Γκρέις Κέλι: Ζωή σαν παραμύθι ή μια θλιμμένη πριγκίπισσα που έζησε σε ένα χρυσό κλουβί;
Κανένα από τα παραμύθια του Χόλιγουντ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τη ζωή ενός από τα πιο αγαπημένα του παιδιά, της εκτυφλωτικά όμορφης Γκρέις Κέλι, που αναγκάστηκε να αφήσει τα κινηματογραφικά σετ για τον θρόνο του Μονακό.
Λανθασμένα βέβαια πολλοί έχουν συγκρίνει την περίπτωσή της με αυτή της Σταχτοπούτας. Η Κέλι όμως που γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου του 1929 δεν ήταν ένα φτωχό κορίτσι που την ερωτεύτηκε ο πρίγκιπας, αλλά γόνος μιας εύπορης οικογένειας. Ο πατέρας της ήταν Ολυμπιονίκης στην κωπηλασία, πολιτικός και από τους πιο έμπιστους του Λευκού Οίκου, ενώ η μητέρα της ήταν διάσημη προπονήτρια. Η ίδια από μικρή ανατράφηκε σε καθολικό περιβάλλον και έλαβε εξαιρετική εκπαίδευση. Ο ένας της θείος, ο Τζορτζ Κέλι, ήταν βραβευμένος με Πούλιτζερ συγγραφέας και ο άλλος, ο Γουόλτερ Κέλι, σταρ της επιθεώρησης, από τον οποίο η νεαρή Γκρέις φαίνεται πως κόλλησε «το μικρόβιο» της υποκριτικής.
Όταν ανακοίνωσε στους γονείς της την απόφαση να πάει σε δραματική σχολή, εκείνοι έπεσαν από τα σύννεφα. Μάλιστα λέγεται πως ο πατέρας της της είχε πει πως το να είσαι ηθοποιός είναι κάτι καλύτερο από το να είσαι πόρνη, εκείνη όμως δεν το έβαλε κάτω. Γράφτηκε στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών της Νέας Υόρκης κι επειδή η οικογένειά της αποφάσισε να μην στηρίξει οικονομικά, άρχισε να δουλεύει ως μοντέλο για να τα βγάλει πέρα. Έκανε μάλιστα αρκετά μαθήματα για να απαλλαγεί από την προφορά της Φιλαδέλφεια, όπου είχε γεννηθεί.
Την περίοδο των σπουδών της έκανε δεσμό με ένα από τους καθηγητές της, τον οποίο μάλιστα πήγε και στους γονείς της για να τον γνωρίσουν. Εκείνοι όμως δεν ενέκριναν την ηλιακή τους διαφορά και την πίεσαν να διακόψει μαζί του.
Στη συνέχεια άρχισε να εργάζεται στο θέατρο και την τηλεόραση, χωρίς να σημειώνει μεγάλες επιτυχίες. Μέχρι που το 1951 έπαιξε έναν μικρό ρόλο στην ταινία «Δεκατέσσερις ώρες αγωνίας». Ο Γκάρι Κούπερ, αν και παντρεμένος, την είδε στο πλατό κι εντυπωσιάστηκε μαζί της, οπότε και μεσολάβησε ώστε να της δοθεί ο ρόλος στο γουέστερν «Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές». Βέβαια οι δυο τους έγιναν ζευγάρι, ο δεσμός όμως δεν κράτησε πολύ, όπως και κανένας άλλος μέχρι τον πρίγκιπα Ρενιέ.
Η Γκρέις μετά από την ανέλπιστη επιτυχία της υπέγραψε επταετές συμβόλαιο με την εταιρεία MGM και ξεκίνησε μια σειρά από λαμπερές συνεργασίες με όλα τα μεγάλα ονόματα: Κλαρκ Γκέιμπλ, Μπινγκ Κρόσμπι, Κάρι Γκραντ, και με σκηνοθέτες όπως ο Τζον Φορντ και, φυσικά, ο Άλφρεντ Χίτσκοκ. Από μικρή λάτρευε την Ίνγκριντ Μπέργκμαν, την πρωταγωνίστρια του Χίτσκοκ -και κατά διαβολική σύμπτωση κοντά στον μετρ του μυστήριο έμελλε να γίνει μεγάλη πρωταγωνίστρια. Σε δική του ταινία μάλιστα, στο «Rear Window» εμφανίστηκε να παίζει για μια και μοναδική φορά.
Το 1954 πήρε το Όσκαρ Α γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της στη ταινία «Η χωριατοπούλα», που βασιζόταν στο ομώνυμο θεατρικό δράμα του Κλίφορντ Όντετς, νικώντας την Τζούντι Γκάρλαντ, με την οποία δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις. Η Γκάρλαντ την ημέρα της απονομής βρισκόταν στο νοσοκομείο έχοντας μόλις γεννήσει το γιο της Τζόζεφ και δίπλα της υπήρχαν κάμερες, ώστε σε περίπτωση που κέρδιζε το βραβείο να μπορούσε να βγάλει ευχαριστήριο λόγο. Νικήτρια όμως αποδείχτηκε η Κέλι, πράγμα που η Γκάρλαντ δεν ξέχασε ποτέ. Η Κέλι όμως πλέον θεωρούνταν το χρυσό χαρτί της κινηματογραφικής βιομηχανίας και τίποτα δεν φαινόταν ότι μπορούσε να ανακόψει την πορεία της.
Η λίστα των εραστών της ήταν ατελείωτη: ο Κούπερ, ο Κρόσμπι, ο Γκέιμπλ, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Ρέι Μίλαρντ και ο Ντέιβιντ Νίβεν ήταν μόνο μερικοί από τους θαυμαστές. Πολλοί βέβαια υπήρξαν παντρεμένοι την περίοδο του δεσμού τους, γι’ αυτό η γνωστή κουτσομπόλα του Χόλιγουντ Έντα Χόπερ την είχε αποκαλέσει «αντροχωρίστρα». Εκείνη όμως δεν έδινε καμία σημασία στα όσα λέγονταν, ενώ ταυτόχρονα αρνούνταν πεισματικά να δεσμευτεί. Προφανώς περίμενε τον πρίγκιπά της, ο οποίος τελικά τη συνάντησε στις Κάννες. Ήταν ο Ρενιέ του Μονακό που αναζητούσε μια σταρ για σύζυγο προκειμένου να δώσει στο βασίλειό του αίγλη και λάμψη.
Ο έρωτάς τους δεν ήταν κεραυνοβόλος ούτε παθιασμένος. Στις Κάννες μάλιστα δεν έγινε απολύτως τίποτα. Αργότερα ξανασυναντήθηκαν στη Νέα Υόρκη, όπου και ξεκίνησε το φλερτ τους. Η πρόταση γάμου ήρθε γρήγορα με την προϋπόθεση ότι η Κέλι θα άφηνε την υποκριτική, θα αποποιούνταν την αμερικανική της υπηκοότητα, θα έκανε τεστ γονιμότητας προκειμένου να διαπιστωθεί ότι ήταν ικανή να γεννήσει τον διάδοχο και θα πλήρωνε 2 εκατομμύρια ως προίκα. Ο πατέρας της πραγματικά έφριξε όταν άκουσε αυτές τις απαιτήσεις, λέγοντας ότι η κόρη του δεν χρειαζόταν να πληρώσει για να παντρευτεί. Εκείνη όμως ήθελε τόσο πολύ να βάλει το στέμμα, που τελικά έδωσε τα μισά χρήματα από τα προσωπικά της έσοδα.
Η τελευταία ταινία που έπαιξε ήταν το «High Society» πλάι στον Κόσμπι και τον Σινάτρα, τους πρώην εραστές της, φορώντας το διαμαντένιο δαχτυλίδι του αρραβώνα της.
Ο γάμος έγινε με όλες τι τιμές στις 19 Απριλίου 1956 στον καθεδρικό του Αγίου Νικολάου στο Μονακό. Το υπέροχο νυφικό της που το σχεδίασε η βραβευμένη με Όσκαρ ’Ελεν Ρόουζ και ήταν δώρο της MGM, έμεινε στην ιστορία της μόδας ως ένα από τα κομψότερα που φτιάχτηκαν ποτέ. Για να λυθεί όμως το συμβόλαιό της με την εταιρεία της, η τελετή κινηματογραφήθηκε και προβλήθηκε παγκοσμίως -αυτή ήταν και η τελευταία της δημόσια παράσταση, που την είδαν όμως πάνω από 30 εκατομμύρια άνθρωποι.
Εκείνη βέβαια στην αρχή δεν πίστευε ότι η καριέρα της θα έληγε τόσο απότομα. Ήλπιζε πως ο Ρενιέ σύντομα θα άλλαζε γνώμη. Όταν όμως ο Χίτσκοκ της πρότεινε να πρωταγωνιστήσει στη «Marnie» το παλάτι ήταν ανένδοτο: η δική τους πριγκίπισσα δεν μπορούσε να υποδυθεί μια παθολογική κλέφτρα! Τότε φαίνεται πως η Κέλι συνειδητοποίησε τη μοίρα της. Ο Ρενιέ μάλιστα απαγόρευσε να παίζονται οι ταινίες της στο Μονακό, αν και ήταν εκείνος που ήθελε απεγνωσμένα μια ηθοποιό για να γίνει πριγκίπισσα.
Τελικά όμως αν και γύρισε μόνο έντεκα ταινίες, κατατάσσεται στις πιο πολυαγαπημένες πρωταγωνίστριες του Χόλιγουντ, ενώ το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει 13η στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.
Ενώ η κοινή γνώμη πίστευε πως η πανέμορφη πριγκίπισσα ζούσε ευτυχισμένη μέσα στη χλιδή, απολαμβάνοντας την αγάπη ενός γοητευτικού άνδρα και τα τρία της παιδιά, η αλήθεια μάλλον ήταν πολύ διαφορετική. Πολλοί λένε ότι σύντομα η πριγκίπισσα έπεσε σε κατάθλιψη εξαιτίας των απιστιών του Ρενιέ κι άρχισε να πίνει. Σπάνια είχε την ευκαιρία να βρίσκεται με τα παιδιά της, ενώ ήξερε καλά πως σε περίπτωση που ζητούσε διαζύγιο δεν θα μπορούσε να τα δει ποτέ ξανά.
Με την πάροδο των χρόνων, εμφανιζόταν περιστασιακά, απαγγέλλοντας ποίηση. Ασχολήθηκε με το φιλανθρωπικό έργο που ταίριαζε στη θέση της και για είκοσι πέντε χρόνια έμεινε σε μια συμβατική σχέση, που δεν της προσέφερε μεγάλη ικανοποίηση. Μάλιστα λέγεται ότι κατά τη διάρκεια του γάμου της έκανε μια σχέση με τον κατά δέκα χρόνια νεότερό της Αυστριακό σκηνοθέτη Ρόμπερτ Ντόρνχελμ.
Λίγο πριν πεθάνει τελικά κατάφερε να πείσει τον Ρενιέ να της επιτρέψει να γυρίσει στο σινεμά. Εκείνος συμφώνησε και μάλιστα προθυμοποιήθηκε να τη βοηθήσει να κάνει μια μικρού μήκους ταινία, που θα λεγόταν «Rearranged». Δυστυχώς όμως αυτό το σχέδιο έμεινε ανολοκλήρωτο….
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1982, ενώ επέστρεφε από το Ροκ Αζέλ, τη θερινή της κατοικία, μαζί με την κόρη της τη Στεφανί, υπέστη καρδιακή προσβολή ενώ οδηγούσε. Το όχημα βγήκε με ταχύτητα από τον δρόμο και έπεσε από την πλαγιά. Η Στεφανί προσπάθησε να ανακτήσει τον έλεγχο, αλλά δεν κατάφερε. Οι δυο τους μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο και λίγες μέρες αργότερα ο Ρενιέ αφού τον διαβεβαίωσαν οι γιατροί ότι δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας, αποφάσισε να την αποσυνδέσει από το μηχάνημα που την κρατούσε στη ζωή.
Οι φήμες βέβαια για τον θάνατό της οργίασαν: άλλοι λένε πως το αυτοκίνητο το οδηγούσε η Στεφανί, αν και υπήρχαν μάρτυρες που είδαν την Κέλι να κάθεται στο τιμόνι, άλλοι λένε πως οι μασόνοι, μέλος των οποίων ήταν ο Ρενιέ, ήθελαν να τον προειδοποιήσουν και άλλοι πως όλα τα έκανε η Μαφία που ήθελε να ελέγχει τα καζίνο του Μονακό. Βέβαια, τίποτα από όλα αυτά δεν αποδείχτηκε ποτέ.
Η αγαπημένη πριγκίπισσα του λαού ενταφιάστηκε στον Καθεδρικό του Αγίου Νικολάου στο Μονακό και χιλιάδες άνθρωποι τη συνόδευσαν στην τελευταία της κατοικία, μεταξύ των οποίων και η Νταϊάνα, ενώ περίπου 100 εκατομμύρια άνθρωποι παρακολούθησαν την κηδεία από την τηλεόραση.
Ο πρίγκιπας Ρενιέ, παρά τις φήμες που κυκλοφορούσαν για τον γάμο τους, υπέφερε από τον θάνατο της γυναίκας του και ποτέ δεν ξαναπαντρεύτηκε, αν και είχε αρκετά ειδύλλια. Πέθανε σε ηλικία 81 ετών και κηδεύτηκε δίπλα της.