Λίντα Καπετανέα -«Χορεύουμε για να πούμε όσα δεν λέγονται με λόγια. Για να λυτρωθούμε»
Η Λίντα Καπετανέα βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση.
Διαψεύδοντας θριαμβευτικά την πεποίθηση ότι ένας καλός χορευτής δεν είναι απαραίτητα καλός διοργανωτής ή και δάσκαλος, η ίδια δείχνει να ελίσσεται άνετα ανάμεσα στη δημιουργικότητα μιας χορεύτριας και χορογράφου, και στην πειθαρχία της καλλιτεχνικής διεύθυνσης ενός φεστιβάλ διεθνών αξιώσεων.
Έχοντας αποφοιτήσει από την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης, συνεχίσει με μεταπτυχιακές σπουδές στη Νέα Υόρκη και έχοντας στο ενεργητικό της συνεργασίες με σπουδαίους χορογράφους και συμμετοχές σε ομάδες, παραστάσεις και ταινίες, ίδρυσε το 2007 μαζί με τον Γιόζεφ Φρούτσεκ την ομάδα Rootlessroot με την οποία έχουν παρουσιάσει 24 έργα σε πάνω από 30 χώρες του κόσμου.
Αντιμετωπίζοντας το θέμα κάθε παράστασης σαν αφορμή για να εξερευνήσουν τις δυνατότητες έκφρασης του σώματος, οι Rootlessroot εισήγαγαν επίσης την τεχνική Fighting Monkey Practice την οποία διδάσκουν σε διακεκριμένες σχολές της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Η θητεία της στις πόλεις του κόσμου, την έφερε σε επαφή με διαφορετικές προσεγγίσεις και πρακτικές και έτσι, όταν το 2017 ανέλαβε τα ηνία του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, επεδίωξε και πέτυχε να κάνει ακριβώς αυτό -να συγχρονίσει τον θεσμό με τη διεθνή χορευτική επικαιρότητα.
Τα τελευταία έξι χρόνια, το φεστιβάλ απέκτησε μεγαλύτερη εξωστρέφεια, φιλοξενώντας κορυφαίες παραστάσεις και καλλιτέχνες στην ακμή τους -το κοινό είχε την ευκαιρία να δει σπουδαίες παραγωγές, σε ένα πρόγραμμα που δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από αντίστοιχες διεθνείς διοργανώσεις. Αλλά, ταυτόχρονα, ο θεσμός επεκτάθηκε και προς τα μέσα, αναζωογονώντας την Καλαμάτα και δημιουργώντας χορευτική κουλτούρα στην πόλη.
Λίγο πριν την 29η διοργάνωση, η Λίντα Καπετανέα μίλησε για τη φετινή θεματική του φεστιβάλ -το σώμα -, τις προκλήσεις του τριπλού της ρόλου, τον χορό στα social media αλλά και το γιατί χορεύουμε.
Στα 6 χρόνια της θητείας σας, ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση ως τώρα; Ήταν το προφανές, δηλαδή η πανδημία, ή μήπως το να κρατάς ζωντανό και ενδιαφέροντα έναν θεσμό αποδεικνύεται τελικά πιο απαιτητικό; Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να συνδεθεί ακόμα περισσότερο η πόλη με το θεσμό και να ανοιχτεί το Φεστιβάλ σε πολλά είδη κοινού εντός και εκτός Καλαμάτας. Να γίνει το φεστιβάλ πιο εξωστρεφές και πιο ανοιχτό σε όλη την κοινωνία. Να αλλάξουμε την αντίληψη ότι ο σύγχρονος χορός είναι κάτι αφηρημένο που αφορά κάποιους λίγους και να δείξουμε στον κόσμο την αληθινή δύναμη της τέχνης του χορού, μία από τις αρχαιότερες αν όχι η αρχαιότερη μορφή τέχνης των ανθρώπων, άμεσα συσχετισμένη με την αφήγηση ιστοριών, την κίνηση, την τελετουργία και την ίδια τη ζωή.
Τα τελευταία χρόνια ο χορός έκανε ένα τεράστιο «μπαμ» στα social media κυρίως στο Tik Tok αλλά και στο Instagram. Πώς βλέπετε αυτό το νέο κανάλι το οποίο έδωσε σε νέους ανθρώπους την ευκαιρία να δείξουν τη δουλειά τους αλλά και απλούς χρήστες να έρθουν σε επαφή με διαφορετικά είδη χορού; Δεν ξέρω αν πραγματικά έρχονται σε επαφή με τα διάφορα είδη χορού ή αν απλά καταναλώνουν εικόνες ή φιγούρες και λένε «ουάου τι κάνει ο τύπος/η τύπισσα». Μπορεί να σταματάει εκεί. Για τους καλλιτέχνες τα social λειτουργούν για προβολή. Στα social, όμως, κοινό και καλλιτέχνες δεν μοιράζονται εμπειρίες όπως το να πας στο θέατρο να δεις μια παράσταση χορού. Το θέατρο, αν είσαι θεατής, είναι μια εμπειρία που σου ζητάει από το χρόνο σου, τη σκέψη σου, τα συναισθήματά σου. Στα social έρχεσαι ίσως σε μια επαφή με νέες ιδέες και ερεθίσματα, αλλά μέχρι εκεί. Το κακό με τα social, τουλάχιστον για τους καλλιτέχνες, είναι η ψευδαίσθηση της αναγνωρισιμότητας (με βλέπετε άρα υπάρχω, με βλέπετε άρα με ξέρετε), η ομοιομορφία που απειλεί την αυθεντικότητά σου (ντυνόμαστε παρόμοια και κινούμαστε παρόμοια), η προχειρότητα του εύκολου (σηκώνω το πόδι και το ανεβάζω στα social) και η χωματερή που δημιουργείται, ο ασταμάτητος θόρυβος της άχρηστης πληροφορίας δηλαδή ο τεράστιος όγκος ανούσιων πραγμάτων επειδή ο χώρος που προσφέρεται είναι απεριόριστος και είναι για όλους. Αν σου έλεγα ότι μπορείς να ανεβάσεις ένα 2λεπτο βίντεο μόνο μία φορά και ότι μετά θα μπορείς να ανεβάσεις κάτι αντίστοιχο πάλι σε ένα χρόνο και ότι αυτό που ανέβασες θα το βλέπουν όλοι για ένα χρόνο πιστεύεις ότι θα βλέπαμε ή θα γράφαμε τόσα πολλά και τόσα ανούσια πράγματα; Το δύσκολο, το διαφορετικό, το ουσιαστικό θέλει πολλή δουλειά και σκέψη και ψυχολογικό παίδεμα για να φτιαχτεί. Επίσης στη ‘σκηνή’ του ΤΙΚ ΤΟΚ μπορείς να διαγράψεις πολύ εύκολα κάτι που δεν σου αρέσει. Στην αληθινή σκηνή όλοι θα θυμούνται ή δεν θα θυμούνται αυτό που έφτιαξες ανάλογα με την δουλειά που έχει αυτό από πίσω.
Μπορείτε να μου αναπτύξετε την φετινή θεματική του φεστιβάλ που εστιάζει στο σώμα; Θα έλεγε κανείς ότι είναι μια επιστροφή στην πρώτη ύλη, στο εργαλείο έκφρασης του χορευτή, του καλλιτέχνη. Είναι το να αντικρίζεις το σώμα σου που είναι ζωντανό και θνητό και να βιώνεις το δέος που αυτό γεννά. Είναι να αναρωτιέσαι αν ζεις τη ζωή που θες, αν έχεις καταλάβει ότι αυτή η ζωή που ζούμε είναι μοναδική και πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε στον εαυτό μας, τη φύση, τους Άλλους που έχουν κι αυτοί το δικό τους σώμα και τη δική τους ζωή. Είναι να αναρωτιέσαι πώς ζούμε και τι θα αφήσουμε στις επόμενες γενιές. Αν έχουμε έναν εσωτερικό οδηγό ή αν είμαστε έρμαια της εποχής. Αν, τελικά, έχουμε συνείδηση.
Ζούμε σε εποχές βαριάς επικαιρότητας και αλλαγών. Σας προβλημάτισε ποτέ η ανταπόκριση του κόσμου στον χορό; Μακάρι ο κόσμος να έλεγε «δεν θέλω να πάω πουθενά, δε θέλω να δω τίποτα και κανέναν, θέλω να κάτσω μόνος μου να σκεφτώ». Μακάρι επίσης ο κόσμος να έλεγε «θέλω να πάω στο θέατρο να βιώσω κάτι, να γιατρευτώ». Μακάρι. Υπάρχει κόσμος που τα κάνει και τα δύο. Όχι όλος ο κόσμος. Νομίζω πως ο περισσότερος κόσμος θέλει απλά να ξεχαστεί για να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς αυτή να διαταράσσεται. Εμείς κάνουμε το Φεστιβάλ για όλους, για να θυμίζουμε σε αυτούς που θέλουν να ξεχάσουν, να γιατρεύουμε αυτούς που πονάνε και να θυμώνουμε ή να προβληματίζουμε αυτούς που θεωρούν ότι όλα πάνε καλά.
Πειθαρχία και ελευθερία έκφρασης: δύο σημαντικοί πόλοι του χορού. Πώς τους ισορροπείτε στο κομμάτι της καλλιτεχνικής διεύθυνσης ενός φεστιβάλ; Περιορίζεται το προσωπικό σας όραμα από διαδικαστικά κομμάτια; Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς όρια. Είμαι ελεύθερη να φτιάξω το πρόγραμμα υπό συγκεκριμένους περιορισμούς χρονικούς, χωρικούς, οικονομικούς, τεχνικούς, γραφειοκρατικούς, διοικητικούς. Και φυσικά από τους περιορισμούς της ίδιας μου της προσωπικότητας. Το όραμά μου για το Φεστιβάλ είναι να μεγαλώσει σε πολλά επίπεδα ωστόσο αυτό για να γίνει χρειάζεται ένα εντελώς νέο μοντέλο διοίκησης και χρηματοδότησης.
Με ποιο κριτήριο επιλέγετε τους καλλιτέχνες που φιλοξενούνται κάθε χρονιά; Τι θεωρείτε ότι «φέρνουν» στον θεσμό; Θέλω να φέρνω έργα και ανθρώπους που θα τους ερωτευτεί το κοινό. Ο έρωτας για την ομορφιά και την ουσία του έργου τους και της κίνησής τους είναι το κριτήριο όσο κι αν ακούγεται περίεργο.
Υπάρχουν πρακτικές, θεσμοί ή συνήθειες που αφορούν τον χορό που έχετε «ζηλέψει» σε άλλες χώρες και θα θέλατε να τις δείτε και στην Ελλάδα; Και βέβαια. Το βελγικό μοντέλο που έκανε τη χώρα το κέντρο του χορού παγκοσμίως.
Μιλήστε μας για τη σημασία των παράλληλων δράσεων. Μπορεί πράγματι κάποιος να ξεκινήσει να εμπλέκεται με τον χορό σε μεγαλύτερες ηλικίες; Οι παράλληλες δράσεις είναι εργαστήρια κίνησης για ηλικίες από 3-4 ετών μέχρι άνω των 60 ετών χωρίς περιορισμό. Ό,τι κινείται παραμένει ζωντανό. Ό,τι μένει ακίνητο αρρωσταίνει. Το γνωρίζουν όλοι. Η κίνηση είναι ζωή, υγεία, δημιουργικότητα, εφευρετικότητα.
Γνωρίζει κανείς καλύτερα το σώμα του μέσα από τον χορό; Τι σας δείχνει η εμπειρία σας στη διδασκαλία; Υπάρχει κάποιο μεγάλο μάθημα που πήρατε ή παίρνετε εσείς διδάσκοντας κίνηση; Θα έπρεπε. Ο χορός είναι μια καλή ευκαιρία να δημιουργηθεί μια σχέση με το σώμα. Επίσης με κάθε χειρωνακτική δουλειά μαθαίνει κάποιος το σώμα του. Είτε μαγειρεύει, είτε σκουπίζει, είτε φτιάχνει έπιπλα, είτε κάνει γλυπτική. Όπως και με την επιλογή να μείνει όρθιος και ακίνητος και να το παρατηρήσει. Είναι μια διάθεση ή πρόθεση το να θες να γνωρίζεις το σώμα σου δηλαδή τον εαυτό σου. Το μάθημα που έχω πάρει είναι ότι ο καθένας πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της ζωής του και του σώματός του, να καταλάβει τι τον βοηθάει και τι όχι για να κάνει αυτά που επιθυμεί. Δεν υπάρχουν συνταγές πρέπει ο καθένας να φτιάξει το δρόμο του.
Κυρία Καπετανέα, γιατί χορεύουμε; Για να επιβεβαιώσουμε ότι είμαστε ζωντανοί και παρόντες, για να πούμε όσα δεν λέγονται με λόγια, για να λυτρωθούμε και να αποτινάξουμε από πάνω μας αυτό που μας βαραίνει, για να δηλώσουμε τη χαρά μας, για να σαγηνεύσουμε, για να ενωθούμε με το θείο, για να μας θυμούνται όταν δεν θα είμαστε πια εδώ.