Νίκος Παναγιώτου: Τα fake news στον κορωνοϊό και η επόμενη μέρα στα ελληνικά ΜΜΕ -Τι έδειξε έρευνα του ΑΠΘ
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής του τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, κύριος Νίκος Παναγιώτου, μιλά για την αντιμετώπιση των ελληνικών media της πανδημίας του κορωνοϊού, τα fake news και τι να περιμένει κανείς στο μέλλον για τον Τύπο.
Με την πανδημία του κορωνοϊού να έχει αλλάξει την καθημερινότητα όπως την ξέραμε μέχρι πρόσφατα και τις ειδήσεις που αφορούσαν κρούσματα, θανάτους, εμβόλια και πολλά ακόμα να είναι κυριολεκτικά αμέτρητες, γεννιέται αυτόματα η εξής ερώτηση: ήταν η στάση των ελληνικών ΜΜΕ η σωστή; Με το φαινόμενο των fake news να αποτελεί πλέον πραγματικότητα στη ροή πολλών ειδησεογραφικών site, εντός και εκτός συνόρων, τι ρόλο έπαιξαν την περίοδο της πανδημίας; Ποια στάση κράτησαν οι αναγνώστες και που στράφηκαν για να διαμορφώσουν μια εμπεριστατωμένη άποψη;
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής του τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, κύριος Νίκος Παναγιώτου, συμμετείχε σε έρευνα που έκανε το Εργαστήριο Ειρηνευτικής Δημοσιογραφίας (International Peace Journalism Laboratory) του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ για την ενημέρωση των πολιτών την περίοδο της πανδημίας, σε συνεργασία με την Ierax Analytics.
Αν και τα αποτελέσματα δείχνουν ένα σημαντικό ποσοστό πολιτών να δηλώνει ότι όντως παραπληροφορήθηκαν, πολλοί ήταν επίσης εκείνοι που εμπιστεύονταν τα παραδοσιακά ΜΜΕ και όχι τα social media.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι, ο κύριος Παναγιώτου κέρδισε την εμπιστοσύνη της Google, η οποία το 2017 βράβευσε την έρευνά του, η οποία στόχευσε σε ένα νέο μοντέλο-πλατφόρμα, που θα ανταποκρίνεται ιδανικά σε ένα καλύτερο μέλλον για τις ειδήσεις και στοχεύει να ξεπεράσουν τα σύγχρονα media την κρίση και να βελτιώσει περιεχόμενο των ειδήσεων -μεταξύ άλλων ανιχνεύοντας έγκαιρα τις ψευδείς ειδήσεις.
Ο ίδιος μας λέει σχετικά «Η Google υποστήριξε μέσω ειδικού προγράμματος την έρευνα μου, με στόχο να δημιουργηθούν νέα εναλλακτικά μοντέλα/πλατφόρμες ειδήσεων. Ήταν μια σημαντική παρέμβαση, που συνεχίζεται με άλλες μορφές. Ειδικά τώρα, στόχος είναι να ενισχυθούν τα ΜΜΕ στο ρόλο και την αποστολή τους. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι, η προσπάθεια αυτή υποστηρίζεται από συμμαχίες μεταξύ Πανεπιστημίου, μεγάλων εταιρειών και των ίδιων των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων. Η πλατφόρμα μας έχει υλοποιηθεί και είμαστε στο στάδιο περαιτέρω ανάπτυξης της».
Ζητήσαμε λοιπόν από τον ίδιο να μας πει τις δικές του σκέψεις σχετικά με τη σχέση κορωνοϊού και fake news αλλά και το μέλλον του έντυπου και ψηφιακού Τύπου, μετά την πανδημία.
Σχετικά με την έρευνα
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Εργαστήριο Ειρηνευτικής Δημοσιογραφίας και την Ierax Analytics από τον Μάρτιο έως τον Απρίλιο και συμμετείχαν 2600 άτομα. Η ομάδα απαρτιζόταν από τους Καθηγητή κ. Φραγκονικολόπουλο, Αν. Καθηγητή Νίκο Παναγιώτου και Υπ. Διδάκτορες Η. Νικέζη, Α. Μπάλλιου και Σπ. Μάρκου.
Τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Η ίδια η κρίση ήταν αναπάντεχη και άλλαξε τα πάντα. Περιμέναμε ότι θα υπάρξει μια έκρηξη ψευδών ειδήσεων, όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες καταστάσεις, ωστόσο η επιλογή του κοινού να εμπιστευθεί τα επαγγελματικά ΜΜΕ (και ειδικά επιστημονικές πηγές πληροφόρησης κατά 80%) συνέβαλε στην σχετική-μερική αντιμετώπιση του. Παραμένει όμως σημαντικά υψηλό το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι παραπληφοροφήθηκαν (62% αρχικά και 50% στη δεύτερη περίοδο μέτρησης).
Τα fake news δεν αφορούν μόνο τους αναγνώστες, αλλά αποτελούν μια πολυπαραγοντική παρέμβαση. Σε αυτούς τους παράγοντες ανήκουν και η Πολιτεία, με την ανάδειξη και τη στήριξη της επαγγελματικής δημοσιογραφίας και τις παρεμβάσεις γραμματισμού στα ΜΜΕ, αλλά και οι Δημοσιογραφικές Ενώσεις -οι οποίες οφείλουν να στρέφονται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και τις επιμορφώσεις δημοσιογράφων. Βέβαια, τα fake news αφορούν και τα ίδια τα ΜΜΕ, με τον έλεγχο και την επαλήθευση ειδήσεων να αποτελούν αδιαμφησβήτητα καίρια ζητήματα, όπως και η αλλαγή του ειδησεογραφικού μοντέλου. Τέλος, τα Πανεπιστήμια συμβάλλουν με τη διάχυση της σχετικής έρευνας, ενώ οι τελικοί αποδέκτες, οι πολίτες, με την προσεκτική επιλογή των πηγών -ενδεχομένως την επιλογή παραπάνω της μιας πηγής- και την εμπιστοσύνη προς τα επαγγελματικά ΜΜΕ.
Από την πλευρά τους, τα ελληνικά ΜΜΕ ήταν ένας πολύτιμος και σημαντικός παράγοντας, που συνέβαλε στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Όπως και σε κάθε κρίση, η έγκυρη ενημέρωση είναι αποφασιστικό στοιχείο για την αντιμετώπισή της, καθώς συμβάλλουν στην ανάπτυξη αντίστοιχων στάσεων στο κοινό και την αντιμετώπιση φαινομένων πανικού, φημολογίας, κλπ.
Οι δημοσιογράφοι ήταν από τις επαγγελματικές ομάδες που ήταν στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης του κορονωιού μαζί με άλλους επαγγελματίες -κάτι που θα πρέπει να αναγνωριστεί.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία σχετικά με τα social media. Το πρώτο διάστημα η χρήση των κοινωνικών δικτύων ως κύρια πηγή ενημέρωσης ήταν σημαντικά μειωμένη, απόρροια της στροφής του κοινού στα επαγγελματικά ΜΜΕ. Συγκριτικά δηλαδή με το 62% που δήλωνε το 2019 ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν η κύρια πηγή ενημέρωσης τους το ποσοστό αυτό υποχωρεί στο 32%. Ο ρόλος τους εξακολουθεί να είναι σημαντικός ως πλατφόρμα διασύνδεσης και διαμοιρασμού ειδήσεων, ωστόσο θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ζητήματα που σχετίζονται με τον περιορισμό της παραπληροφόρησης. Facebook, Twitter, κλπ ανέλαβαν σημαντικές πρωτοβουλίες, για να περιοριστεί η παραπληφόρηση, ειδικά σε ό,τι αφορά τον κορωνοϊό, καθώς ήταν κοινός τόπος ότι απειλούσε ευθέως και άμεσα τη δημόσια υγεία.
Ο δημοσιογράφος μπορεί να εξασφαλίσει την ορθότητα μιας είδησης, ώστε να μην αναπαράγει ψευδείς ειδήσεις, με επικαιροποίηση των γνώσεων του, χρήση πολλαπλών πηγών, ρεπορτάζ και όχι αντιγραφή ειδήσεων. Αυτό όμως σημαίνει ότι θα πρέπει να υποστηρίζεται από αντίστοιχες επιλογές των οργανισμών που δημοσιεύουν την είδηση προς την κατεύθυνση αυτή. Ταυτόχρονα, σημαντικός είναι ο ρόλος των δημοσιογραφικών ενώσεων, που θα πρέπει να διασφαλίσουν και να υποστηρίξουν τη μετάβαση προς ένα νέο μοντέλο, το οποίο θα περιλαμβάνει παρεμβάσεις δια βίου εκπαίδευσης.
Τι να περιμένουμε για το μέλλον των ΜΜΕ στην Ελλάδα;
Πριν την πανδημία, με σχετική εξαίρεση στα ψηφιακά μέσα, είχε διαπιστωθεί η αναγκαιότητα αλλαγής του υπάρχοντος δημοσιογραφικού μοντέλου, καθώς και η κρίση που αυτό αντιμετώπιζε. Ειδικά για τον έντυπο τύπο, η κατάσταση είναι περισσότερο κρίσιμη, καθώς θα πρέπει η μετάβαση στο ψηφιακό περιβάλλον να δημιουργεί και ένα βιώσιμο μοντέλο. Αυτό είναι το κύριο ζητούμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί, όχι μόνο από τον Τύπο, αλλά γενικότερα -και από τα υπόλοιπα ΜΜΕ. Η επόμενη μέρα μετά τον κορωνοϊό θέτει το ζήτημα αυτό της αλλαγής του οικονομικού μοντέλου για όλα τα ΜΜΕ.