Φρανσουάζ Ζιλό: Η μυθιστορηματική ζωή της μοναδικής γυναίκας που εγκατέλειψε τον Πικάσο
Η έκθεση «Πάμπλο Πικάσο – Η χαρά της ζωής» που φιλοξενείται στο Μουσείο Αρχαίας Ελεύθερνας στην Κρήτη, περιλαμβάνει 62 έργα του διάσημου ζωγράφου, εμπνευσμένα από τη μυθολογία της Κρήτης, τη χαρά της ζωής και το ζωικό στοιχείο
Η έκθεση περιλαμβάνει έργα από την προσωπική συλλογή της κόρης του Παλόμα Πικάσο, την οποία απέκτησε με τη Φρανσουά Ζιλό και είναι αφιερωμένη στη μνήμη του αδελφού της, Κλοντ Πικάσο, ο οποίος αγαπούσε τόσο την Ελλάδα που ήθελε, όπως και έγινε, οι στάχτες του να σκορπιστούν στο Αιγαίο.
Η σχέση του Πάμπλο Πικάσο με την Κρήτη, καθώς και η εμμονή του με τον Μινώταυρο, είναι γνωστή- μάλιστα στην έκθεση υπάρχει και μια φωτογραφία του, όπου εμφανίζεται με μια μάσκα του μυθικού πλάσματος-, παρόλα αυτά ελάχιστα έχουν γραφτεί για τη συγκεκριμένη περίοδο στη διεθνή βιβλιογραφία. Η «Χαρά της ζωής» όμως συνδέεται άμεσα με τον έρωτα του Πικάσο για τη Φρανσουάζ Ζιλό, τη μοναδική γυναίκα που τον εγκατέλειψε και ξέφυγε από τη σκιά του.
Η ζωή της Φρανσουάζ Ζιλό, της γυναίκας που αγάπησε τον Πικάσο, αλλά κατάφερε να ξεφύγει από την «κατάρα»
Οι σχέσεις του Πάμπλο Πικάσο με τις γυναίκες ήταν καταστροφικές, όχι για τον ίδιο φυσικά, αλλά για εκείνες, αφού οι περισσότερες συνεθλίβησαν από το βάρος της προσωπικότητας του και του άμετρου εγωισμού του. Η πρώτη γυναίκα του, η χορεύτρια Όλγα Χόχλοβα, όπως και η καλλιτέχνιδα Ντόρα Μάαρ, έχασαν τα λογικά τους και κατέληξαν σε ψυχιατρικές κλινικές, η Μαρί Τερέζ, η οποία είχε σχέση του από μικρή ηλικία, αυτοκτόνησε, όπως και η δεύτερη γυναίκα του η Ζακλιν Ροκ. Η Ζιλό όμως ήταν η μοναδική, που έσπασε τα δεσμά και γλίτωσε από τον σκοτεινό κύκλο. Η διάσημη ατάκα της «Είμαι η μοναδική γυναίκα που σώθηκε από τον Πικάσο και δεν έχω μετανιώσει ούτε μια στιγμή γι' αυτό. Πώς; Παρατώντας τον», έμεινε στην Ιστορία.
Η Φρανσουάζ Ζιλό γεννήθηκε το 1921 στο Neuilly-Sur-Seine, ήταν το μοναχοπαίδι μια εύπορης οικογένειας και από μικρή είχε την τάση να σοκάρει τον κόσμο, όπως έλεγε η ίδια. Η μητέρα της, κεραμίστρια και φιλότεχνη, τη μύησε στη ζωγραφική και εκείνη από την ηλικία των έξι χρόνων δημιούργησε τα πρώτα της ζωγραφικά έργα. Αργότερα, σπούδασε Νομική στη Σορβόννη και το Κέιμπριτζ, αλλά γρήγορα κατάλαβε πως αυτός ο δρόμος δεν της ταίριαζε. Έτσι, αφοσιώθηκε στην τέχνη της.
Με τον Πικάσο γνωρίστηκαν σε ένα καφέ στο Παρίσι το 1943. Εκείνη ήταν μόλις 21 χρόνων, εκείνος 61. Ήταν ακόμα παντρεμένος με τη Χόχλοβα, γιατί δεν ήθελε να της δώσει διαζύγιο για οικονομικούς λόγους, ενώ διατηρούσε και δεσμό με την Ντόρα Μάαρ. Όπως αφηγείται στο βιβλίο της «Living with Picasso», το οποίο έγραψε το 1964 μαζί με τον κριτικό λογοτεχνίας Κάρλτον Λέικ, οι δρόμοι τους διασταυρώθηκαν για πρώτη φορά στο εστιατόριο Le Catalan, σημείο συνάντησης καλλιτεχνών. «Ήμουν με έναν φίλο και ηθοποιό, τον Αλέν Κινί, ο οποίος δειπνούσε μαζί μας. Ο Πικάσο ήρθε να μας μιλήσει και είπε στον Κινί που τον γνώριζε “μπορείς να με συστήσεις στους φίλους σου;”».
Η ίδια θα έλεγε αργότερα πως όλοι οι άνδρες τότε έλειπαν στον πόλεμο, όποτε δεν ήταν περίεργο που την τράβηξε κάποιος με τον οποίο είχαν τόσο μεγάλη διαφορά ηλικίας. Στην πρώτη τους συνάντηση, ο μεγάλος ζωγράφος, ακούγοντας πως κι εκείνη ασχολείται με τη ζωγραφική της είπε: «Αυτό είναι το πιο αστείο πράγμα που έχω ακούσει ποτέ. Τα κορίτσια με τη δική σου εμφάνιση δεν γίνονται ζωγράφοι».
Παρόλα αυτά η Ζιλό τον ερωτεύτηκε. Οι δυο τους έζησαν μαζί από το 1943 έως το 1953, έκαναν δύο παιδιά, την Παλόμα και τον Κλοντ, αλλά δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Τα περισσότερα χρόνια που έζησε μαζί του, η Φρανσουάζ δεν ζωγράφιζε, εκτελούσε περισσότερο χρέη ατζέντη. Τα ελάχιστα έργα που δημιούργησε τότε ήταν κυρίως αυτοπροσωπογραφίες, πορτρέτα των παιδιών της και ελληνικοί μύθοι. Φυσικά τότε ακόμα ακολουθούσε την τεχνοτροπία του Πικάσο, αλλά σε μια άλλη κατεύθυνση, λιγότερη σκοτεινή και βίαιη.
Σημαντική επιρροή όμως της άσκησε και ο Ανρί Ματίς, τον οποία γνώρισε μέσω του Πικάσο το 1946. Είχαν πάει να τον επισκεφτούν στο σπίτι του στη Βενς, στη νοτιοανατολική Γαλλία και κέρδισε τη συμπάθειά του Μάλιστα, το 1990, η Ζιλό δημοσίευσε το «Matisse and Picasso: A Friendship in Art», μια αφήγηση της φιλίας και της αντιπαλότητας των δύο καλλιτεχνών. Στη συνέχεια, συνδέθηκε καλλιτεχνικά και με άλλους δημιουργούς, όπως τη Σόνια Ντελονέ και τον Νικολά ντε Στάελ, που ανήκαν σε μια ομάδα γνωστή ως «Οι Νέοι Ρεαλιστές», διαμορφώνοντας τη δική της ταυτότητα.
Το 1953 η Ζιλό πήρε την απόφαση να αφήσει τον Πικάσο, κάτι που δεν είχε τολμήσει ποτέ καμία άλλη γυναίκα. Εκείνη όμως δεν άντεχε άλλο τη χειριστική και κακοποιητική του συμπεριφορά. Δημόσια λοιπόν τον αποκάλεσε «σαδιστή», πήρε τα παιδιά της και έφυγε μακριά του. Εκείνος, έξαλλος, αφού πρώτα της αφιέρωσε τον πίνακα με τίτλο «Προτομή Γυναίκας», τον οποίο μπορεί κανείς να δει στο μουσείο Μάρτιν Γκρόπιους Μπάου στο Βερολίνο, άρχισε να την καταδιώκει ανελέητα. Ο Ζαν Κοκτώ ήταν ένας από τους λίγους ανθρώπους, που παρέμειναν πιστοί στη Ζιλό, αφού οι φίλοι του ζωγράφου είχαν αρχίσει να την αποφεύγουν.
Στο βιβλίο με τίτλο «Η γυναίκα που είπε όχι», ο Μάλτε Χέρβιγκ αναφέρεται στη ζωή της Ζιλό γράφοντας: «Ο διασημότερος ζωγράφος όλων των εποχών ήταν αυτάρεσκος. Εκτός από τον εαυτό του και την τέχνη του, δεν υπήρχε πολύς χώρος στη ζωή του για άλλους ανθρώπους και πράγματα. Η τυραννία της ιδιοφυΐας αποδομούσε τα πάντα. Μόνο η Φρανσουάζ Ζιλό κατάφερε να ταρακουνήσει αυτό το κοσμοείδωλο».
Μετά από τον χωρισμό τους, η Ζιλό είχε μια σύντομη σχέση με τον Έλληνα φιλόσοφο Κώστα Αξελό, ενώ το 1955 παντρεύτηκε έναν παιδικό της φίλο, τον Γάλλο καλλιτέχνη Λικ Σιμόν, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, την Αουρέλια. Πήρε διαζύγιο το 1962, έναν χρόνο αφότου ο Πικάσο παντρεύτηκε τη Ζακλίν Ροκ.
Η Ζιλό ήξερε πολύ καλά τιτην περίμενε, όταν πήρε τη γενναία απόφαση να εγκαταλείψει τον Πικάσο, όμως δεν φοβήθηκε. «Γνώριζα ότι με τον χωρισμό θα ερχόταν και η καταστροφή. Μία καταστροφή, όμως, που θα άξιζε κανείς να τη ζήσει. Αξίζει πολύ περισσότερο να ζήσεις μία τραγική ζωή με έναν ξεχωριστό άνθρωπο, παρά μία υπέροχη ζωή με έναν μέτριο», θα έλεγε αργότερα.
Ο Πικάσο είχε επιβάλλει στους ιδιοκτήτες διάφορων γκαλερί να μην δέχονται τα έργα της, ενώ όταν το 1964 κυκλοφόρησε το βιβλίο της για τη ζωή της μαζί του, αφού προσπάθησε ένα ματαιώσειτην έκδοση, έπεισε δεκάδες καλλιτέχνες, ανάμεσά τους ο Ραφαέλ Αλμπέρτι, ο Χοσέ Μπεργκαμίν, ο Καμίλο Χοσέ Θέλα και ο Μισέλ Λεϊρίς, να υπογράψουν ένα ψήφισμα, που ζητούσε την απαγόρευση του βιβλίου στη Γαλλία, πράγμα που δεν πέτυχε.
Η Ζιλό όμως είχε αποφασίσει να αφήσει την πατρίδα της, που την κατέτρεχε, και να μετακομίσει στην Αμερική, ξεκινώντας μια νέα ζωή. Το 2019, κατά τη διάρκεια μιας έκθεσης αφιερωμένης σε αυτήν στη Νέα Υόρκη, η ζωγράφος επέμεινε ότι δεν μπορούσε να ζήσει στη Γαλλία: «Οι άνθρωποι δεν με συμπαθούν- δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο πολύ με μισούν». Η Ζιλό δεν μίλησε ποτέ ξανά με κανέναν από αυτούς, αν και κάποιοι προσπάθησαν να ζητήσουν συγγνώμη αργότερα.
Στην Αμερική, η Ζιλό άρχισε να ζωγραφίζει και πάλι, προκαλώντας εντύπωση με τα έργα της, ενώ παντρεύτηκε τον ιατρικό ερευνητή, γνωστό για την ανακάλυψη και την ανάπτυξη του πρώτου εμβολίου κατά της πολιομυελίτιδας, Τζόνας Σολκ, με τον οποίο έμεινε ως το τέλος της ζωής του. Η αναγνώριση όμως της δουλειάς της στην Ευρώπη άργησε πολύ να έρθει. Τον Δεκέμβριο του 2021 το μικρό ιδιωτικό μουσείο Musée Εstrine στο Saint-Rémy-de-Provence γιόρτασε τα 100 της χρόνια, οργανώνοντας μια ολοκληρωμένη έκθεση του έργου της.
Η Ζιλό πέθανε το 2023 σε ηλικία 101 χρόνων, σε νοσοκομείο στο Μανχάταν, έχοντας ζήσει όπως εκείνη ήθελε. «Δεν μετανιώνω για τίποτα», έλεγε. «Πιστεύω ότι πρέπει να τολμάει κανείς στη ζωή του, αλλιώς δεν αξίζει τον κόπο να ζεις. Όταν ριψοκινδυνεύεις περνάς τρομερές στιγμές, αλλά μαθαίνεις, ζεις και αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα».