lgbtqi+

LGBTQI+: Οι θεραπείες μεταστροφής είναι μια πληγή που δεν κλείνει

Η Μεγάλη Βρετανία επιχειρεί να απαγορεύσει τις πρακτικές που δεν θα έπρεπε να γίνονται ανεκτές σε καμία πολιτισμένη κοινωνία.

Για να ξεκινήσουμε τη συζήτηση πρέπει να αποκωδικοποιήσουμε τι ακριβώς σημαίνει «θεραπεία μεταστροφής». Και ενώ υπάρχουν διάφοροι και διαφορετικοί ορισμοί, σε γενικές γραμμές συγκλίνουν στη βασική αρχή ότι πρόκειται για κάθε πρακτική που επιδιώκει να καταπιέσει ή να αλλάξει τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου ενός ατόμου. Στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου στη Γαλλία πέρασε ο νόμος που απαγορεύει τις συγκεκριμένες πρακτικές, με την υπουργό Ισότητας και Διαφορετικότητας της γαλλικής κυβέρνησης, Eλιζαμπέτ Mορενό, να χαρακτηρίζει τις φερόμενες «θεραπείες» ως «βάρβαρες». Σειρά έχει πάρει και το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς καταξιωμένοι δικηγόροι, ακτιβιστές και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζητούν να νομοθετηθεί η κατάργηση αυτής της απαξιωτικής και βλαπτικής πρακτικής που δεν θα έπρεπε να γίνεται ανεκτή σε καμία πολιτισμένη κοινωνία. Άλλωστε, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του YouGov, σχεδόν τα δύο τρίτα των ενηλίκων Βρετανών πιστεύουν ότι οι πρακτικές μετατροπής πρέπει να απαγορευθούν. Το Βασιλικό Κολλέγιο Ψυχιάτρων επίσης υποστηρίζει την απαγόρευση, λέγοντας ότι οι πρακτικές μετατροπής είναι «απαράδεκτες και επιβλαβείς».

Το forum που έχει ασχοληθεί με το θέμα υπό την εποπτεία της Helena Kennedy, στο Ινστιτούτο της Διεθνούς Νομικής Εταιρείας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, έχει δραστηριοποιηθεί ποικιλοτρόπως και επιτέλους η βασίλισσα Ελισάβετ τον περασμένο Μάιο ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση θα έφερνε προς ψήφιση τον νόμο που θα καθιστούσε παράνομη αυτή την κατάπτυστη θεωρία της «θεραπείας» που εδράζεται στην άποψη ότι το να είσαι γκέι ή transgender είναι ένα λάθος που θα πρέπει να «διορθωθεί».

Ουσιαστικά, αυτή η απαγόρευση της «θεραπείας» διά νόμου θα προστατεύσει την LGBTQI+ κοινότητα. Σύμφωνα με τους βρετανούς ακτιβιστές η θέσπισή της, τόσο στον χώρο του ποινικού όσο και του αστικού δικαίου, έχει ήδη αργήσει, καθώς όπως πολύ σωστά επισημαίνουν, όταν καταπατώνται βασικά ανθρώπινα δικαιώματα η ποινικοποίηση αυτών των πράξεων θα πρέπει να είναι άμεση. Επιπλέον, ζητάνε να θεσπιστούν μέτρα στο πλαίσιο του αστικού δικαίου για την υποστήριξη και προστασίας της ευάλωτης LGBT κοινότητας και των ανήλικων παιδιών. Έτσι, και όσοι κινούνται στο χώρο των «θεραπειών» θα γνωρίζουν ότι είναι παράνομοι και θα κινδυνεύουν να καταδικαστούν, ενώ ταυτοχρόνως τα θύματα θα γνωρίζουν ότι το κράτος θα τους προστατεύσει.

Βεβαίως υπάρχουν διάφορες οργανώσεις (κυρίως εκκλησιαστικές) που έχουν τοποθετηθεί αρνητικά απέναντι στη ψήφιση μιας τέτοιας νομοθεσίας. Είναι άλλωστε γεγονός ότι η πρακτική της «θεραπείας» και της «ίασης» συνεχίζεται να ασκείται σε πολλές χώρες, όπως τη Βρετανία, από ανθρώπους που ακόμη πιστεύουν ότι θα πρέπει και μπορούν να αλλάξουν τη σεξουαλική ταυτότητα μέσω προσευχών, εξορκισμών ή και συμβουλών. Η ύπαρξή τους καθιστά την ανάγκη νομοθετικού πλαισίου ακόμη πιο επιτακτική.

Unsplash/ Isi Parente

Στη περίπτωση όμως της Μεγάλης Βρετανίας υπάρχει μια σημαντική και επίφοβη παράμετρος: εξαιρεί από την απαγόρευση τους ενήλικες που συναινούν να δεχθούν τη «θεραπεία». Αυτό στην πράξη σημαίνει πως ποινικό αδίκημα συντελείται μόνο αν η «θεραπεία» γίνει σε ανήλικο ή σε ενήλικα που δεν έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. Πιο συγκεκριμένα, η νομοθετική πρόταση αναφέρει ότι: «Πρέπει να δοθούν στο άτομο όλες οι πληροφορίες σχετικά με το τι περιλαμβάνει η θεραπεία, συμπεριλαμβανομένων των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων κινδύνων». Όπως είναι αναμενόμενο, πληθαίνουν οι φωνές που ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση πρέπει να λάβει πιο σκληρή στάση, καθώς το θέμα της συναίνεσης αποτελεί μια ομιχλώδη ζώνη.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα της βρετανικής οργάνωσης Galop, 1 στους 4 ερωτηθέντες της LGBTQ+ κοινότητας δήλωσαν ότι έχουν βιώσει σεξουαλική επίθεση που είχε σκοπό να τους «μετατρέψει ή να τους τιμωρήσει» για τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου τους. «Ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων πιστεύουν ότι συναίνεσαν σε αυτό που τους συνέβη», ανέφερε η CEO της Galop, Leni Moriis. Και συνεχίζει επισημαίνοντας ότι: «Πιστεύω ότι δεν μπορούμε να μιλάμε περί συναίνεσης σε μια κατάσταση που αν δεν την δεχτείς κινδυνεύεις να χάσεις τη σχέση μου με τη θρησκεία, την κοινότητά σου, την οικογένειά σου ή το σπίτι σου».

Η Jeanette Winterson, μια από τις σημαντικότερες σύγχρονες βρετανίδες συγγραφείς που έχει γράψει την προσωπική της εμπειρία της από τους εξορκισμούς της Πεντηκοστιανής Εκκλησίας –όταν στη δεκαετία του ’70 αποκάλυψε τη σεξουαλική της ταυτότητα ως λεσβία- δήλωσε στην Guardian ότι η «θεραπεία μετατροπής είναι το ίδιο κακή με τον αναγκαστικό γάμο». Και συνεχίζει λέγοντας: «η άποψή μου είναι ότι εάν ένα άτομο δεν αισθάνεται άνετα με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, θα πρέπει να μπορεί να βρει έναν θεραπευτή για να μιλήσει για τα συναισθήματά του. (…) Φυσικά υπάρχουν άνθρωποι που για θρησκευτικούς λόγους, και μερικές φορές για οικογενειακούς λόγους, βρίσκουν αδύνατο να διαχειριστούν την ομοφυλοφιλία τους», είπε. «Η θεραπεία είναι εξαιρετική. Η θεραπεία μετατροπής είναι ανόητη».

Σύμφωνα με έρευνα του Thomson Reuters Foundation η απαγόρευση των «θεραπειών μετατροπής» έχει προταθεί ή και επιβληθεί, είτε ολικώς, είτε μερικώς, είτε και με έμμεσους τρόπους σε 13 ακόμη χώρες. Η Βραζιλία, το Εκουαδόρ, η Μάλτα, η Αλβανία και η Γερμανία θέτουν εν μέρει ή πλήρως εκτός νόμου τις εν λόγω πρακτικές, ενώ η Αργεντινή, τα Φίτζι, το Ναουρού, η Ουρουγουάη, η Σαμόα και η Ελβετία, καθώς και η Ταϊβάν, έχουν έμμεσες απαγορεύσεις. Στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει κάποια σχετική συζήτηση.