Η δικαίωση της Μελέκ Ιπέκ είναι σταθμός για την κακοποίηση των γυναικών στην Τουρκία
Πριν από 108 μέρες σε κάποια γειτονιά της Τουρκίας, μια γυναίκα δεμένη, με πρησμένo πρόσωπο και γεμάτο μώλωπες, τηλεφωνούσε στην αστυνομία για να δηλώσει πως σκότωσε τον άνδρα της σε αυτοάμυνα.
Ήθελε να προστατέψει τα δύο ανήλικα κοριτσάκια της, έξι και οχτώ ετών αντίστοιχα, αλλά και τον εαυτό της, από τον άνθρωπο που την κακοποιούσε επί δεκατέσσερα χρόνια. Το ίδιο βράδυ, η Μελέκ Ιπέκ οδηγήθηκε στην φυλακή. Το μόνο που δήλωσε στον δικηγόρο της ήταν: «Απόψε, εδώ, δεν θα με δείρει κανείς...». Κατά την περίοδο της φυλάκισής της δεν της προσφέρθηκε ιατρική ή ψυχολογική βοήθεια από κανέναν.
Μια εβδομάδα νωρίτερα, η τουρκική κυβέρνηση έχει αποσυρθεί από τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, που υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη το 2011. Ο Ερντογάν έκανε λόγο για μία «λανθασμένη και ελλιπή» σύμβαση, που προσβάλλει βάναυσα τη παραδοσιακή εικόνα των δύο φύλων. Οι δηλώσεις του είχαν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και είχαν κινητοποιήσει φεμινιστικές οργανώσεις ανά τον κόσμο. Η περίπτωση της Μελέκ, που το όνομα της σημαίνει «άγγελος», ενέτειναν τις διαμαρτυρίες, ασκώντας πιέσεις για την αθώωσή της.
Συνήθως στην Τουρκία, η αυτοάμυνα δεν αναγνωρίζεται στις γυναίκες και η κακοποίηση θεωρείται σχεδόν φυσιολογική, μια πραγματικότητα για την οποία όλοι μιλούν ανοιχτά και την αποδέχονται ως αναπόσπαστο κομμάτι της συζυγικής ζωής.
Το Ποινικό Δικαστήριο της Αττάλειας τελικά δικαίωσε τη Μελέκ με μια ιστορική απόφαση, που θεωρείται σημαντική για τη θέση των γυναικών. Εκείνη, μετά από καιρό, με δάκρυα στα μάτια αγκάλιασε τις κόρες της, οι οποίες όλο αυτό το διάστημα έμεναν με τη γιαγιά τους. Τα κορίτσια όταν κατάλαβαν τι έχει συμβεί, απλώς ρώτησαν ανακουφισμένα: «Δηλαδή πια δεν θα μας κακοποιήσει κανείς;». Πλέον το μόνο που θέλουν και οι τρεις τους είναι να κοιμηθούν αγκαλιασμένες και να απολαύσουν την ελευθερία τους.
Μέσα σε 19 σελίδες που υπέβαλε στη δικαιοσύνη, η Μελέκ περιέγραψε αναλυτικά τα φρικτά βασανιστήρια που υπέφερε για χρόνια στα χέρια του Ραμάζαν, του συζύγου της, ο οποίος συστηματικά την εξευτέλιζε, ασκούσε πάνω της σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία και την υπέβαλε σε σαδιστικές δοκιμασίες μπροστά στα μάτια των παιδιών της. Είναι ανώφελο να ρωτήσει κανείς γιατί δεν έφευγε. Δεν έφυγε γιατί φοβόταν, γιατί ήξερε πως κανείς δεν θα την ακούσει, κανείς δεν θα την προστάτευε, όλοι θα την κατηγορούσαν, λέγοντας πως ήταν κακή μητέρα και σύντροφος.
Έτσι δεχόταν βάναυσα χτυπήματα, αναγκαζόταν να κοιμάται γυμνή στα πλακάκια του μπάνιου, δεμένη με χειροπέδες, ακούγοντας τα παιδιά της να κλαίνε στο διπλανό δωμάτιο. Μέχρι και βιασμό είχε υποστεί, ενώ κειτόταν αναίσθητη. Τη μοιραία μέρα, ο Ραμαζάν κατά την προσφιλή του συνήθεια, την απείλησε με μια καραμπίνα. Η Μελέκ για ένα διάστημα δεν άκουγε τις φωνές των παιδιών. Νόμιζε πως τα έχει σκοτώσει... Κάποια στιγμή στο σπίτι, που είχε μετατραπεί σε τόπο βασανιστηρίων, ήχησε το κλάμα τους. Εκείνη αισθάνθηκε ανακούφιση, που ήταν ακόμα ζωντανές. Εκείνος πήγε να τις «συνετίσει», η Μελέκ κατάφερε να πιάσει το όπλο. Όταν ο βασανιστής της γύρισε στο δωμάτιο που την κρατούσε αιχμάλωτη, η σφαίρα εκπυρσοκρότησε.
Η νεαρή γυναίκα στην κατάθεσή της δηλώνει ξεκάθαρα πως δεν ήθελε να τον σκοτώσει, ήθελε απλώς να προστατέψει τα παιδιά. Αν δεν το είχε κάνει, τώρα ίσως οι τρεις τους να ήταν νεκρές. Η ίδια εξομολογήθηκε πως πολλές φορές είχε σκεφτεί να αυτοκτονήσει πριν γίνει μητέρα, καθώς ο σύζυγός της ήταν πάντα κακοποιητικός απέναντί της. Όταν απέκτησε παιδιά, απλώς ήλπιζε πως μια μέρα θα τους άφηνε και θα τελείωνε το μαρτύριο της.
Κι όμως, ακόμα και τώρα η Μελέκ για πολλούς στην πατρίδα της θεωρείται «φόνισσα». Η οικογένεια του Ραμαζάν άλλωστε κάνει λόγο για «σκόπιμο δόλο» κι αρνείται να δεχτεί την αλήθεια. Για άλλους είναι μια γυναίκα σύμβολο...
Φεμινιστικές ομάδες και οργανώσεις για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών, που απαιτούσαν τη άμεση αποφυλάκισή της, υποδέχτηκαν με ανακούφιση την απόφαση του δικαστηρίου, που έλαβε υπόψη τις καταθέσεις των μαρτύρων και κυρίως των παιδιών της, αν κι ο εισαγγελέας είχε ζητήσει να της επιβληθεί ποινή κάθειρξης έξι ετών.
«Η απόφαση αυτή επιτρέπει σε όλη τη χώρα να αναπνέει με ανακούφιση», ήταν τα λόγια του δικηγόρου της, Αχμέντ Οναράν, όταν ανακοινώθηκε η ετυμηγορία. Όμως η απειλή ακόμα δεν έχει εξαλειφθεί. Τον προηγούμενο χρόνο, στη χώρα καταγράφηκαν 312 γυναικοκτονίες, σύμφωνα με την οργάνωση We Will Stop Femicide, οι οποίες καταγγέλθηκαν και στοιχειοθετήθηκαν. Η υπόθεση όμως της Μελέκ δίνει μια ελπίδα σε όλες τις γυναίκες που κακοποιούνται, προτρέποντας τις να τολμήσουν να ορθώσουν το ανάστημα τους, ενώ ταυτόχρονα ευαισθητοποιεί την κοινή γνώμη να σταθεί στο πλευρό τους.