Μπόνι Πάρκερ-Κλάιντ Μπάροου: Η αληθινή ιστορία του δίδυμου παρανόμων που έζησε έναν παράφορο έρωτα
Στις 23 Μαΐου του 1934, η 24χρονη Μπόνι Πάρκερ και ο 25χρονος Κλάιντ Μπάροου, το γνωστό δίδυμο παρανόμων που έμεινε στη Ιστορία ως «Μπόνι και Κλάιντ», σκοτώνονται στη Λουιζιάνα από την αστυνομία, καθώς οδηγούν μία κλεμμένη Ford V8.
Την ιδια χρονιά, ο Κλάιντ είχε στείλει επιστολή στον Χένρι Φορντ, συγχαίροντάς τον για το συγκεκριμένο μοντέλο: «Οδηγούσα πάντα ένα Ford, αφού μόνο με ένα τέτοιο μπορούσα να διαφύγω...Δεν κοστίζει τίποτε να σου πω τι καταπληκτικό αυτοκίνητο έχεις φτιάξει», είχε γράψει χαρακτηριστικά.
Μέσα στο αυτοκίνητο των δύο κακοποιών, βρέθηκαν ένα ρεβόλβερ, μια καραμπίνα, ένα σαξόφωνο και ένα μισοφαγωμένο σάντουιτς.
Η μικροκαμωμένη και ξανθιά Μπόνι με τα δύσκολα παιδικά χρόνια εργαζόταν ως σερβιτόρα, όταν γνώρισε και ερωτεύτηκε παράφορα τον Κλάιντ Μπάροου, τον εγκληματία που την μετέτρεψε σε σταρ των κακοποιών. Ορφανή από πατέρα, σε ηλικία 16 ετών έκανε τον πρώτο της γάμο, όμως, μετά από έναν χρόνο εγκατέλειψε τον σύζυγό της, ο οποίος επίσης ήταν μπλεγμένος σε εγκληματικές οργανώσεις. Η ίδια, συχνά, αναγκαζόταν να κάνει διάφορες δουλειές του ποδαριού για να τα βγάλει πέρα.
Ο Κλάιντ, από την άλλη, που είχε όνειρο να γίνει μουσικός, αν και θεωρούνταν ως εγκέφαλος των ληστειών, μάλλον, δεν είχε ιδιαίτερες ικανότητες. Ήδη από την πρώτη του κλοπή, συγκεκριμένα μια ζωοκλοπή, δεν κατάφερε να γλιτώσει την σύλληψη. Έτσι πέρασε έξι χρόνια στη φυλακή, όπου κακοποιήθηκε σεξουαλικά και ψυχολογικά.
Η γνωριμία τους ήταν μοιραία. Συναντήθηκαν στο σπίτι μιας φίλης της Μπόνι και οι ματιές τους διασταυρώθηκαν για πρώτη φορά, ενώ εκείνη έφτιαχνε στην κουζίνα μια ζεστή σοκολάτα.
Ο έρωτάς τους ήταν κεραυνοβόλος και αμοιβαίος, γεγονός που έκανε την νεαρή Μπόνι να ακολουθήσει χωρίς δεύτερες σκέψεις τον καλό της.
Αφού τα έφτιαξαν, ο Κλάιντ συνελήφθη και πέρασε έναν δύσκολο χρόνο στη φυλακή, από όπου βγήκε αποφασισμένος για εκδίκηση. Οι δυο τους έδρασαν για μια τετραετία, αναστατώνοντας τον Νότο, σε μια περίοδο μεγάλης οικονομικής κρίσης και φτώχειας.
Παρά τα όσα νομίζουν οι περισσότεροι, ζούσαν μια μάλλον μίζερη ζωή, έμεναν στην ύπαιθρο και πλένονταν στα ρυάκια, ποτέ δεν είχαν πολλά χρήματα και συχνά ήταν αναγκασμένοι να ληστεύουν βενζινάδικα και παντοπωλεία, ακόμη και αυτόματα μηχανήματα που πουλούσαν τσίχλες προκειμένου να εξασφαλίσουν τα προς το ζην.
Πάντως ως δίδυμο, κατάφερναν να διαφεύγουν τις ενέδρες των Αρχών με περίεργους τρόπους-μια φορά, μάλιστα, το έσκασαν με μουλάρια. Αργότερα με τη συμμορία Μπάροου, άρχισαν να χτυπούν τράπεζες, σηκώνοντας ως επί το πλείστον μικροποσά.
Όμως, στο πέρασμά τους, σκότωσαν αρκετούς αστυνομικούς, αλλά και αθώους πολίτες ως παράπλευρες απώλειες. Πάντως, η Μπόνι, σύμφωνα με μαρτυρίες, δεν συμμετείχε στις επιθέσεις, αλλά οδηγούσε το αυτοκίνητο της διαφυγής.
Τον Απρίλιο του 1933, πέντε αστυνομικοί έκαναν έφοδο σε ένα γκαράζ στο Μιζούρι, αναζητώντας λαθρεμπόρους. Μέσα σε δευτερόλεπτα, τα μέλη της συμμορίας Μπάροου εξαπέλυσαν πυροβολισμούς σκοτώνοντας δύο αστυνομικούς.
Τελικά κατάφεραν να διαφύγουν, άφησαν όμως πίσω τους ένα φωτογραφικό φιλμ, που δεν είχαν προλάβει να εμφανίσουν. Η πόζα της Μπόνι με το πούρο στο χέρι την επόμενη μέρα ήταν πρωτοσέλιδο. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, δεν κάπνιζε, αλλά οι φωτογραφίες αυτές είχαν τραβηχτεί για πλάκα, παρωδώντας τη γνωστή εικόνα που είχαν οι πολίτες για τους γκάνγκστερς.
Τα φώτα της δημοσιότητας, πάντως, στράφηκαν στο παράνομο ζευγάρι κι η Μπόνι από τότε έστελνε ρομαντικά ποιήματα στις εφημερίδες, ενισχύοντας τον μύθο τους. Η εκτέλεσή τους ήταν ένας θρίαμβος για την αστυνομία, που απαλλάχθηκε μεν από την φυσική τους παρουσία, όχι όμως και από τον θρύλο τους.
Μάλιστα, πολλοί ήταν αυτοί που δεν ήθελαν την σύλληψή τους, γιατί αρκετοί από τους ομήρους τους διαβεβαίωναν πως η συμπεριφορά των ληστών απέναντί τους ήταν άψογη.
Μετά την εκτέλεση, αυτοί που φύλαγαν τα σώματά τους, επέτρεψαν σε πολίτες να κόψουν κομμάτια από τα ματωμένα μαλλιά της Μπόνι καθώς και από τα ρούχα της και να τα πουλήσουν για σουβενίρ.
Η ζωή τους, ακόμα μια μετά από τον θάνατό τους, συνέχισε να απασχολεί τον Τύπο, έγινε τραγούδι, και μεταφέρθηκε στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη.
Το 1967 ο Άρθουρ Πεν, με πρωταγωνιστές τους Γουόρεν Μπίτι και Φέι Ντάναγουεϊ, σκηνοθετεί τη κινηματογραφική τους βιογραφία και παρά το γεγονός ότι δεν ακολούθησε πιστά την ιστορία τους, έκανε μεγάλη επιτυχία.
Επίσης το History Channel παρουσίασε μια σειρά επεισοδίων για τη δράση τους. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στο σημείο της ενέδρας, που σκοτώθηκαν, κάθε χρόνο, λαμβάνει χώρα ένα Φεστιβάλ Μπόνι και Κλάιντ.