Γιάννης Μόσχος: «Ό,τι ονειρεύτηκα, ήρθε στην ζωή μου»
Ο Γιάννης Μόσχος γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη –οι γονείς του είναι γιατροί. Γι΄αυτό πήρε πτυχίο από την Φαρμακευτική για να καταφέρει να σπουδάσει και να ασχοληθεί με το θέατρο που αγάπησε από παιδί.
Ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου νοιώθει σήμερα την ικανοποίηση ότι εκπλήρωσε τα όνειρά του. Επιτρέποντας, παράλληλα, στον εαυτό του, να αποδεχτεί και να δηλώσει την προσωπική του ταυτότητα. Μια νίκη καθαρά δική του.
Μετά τα πρόσφατα γεγονότα που επηρέασαν την λειτουργία της πρώτης σκηνής της χώρας, αφήνει για λίγο τα καθήκοντά του για να κάνει μια βόλτα στην ζωή του: Η Θεσσαλονίκη, η οικογένεια, οι νεανικές ανησυχίες, η ομοφυλοφιλία, το θέατρο.
«Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, στο κέντρο. Στην εφηβεία μου μετακομίσαμε στο Ντεπό. Καταγωγή απ΄την Πελοπόννησο και την ανατολική Θράκη η μητέρα μου, απ΄την Χαλκιδική ο πατέρας μου. Ενα μίγμα.
» Μεσοαστική η οικογένειά μου με δύο γονείς γιατρούς, ο πατέρας μου καρδιολόγος, η μητέρα μου μικροβιολόγος, ο αδελφός μου, έναν χρόνο μεγαλύτερος, ακολούθησε τον δρόμο του πατέρα μας, έγινε καρδιολόγος κι αυτός. Είχα πολλή πίεση απ΄το σπίτι να ακολουθήσω την ιατρική κι έτσι βρέθηκα να σπουδάζω Φαρμακευτική –το πτυχίο μου το πήρα όχι επειδή με ενδιέφερε πραγματικά η Φαρμακευτική, αλλά επειδή θα μου έδινε την ευκαιρία να ασχοληθώ με το θέατρο. Είχε τότε μόλις ιδρυθεί το Τμήμα Θεάτρου στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης κι αυτό ήταν το κίνητρο για μένα, να τελειώσω την Φαρμακευτική, να πάρω το πτυχίο μου και να δώσω μετά κατατακτήριες, ως απόφοιτος άλλου πανεπιστημιακού τμήματος, στο Τμήμα Θεάτρου, όπως κι έγινε.
Εκεί που οδηγήθηκα, εκπληρώθηκαν τα όνειρά μου
» Το θέατρο άρχισα να το σκέφτομαι από 11-12 ετών. Η μητέρα μου, θεοτρόφιλη, μας πήγαινε σε παραστάσεις, κι έτσι με τα χεράκια της έβγαλε τα ματάκια της! Που να φανταστεί ότι θα με γοήτευε τόσο πολύ. Η πρώτη ανάμνηση είναι ένας “Αμλετ” στο Κρατικό με εντυπωσιακά σκηνικά και καπνούς... Από τότε άρχισα να παρακολουθώ τα πάντα στο Κρατικό, φτιάξαμε θεατρική ομάδα στο σχολείο –ήμουν στην Γερμανική Σχολή της Θεσσαλονίκης.
» Δεν είχα τότε σαφή εικόνα του τι θα πει σκηνοθέτης, ήξερα μόνο με σιγουριά ότι ήθελα ν’ασχοληθώ με το θέατρο. Η παράσταση που ξεκαθάρισε μέσα μου ότι θέλω να γίνω σκηνοθέτης ήταν το “Εξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα” σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μαυρίκιου, αυτή η ιστορική παράσταση του ΚΘΒΕ. Ήταν και η χρυσή περίοδος του Κρατικού, η δεκαετία του ΄80, με την τόσο σημαντική θητεία του Βολανάκη.
» Νομίζω ότι αντιλαμβανόμουν ότι δεν είχα ικανότητα ηθοποιού γι΄αυτό και δεν πήγα στην δραματική σχολή του Κρατικού αλλά στο Πανεπιστήμιο. Είχα αρθρώσει την επιθυμία να πάω στην Γερμανία να σπουδάσω σκηνοθεσία. Αλλά οι γονείς μου δεν συμφωνούσαν. Κι εγώ δεν είχα τη δύναμη να πω ότι όχι θα πάω και θα τα καταφέρω μόνος μου. Αργότερα μετάνοιωσα που δεν είχα το σθένος. Αλλά τελικά δεν μπορώ να έχω κανένα παράπονο, εκπληρώθηκαν τα όνειρά μου.
» Θυμάμαι, κάποια στιγμή, γύρω στα 20, άρθρωσα στον εαυτό μου την επιθυμία να γίνω μια μέρα διευθυντής του Εθνικού. Οπότε δεν μπορώ να΄χω παράπονο απ΄την ζωή -ό,τι ονειρεύτηκα ήρθε.
» Η στόχευσή μου ήταν πάντα τα πρακτικά του θεάτρου -η σχολή είχε και μαθήματα υποκριτικής. Ημασταν τυχεροί γιατί είχε έρθει τότε η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου να διδάξει: Λυδία Κονιόρδου, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Δημήτρης Παπαϊωάννου, Λευτέρης Βογιατζής, Βασίλης Παπαβασιλείου, Φιλαρέτη Κομνηνού, Σπύρος Σακκάς και πολλοί άλλοι. Χρωστάμε πολλά στον Νικηφόρο Παπανδρέου που ίδρυσε το τμήμα, ένα τμήμα πρότυπο. Κι επειδή όλοι τον εκτιμούσαν, δέχθηκαν να έρθουν στη Θεσσαλονίκη για να κάνουν μαθήματα. Ολοι αυτοί οι δάσκαλοι μου άνοιξαν τον ορίζοντα και το μυαλό, μου έδειξαν με πόσους διαφορετικούς δρόμους μπορείς να προσεγγίσεις το θέατρο.
» Από πολύ νωρίς αισθάνθηκα ότι αυτός είναι ο χώρος μου, το θέατρο. Κι αυτό είναι μεγάλη τύχη γιατί μεγαλώνοντας, το βλέπω με τ΄ανήψια μου ή τα παιδιά των φίλων μου, καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι να στραφείς κάπου επαγγελματικά αν δεν έχεις μια καθαρή επιθυμία.
Άργησα πολύ να αποκτήσω την αποδοχή για το ποιος είμαι
» Στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια αντιμετώπιζα κυρίως εσωτερικές δυσκολίες, λόγω της ομοφυλοφιλίας μου, που ήταν τότε πολύ μεγάλο βουνό να το αντιμετωπίσω. Ηταν πολύ καθαρό για μένα, το ήξερα. Ετσι γεννήθηκα. Την αποδοχή όμως άργησα πολύ να την αποκτήσω, την αποδοχή για το ποιος είμαι και ποια είναι η σεξουαλικότητά μου –κοντά στα τριάντα. Πριν απ΄αυτό πέρασα πολύ δύσκολα μέσα μου να διαχειριστώ τη φύση μου. Ηταν άλλες εποχές.
» Το οικογενειακό μου περιβάλλον, μεσοαστικό, συντηρητικό, δεν μπορούσε να το διαχειριστεί εύκολα. Δεν έφταιγαν, τους ήταν κάτι άγνωστο. Προφανώς πάντα οι γονείς το διαισθάνονται, το ξέρουν, ασχέτως αν το απωθούν ή δεν το αποδέχονται. Ενώ το βλέπουν λένε ότι μπορεί να μην είναι έτσι –είναι η άμυνά τους. Με τους γονείς μου ποτέ δεν το συζητήσαμε ανοιχτά, δεν μπορούσαν να το διαχειριστούν. Δεν τους κατηγορώ. Καταλαβαίνω πόσο δύσκολο τους ήταν, δεν φταίνε αυτοί, η γενιά τους μεγάλωσε με πολύ διαφορετικά πρότυπα.
» Βλέπω τα παιδιά σήμερα, τ΄ανήψια μου, με φίλους ανοιχτά γκέι μέσα στο σχολείο, να μιλάνε με μεγάλη χαλαρότητα γι΄αυτό το θέμα. Είναι ένα τελείως διαφορετικό τοπίο -ευτυχώς.
» Συνειδητά βγήκα και μίλησα δημοσίως για τον σεξουαλικό μου προσανατολισμό. Εχοντας πλέον έναν θεσμικό ρόλο αισθάνθηκα ότι έπρεπε να το κάνω. Η ορατότητα είναι σημαντική. Και εισέπραξα πολύ θετική ανταπόκριση. Και δεν αναφέρομαι στον θεατρικό χώρο, γιατί ευτυχώς στη θεατρική κοινότητα υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια πλήρης αποδοχή. Ήταν πολύ συγκινητικά κάποια μηνύματα που μου στείλαν άνθρωποι που δεν τους ήξερα, ευχαριστώντας με για τη συνέντευξη, τόσο ομοφυλόφιλοι άντρες, αλλά και γονείς παιδιών ομοφυλόφιλων, γράφοντάς μου ότι τους βοήθησε να καταλάβουν καλύτερα τα παιδιά τους. Κι αυτό μου έδωσε, ψυχικά, μεγάλη χαρά και ικανοποίηση γιατί κατάλαβα πόση σημασία έχει να μιλάς. Όταν ήμουν μικρός μου έλειπαν άνθρωποι που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πρότυπα –αν το είχαν δηλώσει ανοιχτά και περήφανα, θα με απενοχοποιούσαν κι εμένα. Είναι βοηθητικό συνολικά. Ακόμα διστάζουν πολλοί στον χώρο μου. Είναι χρήσιμο λοιπόν να ειπωθεί δημόσια.
» Θεωρώ τον Γιάννη Χουβαρδά έναν απ΄τους μεγάλους δασκάλους μου. Στο Αμόρε έκανα την αρχή, εκείνος μου έδωσε την ευκαιρία. Ζούσα τότε στη Θεσσαλονίκη, τελείωνα την σχολή και ήμουν αποφασισμένος να κατέβω στην Αθήνα. Θαύμαζα δύο σκηνοθέτες και ήθελα να δουλέψω μαζί τους: τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Τάσο Μπαντή. Είχα γνωρίσει τη Λυδία Φωτοπούλου, ήξερα την σχέση της με τον Γιάννη Χουβαρδά και της ζήτησα να τον ενημερώσει ότι θα του στείλω βιογραφικό κι ότι θάθελα να τον γνωρίσω. Ετσι κι έγινε...
»Είχα κάνει τότε ένα book της πρώτης παράστασης που ήμουν βοηθός, πολύ αναλυτικό (τώρα που το σκέφτομαι τελείως άχρηστο!), και το έδωσα στον Γιάννη. Προφανώς του έκανα καλή εντύπωση και με δέχτηκε να γίνω βοηθός του. Οσο για τον Μπαντή, του τηλεφωνούσα συνέχεια, «Θέλω να γίνω βοηθό σας», και «Θέλω να γίνω βοηθός σας», τον είχα πραγματικά εξοντώσει! Ηταν τέτοια η επιμονή μου που «αναγκάστηκε» να με δεχτεί. Εγινα βοηθός του στην “Αγγέλα” και παρέμεινα στο Εμπρός για δύο χρόνια, δυστυχώς σε μια όχι πολύ ευτυχή στιγμή, ήταν η εποχή της διάλυσής του Θεατρικού Οργανισμού «Μορφές» που συνδιοικούσαν ο Τάσος με τη Ράνια Οικονομίδου και τον Δημήτρη Καταλειφό. Ημουν πολύ τυχερός που στο ξεκίνημά μου βρέθηκα στο πλευρό του Γιάννη Χουβαρδά και του Τάσου Μπαντή, πολύ σημαντικοί άνθρωποι, μ΄επηρέασαν βαθιά, ο καθένας με τον τρόπο του.
» Μ΄άρεσε πάντα η ιστορία του θεάτρου. Εψαχνα για παλιές παραστάσεις, ερασιτεχνικά, διάβαζα σε βιβλιοθήκες. Για την επιλογή του θέματος του διδακτορικού μου μ΄επηρέασε ο Νικηφόρος Παπανδρέου που είναι ο μέντοράς μου και ο οποίος είχε κάνει διδακτορικό για την παρουσία του Ιψεν στην Ελλάδα απ΄το 1894 ως το 1910. Ετσι μου μπήκε η ιδέα να συνεχίσω το έργο του και να εξετάσω την παρουσία του Ίψεν από το 1910 έως το 2000. Αγαπούσα και πολύ και τον Ιψεν, και έτσι ανέλαβα το θέμα, χωρίς στην πραγματικότητα να΄χω ιδέα τι σημαίνει διδακτορικό. Αρχισα να γοητεύομαι απ΄αυτή την αναζήτηση του παρελθόντος, τις παραστάσεις και πως άλλαξε η οπτική του θέατρου. Δεν είχα υπολογίσει ούτε τον τρόμερό κόπο ούτε τον χρόνο. Γιατί παράλληλα δούλευα στο θέατρο. Συνολικά, μέχρι να παραδώσω το διδακτορικό μου έκανα 14 χρόνια... Με βοήθησε όμως τρομερά, με έκανε να συγκροτήσω την σκέψη μου, να μάθω να γράφω –συνέβαλε στην προσωπική μου ενηλικίωση. Κι είχα τον Νικηφόρο Παπανδρέου συνεχώς να με καθοδηγεί και να με βοηθά. Του χρωστάω τεράστια ευγνωμοσύνη.
» Η επιλογή μου στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, πρώτη φορά με ανοιχτό διαγωνισμό, μ΄έκανε να αισθανθώ ικανοποίηση. Μια επιτροπή από σημαντικούς ανθρώπους του θεάτρου αποφάσισε να επιλέξει εμένα ανάμεσα σ΄άλλους αξιόλογους ανθρώπους τη δεδομένη στιγμή. Αυτό σημαίνει ότι οι αναθέσεις που έγιναν παλιότερα για τη διεύθυνση του Εθνικού, ήταν άστοχες; Οχι βέβαια. Ο Γιάννης Χουβαρδάς ήταν επιλογή υπουργού, όπως και ο Στάθης Λιβαθινός, παλαιότερα ο Νίκος Κούρκουλος, πρόσφατα η Ερι Κύργια. Η τωρινή διαδικασία είναι χρήσιμη γιατί απεμπλέκει την πολιτική σκηνή απ΄την άμεση επιρροή και αφήνει τους ανθρώπους του θεάτρου να κρίνουν τη δεδομένη χρονική στιγμή ποιον θεωρούν τον καταλληλότερο. Η συγκυρία έχει μεγάλη σημασία.
» Ανέλαβα το Εθνικό μετά την Ερι Κύργια η οποία ως διευθύντρια του θεάτρου κατάφερε να διαχειριστεί μια μεγάλη κρίση πολύ επιτυχημένα. Κι αυτό πρέπει να το λέμε γιατί παραγνωρίζεται ο κομβικός ρόλος που έπαιξε η Ερι μετά την περίοδο του Δημήτρη Λιγνάδη –εκείνη ισορρόπησε τα πράγματα, όχι εγώ.
» Οι καταγγελίες; Είναι σοκαριστικό να μαθαίνει κανείς τέτοιες λεπτομέρειες για κακοποιητικές συμπεριφορές ανθρώπων του θεάτρου. Ο χώρος μας δεν το ομολογεί, αλλά υπήρχαν φήμες. Έπεσα όμως απ΄τα σύννεφα με το μέγεθος των ακροτήτων, όπως κι οι περισσότεροι νομίζω.
» Στο παρελθόν η αυθεντία του σκηνοθέτη, του διευθυντή ή του πρωταγωνιστή που επιβάλλεται μ΄έναν συγκεκριμένο τρόπο ήταν κοινής αποδοχής. Οπότε κι οι επόμενες γενιές αναπαράξανε αυτό που ήξεραν ως πρότυπο, και ήταν απ΄όλους αποδεκτό. Ηταν άλλες οι εποχές του Κάρολου Κουν ή του Λευτέρη Βογιατζή, άλλες οι συμπεριφορές. Μετακινήθηκαν πολλά πράγματα ως προς τα όρια, την συμπεριφορά εν γένει, άρα και στον χώρο του θεάτρου -σαν καμπανάκι για όλους μας για να αναρωτηθούμε γιατί λειτουργούμε έτσι.
» Τις στιγμές μιας αλλαγής τα πράγματα μπορεί να φτάνουν στο άλλο άκρο, είναι αναμενόμενο. Κάποιοι λένε ότι κινδυνεύουμε πια από την πολιτική ορθότητα, ίσως να έχουν κάποιο δίκιο, αλλά αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να ευχόμαστε να γυρίσουμε στην πρότερη κατάσταση, ούτε κατά διάνοια. Το MeToo είναι μια σημαντική τομή για το ελληνικό θέατρο, και ευτυχώς που συνέβη. Συν τω χρόνω θα βρεθεί η ισορροπία.
» Πιστεύω ότι πρέπει να στηρίξουμε τις γυναίκες. Η κοινωνία μας είναι ακόμα φαλλοκρατική, ας μην γελιόμαστε. Υπάρχουν τεράστια βήματα προόδου –δεν ζούμε στο ΄50. Υπάρχει όμως ακόμα μια σεξιστική, φαλλοκρατική αντιμετώπιση από αρκετούς άνδρες, όχι όλους. Και οι γυναίκες που έχουν μια θέση εξουσίας δεν είναι εύκολα αποδεκτές απ΄τους άνδρες. Υπάρχει ακόμα ριζωμένο, από ορισμένους άνδρες, ότι οι γυναίκες δεν κάνουν για θέσεις ευθύνης. Μέσα σ΄αυτό το πρότυπο μεγαλώσαμε. Αρα πρέπει να τις στηρίξουμε και να τους δώσουμε την ευκαιρία.
» Ως προς την ποσόστοση, η απάντηση δεν είναι εύκολη. Στην Γερμανία στο Theatertreffen, στο μεγαλύτερο ετήσιο θεατρικό φεστιβάλ, όπου επιλέγονται οι δέκα καλύτερες παραστάσεις της χρονιάς, τέθηκε το θέμα της ποσόστοσης, 50-50. Αυτό έδωσε κίνητρο στα γερμανικά θέατρα να πάρουν γυναίκες. Αρα δεν μπορούμε να πούμε ότι κι η ποσόστοση δεν παίζει τον ρόλο της.
» Πρέπει να δώσουμε περισσότερες ευκαιρίες στις γυναίκες, και μπορεί ο θεατρικός χώρος να είναι πολύ πιο προοδευτικός και να υπάρχει πολύ καλύτερη αντιμετώπιση των γυναικών, αλλά και στον θεατρικό χώρο υπάρχει προκατάληψη...
» Τα τελευταία χρόνια έχει έρθει το θέμα της ορατότητας των τρανς ανθρώπων και των δικαιωμάτων τους στην κοινωνία. Με την “Στρέλλα” ήρθε στον δημόσιο διάλογο κάτι που προ διετίας δεν θα είχε τεθεί καθόλου. Το ερώτημα γιατί ένας τρανς ρόλος δεν ερμηνεύεται από ένας τρανς καλλιτέχνη είναι εύλογο –υπάρχει όμως ο τρανς καλλιτέχνης να παίξει αυτόν τον ρόλο; Όπως αποδείχτηκε δεν υπήρχε... Κι έτσι έσπασε ο ρόλος στα δύο –σώμα, φωνή. Μια επιλογή που προκάλεσε συζητήσεις, και που κατά τη γνώμη μου ήταν ορθή, βοήθησε στο θέμα της ορατότητας των τρανς, για πρώτη φορά στη Λυρική τρανς καλλιτέχνες ήταν επί σκηνής.
» Είναι τρομερός ο αγώνας των τρανς ανθρώπων στην κοινωνία μας, δεν υπήρχε μέχρι πρόσφατα καμία αποδοχή τους, φανταστείτε πως είναι να ζει κανείς τιμωρούμενος για τη φύση του, να είναι δακτυλοδεικτούμενος απλώς και μόνο επειδή γεννήθηκε διαφορετικός, να έχει να παλέψει με μια ολόκληρη κοινωνία ζητώντας το αυτονόητο: τον σεβασμό και την αποδοχή. Έχω μεγάλο σεβασμό για τους τρανς ανθρώπους και τους θαυμάζω για τον αγώνα τους.
» Όσον αφορά στον γάμο των ομοφυλόφιλων ζευγαριών και το ζήτημα της υιοθεσίας, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν προσφέρεται ένα αυτονόητο δικαίωμα. Προσωπικά το θέμα παιδί πέρασε, κάποια στιγμή, απ΄τον νου μου, αγαπάω πολύ τα παιδιά. Αλλά γνωρίζοντας τον εαυτό μου, ήξερα ότι δεν κάνω εγώ για γονιός. Είμαι πολύ απορροφημένος από τη δουλειά μου στο θέατρο κι ένα παιδί, αν το κάνεις, πρέπει ν΄αλλάξεις προτεραιότητες, αλλιώς δεν έχει νόημα.
» Τελειώνοντας την θητεία μου στο Εθνικό θα΄θελα να έχουμε βγει στο εξωτερικό δυναμικά, να έχουν παραχθεί υψηλού επιπέδου παραστάσεις και να προσθέσω –ή τουλάχιστον να δρομολογήσω, κτιριακές δομές που είναι απαραίτητες για την λειτουργία του θέατρου. Αλλά έχουν μεγάλο κόστος. Εχω ανοίξει πολλά μέτωπα μαζί, βάζω πολλούς φιλόδοξους στόχους για το μέλλον του Εθνικού, κι ας μην εκπληρωθούν όλοι, πρέπει να είμαστε φιλόδοξοι».