Κατερίνα Ευαγγελάτου: «Μια γυναίκα για να επιβληθεί δεν χρειάζεται να βγάλει τα τακούνια και το φουστάνι»
Η Κατερία Ευαγγελάτου είναι μια δυναμική νέα γυναίκα, αστικής καταγωγής και μόρφωσης, με ταλέντο, προσωπικότητα και στιλ. Είναι σκηνοθέτις. Από το 2019 είναι η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου. Φοίτησε στη Δραματική του Εθνικού, έκανε μεταπτυχιακά στο Λονδίνο και τη Μόσχα. Κόρη του Σπύρου Ευαγγελάτου και της Λήδας Τασοπούλου, βίωσε την έννοια της απώλειας από νωρίς –μέσα στην τελευταία 15ετία έχασε τους γονείς και τον αδελφό της. Ζει στην Αθήνα με τον σύντροφό της.
«Ήμουν κοινωνικό παιδί αλλά μου άρεσε και η μοναξιά μου, το διάβασμα. Ως τα έξι ήμουν μοναχοπαίδι, με τον αδελφό μου είχαμε έξι χρόνια διαφορά -έζησα πολύ μόνη μου ως παιδί και η φαντασία μου ήταν το καταφύγιό μου. Σίγουρα, όταν ζεις σε ένα σπίτι με τοίχους-βιβλιοθήκες και βλέπεις τους γονείς σου να διαβάζουν, δεν μπορείς να μην επηρεαστείς. Ένα είναι σίγουρο: Δεν με έσπρωξαν ποτέ οι γονείς μου. Υπήρχε μια έμφυτη κλίση, σχεδόν αυτονόητη, για το θέατρο, αλλά και για τη λογοτεχνία, την τέχνη.
Νομίζω ότι η δουλειά των γονιών μου ήταν μέρος της ύπαρξής μου. Από ημερών πήγαινα μαζί τους περιοδεία, στο εξωτερικό, στην Επίδαυρο. Έβλεπα τη μαμά μου τη μια να με θηλάζει και μετά να ανεβαίνει στην σκηνή να παίζει κι έλεγα "μαμά". Πώς να το ξεχωρίσεις αυτό; Έβλεπα τον μπαμπά μου να με κρατάει στα γόνατά του για να δούμε τη μαμά να παίζει και μετά από λίγο να με αφήνει για να υποκλιθεί στην σκηνή.
Σκηνοθετούσα τους συμμαθητές μου από το δημοτικό –όσο κλισέ κι αν ακούγεται αυτό. Οργάνωνα παραστασούλες στο διάλειμμα. Στο εξοχικό μας στα Βίλια έκανα το ίδιο με τον αδελφό μου και τα ξαδέλφια μου είτε από έργα που γράφαμε είτε από βιβλία. Καλούσαμε τους γείτονες, κόβαμε εισιτήρια.
Στην πρώιμη εφηβεία μου πέρασα μια τεράστια κρίση. Έλεγα ότι δεν θα ασχοληθώ με το θέατρο κι ότι μου αρέσει ο κινηματογράφος –δεν πήγα και πολύ μακριά- ή η διαφήμιση. Μετά πέρασα στην Φιλοσοφική, ήθελα να έχω μια ευρεία παιδεία, αλλά τελικά με κέρδισε το θέατρο».
«Οι γονείς μου ήταν πολύ απλοί άνθρωποι, προσγειωμένοι, και όσοι τους γνώρισαν το ξέρουν αυτό. Κάναμε διακοπές μεταξύ μας και μαζί με την Δάφνη Ευαγγελάτου, την αδελφή του μπαμπά μου, και τον άντρα της, τον συνθέτη Στέφανο Γαζουλέα, σε πολύ στενό κύκλο. Ήμασταν μια κανονική οικογένεια με τις πολύ ειδικές συνθήκες μιας τέτοιας πραγματικότητας –δεν τρώγαμε μαζί τα μεσημέρια, δεν ήμασταν συνήθως όλοι μαζί και, αντί για τα Σαββατοκύριακα εμείς είχαμε τις Δευτέρες... Τα Σαββατοκύριακα μας έπαιρναν οι παππούδες μας για να πάμε στα Βίλια ή για μπάνιο τα καλοκαίρια. Γιατί τα καλοκαίρια οι γονείς μας δούλευαν σαν τρελοί για την Επίδαυρο και μετά στις περιοδείες -συχνά όμως μας έπαιρναν μαζί. Διακοπές κάναμε στο τέλος του καλοκαιριού, πριν το σχολείο. Βέβαια και μας έλειψαν, γιατί ήταν δύο άνθρωποι που δούλευαν πολύ. Αλλά συνέβαινε και σ΄ άλλες οικογένειες.
Ο αδελφός μου, ο Αντίοχος, έγραφε καταπληκτικούς στίχους, μουσική, τραγουδούσε και είχε μια τρομερή δυνατότητα να σκαρώνει επιτόπου ρίμες και στιχάκια, αυτοσχεδίαζε. Ήταν ένα σπινθηροβόλο πνεύμα, είχε και το ταλέντο να κάνει φίλους όπου και αν βρισκόταν.
Είχαμε πολλά ερεθίσματα μέσα από το σπίτι και τις συναναστροφές, τη μουσική που ακούγαμε, τα βιβλία που διαβάζαμε, τις παραστάσεις και τα ταξίδια που πηγαίναμε μαζί τους, τα μουσεία...».
«Πολλές φορές σκέφτομαι πώς άλλαξαν τα πράγματα μέσα στη ζωή μας. Ποτέ η ζωή δεν σε προετοιμάζει για αυτό που πρόκειται να έρθει. Δεν ξέρω τι άλλο να πω, ειλικρινά. Ο πατέρας μου ήταν πιο κοντά σε μια ηλικία που μπορούσες να συμφιλιωθείς με την ιδέα του θανάτου.
Φυσικά και υπάρχουν πράγματα μέσα μου που δεν έχω λύσει, δεν ξέρω αν λύνονται όλα αυτά -απώλειες, αρρώστιες- ή αν απλώς τα καταπίνεις και προχωράς. ΄Η αν τα συνηθίζεις κάπως και κάποια στιγμή μπορεί να ξαναβγούν στην επιφάνεια. Αναγκάζεσαι να τα τοποθετήσεις κάπου. Είναι αυτό που λέει ο Σεφέρης "δέσαμε την καρδιά μας και μεγαλώσαμε". Πρέπει να προχωρήσεις.
Ναι, σε προσωπικό επίπεδο με ενδιαφέρει η οικογένεια. Πάντα, όταν κανείς σκέφτεται το μέλλον βγαίνουν φόβοι και ανασφάλειες, ιδιαιτέρως όταν συζητάς για το αν θα φτιάξεις οικογένεια. Γιατί αυτομάτως δημιουργεί, εκτός από το αίσθημα χαράς, και μια ευθύνη. Πόσο μπορώ να είμαι εκεί, αν θα είμαι καλός γονιός, κι είναι δύσκολο να απαντηθούν. Ιδιαιτέρως από έναν άνθρωπο όπως εγώ που εργάζεται πολύ σκληρά.
Πάντα, όταν κανείς σκέφτεται το μέλλον βγαίνουν φόβοι και ανασφάλειες
Τι κρατάω από τον πατέρα μου, τη μητέρα μου και τον αδελφό μου; Δύσκολο να απομονώσω κάτι -είναι τόσα πολλά αυτά που σήμαιναν για μένα, τους κρατώ μέσα μου. Όπως και τη λατρεμένη μου γιαγιά, την Καίτη, που έχασα πριν ενάμιση χρόνο, και η απουσία της δεν συνηθίζεται. Είχαμε πάρα πολύ στενή σχέση.
Οι σπουδές που έκανα μετά τη Δραματική του Εθνικού, στο Λονδίνο και τη Μόσχα, ήταν ένας μεγάλος θησαυρός: Γνώρισα τους ανθρώπους που γνώρισα, είδα τις παραστάσεις που είδα. Και δεν είναι μόνο η σπουδή, αλλά και όλες οι δυνατότητες που σου δίνονται σε μια άλλη χώρα. Η Αγγλία μου έδωσε την ευκαιρία να σπουδάσω, έχοντας δίπλα μου συμφοιτητές από όλα τα μέρη της γης. Επιπλέον, το Λονδίνο είναι μια μητρόπολη. Είδα σπουδαίες παραστάσεις σε καθημερινή βάση, πήγα στα μουσεία. Ένας από τους θεματικούς κύκλους στις σπουδές μου για το Μάστερ στο Λονδίνο, ήταν να πάμε στη Ρωσία για το ρωσικό θέατρο. Όταν αυτό τελείωσε, είπα ότι εγώ θέλω να ξαναγυρίσω εκεί. Έκανα υπερεντατικά μαθήματα στα ρωσικά, έμαθα να μιλάω και να συνεννοούμαι, για να μπορέσω να περάσω τις εξετάσεις. Και την επόμενη χρονιά πήγα.
Σε όλο αυτό με είχε βοηθήσει κι η θητεία μου στην Πειραματική Σκηνή του Στάθη Λιβαθινού, γιατί μας είχε φέρει σε επαφή με Ρώσους καθηγητές. Στη Μόσχα η μέθοδος ήταν διαφορετική: ένα ολόκληρο σύστημα διέπει το σκεπτικό της σχολής και τους καθηγητές. Όλοι ακολουθούν ενιαίους κανόνες. Είδα σπουδαίες παραστάσεις».
«Είμαι αυθόρμητος άνθρωπος, καμιά φορά παραπάνω από όσο πρέπει. Ελεύθερη; Ναι, καλλιτεχνικά είμαι ελεύθερη.
Όταν μεγαλώνεις σε ένα περιβάλλον όπως το δικό μου, σιγά-σιγά συνειδητοποιείς την κληρονομιά. Και οπωσδήποτε σού δημιουργείται η σκέψη γύρω από αυτή την κληρονομιά και πώς την πας παρακάτω. Κι αυτό το λέω και προσωπικά και καλλιτεχνικά. Επέλεξα συνειδητά και να την τιμήσω και να προσπαθήσω να συνεχίσω σε έναν δικό μου δρόμο, με τα δικά μου εφόδια. Κάποιος που ξέρει τη ζωή μου και την πορεία μου μπορεί να το δει αυτό. Ένα πράγμα μπορώ να πω: Ότι η καταγωγή μου με έκανε να προσπαθήσω δέκα φορές περισσότερο γιατί, ακριβώς επειδή προέρχομαι από μια οικογένεια που είχε ένα σπουδαίο έργο, ήξερα ότι ο κόσμος θα είναι δύσπιστος απέναντί μου. Ήξερα ότι με περίμεναν όλοι με ένα δίκανο γιατί έλεγαν ότι ακολουθώ τον εύκολο δρόμο. Όχι, ο δρόμος μάλλον είναι πιο δύσκολος για μια περίπτωση σαν τη δική μου...
Είμαι αυθόρμητος άνθρωπος, καμιά φορά παραπάνω από όσο πρέπει
Οι γονείς μου και κυρίως η μαμά μου με προειδοποίησε για όλο αυτό. Εκείνη, επειδή έφαγε μεγάλο πόλεμο ως γυναίκα του Ευαγγελάτου -και πιστεύω ότι αδικήθηκε τρομερά και με στενοχωρεί- προσπαθούσε να με προφυλάξει. Γιατί ήξερε ότι, αν εκείνη έφαγε έναν πόλεμο εγώ θα φάω δύο -αξίζω δεν αξίζω. Μου έλεγε μισοαστεία μισοσοβαρά να μην ασχοληθώ με το θέατρο. Ο μπαμπάς μου ήταν πιο cool κι έλεγε ότι ξέρω τι κάνω. Κι οι δύο τους ήταν συγκροτημένοι άνθρωποι που υπηρετούσαν την τέχνη τους με την ίδια πειθαρχία και την ίδια αγάπη, πράγμα που κληρονόμησα.
Και εγώ έχω φάει πόλεμο και τώρα σ΄ αυτή την θέση η έκθεση αυξάνεται. Πολύ περισσότερο επειδή κάνω και αντισυμβατικά πράγματα. Αγαπάω πολύ την σκηνοθεσία όπως και τώρα την αποστολή μου στο Φεστιβάλ. Παρόλο που η συγκυρία είναι δραματική, όχι μόνον για μένα, αλλά και για όλη την ομάδα του Φεστιβάλ –δεν είμαι μόνη μου, δουλεύουν πολλοί άνθρωποι-, πιστεύω πολύ στη δύναμη αυτού του θεσμού, στην ιστορία που κουβαλάει, στα πράγματα που έχουν συμβεί τα τελευταία 67 χρόνια και έχω μεγάλη πίστη στο τι μπορεί να καταφέρουμε στο μέλλον. Στεναχωριέμαι που τα δύο πρώτα χρόνια φαγώθηκαν μέσα σε μια τεράστια τρικυμία συνεχών ανατροπών.
Αν θα επιδιώξω μια νέα τριετία στο Φεστιβάλ; Δεν το αποκλείω, αλλά αυτή την στιγμή δεν μπορώ να το συζητήσω. Θα δούμε.
Αποδεχόμενη την θέση της καλλιτεχνικής διευθύντριας δεν ακύρωσα την καλλιτεχνική μου ιδιότητα. Στεναχωριέμαι που λόγω της παγκόσμιας συγκυρίας δεν μπόρεσα να σκηνοθετήσω και νιώθω ότι είναι αφύσικο. Ανυπομονώ να ξανασκηνοθετήσω, νιώθω ότι είμαι μισή αυτή την στιγμή. Είναι συναρπαστική η επαγγελματική μου ζωή με το Φεστιβάλ, αλλά μου λείπει η σκηνοθεσία.
Δεν είμαι άνθρωπος που του αρέσει να λύνει τις διαφορές του μέσω Facebook, δεν το βρίσκω γόνιμο. Δεν με εκφράζει. Και θεωρώ ότι τελικά μόνο σε κακό βγάζει. Οι συζητήσεις είναι καλό να ανοίγονται σε παρέες, σε κύκλους. Δεν πιστεύω ότι τα social προσφέρονται για ουσιαστικό διάλογο».
«Οι καταγγελίες στο θέατρο ήταν προφανώς η στιγμή που έσκασε κάτι που έβραζε χρόνια. Και μέσα στην τρομερή πίεση που ζήσαμε οι καλλιτέχνες, βγήκαν στην επιφάνεια πράγματα που καταπιέζονταν καιρό. Εύχομαι όλο αυτό να οδηγήσει σε μια μεγαλύτερη συνειδητοποίηση του τι σημαίνει να δουλεύεις μαζί με άλλους ανθρώπους, πώς να σεβαστείς τον άλλον πάνω στην δουλειά. Είναι κρίμα που στοχοποιήθηκε ο χώρος. Υπήρξε και μια μερίδα των δημοσιογράφων που δεν το χειρίστηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε να βγει το θέατρο κερδισμένο. Ναι, και του θεάτρου ίσως, αλλά ο τύπος και η τηλεόραση έχουν μεγαλύτερη δύναμη. Και ορισμένοι ρεπόρτερ θα μπορούσαν να το χειριστούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη βγει ότι το μόνο σαθρό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας είναι το ελληνικό θέατρο. Μας έκανε κακό –ακόμα και κάποιοι άνθρωποι που ήθελαν να ενισχύσουν οικονομικά μια παράσταση επηρεάστηκαν -κι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο.
Μην παρεξηγηθώ όμως: Προφανώς και έπρεπε να ακουστούν αυτά που ακούστηκαν, αλλά παίζει ρόλο και ο τρόπος που έγιναν αυτές οι καταγγελίες. Το ΣΕΗ τα χειρίστηκε πολύ καλά, κινήθηκε με τον τρόπο που έπρεπε, στα όργανα, στην Δικαιοσύνη.
Αν σοκαρίστηκα; Ναι, με τα περισσότερα σοκαρίστηκα πολύ. Αλλά πως αλλιώς; Δεν είχα αίσθηση του μεγέθους των πραγμάτων. Πιστεύω ότι τώρα η κοινωνία βρίσκεται σε μια άλλη εγρήγορση. Μετά από αυτές τις τολμηρές αποκαλύψεις από ανθρώπους που έχουν υποφέρει, σίγουρα αν υπάρχουν άνθρωποι που σκέφτονταν να συμπεριφερθούν αναλόγως, θα το σκεφτούν διπλά. Δεν μπορείς να εξαλείψεις την εμφάνιση τέτοιων περιστατικών, γιατί, κατ' εμέ, κάποια από αυτά σχετίζονται με την εξουσία και τα εξουσιαστικά ένστικτα. Δεν είναι όλα τα περιστατικά ίδια. Σίγουρα όμως το κομμάτι της εξουσίας οξύνει τέτοιες παθολογικές συμπεριφορές. Αλλά να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Είναι εντελώς διαφορετικό να μιλούμε για παραβατικές συμπεριφορές και εντελώς άλλο για μια σκληρή ή απαιτητική διαδικασία πρόβας».
Το Φεστιβάλ και η μόδα
«Πάντα πρόσεχα την εμφάνισή μου και πάντα μου άρεσε να είμαι περιποιημένη, στην πρόβα, σε μια δημόσια εμφάνιση, μια πρεμιέρα. Με κάνει να νιώθω καλά. Πάντα με ενδιέφερε το ωραίο ντύσιμο χωρίς να ακολουθώ τυφλά τη μόδα. Είχα πάντα ένα μάτι να ενημερώνομαι, να κοιτάω.
Οι τέχνες είναι πολλά πράγματα. Και οι δημιουργοί δεν εμφανίζονται μόνον στο θέατρο, τη μουσική, τον χορό. Θεωρώ δημιουργούς και τους σχεδιαστές. Τη φετινή χρονιά ξεκινήσαμε στο Φεστιβάλ τις "Μορφές", ένα εργαστήρι που συνέδεσε τη μόδα με το αρχαίο δράμα. Κι αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ και βλέπω ότι διεθνώς υπάρχει στους καλλιτεχνικούς οργανισμούς ένας εναγκαλισμός με τη μόδα σε διάφορα πρότζεκτ. Το θεωρώ γόνιμο.
Φέτος, σκεφτήκαμε ότι είναι πολύ καλή στιγμή να συνεργαστώ με αγαπημένους Έλληνες σχεδιαστές και σχεδιάστριες και να προβληθεί και η δική τους δουλειά με άλλον τρόπο. Είναι μια συγκεκριμένη ανάγκη: όπως κάνουμε τα πάντα για τους Έλληνες δημιουργούς των τεχνών, γιατί όχι και για την προβολή των Ελλήνων σχεδιαστών, που επίσης υπέφεραν από τις συνέπειες της πανδημίας και δεν έδειξαν τη δουλειά τους. Έτσι, μου εμπιστεύονται για λίγο κάποια ρούχα τους για τις δημόσιες εμφανίσεις μου. Είμαι πολύ ευγνώμων και τους ευχαριστώ. Aυτό λοιπόν είναι ένα συγκεκριμένο πρότζεκτ, το #greekdesigners. Έχουμε σπουδαία ταλέντα, πολλά από αυτά περνούν και στο θέατρο ή τον χορό. Κι αυτή η σχέση με τη μόδα θα αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια μέσα στο Φεστιβάλ.
«Στην Ελλάδα λειτουργεί ακόμα ένας δισταγμός σε σχέση με την μόδα, ένα ταμπού, ότι δεν είναι δημιουργοί. Προσπαθώ να το σπάσω. Το ίδιο ταμπού υπάρχει και σε σχέση με το ωραίο ντύσιμο.
Στην εφηβεία μου δεν με ενδιέφερε πολύ η εμφάνισή μου ούτε στα χρόνια της σχολής. Κάθε ηλικία της γυναίκας είναι διαφορετική, αλλιώς στα 20, αλλιώς στα 40. Τώρα θεωρώ ότι εκπροσωπώ και έναν θεσμό, υποδέχομαι την πολιτική ηγεσία της χώρας, καλλιτέχνες από όλη την γη, το κοινό. Για μένα είναι και ένας σεβασμός απέναντι στον θεσμό. Δεν θα μπορούσα να είμαι με τη φόρμα.
Κάποιους τους παραξενεύει ότι μπορεί μέσα στην πολλή δουλειά η καλλιτεχνική διευθύντρια να είναι καλοντυμένη. Βλέπω κι ένα ταμπού λίγο σεξιστικό, για να είμαι ειλικρινής. Μια διάθεση οπισθοδρομικής κριτικής, ότι όποιος προσέχει πώς ντύνεται είναι "ελαφρύς".
Είναι δύσκολο για μια γυναίκα σε μια τέτοια θέση να μη χάσει την θηλυκότητά της, να χάσει αυτή της την ανάγκη. Προσωπικά, με έχει βοηθήσει ψυχικά, και σε άλλες δύσκολες στιγμές της ζωής μου, να μην αφήνομαι. Κι ένα άλλο κομμάτι μου αφορά στην αντίσταση στη νοοτροπία ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι άπλυτος, να μην προσέχει τον εαυτό του γιατί δεν προλαβαίνει ή γιατί αυτά τα πράγματα ανήκουν σε μια σφαίρα ελαφρότητας».
«Πως νιώθει μια νέα γυναίκα, αστή, γόνος οικογενείας και κουλτουριάρα; Έχω φάει πόλεμο για πολλά. Ξεκίνησα 26 χρόνων, ούσα κόρη του Σπύρου Ευαγγελάτου και τη Λήδας Τασοπούλου, ούσα γυναίκα και σε έναν εντελώς ανδροκρατούμενο χώρο, αυτόν την σκηνοθεσίας. Είχα πολλά μέτωπα ανοιχτά. Τώρα που είμαι σ' αυτή την θέση, νομίζω ότι είναι πια φανερή η αγάπη μου γι' αυτό που κάνω, το πάθος με το οποίο το κάνω και πόσο αγαπώ τους συνεργάτες μου και νιώθω ότι αυτή είναι η ανάγκη της ζωής μου –να φτιάχνουμε παραστάσεις. Παράλληλα, όμως, βλέπω ανθρώπους να το αντιμετωπίζουν με δισταγμό γιατί είμαι, ας πούμε, καλοντυμένη.
Νιώθω ότι έχω πια αποδείξει ποια είμαι. Κλείνω δέκα πέντε χρόνια στην σκηνοθεσία και η πρώτη μου ιδιότητα παραμένει "καλλιτέχνης". Τώρα βρίσκομαι και σ' αυτή τη θέση. Νιώθω ότι έχω κερδίσει τον σεβασμό μέσα από τις δουλειές και τις παραστάσεις μου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συνέχεια δεν περνάω εξετάσεις. Σχετίζεται με το φύλο μου και την ηλικία μου -είμαι η νεότερη που έχει περάσει από μια τέτοια θέση- και φυσικά με την καταγωγή μου. Στην Ελλάδα υπάρχει μια δυσπιστία απέναντι στο κομμάτι και της καταγωγής. Αν συνεχίζεις την τέχνη των γονιών σου μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν αξίζεις.
Τα ίδια χαρακτηριστικά που σε μια γυναίκα θεωρούνται μείον, σε έναν άντρα είναι τα προτερήματα ενός μεγάλου ταλέντου
Τα τελευταία χρόνια επισημαίνω ότι τα ίδια χαρακτηριστικά που σε μια γυναίκα θεωρούνται μείον, τελειομανής, πειθαρχημένη, ξέρει τι θέλει, οργανωτική, σε έναν άντρα είναι τα προτερήματα ενός μεγάλου ταλέντου. Αυτό είναι καθαρά σεξισμόςκι αυτό για το οποίο πρέπει να παλέψουμε, ταυτόχρονα με το γεγονός ότι μια γυναίκα για να επιβληθεί δεν χρειάζεται να βγάλει τα τακούνια και το φουστάνι. Δεν χρειάζεται να αποποιηθεί την θηλυκή της πλευρά –εκτός αν το θέλει η ίδια. Μια γυναίκα μπορεί να είναι όπως της αρέσει.
Είναι τρομερό: Κανένας δεν είναι ποτέ ικανοποιημένος με μια γυναίκα σε τέτοια θέση. Είτε θα κάνει την δουλειά της και θα λέμε ότι είναι bitch είτε θα λέμε ότι είναι μαλακή γιατί είναι... γυναίκα. Στους άντρες αυτό δεν υπάρχει. Έχουμε να παλέψουμε διπλά οι γυναίκες».
«Φυσικά και υπάρχει στη ζωή μου ένα προσωπικό κομμάτι. Έχω την ευτυχία να έχω δίπλα μου έναν άνθρωπο, τον σύντροφό μου, εδώ και επτά χρόνια. Έχουμε χτίσει μια πολύ αρμονική σχέση, ζούμε μαζί. Χωρίς τη στήριξη του Αλέξανδρου πάντως, δεν θα τα είχα βγάλει πέρα –ιδίως τα δύο τελευταία χρόνια, με ένα θεσμό που διαχειρίζεται έναν τεράστιο όγκο πραγμάτων.
Τι μου δίνει έμπνευση; Για να εμπνευστώ χρειάζομαι ηρεμία, κάτι που λείπει το τελευταίο διάστημα, για να ανοίξουν οι κεραίες μου. Χρειάζομαι χαλαρότητα εν εγρηγόρσει... Όταν βρίσκομαι σ' αυτή την κατάσταση μπορώ να εμπνευστώ από όλα, τη φύση, άλλους καλλιτέχνες, διάφορα είδη τεχνών και τεχνικών, συζητήσεις, ταξίδια. Κι όταν βρίσκομαι στη διαδικασία έρευνας μιας παράστασης, το ένα με οδηγεί στο άλλο.
Ο "Αμλετ" που ανέβηκε στο Αμφι-Θέατρο ήταν ένα ειδικό εγχείρημα σχεδιασμένο για τον συγκεκριμένο χώρο, μια κάθετη συνομιλία με τον πατέρα μου. Κι ευχαριστώ ιδιαίτερα τους παραγωγούς που ρίσκαραν για να πραγματοποιηθεί, τον Κρίστιαν Χατζημηνά, τον Γιώργο Λυκιαρδόπουλο, τον Παναγιώτη Γεροδήμο.
Ο "Άμλετ" ήταν από τις αγαπημένες παραστάσεις μου, όπως κι η "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή μια τεράστια επιτυχία της μητέρας μου στα πέρατα της γης κι ακόμα "Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες", το "Απόψε αυτοσχεδιάζουμε" και πόσες ακόμα. Αλλά και οι "Επιτρέποντες": Ήμουν επτά χρόνων, και είχα ζητήσει μόνη μου από τους γονείς μου να συμμετάσχω».