Γιατί αγαπάμε τον Άνταμ Ντράιβερ
Ο Μάρτιν Σκορσέζε είπε γι’ αυτόν «ότι είναι από τους καλύτερους, αν όχι ο καλύτερος ηθοποιούςτης γενιάς του».
Πράγματι, σήμερα είναι από τους πιο περιζήτητους σταρ της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Ποιος θα το περίμενε αυτό από ένα παιδί, που είχε δυσκολίες προσαρμογής, δεν υπήρξε ποτέ όμορφος με την κλασική έννοια και αρνείται πεισματικά να παίξει το παιχνίδι των social media. Κι όμως, ο Άνταμ Ντράβιερ τα κατάφερε, γιατί είναι πράγματι ξεχωριστός.
Παίζοντας με την ίδια άνεση σε οσκαρικές ταινίες, αλλά και σε παραγωγές του ανεξάρτητου σινεμά, κάθε φορά αποδεικνύει τη μεγάλη ερμηνευτικά του γκάμα, κάνοντας ακόμα και τους πιο δύσκολους σκηνοθέτες να υποκλίνονται στο ταλέντο του.
Τελειομανής μέχρι τελικής πτώσεως, δεν σταματάει με τίποτα να ερευνά τους ρόλους του, έτοιμος πάντα να κάνει όσες θυσίες χρειαστεί: να χάσει κιλά, να πάρει κιλά, να αποκτήσει καινούργιες δεξιότητες, να αφοσιωθεί σε βαθμό που ξεχνάει να φάει. Μέχρι και ο «ψείρας» Τζάρμους, όταν του εμπιστεύτηκε τον κεντρικό χαρακτήρα στο αριστουργηματικό «Πάτερσον», δυσκολεύτηκε να τα βγάλει πέρα με την εμμονή του στη λεπτομέρεια.
Απίστευτα ψηλός, γεροδεμένος, με μπάσα φωνή κι ένα πρόσωπο που δεν υπακούει στους κανόνες της αρμονίας, κατάφερε να αναδειχτεί σε σύμβολο αρρενωπότητας, παρόλο που δεν το προσπάθησε. Κι όμως αυτός ο «ομορφάσχημος», όπως συχνά τον αποκαλούν, έχει μια μυστηριώδη γοητεία, που πάει κόντρα στα στερεότυπα, και κυρίως κάνει τον φακό της κάμερας να τον λατρεύει.
Μεγαλωμένος σε μια οικογένεια Βαπτιστών, πέρασε τα εφηβικά του χρόνια ως «απροσάρμοστος», όπως εκείνος λέει. Δεν συμμετείχε σε εξωσχολικές δραστηριότητες και προτιμούσε να περνάει μόνος τον ελεύθερο χρόνο του, ενώ από τις αγαπημένες του ασχολίες ήταν να βάζει φωτιές -κυριολεκτικά. Ο ίδιος είχε παραδεχτεί πως «σκοπός του ήταν να προσδώσει στη ζωή του μία ένταση, παρά να προκαλέσει μία καταστροφή». Επίσης, εμπνευσμένος από την ομώνυμη ταινία, είχε δημιουργήσει το δικό του «Fight Club», όπου θριάμβευσε λόγω της σωματικής του διάπλασης.
Στα δεκαοκτώ του, συγκλονισμένος από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, αποφασίζει να καταταγεί στο Σώμα Πεζοναυτών. Σε αυτό βέβαια έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι είχε δώσει εξετάσεις στη διάσημη σχολή Τζούλιαρντ, από την οποία απορρίφθηκε. Ενώ όμως ήταν έτοιμος να φύγει για τον πόλεμο του Ιράκ, ένας τραυματισμός του στο στέρνο τον αναγκάζει να μείνει πίσω στις ΗΠΑ. Γράφεται τότε στο πανεπιστήμιο της Ινδιανάπολις, κι έναν χρόνο μετά ξαναδίνει εξετάσεις στην Τζούλιαρντ, όπου επιτέλους γίνεται δεκτός.
Σήμερα είναι συνιδρυτής της φιλανθρωπικής οργάνωσης Arts in the Army Forces, που στοχεύει να φέρει τις τέχνες στη ζωή των στρατιωτών και των ναυτικών. Η παροχή δωρεάν πρόσβασης στις τέχνες στο στρατολογημένο προσωπικό είναι ένας βασικός στόχος αυτής της οργάνωσης.
Επιμένει να κρατάει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας την προσωπική του ζωή. Με τη σύντροφό του, Τζόαν Τάκερ, κατάφερναν να κρύψουν τη γέννηση του παιδιού τους από τους παπαράτσι για δύο ολόκληρα χρόνια. Ο Ντράιβερ περιγράφει το γεγονός ως «στρατιωτική επιχείρηση». Η ύπαρξη του αγοριού αποκαλύφθηκε, μόνο όταν η αδερφή της Tάκερ δημοσίευσε κατά λάθος μια φωτογραφία του στο Instagram.
Αν και κάποιοι θα περίμεναν ότι ένας ηθοποιός του δικού του διαμετρήματος, θα έχει μεγάλη αυτοπεποίθηση, εκείνος απεχθάνεται να βλέπει, ακόμα και να ακούει αποσπάσματα από τις ταινίες του. Μια φορά μάλιστα έφτασε στο σημείο να τερματίσει απότομα μια συνέντευξή του στο NPR, επειδή έπαιξαν ένα κομμάτι από την ταινία «Ιστορία Γάμου».
Μετρώντας σημαντικές συνεργασίες μεταξύ των οποίων το «The Dead Don’t Die» του Τζάρμους, το φιλμ της καινούριας τριλογίας «Star Wars», η «Σιωπή» του Σκορσέζε, η «Ιστορία γάμου» του Νόα Μπάουμπαχ, που του χάρισε το Βραβείο Γκόθαμ Α’ Ανδρικού Ρόλου και μία ακόμα υποψηφιότητα στα Όσκαρ, ή το «BlacKkKlansman» του Σπάικ Λι, μέχρι το πρόσφατο μιούζικαλ του Λεός Καράξ «Annette», όπου μας εξέπληξε, υποδυόμενος έναν σκοτεινό χαρακτήρα, αλλά και την «Τελευταία Μονομαχία» του Ρίντλεϊ Σκοτ, ετοιμαζόμαστε να τον δούμε σε μία ακόμα μεγάλη παραγωγή, τον «Οίκο των Gucci», όπου συμπρωταγωνιστεί με τη Lady Gaga. Μένει να δούμε, αν θα βρεθεί και φέτος στην οσκαρική λίστα, πράγμα που θεωρείται πολύ πιθανό.
Όπως και να ‘χει, ο Ντράιβερ είναι αυτό που λέμε «ειδική περίπτωση». Γιατί κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, με μοναδικό γνώμονα τη βαθιά του αφοσίωση στην τέχνη και την ικανότητά του να δίνεται ολόψυχα σε κάθε ρόλο που πέφτει στα χέρια του, όχι απλώς επιβίωσε στη σκληρή κινηματογραφική βιομηχανία, αλλά έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να κάνει τα πράγματα με τον δικό του τρόπο, γυρνώντας την πλάτη σε συνταγές και πρέπει, αποτελώντας ένα σπάνιο παράδειγμα καλλιτέχνη, που δεν υποκύπτει σε τίποτα άλλο πέρα από τη γοητεία των ιστοριών, που καλείται να αφηγηθεί.