Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Το ότι όλα είναι μάταια, με κάνει να αγαπώ πιο πολύ τη ζωή»
Η Γαλήνη Χατζηπασχάλη είναι ηθοποιός, ηθοποιός του θεάτρου. Με μια κωμική φλέβα κι ένα έντονο ταμπεραμέντο, ακολουθεί τον δρόμο που έχει χαράξει, απολαμβάνοντας την διαδρομή. Γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη, σπούδασε στην Θεσσαλονίκη, ζει στην Αθήνα. Είναι παντρεμένη. Εχει τρία παιδιά.
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αλεξανδρούπολη. Είμαι μισή Κύπρια, απ΄τον μπαμπά μου. Δεν θυμάμαι ποτέ να έχω πει κάτι άλλο εκτός από το ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Αλλά με το θέατρο δεν είχα καμία επαφή, μηδέν. Οπότε δεν μπορούσα να καταλάβω τι μπορεί να είναι αυτό το θέατρο και πως θα μπορούσα να οδηγηθώ σ΄αυτό. Ταινίες έβλεπα, ελληνικές, αυτές του Σαββάτου και κάπως μ΄άρεσαν. Η Αλίκη και η Ρένα (σ.σ. Βλαχοπούλου) ήταν οι αγαπημένες μου.
»Ο μπαμπάς μου είναι γιατρός, χειρουργός, η μαμά μου νοσηλεύτρια. Στον μπαμπά μου άρεσε η μουσική έπαιζε κι όλας, και γενικά είχαμε πιο πολύ σχέση με την μουσική παρά με το θέατρο. Στην οικογένεια τραγουδούσαμε πολύ.
»Το θέατρο δεν το παράτησα ποτέ γιατί δεν είχα και κάποιο φρένο απ΄την οικογένειά μου. Θυμάμαι ότι έκανα σκετσάκια στο σπίτι με τ΄αδέλφια μου, με φίλους. Εχω δύο αδέλφια, αγόρια, το ένα μεγαλύτερο, το άλλο μικρότερο, όπως είναι τώρα και τα δικά μου παιδιά. Εκανα ακριβώς το ίδιο.
»Είχα πολύ ωραία παιδικά χρόνια. Και μέχρι τώρα μπορώ να πω είναι σαν να έχω τραβήξει ένα λαχείο. Δεν έχω βιώσει πολύ μεγάλες απώλειες. Βεβαίως γνωρίζεις ότι δεν είναι για πάντα κι ότι θα΄ρθει φυσικά. Κι ίσως από εκεί ξεκινάει ένα ελαφρύ φλερτ μου με τον πόνο. Κι αυτό το λέω ως καλλιτέχνης. Επειδή δεν είχα πραγματικό βίωμα μεγάλου πόνου φλέρταρα και ως έφηβη μ΄αυτό πιο πολύ σε σχέση με τη ζωή, για να είμαι πάντα έτοιμη. Και το κάνω και τώρα που μεγάλωσα. Αλλά σ΄αυτό το μονοπάτι σε βοηθάει και η τέχνη -είναι νομίζω ένας παράλληλος εαυτός. Όχι δεν ήμουν drama queen αλλά είμαι απ΄αυτούς που έβαζαν μαράζι χωρίς λόγο.
»Μετά το σχολείο, για κάποιο διάστημα έλεγα μήπως παράλληλα σπουδάσω και κάτι γιατί μπορεί να μην τα καταφέρω στο θέατρο -το είχα στο μυαλό. Πέρασα σ΄ένα ΤΕΙ βιβλιοθηκονομίας αλλά δεν πήγα ποτέ. Η ιατρική ήταν κάτι που θα μ΄ευχαριστούσε λίγο, αλλά ήθελε τόσο πόνο να δώσεις και τόσο διάβασμα που εγώ δεν το΄χα. Ένα απ΄τα αδέλφια μου έγινε γιατρός τουλάχιστον. Γιατί είναι αλήθεια ότι η ιατρική ήταν κάτι ισχυρό στην οικογένεια. Είχα μεγάλη σχέση, αγαπημένη, με το νοσοκομείο, γατί ήταν ο τόπος της δουλειάς των γονιών μου. Πήγαινα συχνά, με ευχαριστούσε.
»Για το θέατρο δεν ήξερα τίποτα. Ευτυχώς ήταν ένας άνθρωπος εκεί, ο Νίκος Ζερβόπουλος που είχε τελειώσει το Κρατικό και δίδασκε στο Πανεπιστήμιο, Θεατρολογία. Και κάπως η μαμά μου, μέσω μιας φίλης της, τον βρήκε. Κι αυτός ο άνθρωπος με την καλή του την καρδιά με βοήθησε επί ένα-δύο χρόνια και μάλιστα αμισθί. Ηξερε πώς να με καθοδηγήσει.
»Ποτέ δεν είχα την αίσθηση ότι θα περάσω στην Δραματική του ΚΘΒΕ, δεν είχα και κανένα μέτρο σύγκρισης, ούτε αγωνία. Όταν πέρασα στη δεύτερη φάση, χάρηκα.
»Ηξερα ότι έχω ένα κωμικό στοιχείο. Κι αυτό ήταν που μ΄άρεσε στην Αλίκη και στην Βλαχοπούλου. Την Αλίκη την είδα μια φορά στην “Μις Πέπσι”, όταν είχε έρθει στην Αλεξανδρούπολη, την Βλαχοπούλου σε μια επιθεώρηση στο Ακροπόλ, στην Αθήνα.
»Μετά την Σχολή, δούλεψα μόνο μια φορά στο ΚΘΒΕ με τον Βίκτορα Αρδίττη αλλά έμεινα στην Θεσσαλονίκη δύο χρόνια με τον Γιάννη Ρήγα. Κάναμε μια ομάδα, ανεβάσαμε δύο έργα, μέχρι που τελικά κατηφόρισα στην Αθήνα.
»Ηθελα να΄ρθω γιατί είχα νιώσει αυτό έπρεπε να κάνω. Επάνω ήταν κάπως περιορισμένη η κατάσταση. Ας βίωνα και την αποτυχία δεν μ΄ένοιαζε. Ηρθα με μια δυναμική, γι΄αυτό και ζήτησα από πολλούς δουλειά. Ευτυχώς έμενε μια φίλη μου εδώ και τον πρώτο καιρό συγκατοικήσαμε.
»Δούλεψα σε ΔΗΠΕΘΕ, Σέρρες, Κομοτηνή, Κοζάνη, Αγρίνιο -μ΄άρεσε. Αγαπάω την επαρχία, είχα μια αποστροφή για τις μεγαλουπόλεις. Ηταν εμπειρία. Δούλεψα με τον Γιάννη Αναστασάκη, στο Μουσούρη, με την Ασπα Κυρίμη. Η πρώτη μου πιο κανονική παράσταση ήταν όταν πήγα στο Πορεία -πάλι με βοήθησε ο Αναστασάκης, κι έκανα μια αντικατάσταση. Με πήρε ο Τάρλοου για το “Τυφλό σημείο” σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριτζήλα. Η Μάρθα με βοήθησε πολύ μετά, γιατί με πήρε σε μια παράσταση στο Εθνικό. Εκεί σιγά-σιγά δούλεψα και με άλλους -με τον Μαστοράκη στο “Ξύπνημα της Ανοιξης”, τότε που σκοτώθηκε ο Κωνσταντίνος Παπαχρόνης, ήταν τραγικό. Θυμάμαι, ήταν πολύ δύσκολες εκείνες οι ώρες.
»Με τον Θωμά τον Μοσχόπουλο άρχισα να συνεργάζομαι πολύ μετά, όταν ήμουν έγκυος στο τρίτο μου παιδί. Τα παιδιά μου είναι 11, 9 και 4. Πρώτα δούλεψα με τον Νίκο Καραθάνο, αργότερα με τον Δημήτρη Καραντζά.
»Δεν μ΄αρέσει η δημοσιότητα. Βέβαια, αν το βιώσεις μια φορά, ξέρω κι από φίλους μου που είναι διάσημοι, ότι δεν είναι τίποτα, σ΄αρέσει κιόλας. Θα είναι κάτι εθιστικό φαντάζομαι, απλά δεν μου΄τυχε. Είναι αλήθεια ότι δεν το κυνηγάω κιόλας -την τηλεόραση δηλαδή. Αλλά δεν θα μου κακοφαινόταν αν μου τύχαινε κάτι όμορφο, ρισκαδόρικο κιόλας. Γιατί μ΄αρέσει και λίγο το ρίσκο.
»Η διασημότητα νομίζω ότι είναι ένα πράγμα κόντρα στην τεχνική μου. Εμένα επειδή δεν με γνωρίζουν, με διασκεδάζει ότι δεν ξέρουν τις μανιέρες, τις ευκολίες μου κι αυτό με βοηθάει όταν είμαι πάνω στην σκηνή. Οτι από κάτω έχω κάποια μάτια πάνω μου που είναι τελείως αθώα κι έχουν ένα ερωτηματικό. Το θέατρο είναι πιο πρόσφορο για να συμβούν μέσα σε δυόμιση μήνες πράγματα πιο υψηλά. Οπότε η τηλεόραση δεν είναι κάτι που με τρελαίνει σαν ιδέα αλλά βεβαίως αν έρθει καλώς να΄ρθει και θα δούμε τι θα το κάνουμε.
»Τι ρόλο έπαιξε σ΄όλα αυτά η οικογένεια, τα παιδιά; Σίγουρα η έλλειψη χρόνου είναι ένα εμπόδιο, ας πούμε, στο να προχωρήσεις στην καριέρα, αλλά συγχρόνως είναι και μια άγκυρα για την καριέρα -αν κι αυτή η λέξη δεν μ΄αρέσει πολύ, αλλά δεν πειράζει. Είναι κάτι που με περιορίζει αλλά και μ΄ευχαριστεί. Με περιορίζει γιατί έτσι με κάνει να μη ζητάω πολλά απ΄αυτό το πράγμα που λέγεται δουλειά. Μου δημιουργεί μια κατάσταση λίγο ότι αφού δεν μπορείς να το κάνεις έτσι κι αλλιώς, κάτσε ήσυχη και αυτό είναι βοηθητικό γιατί κάνεις μια ωραία οικονομία στη ζωή.
»Εγώ ας πούμε δεν μπορώ να κάνω πρόβα και παράσταση συγχρόνως -αν και τώρα θα δούμε πως θα πάει γιατί θα συμβεί. Μαζί με την “Προξενήτρα” κάνω πρόβες για το καινούργιο έργο της Λένας Κιτσοπούλου, στο Θέατρο Τέχνης. Αλλά επειδή είναι παρέα μου, νομίζω ότι θα με καταλάβουν.
»Η επιλογή μου να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια ήταν αρκετά συνειδητή. Αλλά τράβηξα και το λαχείο, γιατί μπορεί να θες πολύ αλλά να μην βρίσκεις έναν άνθρωπο. Όταν τον βρήκα και με βρήκε, ήταν πολύ φυσικό -δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Μου άρεσε αυτή η φασαρία της οικογένειας. Είμαστε μαζί από το 2007, το 2009 παντρευτήκαμε. Ο άντρας μου ασχολείται με το ποδόσφαιρο, είναι στην ΑΕΚ. Εγώ ήμουν ΠΑΟΚ, αλλά τώρα είμαι ΑΕΚ, οικογενειακώς είμαστε. Κι εκείνος ήθελε οικογένεια αλλά, να το πούμε κι αυτό, όταν μια γυναίκα θέλει όλα τα μπορεί.
»Με βοηθάει πολύ η μητέρα μου, έχουν έρθει με τον πατέρα μου στην Αθήνα. Και του άντρα μου η δουλειά είναι άνευ προγράμματος, οπότε η μάνα μου είναι μεγάλος βράχος -μένει κοντά μου, με βοηθάει. Τώρα που ξεπετάγονται τα παιδιά, θα πάρει κι εκείνη ανάσες. Ο Νίκος του χρόνου θα πάει Γυμνάσιο, η Κατερίνα πάει Γ΄ δημοτικού και ο Αιμίλιος πάει προνήπιο, είναι μικρούτσικος αυτός. Κάνουν παρέα -είναι στη μέση η Κατερίνα και τα κανονίζει. Παρακολουθώ τα διαβάσματά τους, δεν θέλω να χάνω στιγμές τους. Είναι κι η τάση της εποχής, να μην χάνεις στιγμές του παιδιού σου.
»Τα παιδιά μου έχουν επίγνωση της δουλειάς μου. Δεν μ΄αρέσει να κρύβω ότι η δουλειά μου είναι όμορφη, τους παίρνω μαζί μου, στα παρασκήνια. Το Κατερινάκι προς τα εκεί πάει, το απολαμβάνει. Πιστεύω, ας πούμε, ότι αν δούλευα σε μπουλούκια, θα τους έπαιρνα μαζί. Όπως μπορεί να τους πάρω και στην πρόβα, γιατί είναι πιο παιδικό όλο αυτό. Ετσι κι αλλιώς η πρόβα είναι ένα κανονικό παιχνίδι.
»Μου αρέσει η παιδικότητα, είναι μια ασφάλεια και σου διευκολύνει την ζωή. Δεν μπορώ τώρα να σκέφτομαι ότι είναι άλλο να΄σαι ενήλικας κι άλλο παιδί. Νομίζω πως είναι όλο ένα.
»Λέω με σιγουριά ότι μέσα στην οικογένεια μπορεί να διατηρηθεί η σχέση του ζευγαριού, αν έχουμε την διάθεση να κοιτάμε προς τα μπροστά. Νομίζω ότι μπορεί ν΄ανθίζει συνέχεια αυτή η σχέση με τον καιρό, όπως δηλαδή ο χρόνος με τις εποχές. Πάντα θα΄ρχεται η άνοιξη στο ζευγάρι -κι έρχεται μην σου πω με τον πραγματικό χρόνο, δηλαδή την άνοιξη πάντα το νοιώθω. Κι ύστερα ακολουθεί το καλοκαίρι, ωραία, χαλαρά, το φθινόπωρο μ΄αυτό το κλείσιμο… Τ΄αφήνω έτσι λίγο να ρέει όπως η ζωή. Κι αν με τον άλλον έχεις μια υπόγεια συνεννόηση, ότι όλα είναι μάταια, ας πούμε... Αυτή τη ματαιότητα γενικά την αγαπάω πολύ γιατί είναι έτσι η διφορούμενη. Το ότι όλα είναι μάταια, με κάνει να αγαπώ πιο πολύ τη ζωή. Τι εννοώ; Ο πόνος παραμονεύει, η ζωή είναι δύσκολη. Οταν θέλεις να έχεις μια βαθιά γνώση, αν έχεις και μια εμπειρία, σε κάνει να τα βλέπεις λίγο πιο ελαφρά τα πράγματα. Αυτή η ιστορία ό,τι φάμε ό,τι πιούμε, ας πούμε, είναι ένα ωραίο μότο. Οσο γίνεται βέβαια, γιατί ο άνθρωπος όλο θέλει και κάτι παραπάνω.
»Δεν δουλεύω συχνά το καλοκαίρι. Δουλεύω όμως, κυρίως αν μπορώ να κάνω κάτι το οποίο να μην με αποκλείσει απ΄το να πάω ένα μήνα με τα παιδιά στην Αλεξανδρούπολη, που μ΄αρέσει πολύ, και στην Κομοτηνή. Να κάνουμε δηλαδή αυτό το θρακιώτικο. Ο άντρας μου είναι απ΄την Κομοτηνή. Εκεί γνωριστήκαμε, γύρω στα τριάντα. Μ΄αρέσει που είμαι βόρεια. Εχω μια εκτίμηση στον βορρά. Είναι κι ο τόπος μου, τον γνωρίζω. Οταν φτάνω Θεσσαλονίκη και παίρνω τον δρόμο, αυτή την ισιάδα, αλλάζει η διάθεσή μου.
»Δεν μπορώ με τίποτα να με σκεφτώ το μέλλον. Λέω ότι μάλλον δεν θα την παρατήσω αυτή την δουλειά -και το ΛΟΤΤΟ να κέρδιζα δεν θα την άλλαζα, ίσως να την έκανα με λίγη πολυτέλεια. Δεν είναι κακό κι αυτό.
»Στο θέατρο σε έλκει και το μέγεθος -το Rex είναι ένα θέατρο απίστευτης ομορφιάς. Βέβαια κάθε χώρος έχει τη χάρη του. Γενικά οι χώροι πιστεύω στο θέατρο έχουν μεγάλη σημασία και έχει μεγάλη σημασία να δίνεις σημασία στον χώρο. Και πάλι θα πω ότι όλο αυτό έχει σχέση και με την τεχνική σου. Είναι ωραίο να δοκιμάζεσαι, να δοκιμάζονται οι εντάσεις των φωνών, των κινήσεων, είναι πράγματα της δουλειάς, της πρακτικής.
»Η Επίδαυρος είναι μια υπερβολή, έχει κάτι το φοβικό, σαν στόμα που θα σε φάει. Αλλά όλο αυτό είναι μέχρι να πας -μετά, όταν πας, κι εγώ πήγα, καταλαβαίνεις ότι είναι κάτι τόσο δα, αυτή είναι η αίσθηση. Το μεγάλο μπορεί να σε μεγαλώνει κι εσένα.
»Και μόνο ο τίτλος της “Προξενήτρας” έχει μέσα του μια χαρά. Γιατί παλεύεις να κάνεις αυτό το ταίριασμα στην ζωή. Όταν μου το είπε ο Θωμάς (σ.σ. Μοσχόπουλος), αμέσως μου΄κανε κάτι.
»Μ΄αρέσει να δουλεύω με φίλους, που ξέρει ο ένας τον άλλον, νοιώθω ασφάλεια. Εχω φίλες στο θέατρο, την Εμιλυ (σ.σ. Κολιανδρή), την Αλεξάνδρα την Αϊδινη, μου έχει βαφτίσει την Κατερίνα, την Ευδοκία Ρουμελιώτη, τον Αιμίλιο. Κάνουν και τα παιδιά παρέα, κι όταν δουλεύουμε μαζί είναι και πιο εύκολο. Η Μαρία Τσιμά είναι φίλη μου από παλιά.
»Ακούω τι λένε για μένα, τι γράφουν, αλλά δεν μου έχει τύχει και ποτέ ν΄ακούω αντικρουόμενα από αυτά που νιώθω, οπότε μήπως δεν ακούω; Γενικά ο ηθοποιός, ο καλλιτέχνης, ξέρεις, έχεις αίσθηση, πότε είσαι πιο βαθιά και ποτέ δεν είσαι. Το ξέρεις αυτό… Κι όταν δεν είμαι, δεν μ΄αρέσει να με βάζω απέναντι, μ΄αρέσει, να το αποδέχομαι και να λέω εντάξει το ξέρω ότι δεν είμαι εδώ σ΄αυτό το σημείο ή σ΄αυτή την παράσταση. Απ΄τις πρόβες το βλέπεις. Κι όταν ένας σκηνοθέτης ταλαιπωρεί έναν ηθοποιό προσπαθώντας να του εκμαιεύσει, ας πούμε κάτι από την τεχνική του, ποτέ δεν νομίζω να΄χει κερδίσει κάτι -τουλάχιστον εγώ δεν το΄χω δει. Δεν μπορείς εύκολα να τον διδάξεις, μπορείς όμως να τον εμπνεύσεις. Η έμπνευση η μεγάλη είναι περί τέχνης, όπως ο Βασίλης Παπαβασιλείου που μπορεί να σου πει μια άσχετη κουβέντα και να σ΄εμπνεύσει.
»Μ΄αρέσει πολύ το χειροκρότημα, το μπράβο -η υπόκλιση είναι η τελευταία πινελιά, το φινάλε, εκεί που σπάνε όλα τα τείχη. Εμένα μ΄αρέσει να χειροκροτώ και σαν θεατής. Κι οι θεατές μπορεί να χειροκροτούν ακόμα και τον εαυτό τους, που άντεξαν… Μ΄αρέσει γενικά η σύμβαση στο θέατρο, το πλαίσιο. Γι΄αυτό και έχω μια αγάπη λίγο περισσότερο για την κωμωδία γιατί αυτό το πλαίσιο, η σύμβαση, είναι πιο καθαρή και για τους δυο μας -και για το κοινό και για μας και υπάρχει απ΄την αρχή μια μεγάλη ελευθερία. Η κωμωδία είναι εξαρχής ένα ψέμα -κοιτάς στα μάτια τον άλλον, το κοινό και του λες παίζουμε; Ναι, παίζουμε. Μ΄αρέσει να βλέπω από κάτω τον κόσμο.
»Αν δεν γελάσει το κοινό με το αστείο; Μ΄αρέσει εμένα και λίγο αυτό γιατί εκτός απ΄την συνενοχή με το κοινό υπάρχει και η συνενοχή με τους πάνω στην σκηνή, μεταξύ μας. Κι εκείνη την ώρα που απέτυχα, το βλέπω κι είναι κι αυτό μέρος της δουλειάς. Μ΄αρέσει αυτή η έκθεση… Όπως και το μπάχαλο, γιατί έχει να κάνει με την παιδικότητα, με το παιχνίδι. Αλλιώς το θέατρο είναι στεγνό.
»Στόχος μου ήταν να παίζω και τα έχω καταφέρει. Θέλω να γίνεται το παιχνίδι και να νοιώθω ελεύθερη. Γιατί μόνο όταν παίζεις νοιώθεις ελεύθερος».
Είναι η «Προξενήτρα» του Θόρντον Ουάιλντερ στο Εθνικό Θέατρο-Σκηνή Κοτοπούλη/Rex, σκηνοθεσία Θωμάς Μοσχόπουλος.
Τον Μάιο θα παίζει στο «Και λέγε, λέγε» της Λένας Κιτσοπούλου στο Θέατρο Τέχνης.
Το καλοκαίρι θα είναι στην «Ταράτσα του Φοίβου»-Αλσος, με τον Φοίβο Δεληβορριά και τον Θανάση Αλευρά.