κι από εκεί ανακάλυψα αυτόν τον κόσμο που μπορεί να σε πάει οπουδήποτε, απ΄την Κούβα μέχρι το φεγγάρι, απ΄την Τρούμπα μέχρι τη Μύκονο».
Νάνσυ η δουλειά σου στερεί κομμάτια απ΄την οικογενειακή σου ζωή;
Ν.Ζ: «Οχι πια. Καταρχήν είμαστε όλοι πολύ στο ίδιο άρμα, οπότε όλοι κάπως είμαστε μαζί μ΄έναν τρόπο».
Θ.Α.: «Είναι άλλη Νάνσυ τώρα, δεν ξέρω αν το καταλαβαίνει η ίδια. Δεν αφιέρωνε χρόνο στον εαυτό της. Τώρα είναι καλύτερη εκδοχή -ήταν τελειομανής σ΄εκνευριστικό βαθμό. Μ΄αρέσει τώρα πιο πολύ».
Ο Θανάσης άλλαξε;
Θ.Α.: «Δεν ξέρω αν άλλαξα. Αλλαξα;».
Ν.Ζ.: « Ο Θανάσης άλλαξε, είναι πιο οργανωμένος αλλά πάντα ήταν σοβαρός άνθρωπος».
Θ.Α.: «Στα σοβαρά είμαι σοβαρός».
Ν.Ζ.: «Είμαστε συμπληρωματικοί ο ένας με τον άλλον σε πολλά πράγματα».
Θ.Α.: «Και νομίζω ότι όλοι νιώθουν πως ταιριάζουμε αλλά δεν είμαστε ίδιοι».
Ν.Ζ.: «Αλλά έχουμε εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον. Στα επαγγελματικά ο Θανάσης μου΄χει εμπιστοσύνη. Κι εγώ έχω εμπιστοσύνη στον Θανάση για να μου πει αν κάτι είναι σωστό ή όχι».
Θ.Α.: «Σαν μια δεύτερη φωνή. Ισως να την χρειάζεσαι».
Πώς σας σκέφτεστε στο μέλλον;
Ν.Ζ.: «Μαζί θα είμαστε…»
Θ.Α.: «Ναι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Θα με γηροκομήσει. Εγώ δεν έχω και παιδιά οπότε εκεί βάζω τις ελπίδες μου».