Ο Ντίνος Ηλιόπουλος γαμπρός στον γάμο του με την εντυπωσιακή δεύτερη σύζυγό του
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος ανήκε στη «χρυσή» γενιά του ελληνικού κινηματογράφου και ξεχώρισε γιατί ήταν αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν «τριπλή απειλή»: έπαιζε, χόρευε και τραγουδούσε.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως τον αποκαλούσαν ο «Έλληνας Φρεντ Αστέρ», ενώ πολλοί θεωρούσαν ότι αν είχε γεννηθεί σε άλλη χώρα θα είχε γίνει ένας μεγάλος σταρ, αν και δεν είχε καμία σχέση με τους ζεν πρεμιέ που μεσουρανούσαν στην εποχή του.
Ο αγαπημένος ηθοποιός στην προσωπική του ζωή παντρεύτηκε δύο φορές. Ο πρώτος του γάμος διήρκησε ελάχιστους μήνες, ενώ από τον δεύτερο, που τελέστηκε το 1963, με την Χίλντεγκαρντ Βίτσερ, αυστριακής καταγωγής, απέκτησαν δύο κόρες, την Εβίτα και τη Χίλντα.
Η Ελενα Μακρή Λυμπερη δημοσίευσε στο προφίλ της στο Instagram ένα σπάνιο κλικ από την ημέρα του δεύτερου γάμου του.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος γαμπρός στον γάμο του με την εντυπωσιακή δεύτερη σύζυγό του
Στο ασπρόμαυρο κλικ βλέπουμε τον χαμογελαστό Ντίνο Ηλιόπουλο και την πανέμορφη σύζυγό του, Χίλντεγκαρντ Βίτσερ.
Στη λεζάντα της φωτογραφίας σημειώνεται: «Ο Ντίνος Ηλιόπουλος την ημέρα του γάμου του με την δεύτερη σύζυγο του, την αυστριακής καταγωγής Χίλντεγκαρντ Βίτσερ το 1963. Δίπλα στο ζευγάρι η αριστοκρατική μητέρα του ηθοποιού, Αθηνά Ηλιοπούλου, η μεγάλη του αδυναμία στην οποία έμοιαζε ιδιαίτερα φυσιογνωμικά. Όταν ο Ντίνος Ηλιόπουλος είχε αρρωστήσει με τύφο σε ηλικία 10 ετών και είχε μείνει κλινήρης και χωρίς τις αισθήσεις του επί σειρά μηνών η μητέρα του δεν έλειψε λεπτό από το προσκεφάλι του. Αλλά και στα χρόνια των μεγάλων επιτυχιών του δεν απουσίασε ποτέ από πρεμιέρα του. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος και η Χίλντεγκαρντ Βίτσερ απέκτησαν δύο κόρες την Εβίτα το 1964, και την Χίλντα το 1972.
Έζησαν ευτυχισμένοι ως το τέλος της ζωής του ηθοποιού που έλεγε πως η σύζυγος του ήταν για εκείνον η γυναίκα που έλαμπε πάντοτε πάνω απ’ το κεφάλι του. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος με την χαρακτηριστική, σπάνια, έμφυτη ευγένεια έφυγε από τη ζωή τον Ιούνιο του 2001. Είχε ζητήσει στο μνήμα του να υπάρχει μια πλάκα, που αναγράφει: «Με συγχωρείτε κυρίες μου, που δεν μπορώ να σηκωθώ».