Γιώργος Παπαγεωργίου: «Ο κεραυνοβόλος έρωτας συμβαίνει μόνο στα σήριαλ»
Ηθοποιός, σκηνοθέτης, μουσικός, ο Γιώργος Παπαγεωργίου είναι, με μια λέξη, αρτίστας –μεγάλωσε άλλωστε σε μια καλλιτεχνική οικογένεια. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, ζει στην Αθήνα, στο Παγκράτι. Είναι παντρεμένος με την ηθοποιό Δανάη Μιχαλάκη. Την φετινή σεζόν, εκτός από τις δύο σκηνοθεσίες που θα κάνει στο θέατρο, πρωταγωνιστεί στην τηλεοπτική σειρά «Γλυκάνισος». Είναι 41 χρόνων.
«Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη. Εχω πολύ ωραίες μνήμες απ΄τα παιδικά μου χρόνια, είμαι παιδί της αλάνας. Πολύ παιχνίδι έξω, γυρνούσα σπίτι με σπασμένα δόντια, γδαρμένα γόνατα μέσα στο αίμα, ποδήλατο, εξερεύνηση σε γιαπιά, σε παλιά κτίρια, στην Καλαμαριά, στην Τούμπα. Παίζαμε κρυφτό, κυνηγητό, τζαμί, μήλα...
Με τους γονείς μου ήμουν καλά. Ο πατέρας μου είχε μαζί με τη θεία μου τις εκδόσεις Εξάντας. Τη δουλειά της μαμάς μου (σ.σ. Φιλαρέτη Κομνηνού) την είχα καταλάβει αλλά δεν μπορούσα να δεχτώ πως μπορεί σε μια παράσταση να φιλάει έναν άλλον άνδρα και όχι τον μπαμπά. Θυμάμαι ότι της θύμωνα, της κρατούσα μούτρα. Επίσης θυμάμαι μια φορά, ήμουν πολύ μικρός, που είχε μπει στο σπίτι και είχε κόψει τα μαλλιά της για την “Ηλέκτρα“ που θα έκανε με τον Βουτσινά. Είχα σοκαριστεί, είχα πάει να κρυφτώ κάτω απ΄το τραπέζι και δεν της μιλούσα, την φοβόμουν -ότι είναι μια άλλη.
Μεγάλωσα σ΄ένα περιβάλλον πολύ καλλιτεχνικό, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, μουσικοί, λογοτέχνες. Ο μπαμπάς μου και η θεία μου ήταν πολύ στενοί φίλοι με τον Χατζιδάκι. Απ΄τα μικρά μου ήταν στο τραπέζι συγγραφείς όπως ο Βασίλης Αλεξάκης. Μικρός δεν διάβαζα, θέατρο έβλεπα, τις παραστάσεις της μάνας μου στο Κρατικό. Ξεκίνησα να διαβάζω μετά την εφηβεία».
«Η μουσική μπήκε στα 15-16 μου, με ακούσματα πανκ, πανκ-ροκ, μετά πήγε στο ελληνικό ροκ κι ύστερα σε ό,τι μπορείς να φανταστείς. Μετά σταμάτησα να βάζω ταμπέλες –τώρα λατρεύω την κλασική μουσική. Εκανα έναν χρόνο κιθάρα –μετά, αυτοδίδακτος. Εφτιαξα ένα δύο συγκροτήματα που τραγουδούσα. Από τα 19 στα 29 άφησα την μουσική, την ξανάπιασα γύρω στα τριάντα. Πήρα γιουκαλίλι -μετά, έδειξα σ΄έναν φίλο μου ένα κομμάτι που έγραψα και λίγο αργότερα έγιναν οι Polkar, φέτος κλείνουμε δέκα χρόνια.
Οταν είπα στους γονείς μου ότι θα γίνω ηθοποιός και σκηνοθέτης, έδειξαν μεγάλη ανησυχία γνωρίζοντας τα προβλήματα. Ενιωσαν όμως και ανασφάλεια, γιατί άλλαζα γνώμη εύκολα. Μικρός δεν είχα καταλάβει γιατί θέλω να γίνω ηθοποιός. Προέκυψε μετά απ΄την προτροπή ενός φίλου, που σπουδάζαμε μαζί μάρκετινγκ και του΄λεγα ότι δεν μ΄ενδιαφέρει καθόλου. Μου είπε “νομίζω πως θα΄πρεπε να γίνεις ηθοποιός”, με τσίγκλισε. Ημουν 19 χρόνων.
Νομίζω ότι, εν τέλει, ο λόγος που έγινα ηθοποιός ήταν για να τραβήξω πάνω μου την προσοχή της οικογένειάς μου. Αυτό μου αποκαλύφθηκε πρόσφατα μέσα από την ψυχοθεραπεία που έχω ξεκινήσει. Να μπορώ να έχω στραμμένα τα βλέμματα πάνω μου, αρχικά της οικογένειάς μου, της μάνας μου και του πατέρα μου, και μετά του κοινού. Εχω την εντύπωση ότι αυτό συνέβη επειδή διασπάστηκε η οικογένειά μου όταν ήμουν 11-12 ετών, και, υποδόρροια, είχα μια ανάγκη να τους πω εδώ είμαι, προσέξτε με».
«Το διαζύγιο είναι τραύμα τόσο όσο είναι για όλα τα παιδιά της γενιάς μου που χώρισαν οι γονείς τους. Πάντα, κάπως αυτό μέσα σου γράφει και οδηγεί σε κάποιες καταστάσεις. Δεν λέω ότι συνέβη κάτι τραγικό στη ζωή μου, αλλά θεωρώ ότι όρισε μια δράση, μια αντίδραση, μια απόφαση. Κι ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που θέλησα να διεκδικήσω την προσοχή τους, να μπω στο επίκεντρο.
Μικρός, δεν σκεφτόμουν αν είμαι ωραίος ούτε αν αρέσω. Οταν ήμουν στο δημοτικό, με κορόιδευαν επειδή είχα πολύ μεγάλα χείλια. Στο Γυμνάσιο-Λύκειο αν και μικροέδειχνα και τα κορίτσια προτιμούσαν τους μεγαλύτερους, κάτι άρχισε να γίνεται -κυρίως όμως όταν ασχολήθηκα με τη μουσική που αλήτεψα, φόρεσα σκουλαρίκια, έβαλα αμπέχωνο. Στην σχολή στο Εθνικό έκανα μια σχέση, δύο-τρία χρόνια, αυτό ήταν. Οταν άρχισα να δουλεύω είδα μια κάποια προσοχή και αποδοχή στην εμφάνισή μου. Μου έλεγαν ότι προσπαθούσα να το χαλάσω, σαν να έχω κόμπλεξ και να θέλω να φαίνομαι άσχημος. Δεν σ΄ενδιαφέρει όμως ο ζεν πρεμιέ όταν μέσα σου καίγεσαι γιατί κάτι άλλο. Πάντα μ΄άρεσε ο Μερκούριος, όχι ο Ρωμαίος.
Δεν έχω καμία αίσθηση μέσα μου ότι θέλω να ακολουθήσω ένα κλασικό ελληνικό μοντέλο. Εμένα μ΄ενδιαφέρει η συντροφικότητα και καθόλου το πατρίς-θρησκεία-οικογένεια. Ο γάμος μου ήταν πολιτικός. Δεν ήθελα να συνεισφέρω σε κάτι με το οποίο έχω πολλές διαφωνίες, όπως ένας στερεοτυπικός θρησκευτικός γάμος, ή μια βάφτιση –δεν θα΄θελα ποτέ να βαφτίσω το παιδί μου. Αγαπάω πολύ την πατρίδα μου, τον τόπο μου, πιο πολύ την καρδιά και την φυσική του ομορφιά όπως και την ομορφιά των ανθρώπων -κάποιων ανθρώπων».
«Ολοι οι φίλοι της ηλικίας μου έχουν δύο παιδιά. Εγώ έχω ακόμα μια μπάντα, ξενυχτάω, ντύνομαι χωρίς κοστούμια. Η έννοια παράδοση δεν με συνοδεύει σαν νοοτροπία. Εχω κάνει δύο-τρεις μακροχρόνιες σχέσεις, αλλά έχω ζήσει αρκετά στα άκρα κι αυτό με κάνει να μην έχω απωθημένα. Η συντροφικότητα μου δίνει χαρά, μου έλειπε, την αναζητούσα και όταν ήρθε στην ζωή μου, τώρα με την Δανάη, μ΄έκανε να νοιώθω πλήρης. Πριν πάντα κάτι έλειπε.
Ο κεραυνοβόλος έρωτας συμβαίνει μόνον στα σήριαλ, όπως στον “Γλυκάνισο”, και μάλλον μόνο στα παραμύθια. Αμα συμβεί στην πραγματική ζωή είναι τόσο σπάνιο που είναι σαν παραμύθι, σαν ψέμα, αλλά είναι υπέροχο. Οταν πρωτοείδα την Δανάη μου άρεσε πολύ, δεν ήταν κεραυνοβόλος έρωτας, αλλά είπα μέσα μου ένα “αχ”...
Με τη Δανάη συζητάμε τα επαγγελματικά μας, παίρνουμε ο ένας την γνώμη του άλλου, ζυγιάζουμε το γεγονός ότι έχουμε ένα σπίτι μαζί. Η καθημερινότητά μας δεν άλλαξε καθόλου με τον γάμο. Φαντάζομαι ότι μόνο το παιδί αλλάζει τα πράγματα. Δεν ξέρω αν είμαι απ΄αυτούς που γεννήθηκα για να γίνω πατέρας. Υπάρχει ένα κομμάτι μέσα μου που με φοβίζει, κυρίως στο πώς αλλάζει ο τρόπος που κοιτάς τον κόσμο. Τι σημαίνει έχω χρόνο για μένα, τι σημαίνει θυσία. Απ΄την άλλη, σάμπως τώρα με τόση δουλειά έχω χρόνο για μένα;»
«Πιστεύω στο για πάντα και θέλω να πιστεύω και στο για πάντα μετά το για πάντα. Θα' θελα να ξανασυναντήσω τους ανθρώπους που αγαπώ έστω και σαν ψευδαίσθηση.
Τι είμαι; Αρτίστας. Παλιά θα΄λεγα ηθοποιός. Πλέον νιώθω ότι η έννοια του αρτίστα μ΄αφορά περισσότερο, γιατί το ένα πράγμα διαδέχεται το άλλο. Αν ήμουν μόνον ηθοποιός θα ήμουν πλέον δυστυχής, αν ήμουν μόνο σκηνοθέτης θα ένιωθα ότι παρακάνω μια δουλειά γραφείου, αν ήμουν μόνο μέλος ενός συγκροτήματος, θα ένιωθα ότι η μεγάλη μου αγάπη, ν΄ ασχολούμαι με την λογοτεχνία και το ρεπερτόριο, θα΄ μενε στο ράφι. Οπότε τα κάνω όλα, έτσι νιώθω πλήρης. Αν κάποια στιγμή δω ότι δεν μπορώ να κάνω καλά ένα απ΄αυτά, ή ότι μεγαλώνω, θα τα μειώσω.
Ξέρω ότι δεν θέλω να κάνω τηλεόραση για μια ζωή. Ξέρω ότι δεν θέλω να γεράσω πάνω στο σανίδι –προτιμώ κοιτάζοντας το Αιγαίο, οπότε αφήνω λίγο τον χρόνο να με πάει.
Νιώθω ότι πια, έχοντας κάνει πράγματα εδώ και δέκα πέντε χρόνια, τέλειωσε το κομμάτι της κόμπλας, και κάνω πράγματα πολύ ελεύθερα, όπως τώρα τον Στρατή στον “Γλυκάνισο”. Στο θέατρο δεν θα παίξω φέτος, έχω δύο σκηνοθεσίες και τους Polkar».
«Μ΄ ενδιαφέρει το κείμενο, η ανίχνευση ενός μυθιστορήματος. Κάπως έτσι προέκυψε και “Ο θάνατος στην Βενετία” (παράσταση που θ΄ανέβει στο Πορεία). Στο “Σωτηρία με λένε” (σ.σ. μονόλογος για την Σωτηρία Μπέλου με την Κάτια Γκουλιώνη στο Μικρό Χορν) κάνω δική μου διασκευή, δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία. Επίσης μ΄ενδιαφέρει να γράφω στίχους. Οσο για τον “Αρίστο”, ναι, ήταν κάτι ξεχωριστό για μένα.
Με τη μάνα μου δεν έχω παίξει –φυσικά και θα΄θελα. Είναι στο πλαίσιο των απωθημένων και των ψυχαναγκασμών που θέλω να πετάξω από πάνω μου. Οπότε εννοείται και θα το κάνω. Με τη Δανάη παίξαμε το καλοκαίρι (σ.σ. “Αντιγόνη”), αν και δεν είχαμε κοινή σκηνή. Θα΄θελα να κάνουμε μια παράσταση που να μας αφορά. Δεν θέλω να λειτουργώ με στεγανά...
Μ΄αρέσει να τοποθετούμαι στα social media και υπάρχουν πράγματα που με θυμώνουν και θέλω να πάρω θέση. Απλά δύο-τρεις λόγοι μ΄έχουν κάνει να πάρω αποστάσεις. Αρχικά νιώθω ότι όλο αυτό έγινε στην πορεία ένα πολύ καλοστημένο κόλπο ώστε να αποφορτίζεται το κοινωνικό σύνολο μ΄έναν ουσιαστικό τρόπο -επίσης βλέπω ότι όλο και περισσότερο αποχαυνώνεται. Δεν θα ξεχάσω ένα ατύχημα που είχα πριν ένα-δύο χρόνια όταν έπεσα μ΄ένα ηλεκτρικό πατίνι στη μέση του δρόμου, ανάσκελα, κεντρικότατα, με κόσμο, κοντά σε μια στάση λεωφορείου. Με σόκαρε ότι δεν ήρθε ούτε ένας άνθρωπος να με ρωτήσει πως είμαι –με είδαν και γύρισαν στο κινητό τους. Εκεί σκέφτηκα ότι κάτι αρχίζει να σαπίζει στην ανθρωπιά και στην ενσυναίσθησή μας».
«Επίσης κατάλαβα ότι τα social έχουν μια δύναμη, το είδαμε στο #metoo, η οποία μπορεί κάλλιστα να γυρίσει μπούμερανγκ, να γίνει κάτι μεσαιωνικό, σαν μια άλλη βία.
Θέλει μια σκέψη παραπάνω πριν ποστάρεις κάτι, ένα ψάξιμο. Κι οι άνθρωποι δεν έχουν αυτόν τον χρόνο, τους παρασύρει η μόδα και υπάρχει ο κίνδυνος να οδηγήσει σ΄ένα κυνήγι μαγισσών. Ενας ακόμα λόγος που με κάνει σταδιακά να θέλω να απέχω όλο και περισσότερο, είναι ότι έχω πιάσει τον εαυτό μου να με παραπληροφούν τα social media –είναι αστείο να σε πληροφορεί το facebook. Μου΄χει λείψει να πάρω εφημερίδες και να καθίσω στον καναπέ μου να διαβάσω. Αλλά είναι και κάτι άλλο: Πιάνω τον εαυτό του να γίνεται δυστυχής όταν χάνω την ώρα μου γινόμενος ένας εθισμένος που παίζει με το κινητό του. Οσες φορές είπα ότι θα απέχω για μια εβδομάδα, ήμουν καλύτερα, πιο ελαφρύς, πιο χαλαρός μέσα μου. Και λέω, “ξεκίνα να αποφορτίζεσαι απ΄τα social, γιατί δεν θα καταλάβεις πότε θα γίνεις ζόμπι”. Αυτό τo ιντερνετικό καφενείο που δεν ξέρεις ποιος είναι απέναντι δεν μ΄αρέσει -κρύβονται απ΄τη σιγουριά της απόστασης, όχι απαραίτητα της ανωνυμίας.
Εχω πολλές φορές γελάσει και απολαύσει το feed back απ΄τη δουλειά μου αλλά κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι θυμάμαι πολύ πιο έντονα κάτι που μου είπε κάποιος στον δρόμο για έναν ρόλο, ένα τραγούδι. Οπως ένα ζευγάρι που, όταν έκανα τζόγκινγκ στο Ζάππειο, ήρθε να μου μιλήσει για το κομμάτι μου “Η αγάπη χρόνια δεν κοιτά” που είναι το κομμάτι της σχέσης τους -το άκουγαν και με είδαν να τρέχω...».
«Γλυκάνισος», ένα lovestory
«Οταν μου πρότειναν τον “Γλυκάνισο” σκέφτηκα ότι δεν έχω ξανακάνει ποτέ έναν ρόλο καθαρού ζεν πρεμιέ, παρ΄ότι τέτοιοι ήταν οι ρόλοι που μου΄διναν στην σχολή. Τώρα εδώ ήταν ένα love story με τις αντιθέσεις και τα εμπόδιά του, και σκέφτηκα ότι ήρθε η στιγμή να ικανοποιήσω αυτό το απωθημένο μου. Tόσα χρόνια το απέφευγα, θέλοντας να κάνω εναλλακτικούς ρόλους, όπως ο ποιητής Φανφάρας στο “Ξύπνα Βασίλη” ή πιο σκοτεινούς, όπως ο Χρήστος, πέρυσι, στην “Σκοτεινή Θάλασσα”.
Επίσης μ΄άρεσε πολύ ο “Γλυκάνισος” γιατί ήταν πολύ τρυφερό love story, σαν μοντέρνο παραμύθι. Και φυσικά ότι τοποθετείται απέναντι σ’ένα πολύ καυτό, επίκαιρο και δύσκολο θέμα, όπως το προσφυγικό -μια ωραία προσέγγιση απ΄τον σκηνοθέτη και την εταιρεία παραγωγής».
«Η αλήθεια είναι ότι εγώ δεν την έβλεπα να΄ρχεται αυτού του είδους την αντίδραση. Το σύγχρονο ελληνικό κράτος στήθηκε μέσα απ΄την πολυπολιτισμικότητα και την αποδοχή των διαφορετικών εθνικοτήτων. Κατάγομαι απ΄τη Θεσσαλονίκη, μια προσφυγούπολη -Εβραίοι, Αρμένιοι, Τούρκοι, Ελληνες, ένα χωνευτήρι πληθυσμών. Κι αυτό την έκανε ακμαία και δημιουργική. Είμαι μισός Πόντιος, η μισή μου οικογένεια, απ΄την πλευρά της μάνας μου, είναι απ΄τη Σαμψούντα. Και είχα την ψευδαίσθηση ότι ο μέσος Έλληνας αυτό το αντιλαμβάνεται, όπως αποδέχτηκε το ελληνικό κράτος τους Πόντιους και τους Μικρασιάτες. Θεωρούσα και θεωρώ –δεν έχω χάσει την πίστη μου-, ότι η μεγαλύτερη μερίδα των πολιτών έχουν την συναίσθηση και την ενσυναίσθηση να καταλάβουν τον πόνο και την αγωνία αυτών των ανθρώπων. Και αναφέρομαι στο κομμάτι του προσφυγικού που αφορά στους Σύριους, που δεν φταίνε, που βρέθηκαν απ΄τη μια στιγμή στην άλλη, λόγω πολέμου, χωρίς τίποτα».
«Υπάρχει σίγουρα μια μερίδα ανθρώπων με ακραίες απόψεις, ποτισμένες μίσος, αλλά αυτοί οι άνθρωποι θεωρώ ότι θα είναι δυστυχείς μια ζωή, γιατί είναι βουτηγμένοι στην τοξικότητα. Και τα social media του έχουν δώσει τον χώρο να βγει προς την επιφάνεια, γιατί ίσως μ΄αυτόν τον τρόπο αποφορτίζονται.
Τώρα, αν σε μια σειρά μυθοπλασίας, το τονίζω, κάποιοι βρίσκουν την τοξικότητα, την μισαλλοδοξία και την κακία που έχουν μέσα τους, εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα μ΄αυτό. Ας γίνει, για να εκτονωθούν.
Η σειρά, αν την δει κάποιος ψύχραιμα, διατηρεί μια άψογη ισορροπία. Η γραφή του Κυρίτση είναι εντελώς ανθρωπιστική, παίρνει το θέμα σφαιρικά, χωρίς στερεότυπα. Χρησιμοποιεί την διαφορετικότητα ως έναυσμα για ένα κλασικό καλογραμμένο, καλογυρισμένο love story».
«Μ΄εξέπληξε γιατί η αντίδραση πήγε αμέσως σ΄ένα πολιτικό παιχνίδι. Εχω δεχτεί πολύ ωραίο feed back από συναδέλφους, τηλεκριτικούς και απλό κοινό που μου λέει πολύ γλυκά λόγια για την σειρά. Πιστεύω ότι όσοι βγάζουν χολή δεν έχουν δει ούτε ένα επεισόδιο.
Υπάρχει μεγάλη στήριξη στον “Γλυκάνισο” απ΄την εταιρεία παραγωγής και χαίρομαι που όλοι οι άνθρωποι που είναι ταγμένοι γι΄αυτό δεν θα κάνουν πίσω στους στόχους τους. Γιατί θα ήταν σαν να παραδίδεις τα όπλα».
«Γλυκάνισος», κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 18:45, στον ΣΚΑΪ.
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου σκηνοθετεί: «Σωτηρία με λένε» της Σοφίας Αδαμίδου με την Κάτια Γκουλιώνη, στο Μικρό Χορν (από 9/11)
«Θάνατος στην Βενετία» του Τόμας Μαν σε διασκευή Στρατή Πασχάλη, στο Πορεία (από 28/2/23)
Polkar: «Μαζί αγάπες μου», Σταυρός του Νότου Club, 22 & 29/10, 5 & 12/11